24 Νοε 2014

Τρεις μάρτυρες καίνε τον Θωμά Λιακουνάκο για τα Leoprad-2 και τα ιπτάμενα ραντάρ ERIEYE

Ο Θωμάς Λιακουνάκος είναι η κοινή συνισταμένη όλων των στοιχείων που προκύπτουν από τη δικαστική έρευνα για τις μίζες στην υπόθεση των γερμανικών αρμάτων μάχης Leopard 2 που ...παραγγέλθηκαν το 2003 και σ’ αυτή των ιπτάμενων ραντάρ τύπου Erieye που αγοράστηκαν από το υπουργείο Αμυνας το 1999. 
 
Την προηγούμενη εβδομάδα, 100 Γερμανοί αστυνομικοί έκαναν έφοδο στα γραφεία της KraussMaffei στο Μόναχο, ενώ παράλληλα και σε απόλυτο συντονισμό 30 Ελληνες «Ράμπο» έκαναν φύλλο και φτερό τα γραφεία και την οικία του Θωμά Λιακουνάκου (ακόμα και το υπόγειο), αντιπροσώπου της γερμανικής εταιρείας στο πρόγραμμα προμήθειας των γερμανικών αρμάτων μάχης, που κόστισαν στο ελληνικό κράτος 1,7 δισ. ευρώ. Οι άνδρες της Οικονομικής Αστυνομίας πήραν μαζί τους ακόμα και το προσωπικό ημερολόγιο της συζύγου του κ. Λιακουνάκου.  
 
Ο Θωμάς Λιακουνάκος επιχείρησε να τον δωροδοκήσει με 600.000 ευρώ για το πρόγραμμα των Leopard και από το 1988 του είχε καταβάλει ακόμη 1 εκατ. ευρώ για διάφορα προγράμματα
 
Από τη Γερμανία, έχει φτάσει στις ελληνικές αρχές έγγραφο-φωτιά που υποδεικνύει πώς γίνονταν οι δωροδοκίες. «Είναι αυτονόητο ότι ταυτόχρονα πρέπει να δημιουργηθεί μια βασική δομή για ενδεχόμενες αναγκαίες ωφέλιμες πληρωμές. Πρέπει να το αναλάβει η Axon (σ.σ.: εταιρεία ιδιοκτησίας του Θ. Λιακουνάκου), ο Παπαχρήστου (σ.σ.: πρόκειται για τον Δημήτρη Παπαχρήστου, εκπρόσωπο της KraussMaffei, κατασκευάστριας των Leopard) και η Tredeco (σ.σ.: εταιρεία του Πάνου Ευσταθίου)», αναφέρεται σε έγγραφο του 1997 που εντοπίστηκε σε γραφεία γερμανικής εταιρείας. 
 
Σε ντοκουμέντο που βρέθηκε μετά την έρευνα των αστυνομικών στην οικία του Θ. Λιακουνάκου και στα γραφεία της εταιρείας Axon αποδεικνύεται -όπως αναφέρουν πληροφορίες- η ταύτιση του Θ. Λιακουνάκου με την offshore Interaction και τον Βρετανό δικηγόρο Πίτερ Κόλεριτζ, ο οποίος εμφανιζόταν ως διαχειριστής της Interaction. Επισημαίνεται ότι για τον εντοπισμό του Π. Κόλεριτζ έχει εκδοθεί ένταλμα σύλληψης από την Ιντερπόλ.
 
Ο Σουηδός μάρτυρας
 
Τα στοιχεία αυτά συνδυάζονται με έγγραφα τα οποία παρέδωσε στις δικαστικές αρχές ο Σουηδός Λις-Ολοφ Μάρτεν Νένζελ, πρώην στέλεχος της σουηδικής Ericsson, εταιρείας που το 1999 ανέλαβε το συμβόλαιο για την κατασκευή τεσσάρων ιπτάμενων ραντάρ Erieye, τα οποία κόστισαν στο Ελληνικό Δημόσιο πάνω από 530 εκατ. ευρώ. 
 
Ο Λις-Ολοφ Μάρτεν Νένζελ εμφανίστηκε, στις 10 Ιουνίου του 2014, στο προξενείο της Ελλάδας στη Στοκχόλμη και παρέδωσε ντοκουμέντα που αποδεικνύουν τη ροή μαύρου χρήματος προς την Interaction, υπεράκτια εταιρεία με έδρα τη Λιβερία. 
«Γίνονταν πληρωμές από την εταιρεία Ericsson σε διάφορες εταιρείες ανά τον κόσμο, όπως ήταν και η Interaction, για διάφορα προγράμματα», αποκάλυψε ο κ. Νένζελ. 
 
«Γνωρίζω ότι γίνονταν κάποιες πληρωμές που δεν φαίνονταν στα ταμεία της εταιρείας, δηλαδή μυστικές πληρωμές μέσω Ελβετίας», κατέθεσε ο κ. Νένζελ και πρόσθεσε: «Δεν γνωρίζω με ποιον επικοινωνούσε ο Μπέρτιλ Χάλστρομ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος της Ericsson γι’ αυτά τα προγράμματα στην Ελλάδα, εκτός από τον Τούμπα (σ.σ.: πρόκειται για τον Χρήστο Τούμπα, απόστρατο της Αεροπορίας και πρώην εκπρόσωπο της Ericsson) και τον Κόλεριτζ. Εγώ κατάλαβα από τον Κόλεριτζ και τον Χάλστρομ ότι γίνονται παράνομες πληρωμές για την προμήθεια του συστήματος Erieye στην Ελλάδα».
 
«Η Ericsson μου ζήτησε να καταστρέψω τα χαρτιά αυτά, δηλαδή τα χαρτιά που σας προσκομίζω. Τα χαρτιά που υπήρχαν ήταν πάνω από τέσσερις βαλίτσες και εγώ, επειδή είναι παράνομο να καταστρέφεις έγγραφα, τα πήρα και τα έκρυψα. Αυτή τη στιγμή τα χαρτιά αυτά είναι στις ΗΠΑ και έχω αρχίσει να διοχετεύω τα περισσότερα στις υπηρεσίες των ΗΠΑ. Η εταιρεία Interaction έδινε τα χρήματα αυτά σε άλλους. Εγώ δεν γνωρίζω σε ποιους κατέληγαν τα χρήματα, αλλά γνωρίζω ότι ήταν σημαντικά πρόσωπα στην Ελλάδα», κατέθεσε ο Σουηδός.
 
Ο Νένζελ είναι παλαιό στέλεχος της σουηδικής Ericsson και εργαζόταν στην εταιρεία επί 32 έτη - συγκεκριμένα από το 1970 μέχρι το 2002.
 
Ο Νένζελ ορθά κοφτά ομολόγησε ότι η σουηδική Ericsson κατέβαλε μίζες για να αναλάβει την κατασκευή των τεσσάρων ιπτάμενων ραντάρ. 
 
«Οι πληρωμές αυτές, για την πώληση ραντάρ στην Ελλάδα, για τις οποίες σας προσκομίζω και τα έγγραφα ποσών ελβετικών φράγκων 9.587.953 και ελβετικών φράγκων 12.089.463, αφορούν παράνομες πληρωμές για την προμήθεια του ραντάρ Erieye της Ericsson από την Ελλάδα», δήλωσε.
 
Τα χρήματα αυτά, περίπου 18 εκατ. ευρώ για «ωφέλιμες πληρωμές», εκταμιεύτηκαν από την Ericsson προς την Interaction το έτος 2000, λίγο μετά την ενεργοποίηση της σύμβασης δηλαδή και αφού η ελληνική πλευρά πλήρωνε κανονικά τις δόσεις για το Erieye στην κοινοπραξία Σουηδών - Βραζιλιάνων, σύμφωνα με όσα είχε συμφωνήσει με τους κατασκευαστές ο πρώην υπουργός Αμυνας Ακης Τσοχατζόπουλος.
 
«Δόθηκε η εντολή από την Ericsson να δοθούν παράνομα χρήματα στην Interaction», είπε ο Σουηδός κωδικοποιώντας το τι συνέβη στο παρασκήνιο της αγοράς των ιπτάμενων ραντάρ. Οπως κατήγγειλε ο Σουηδός, τα χρήματα έμπαιναν από λογαριασμό της μητρικής εταιρείας προς τον λογαριασμό του δικηγόρου Ρίτσαρντ Ρίτερ στη Ζυρίχη. Ο Σουηδός τόνισε: «Οπως βλέπετε, τα χρήματα ήταν πολλά. Ο Ρίτερ δεν επιθυμούσε να προβαίνει σε τόσο υψηλές πληρωμές. Υπήρχε όμως μεγάλη βιασύνη και δέχτηκε να το κάνει».
 
Η κατάθεση του Σουηδού
«Οι πληρωμές αυτές για την πώληση ραντάρ στην Ελλάδα, για τις οποίες σας προσκομίζω και τα έγγραφα ποσών ελβετικών φράγκων 9.587.953 και ελβετικών φράγκων 12.089.463, αφορούν παράνομες πληρωμές για την προμήθεια του ραντάρ Erieye της Ericsson από την Ελλάδα», δήλωσε ο κ. Νένζελ στο ελληνικό προξενείο στη Στοκχόλμη
 
Καρφώνουν Λιακουνάκο
 
Εκτός από τα ενόρκως καταγγελλόμενα από το πρώην στέλεχος της Ericsson, εφημερίδα αποκαλύπτει σήμερα ακόμη δύο συγκλονιστικές καταθέσεις, οι οποίες ρίχνουν περισσότερο φως στην υπόθεση των εξοπλιστικών και ανασυνθέτουν τη διαδρομή των «ωφέλιμων πληρωμών» από την ώρα που οι μίζες έφευγαν από τα ταμεία της Ericsson στη Σουηδία για να διοχετευτούν σε κρατικούς αξιωματούχους στην Ελλάδα μέσω τραπεζών στην Ελβετία και αλλού.
 
Στα έγγραφα της Ελληνικής Δικαιοσύνης που σχετίζονται με την υπόθεση, οι δικαστές που ερευνούν την υπόθεση εκφράζουν την πεποίθησή τους ότι τα ποσά που διακινήθηκαν παρανόμως σε πολιτικούς και στρατιωτικούς ως μίζες -μόνο για την υπόθεση των ιπτάμενων ραντάρ- είναι τουλάχιστον 5 εκατ. ευρώ.
 
Το ποσό αυτό πήρε από τη σουηδική Ericsson -την εταιρεία που κατασκεύαζε το ραντάρ του Erieye- ο 84χρονος Χρήστος Τούμπας, απόστρατος αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας. Ο Χρ. Τούμπας ήταν ο βασικός αντιπρόσωπος της σουηδικής Ericsson για λίγο καιρό, από τον Νοέμβριο του 1997 μέχρι τον Ιανουάριο του 1998, συνέχισε όμως να συνεργάζεται με το πρόγραμμα Erieye μέχρι την ολοκλήρωσή του. Από τις αρχές του 1998 ο Χρ. Τούμπας ανέλαβε υποδεέστερη θέση στην εταιρεία, διότι στο πρόγραμμα του ιπτάμενου ραντάρ μπήκε η εταιρεία Axon του Θ. Λιακουνάκου, αρχικά ως υπεύθυνη για το πρόγραμμα των αντισταθμιστικών ωφελημάτων, στη συνέχεια όμως ανέλαβε και το μάρκετινγκ του προγράμματος.
 
Ο Χρ. Τούμπας και ο γιος του, Νικόλαος Τούμπας, είναι μεταξύ των κατηγορουμένων στην υπόθεση. Πατέρας και γιος κατονομάστηκαν από τον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών ως οι έμποροι όπλων που τον δωροδόκησαν με το ποσό των 400.000 ευρώ. Ο λόγος ήταν ότι εισπράττοντας τα χρήματα αυτά ο Αντώνης Κάντας δεσμεύτηκε να μην προκαλέσει προβλήματα στη γρήγορη υλοποίηση του προγράμματος των ιπτάμενων ραντάρ.
 
Η πραγματικότητα είναι ότι η αγορά των ιπτάμενων ραντάρ, ενός συστήματος που δεν βρισκόταν εν λειτουργία αλλά σχεδιαζόταν από τη σουηδική Ericsson και τη βραζιλιάνικη Embraer (προσέφερε το αεροσκάφος), προχώρησε ταχύτατα και με την «αμαρτωλή» μέθοδο της απευθείας ανάθεσης. «Οταν γίνουν απευθείας αναθέσεις, είναι δυνατόν να υπάρξουν επιρροές», παραδέχεται ο ίδιος ο Θ. Λιακουνάκος στη συνέντευξη.
 
Με επιχείρημα ότι η προμήθεια του ιπτάμενου ραντάρ απαιτεί μυστικότητα, χωρίς να απαιτείται η τήρηση των διαδικασιών και με τη μέθοδο της απευθείας ανάθεσης, η ιδέα που εκφράστηκε από την Πολεμική Αεροπορία το καλοκαίρι του 1997 είχε «συμβασιοποιηθεί» στις αρχές του 1999. 
 
Σύμφωνα με τον Α. Κάντα, πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών επί υπουργίας Τσοχατζόπουλου, ο Χρ. Τούμπας τού κατέβαλε το ποσό των 400.000 ευρώ σε τρεις δόσεις. Ο Χρ. Τούμπας, κατηγορούμενος στην υπόθεση των ιπτάμενων ραντάρ, παραδέχτηκε ότι στις 2 Φεβρουαρίου του 2004 κατέθεσε από τον προσωπικό του λογαριασμό σε ελβετική τράπεζα το ποσό των 150.000 ευρώ στον Α. Κάντα, κάτι που έχει ήδη αποδειχτεί από την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών.
 
Τις άλλες δύο «δόσεις», ύψους 100.000 και 150.000 ευρώ, ο Χρ. Τούμπας δεν παραδέχεται ότι τις κατέβαλε στον Α. Κάντα. Αλλωστε από το λεγόμενο «follow the money», τη διαδικασία ανασύνθεσης της διακίνησης της μίζας δηλαδή, δεν έχει ακόμη ταυτοποιηθεί ότι τα χρήματα αυτά δόθηκαν στον πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών μέσω τραπεζικών εμβασμάτων. 
 
Ο 84χρονος Χρ. Τούμπας δεν εξηγεί, ωστόσο, γιατί δέχτηκε να δώσει στον Α. Κάντα μίζα ύψους 150.000 ευρώ το 2004, ενώ -όπως ο ίδιος υποστηρίζει- από τις αρχές του 1998 είχε συμβουλευτικό ρόλο στην υπόθεση του Erieye, διότι τον πρώτο λόγο είχε αναλάβει η Axon του Θ. Λιακουνάκου. 
 
Η Δικαιοσύνη κατηγορεί τον Χρ. Τούμπα ότι πήρε από την εταιρεία Ericsson το ποσό τουλάχιστον των 5 εκατ. δολαρίων «για την παράνομη διακίνηση χρηματικών ποσών σε Ελληνες κρατικούς (πολιτικούς και στρατιωτικούς) αξιωματούχους». 
Ο Α. Τούμπας, στην αρχική του απολογία αλλά και στις δύο συμπληρωματικές του, προσπαθεί να ρίξει τα βάρη αλλού.
 
Ο συνεργάτης της σουηδικής Ericsson υποστηρίζει ότι από τον Ιανουάριο του 1998 την προώθηση του προγράμματος των ιπτάμενων ραντάρ στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας και στη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών ανέλαβε η Axon του Θ. Λιακουνάκου. «Ο ρόλος μου στην Axon υποβαθμίστηκε από τον Φεβρουάριο του 1998, οπότε ανέλαβε η Axon του κ. Λιακουνάκου», είπε ο Χρ. Τούμπας απολογούμενος. «Δεν γνωρίζω να σας πω αν δόθηκαν δώρα ή ωφελήματα σε επιτελείς του ΓΕΑ, ή σε κάποιον άλλον από τους ενδιαφερόμενους ή τους εμπλεκόμενους, είτε σε χαμηλότερο είτε σε υψηλότερο επίπεδο», απάντησε ο Χρ. Τούμπας στους ανακριτές. 
 
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ν. Τούμπας, γιος του απόστρατου αξιωματικού και συνδικαιούχος του λογαριασμού από τον οποίο το 2004 εμβάστηκε το ποσό των 150.000 ευρώ στον Α. Κάντα. Αν μη τι άλλο, το γεγονός ότι οι Σουηδοί συνέχιζαν να πληρώνουν τον Α. Κάντα -που είχε από καιρό απομακρυνθεί από τη Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών-, παρά το γεγονός ότι είχαν περάσει πέντε χρόνια από την υπογραφή της σύμβασης, δείχνει την «επαγγελματική» συνέπεια των Σουηδών. Δυστυχώς για τους Χρ. Τούμπα και Α. Κάντα, η ομερτά έσπασε όταν στους λογαριασμούς του πρώην αναπληρωτή διευθυντή Εξοπλισμών βρέθηκαν οι μίζες. 
 
«Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για την προμήθεια των αερομεταφερόμενων συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου (ΑΣΕΠΕ) από το Ελληνικό Δημόσιο ο πατέρας μου ήταν πολύ στενοχωρημένος, διότι είχε παραγκωνιστεί στο πλαίσιο της συνεργασίας του με τη σουηδική Ericsson από την εταιρεία Axon της οποίας ιδιοκτήτης είναι ο κ. Λιακουνάκος», κατέθεσε ο επίσης κατηγορούμενος Ν. Τούμπας καρφώνοντας τον ιδιοκτήτη της Axon ως εγκέφαλο του προγράμματος Erieye. 
 
«Σας διευκρινίζω ότι από τη στιγμή που ο όμιλος Λιακουνάκου μπήκε στο πρόγραμμα, ο πατέρας μου παραγκωνίστηκε και δεν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο», επανέλαβε στις δικαστικές αρχές ο γιος του αρχικού αντιπροσώπου των Σουηδών.  
 
Στις 11 Σεπτεμβρίου του 2014, προσερχόμενος στην ανακρίτρια Βασιλική Μπράτη, ο 84χρονος Χρ. Τούμπας ξεσπά: «Εκφράζω τη δυσαρέσκειά μου γι’ αυτούς που εισφέρουν έγγραφα στην ανάκριση με σκοπό να την αποπροσανατολίσουν σε βάρος μου και συγκεκριμένα αναφέρω το από 3/1/2000 και 10/1/2000 έγγραφο της Ericsson για καταβολές στην Interaction, σε συνδυασμό με την κατάθεση του Νένζελ ότι αυτά αφορούν παράνομες πληρωμές»!
 
Με απλά λόγια, ενώ μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου ο Χρ. Τούμπας δήλωνε άγνοια για το αν δόθηκαν μίζες προκειμένου να προχωρήσει η προμήθεια του ιπτάμενου ραντάρ στη σουηδική Ericsson, ξαφνικά στην τρίτη παρουσία ενώπιον της ανακρίτριας «έδωσε» την εταιρεία Interaction και παραδέχτηκε ότι για να υπογραφεί το συμβόλαιο των ιπτάμενων ραντάρ ενεργοποιήθηκε η δοκιμασμένη μέθοδος των «ωφέλιμων πληρωμών». 
 
Η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει υποβάλει αίτημα δικαστικής συνδρομής προς τις αρχές της Ελβετίας για να αρθεί το τραπεζικό απόρρητο των Χρήστου και Νικολάου Τούμπα και να ανοίξουν πέντε λογαριασμοί τους. Παραλλήλως, αίτημα δικαστικής συνδρομής έχει σταλεί προς τις δικαστικές αρχές του Πριγκιπάτου του Μονακό για άνοιγμα λογαριασμών των Ρίτσαρντ Ρίτερ, Πίτερ Κόλεριτζ και της εταιρείας Interaction στις Republic National Bank of New York, Monaco Branch και Barclays. Αίτηση διεθνούς αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής έχει σταλεί και προς τις αρμόδιες δικαστικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά και προς το υπουργείο Δικαιοσύνης της Κύπρου για λογαριασμούς και εταιρείες των Χρήστου και Νικόλαου Τούμπα.
 
Ενδοξο παρελθόν, αβέβαιο μέλλον για τον όμιλο Λιακουνάκου
 
Στη σκιά του ένδοξου επιχειρηματικού παρελθόντος του κινείται σήμερα ο Θωμάς Λιακουνάκος. Οι μαγικές κινήσεις στον τομέα των οπλικών συστημάτων, οι ευκαιρίες στην αγορά των κατασκευών, οι εκδοτικές δραστηριότητες, ακόμη και η χρυσοφόρος όρνιθα των επιχειρήσεών του στον τομέα της υγείας δείχνουν πλέον να παρασύρονται στη δίνη της κρίσης. Τα δάνεια του άλλοτε κραταιού ομίλου Λιακουνάκου φημολογείται στην αγορά ότι είναι ένας από τους μεγαλύτερους πονοκεφάλους των τραπεζιτών. 
 
Φήμες τις οποίες δεν τις προσπερνά κανείς αβασάνιστα, αν διαβάσει τις οικονομικές καταστάσεις που εξέδωσε ο όμιλος για το α’ εξάμηνο του 2014: η Αxon Συμμετοχών, η holding εταιρεία του Θωμά Λιακουνάκου, είχε συνολικές υποχρεώσεις 451,9 εκατ. ευρώ. Ο τζίρος της ήταν 88,1 εκατ. και παρουσίασε ζημίες 9,8 εκατ. Στα ταμεία της είχε 7,4 εκατ. ευρώ,
 
Οσον αφορά στη ναυαρχίδα του ομίλου, τη Euromedica, μπορεί κάποιος να ξεπεράσει τις ζημίες των 10 εκατ. ευρώ στο α’ εξάμηνο του έτους, όπως και τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις των 317,4 εκατ. ευρώ και τις μακροπρόθεσμες των 50,6 εκατ.
 
Σίγουρα όμως θα σταθεί στις σημειώσεις των ορκωτών ελεγκτών που αναφέρουν ότι το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων υπερβαίνει το σύνολο των κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων της Euromedica ή ότι σε αυτές περιλαμβάνονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές ή, τέλος, την επισήμανση ότι τα ίδια κεφάλαια είναι αρνητικά κατά 60,3 εκατ. ευρώ και χρειάζεται αύξηση κεφαλαίου.
 
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr