Την ώρα που κορυφώνονται οι διπλωματικές διαδικασίες στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας με στόχο τη διαμόρφωση ενός οδικού χάρτη που θα οδηγήσει – θεωρητικά- σε επίλυση του Κυπριακού, η προσοχή των σημαντικών πρεσβειών στην Αθήνα και στην Άγκυρα είναι στραμμένη στα ενδεχόμενα σενάρια που θα ακολουθήσει η τουρκική διπλωματία από τις αρχές Ιουλίου έως και τον Οκτώβριο. 

Επί της ουσίας υφίσταται ένα «άτυπο» ραντεβού που τοποθετείται χρονικά στις 25 Ιουλίου και που αφορά στο τεστ καύσης στο οικόπεδο νούμερο 11 νοτιοδυτικά της Κύπρου και στη θέση γεώτρησης που έχει αποδοθεί μετά από διεθνή διαγωνισμό στην πολυεθνική πετρελαϊκή εταιρεία Total. Για την Άγκυρα, το τεστ καύσης που θεωρείται η αφετηρία της διαδικασίας εξόρυξης και κατά συνέπεια άντλησης του φυσικού αερίου είναι casus belli.
Ρωσικοί και αμερικανικοί κύκλοι τόσο στην Αθήνα όσο και στην τουρκική πρωτεύουσα αλλά και οι έμπειροι διπλωμάτες των γαλλικών και βρετανικών υπηρεσιών αγωνιούν για το πώς θα δρομολογηθεί η όποια τουρκική αντίδραση σε αυτό το τεστ καύσης. Το ερώτημα αφορά τον γεωγραφικό χώρο στον οποίο θα εκδηλωθεί η αντίδραση αυτή, το εάν δηλαδή θα υπάρξει τουρκική δραστηριότητα, οποιασδήποτε μορφής, εντός της κυπριακής ΑΟΖ δυτικά, νοτιοδυτικά της Πάφου ή στο Αιγαίο.
Καλά πληροφορημένοι κύκλοι στη Λευκωσία που παρακολουθούν στενά τις κινήσεις του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών καθώς και του τουρκικού ΓΕΕΘΑ προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν αμφιλεγόμενα στοιχεία.
Προκύπτει ωστόσο, μια σταθερά. Η Άγκυρα, και πολύ πιο συγκεκριμένα κρατικοί θεσμοί που απασχολούνται στον πετρελαϊκό τομέα, διερευνούν εδώ και αρκετό καιρό την δυνατότητα αγοράς μιας πλατφόρμας με γεωτρύπανο μεγάλου βάθους αντίστοιχου εκείνων που χρησιμοποιούνται στις μέχρι τώρα δραστηριότητες νότια, νοτιοδυτικά και νοτιοανατολικά της Κύπρου από τις μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες.
Η απόκτηση ενός τέτοιου γεωτρύπανου πέραν της μεγάλης δαπάνης που συνεπάγεται αντιμετωπίζει και άλλα σοβαρά προβλήματα δεδομένου ότι δεν είναι μια δομή- κατασκευή που μπορεί κανείς να την βρει στην ελεύθερη αγορά όποτε το αποφασίσει.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, οι ίδιοι κύκλοι στη Λευκωσία θεωρούν ότι αν ευοδωθούν οι προσπάθειες της Άγκυρας είναι σε θέση να αποκτήσει ένα τέτοιο γεωτρύπανο περί τα μέσα Οκτωβρίου.
Μόνο και μόνο αυτή η απόφαση της Τουρκίας να αγοράσει μια τέτοια μονάδα προδίδει και τις μύχιες σκέψεις του υπουργείου Εξωτερικών της χώρας. Στην περίπτωση που οι προσπάθειες για την επίλυση του κυπριακού δεν ευοδωθούν μέσα στο επόμενο τρίμηνο ή τετράμηνο η Άγκυρα θα είναι σε θέση να εκβιάσει τις καταστάσεις και να διεκδικήσει δημιουργώντας τετελεσμένα τομέα έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Στο μεταξύ, «παίζουν» και όλα τα υπόλοιπα σενάρια που αφορούν κυρίως στην στρατηγική παρουσία της Τουρκίας γύρω από το νησί της Κύπρου αλλά και ευρύτερα στην περιοχή κυρίως του νοτίου Αιγαίου, στα σύνορα δηλαδή, μεταξύ της κυπριακής, της αιγυπτιακής και της ελληνικής ΑΟΖ.
Είναι προφανές πως θα συνεχίσει με διάφορες εκδοχές αυτή η στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας που θα συνοδεύεται και από την αντίστοιχη ρητορική.
Το ζήτημα είναι το εάν και κατά πόσο οι στρατιωτικές αυτές παρενοχλήσεις θα ξεπεράσουν ή όχι τα ανεκτά επίπεδα, τα οποία έχουν προσδιοριστεί τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Κύπρο. Στα πλαίσια αυτά, το παιχνίδι περιπλέκεται με την εμπλοκή του Ισραήλ. Ήδη και μετά τη συνάντηση της Θεσσαλονίκης το Τελ Αβίβ έχει ξεκαθαρίσει πως το σύνολο της ανατολικής Μεσογείου εντάσσεται στα πλαίσια του άμεσου ενδιαφέροντος της ισραηλινής πλευράς και άρα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του συστήματος ασφαλείας της χώρας αυτής.
Λίγα 24ωρα μετά την τριμερή της Θεσσαλονίκης, ισραηλινά αεροσκάφη εκτέλεσσαν στρατιωτικά γυμνάσια πάνω από την Κύπρο, ιδιαίτερα δε, στις θαλάσσιες περιοχές μεταξύ της θέσης Λεβίαθαν και δυτικότερα, πάνω από την εξόρυξη υδρογονανθράκων «Αφροδίτη» και μέχρι τα νοτιοδυτικά της κυπριακής ΑΟΖ. Το μήνυμα ήταν σαφές. Η περιοχή αυτή αποτελεί ζώνη οικονομικού ενδιαφέροντος και του Ισραήλ και ως εκ τούτου προστατεύεται από αυτό.
Λίγες ημέρες αργότερα, τουρκικά αεροσκάφη εκτέλεσαν αντίστοιχα γυμνάσια με αφετηρία τα Κατεχόμενα και επιχειρησιακή ζώνη σε θαλάσσιες περιοχές γύρω από το νησί. Το μήνυμα επίσης ήταν σαφές.
Διπλωματικοί κύκλοι στην Αθήνα και τη Λευκωσία θεωρούν πως η εξέλιξη των συζητήσεων για το Κυπριακό στο Κραν Μοντανά όσον αφορά στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων σχετίζονται άμεσα με τον τρόπο που θα εκδηλωθεί η τουρκική πολιτική στο ζήτημα των υδρογονανθράκων εντός της Κυπριακής ΑΟΖ.
Όσο δηλαδή οι συνομιλίες και η ενδεχόμενη συμφωνία επί ενός «μίνι πακέτου»- οδικού χάρτη που δυνητικά θα οδηγούσε σε συνολική συμφωνία τόσο είναι δυνατόν να εκτονωθούν οι τουρκικές πρωτοβουλίες σε στρατιωτικό επίπεδο γύρω από το νησί της Κύπρου.
Σε αντίθετη περίπτωση, τα πράγματα περιπλέκονται και αν υπάρξει ομολογημένη αποτυχία στο project επίλυσης του κυπριακού τότε τα πράγματα είναι δυνατόν να φτάσουν στα άκρα.
Εκεί προσδιορίζεται και η αγωνία των διπλωματικών αντιπροσωπειών των μεγάλων δυνάμεων στην Αθήνα και στην Άγκυρα, καθώς και στη Λευκωσία.