30 Αυγ 2016

ΤΙ ΕΓΡΑΦΕ Ο ΑΠΟΔΥΤΗΡΙΑΚΙΑΣ ΠΡΙΝ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ!

Αυτό που συνέβη τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα ουδέποτε κατεγράφη στην παγκόσμια Ιστορία και ουδέποτε μπήκε σε κανένα βιβλίο Γκίνες. Ποτέ των ποτών δεν εμφανίστηκε σε κανένα τόπο μία πολιτική παρέα που κατάφερε να πείσει τον λαό να γίνει φτωχότερος κι όχι μόνον αυτό,
αλλά και να τρώει το ψωμί των επόμενων 25 γενεών.
Όχι να τσουρνέβει από μία γενηά του μέλλοντος, αλλά από 25 γενηές. Έτσι με τον ρυθμό ανάπτυξης που έχει σήμερα η Ελλάδα και με το πλεόνασμα της το υποθετικό, για να ξεπληρώσει τα χρέη της τελευταίας 20ετίας θα χρειασθεί 4.732 χρόνια, για να είμεθα ακριβείς, τόσο διάστημα όσο ζούνε επτά φάλαινες η μια πίσω από την άλλη.
Λοιπόν. Από τον μέσο πολίτη, εδώ και 25 χρόνια, του βουτάνε τα δυο πέμπτα του μισθού του. Ενώ πριν από 20 χρόνια ο μέσος πολίτης, ο μέσος εργαζόμενος είχε την δυνατότητα να κάνει οικονομία μέχρι το 35% από τα έσοδά του. Να βάζει στην πάντα, που λέμε. Σήμερα; Για να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, για να τη βγάλει ο φουκαράς υποχρεώνεται να δανείζεται μέχρι το 25% απ’ όσο είναι ο μηνιαίος του μισθός. Αυτά ισχύουν τώρα. Πόσο θα χειρωτερέψει το πράμα, άστο καλύτερα. Μην το βάλουμε στο κομπιούτερ.
Πριν, λοιπόν, από 20 χρόνια ο μέσος πολίτης εξασφάλιζε το 35% των αποδοχών του για πάρτη της επόμενης γενηάς. Για το παιδί του, δηλαδή, και για το παιδί του παιδιού του. Που αλλού να πήγαιναν οι καβάτζες του; Στην ενορία της γειτονιάς του; Μόνον αν είσαι βαρεμένος, μόνον αν έχεις προσωπικό πρόβλημα, πνευματικού ή, συνειδησιακού χαρακτήρα, θα ακουμπήσεις τα λεφτά σου, κάποια περισσέματά σου στο φιλόπτωχο ταμείο της εκκλησίας.
Σήμερα, λοιπόν, τρως από το ψωμί των παιδιών σου. Μέχρι και το 25%. Τόσο τους κλέβεις. Και το χρέος σου δεν θα πνίξει εσένα, αλλά τα παιδιά σου, μάλλον τα εγγόνια σου. Ήταν πολύ σωστός ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν είπε. Ο Λαός Στην Εξουσία. Διότι ο Ανδρέας ήταν δημοκράτης, ήταν σοσιαλιστής. Και ο Αριστοτέλης, μιλάμε τώρα για τον Αριστοτέλη τον σοφό, τον πάνσοφο, τα είπε καθαρά, ολοκάθαρα για το τι ακριβώς είναι το πολίτευμα της Δημοκρατίας. Είναι ένα καλό, ένα χρήσιμο πολίτευμα η δημοκρατία, είπε η τεράστια σκέψη του Αριστοτέλους, αρκεί να αφορά τους αυτόβιους. Αυτούς, δηλαδή, που μπορούν να ζουν μόνοι τους. Αυτούς που με την δουλειά τους, το μυαλό τους, την ικανότητά τους, μπορούν να την βγάζουν μόνοι τους κι όχι να περιμένουν να τους συντηρούν οι άλλοι.
Δεν είναι δυνατόν να έχεις δημοκρατία και από τη μια να ζουν σε μια κοινωνία ο δουλευτής, ο προκομένος και από την άλλη το λαμόγιο, το τεμπελόσκυλο. Δεν είναι μια δίκαιη κοινωνία αυτή. Δεν είναι δίκαιο πολίτευμα αυτό. Να παράγει ο ένας και ο άλλος να μην παράγει. Η, μάλλον να τρώνε και οι δυο με την δουλειά, με το ψωμί μόνον του ενός.
Δεν μπορεί ο αυτόβιος, δηλαδή αυτός που πατάει στα πόδια του, που δεν έχει ανάγκη να τον τσοντάρει η πολιτεία να μην έχει δικαίωμα ψήφου. Όπως επίσης δεν είναι δυνατόν να ψηφίζει, να αποφασίζει για τα κοινά ο της προσκολλήσεως, το ρουφηκτήρι, ο ζητιανάκιας, ο αρπαντικούλης.
Ο αυτόβιος τι περιμένει από τις εκλογές; Να προστατεύσει τα κεκτημένα του. Αυτό τον ενδιαφέρει. Και γι’ αυτό διαλέγει τον ικανώτερο πολιτικό, τον καλύτερο. Περιουσία έχει ο αυτόβιος, μπίζνες κάνει, δεν είναι μαλάκας να επιλέξει έναν πολιτικό που θα λαμογιάρει με λαμόγια και θα πουλάει παραμύθι στον λαό. Όπως, λοιπόν, ο αυτόβιος, είτε είναι αυτοδημιούργητος, είτε τα βρήκε έτοιμα από τον πατέρα του, επιλέγει τον καλύτερο μάνατζερ, τον καλύτερο μηχανικό, τον καλύτερο υπάλληλο, έτσι ακριβώς ψηφίζει και τον καλύτερο πολιτικό. Ένα τέτοιο πολίτευμα βολεύει τον αυτόβιο. Να μπορεί να επιλέγεται ο καλύτερος πολιτικός. Κι αυτό θα συμβεί όταν ψηφίζουν πολίτες με συμφέροντα που στηρίζονται στην παραγωγή, στη δημιουργικότητα και όχι στο αέρα μπανά και στο όπως κάτσουν και όπως έρθουν τα πράγματα και στα τέτοια μας αν το δημόσιο ταμείο φαληρίσει και ποτέ δεν ρεφάρει. Δεν είναι τρόμπας ο αυτόβιος. Να γουστάρει ένα πολίτευμα στο οποίο να έχουν λόγο και τα μπατήρια, και τα λαμόγια. Τότε η πολιτεία θα χρεωκοπήσει. Και χρεωκοπία του κράτους σημαίνει χρεωκοπία και καταστροφή των εχόντων, όχι των μη εχόντων.
Τι μαλακία πολίτευμα είναι αυτό που δίνει δικαίωμα ψήφου στους μη αυτόβιους; Στους έχοντες εξαρτημένη εργασία, δηλαδή. Σ’ αυτούς που δεν έχουν δική τους εργασία, αλλά εργάζονται σ’ αλλουνού την δουλειά. Κι όλοι αυτοί είναι οι περισσότεροι. Είναι, λοιπόν,  δυνατόν να αποφασίζουν οι περισσότεροι για τους λίγους; Οι περισσότεροι, δηλαδή οι μη αυτόβιοι, θα διαλέξουν όχι τον πολιτικό που θα ικανοποιήσει τις ανάγκες τους, που θα τους λύσει τα προβλήματά τους, αλλά αυτόν που θα καλύψει τις ανάγκες τους.
Είπαμε. Δεν είπαμε; Οι λίγοι είναι αυτοί που ενδιαφέρονται για την προκοπή της χώρας. Διότι τα μεγάλα ή, μέτρια οικονομικά προσωπικά τους συμφέροντα είναι ταυτισμένα με την υγεία της οικονομικής κατάστασης του δημοσίου ταμείου. Από την άλλη, οι περισσότεροι, μάλλον οι περισσότεροι από τους περισσότερους είναι άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα στη ζωή τους. Είτε διότι είναι ανίκανοι, άχρηστοι, αδιάφοροι, είτε άτυχοι και μην το ψάχνουμε πολύ. 
Όταν, λοιπόν, έχεις τους αποτυχημένους κι αυτοί είναι οι περισσότεροι σε μία χώρα, τότε θα τους ισοπεδώσεις όλους, αυτόβιους και εξαρτημένους, δίνοντάς τους ψήφο, διότι αυτό επιβάλλει η… δημοκρατία. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Δεν γίνεται, δηλαδή, η πολιτεία να αντιμετωπίζει τον εργοδότη το ίδιο μ’ αυτόν που παραδίδει τον εαυτό του, την εργασία του, σ’ έναν εργοδότη.
Γιατί, κύριε, γίνεσαι υπάλληλος του αλλουνού; Η, διότι είσαι μαλάκας ή, διότι είσαι βλάκας ή, είσαι τεμπέλης ή, γενικώς δεν ξεκινάς τη ζωή με τις ίδιες προϋποθέσεις σε σχέση με τον άλλον, έστω κι αν τα βρήκε έτοιμα. Αυτή, όμως, είναι η πραγματικότητα. Δηλαδή; 
Άλλο θα προσπαθήσω πολιτικά για να φτιάξω μία άλλη κοινωνική πραγματικότητα, όπου όλοι θα έχουν ίσες ευκαιρίες, κι άλλο να έχεις κοινωνία που εξαρτάται το ίδιο και από τον εργατικό και από τον τεμπέλη, τον αρακτό, τον μη φιλόδοξο, αυτόν που δεν έχει καμμία διάθεση να παλαίψει για να φτιάξει το περισσότερο.
Έτσι είναι η ζωή. Γεννάει τους λίγους που θέλουν πολλά και με διάθεση να δουλέψουν, να παράξουν, και γεννάει τους πολλούς από τους οποίους αρκετοί το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι ένα. Ποιο; Το βόλεμα. Και δεν υπάρχει πιο γλυκό βόλεμα, πιο χρυσό βόλεμα στις δημοκρατίες από τον διορισμό στο δημόσιο. Διορισμός δεν σημαίνει, για να μην παραξηγηθούμε, να διοριστούμε για να δουλεύουμε. Όχι τέτοια πράγματα. Διορισμός στο δημόσιο σημαίνει ρουφιανιλίκι, τσατσιλίκι, αραλίκι. Πήρες χαμπάρι; Λοιπόν.
Όταν είσαι βολεψίας δεν είναι δυνατόν να είσαι και πολίτης. Άσε, τώρα. Για ποια δημοκρατίαμιλάμε όταν αποφασίζουν οι μη πολίτες; Κάποιοι, δηλαδή, που δεν νοιώθουν ότι είναι κομμάτι της πόλεως, με την έννοια ότι η πόλη, η πολιτεία πρέπει να τους συντηρεί, να τους βολεύει.
Πάνγατοι οι πασόκοι. Για πλάκα τους έχουν τους γάτους. Μιλάμε για πάνγατους. Ποια δημοκρατία και ποιος σοσιαλισμός; Αυτοί έφτιαξαν ένα απίθανο κατασκεύασμα. Μια άπαικτη επινόηση. Μία ανεπανάληπτη εφεύρεση, όπου έβαλαν στο κόλπο άτομα τα οποία ουδέποτε παρήγαγαν έργο, ουδέποτε είχαν διάθεση να εργαστούν για το γενικό καλό, το κοινωνικό καλό. Ελάτε όλοι εσείς που παρ’ ό,τι πεινάτε, όμως δεν έχετε ούτε σκέψη να δουλέψετε.
Ελάτε, κύριοι, να γίνετε σύντροφοι, να τρώμε μαζύ, να τρεφόμαστε μαζύ. Μαζύ, όμως όχι και με την ίδια μερίδα φαγητό. Και ξεκίνησε το βόλεμα. Δυστυχώς για την Ελλάδα, δηλαδή δυστυχώς για τους πραγματικούς εργαζόμενους, ένα τεράστιο ποσοστό εργασιακού και ηλικιακά προσφερόμενου δυναμικού της χώρας στελεχώθηκε στο στρατό των τεμπέληδων που έστησε το ΠΑΣΟΚ.
Το φοβερό είναι ότι διαιωνίζεται το γένος των ανίκανων. Τους παρέλαβαν ανίκανους, απρόθυμους για παραγωγή, για προσφορά υπηρεσιών αναγκαίων για το κοινωνικό σύνολο και τους μεταμόρφωσαν στην χειρώτερη μορφή αρπακτικών της παγκόσμιας πολιτικής Ιστορίας.
Έχουν γίνει τρομακτικά πράγματα, κύριοι. Δεν υπήρχε πριν 20 χρόνια έμπορος που συνειδητά θα υπέγραφε επιταγή εν γνώσει του ότι δεν πρόκειται να την εξοφλήσει. Αν το έκανε αυτό θα χαρακτηριζόταν «μαύρο πρόβατο» στην πιάτσα και δεν θα είχε αύριο. Ήταν άγνωστοι πριν από δυο δεκαετίες αυτοί οι «κανόνες» οικονομικής ηθικής, αυτή η «λογική» ανταποδοτικότητας. Η πριν το 1980 ηθική και κοινωνική τάξη πραγμάτων πήγε περίπατο. Δεν χρειαζόταν. Καταργήθηκε.
Βόλεμα. Είναι συγκλονιστική η ιδεολογία του βολέματος. Δεν παίζεται με τίποτα. Είναι ΑΔΥΝΑΤΟΝ να κερδίσεις πολιτικό αντίπαλο που… ιδεολογικά στηρίζεται στο βόλεμα, που όλα τα έχει ντύσει με το κοστούμι του βολέματος. Και οι αρχιερείς αυτής της πολιτικής πραγματικότητας ποτέ δεν τιμωρούνται, αντίθετα επιβραβεύονται και τους δίνουν το όνομα σε λεωφόρους και πλατείες και τους ανανεώνουν την εμπιστοσύνη, διότι υπάρχει ένα πολίτευμα στο οποίο δεν ομιλεί ο κυρίαρχος λαός, ομιλεί η επικυρίαρχη πλέμπα.
Του έφυγε μία κουβέντα του Μητσοτάκη. Θες λόγω ηλικίας, λόγω μαλακίας, αδιάφορο. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ο ψηλός είπε μίαν αλήθεια. Πρέπει να σφίξουμε το ζωνάρι. Αυτό είπε ο βρυκόλακας της πολιτικής ζωής. Και την άλλη μέρα έγινε της πουτάνας στην Ρηγίλλης. Τι μαλακία είπε ο άνθρωπος, είπαν αυτοί που δεν κρατιούνται να γίνουν κυβέρνηση. Διότι γνωρίζουν πολύ καλά ότι με την πλέμπα δεν τα βγάζεις πέρα. Τι, δηλαδή; Να πεις στην πλέμπα να μη βολευτεί, να ξεβολευθεί, να μην αρπάξει. Τι είναι αυτά, ρε;
Πλέμπα είναι. Ούτε πρωθυπουργό θέλουν, ούτε κυβέρνηση. Στα παπάρια τους. Πλέμπα είναι. Να ξεσκίζουν θέλουν. Να καταβροχθίζουν. Τον Κλέωνα θέλουν, όχι τον Νικία, τον ενάρετο. Τον Κλέωνα τον μεγαλοεπιχειρηματία, τον ακαδημαϊκό της διαπλοκής, τον αρχιμιζαδόρο. Αποθήκες με στάρια είχε η αρχαία Αθήνα και είπε ο Κλέων η χαμούρα Άστε τον λαό να βουτήξει για να φάει.
Αυτή είναι η δημοκρατία για τον Κλέωνα. Η βουταρία. Και τα εργοστάσια του Κλέωνα να δουλεύουν στο φουλ για να συνεχίζεται ο Πελοπονησιακός πόλεμος και η κόντρα με την Σπάρτη. Αυτό είναι η δημοκρατία. Θα κονομάνε οι ολίγοι οικονομισάριοι και οι ολίγοι πολιτικοί αφανείς συνέταιροι. Να είναι, όμως, βολεμένη η πέμπλα. Όλος αυτός ο όχλος της πλέμπας που χόρευε επάνω στα Μακρά Τείχη. Φοβερά πράγματα.
Τα έβλεπαν αυτά οι Σπαρτιάτες, οι νικητές, οι κατακτητές της Αθήνας και δεν πίστευαν στα μάτια τους. Να γλεντάνε τα λαμόγια της Αθήνας, οι βολεψάκηδες να χορεύουν πάνω στα τείχη και στα αρχίδια τους που η πόλη τους ηττήθηκε στον πόλεμο. «Τι μπινέδες είναι αυτοί οι δημοκρατάρες…» σκεπτόντουσαν οι Σπαρτιάτες.
Καμάρωνε γι’ αυτά τα τείχη ο Περικλής, διότι συμβόλιζαν τη δύναμη και την αμυντική αντοχή των Αθηνών. Εικοσιτρία συνεργεία του Μπόμπολα, 17 συνεργεία του Σαραντόπουλου δούλεψαν για να κτιστεί η μεγαλύτερη σειρά τειχών του αρχαίου κόσμου, 12 χιλιόμετρα τείχη από Αθήνα στον Πειραιά και όλο το πακέτο κόστισε 5.000 τάλαντα. Άσε τον οπλισμό που φόρτωσε στο στρατό των Αθηνών ο Λιακουνάκος. Και του λέει του Περικλή ο Αρχίδαμος. «Εμείς οι Σπαρτιάτες που δεν έχουμε φράγκο δεν φτιάχνουμε τέτοια άλλοθι για να κονομήσουμε, δηλαδή να κτίσουμε τείχη, να ανοίξουμε αττικές οδούς, να στήσουμε τραμ, μετρό και άλλα τέτοια. Είμαστε απένταροι, όμως όχι φτωχοί.»
Υπ’ όψιν ότι στην Αθήνα δεν είχε δικαίωμα ψήφου το προλεταριάτο. Οι «θύτες», αυτοί που δεν είχαν περιουσία. Μέχρι που ο Περικλής συμφώνησε στην προτροπή της γκόμενάς του, της Ασπασίας, να δώσει ψήφο στους θύτες. Από τότε χρεωκόπησε η αθηναϊκή δημοκρατία.
Ο Κλέων είχε και τα χυτήρια για να φτιάχνει όπλα και τα ναυπηγεία για να φτιάχνει τριήρεις. Όχι για να ενισχύει στρατιωτικά την πόλη. Μόνο για την προσωπική του κονόμα. Δεν ήταν μπίζνεσμαν των επενδύσεων και της επιχειρηματικής λογικής. Ήταν του αρπάω, της διαπλοκής, γι’ αυτό ήταν ό,τι προλάβουμε και γι’ αυτό τον βόλευε να παίζουν μπάλλα οι πεινασμένοι, τα λαμόγια, οι λεχρίτες και οι λουμπίνες. Γι’ αυτό και ο Κλέων έγινε πακέτο με τον Αλκιβιάδη, τον μεγαλύτερο τυχοδιώκτη των πέντε ηπείρων. Χαίρετε.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ TO 18.01.2004