17 Απρ 2018

Αποκαλυπτική έρευνα της ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ για τις μεθοδεύσεις της οικογένειας Μαρινόπουλου, τα 1,8 δισ. ευρώ και τη σωτηρία από τον Σκλαβενίτη

Φως σε μία υπόθεση που δεν έχει πάρει έκταση από τα Μέσα Ενημέρωσης ρίχνει η εφημερίδα «Δημοκρατία»...
αποκαλύπτοντας τις πρακτικές της εταιρείας «Μαρινόπουλος» με τις οποίες τα σούπερ μάρκετ οδηγήθηκαν στην πτώχευση, αλλά και το πώς οι διοικούντες έβγαλαν τεράστια ποσά στο εξωτερικό.

Σύμφωνα με την εφημερίδα, η οικογένεια Μαρινόπουλου που μόλις δύο χρόνια πριν ζητούσε την υπαγωγή της στον πτωχευτικό κώδικα, όχι μόνο δεν ήταν ποτέ σε δεινή οικονομική κατάσταση, αλλά στην πραγματικότητα είχε μεθοδεύσει την πτώχευση προκειμένου να υφαρπάξει χρήματα από τον ελληνικό λαό.

Τα στοιχεία που έρχονται στο φως αποκαλύπτουν πώς μέσα από ένα σύνθετο και αριστοτεχνικό πλέγμα εταιριών που ξεκινούν από την Ελλάδα και εκτείνονται από την Κύπρο και το Λουξεμβούργο μέχρι τις ΗΠΑ, τις Μπαχάμες, το Κατάρ, τη Βουλγαρία, την Ολλανδία και τη Γαλλία, η οικογένεια μετέφερε σύμφωνα με υπολογισμούς 1,8 δισ. ευρώ σε ασφαλείς εταιρίες και τοποθεσίες του εξωτερικού, κάνοντας παράλληλα πολλαπλές επενδύσεις. Χρήματα για τα οποία έχει κληθεί να πληρώσει ο φορολογούμενος έλληνας πολίτης, καθώς προέρχονται και από τα δάνεια που πήρε η εταιρία από τις ελληνικές τράπεζες.
Έρχονται ακόμα στοιχεία που δείχνουν πώς, ακόμη και εν μέσω κρίσης, άνθρωποι με τεράστια οικονομική επιφάνεια κατάφεραν να απομακρύνουν από τη χώρα κεφάλαια, υποθηκεύοντας ακόμη περισσότερο το μέλλον της. Καθώς και στοιχεία που δείχνουν πώς οι αδελφοί Μαρινόπουλου ξεγέλασαν την ελληνική Δικαιοσύνη, κάνοντας δήθεν συμφωνία με προμηθευτές εταιρίες χωρίς σαφές αντικείμενο επιχειρηματικής δράσης, οι οποίες στην πραγματικότητα ήταν δικές τους εταιρίες, προκειμένου να προχωρήσουν τη διαδικασία της πτώχευσης, αλλά και να μεταφέρουν μέχρι την τελευταία στιγμή τεράστια ποσά, κυριολεκτικά… στους εαυτούς τους.

Πώς ξεκίνησαν όλα
Το καλοκαίρι του 2016 έναν χρόνο μόλις πριν από την επιβολή των capital controls στη χώρα μας, η εταιρεία «Μαρινόπουλος» καταθέτει στο Πρωτοδικείο αίτηση για το άρθρο 106Β (πτώχευση εν λειτουργία) η οποία αρχικώς αναβάλλεται, καθώς πολυάριθμοι προμηθευτές καταθέτουν «κύριες παρεμβάσεις», ζητώντας να απορριφθεί η αίτηση της Μαρινόπουλος, χαρακτηρίζοντάς τη «μη νόμιμη, καταχρηστική, αβάσιμη και αναληθή». Η συζήτηση μετατίθεται μερικές μέρες αργότερα, προκειμένου να κληθούν στη συζήτηση βασικοί πιστωτές της εταιρίας.
Στην αίτηση προστασίας η εταιρία Μαρινόπουλος, για να δικαιολογήσει τη δυσχερή θέση όπου βρίσκεται, επικαλείται την ύφεση που χτύπησε την ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια και περιγράφει μια διαδικασία κατά την οποία τα κέρδη μετατράπηκαν σε ζημίες μετά το 1011, «με αποκορύφωμα το 2015». Με βάση τα στοιχεία που η ίδια η εταιρία καταθέτει στην αίτησή της για τον Δεκέμβριο του 2015 οι υποχρεώσεις έφταναν τα 1,324 δισ. ευρώ εκ των οποίων μόνο οι μεταχρονολογημένες επιταγές αντιστοιχούσαν σε 553.000.000 ευρώ. Παράλληλα, τον Νοέμβριο του 2015 στο ταμείο της εταιρίας υπήρχαν μόλις 6.100.000 ευρώ οδηγώντας σε μη αναστρέψιμο αδιέξοδο.

Η σωτηρία ήρθε μέσω Σκλαβενίτη
Προκειμένου να μην υποστεί ακόμη ένα πλήγμα με ανυπολόγιστες συνέπειες η ελληνική οικονομία, αρχίζει το σχέδιο εξαγοράς του δικτύου Μαρινόπουλος από τον Σκλαβενίτη. Τον Σεπτέμβριο του 2016 ανακοινώνεται πως πάνω από το 70% των πιστωτών συναινεί με το σχέδιο εξυγίανσης, συναινεί δηλαδή να «κουρευτούν» κατά 50% οι απαιτήσεις τους.
Είχε προηγηθεί μία επιστολή από τον ίδιο τον Στέλιο Σκλαβενίτη προς τους προμηθευτές, με την οποία τους καλούσε να συμμετάσχουν στη διαδικασία εξυγίανσης του Μαρινόπουλου, εξηγώντας γιατί αναλαμβάνει το εγχείρημα και καλώντας τους να δεχτούν το «κούρεμα» της τάξης του 50%. Τέλος, τους τόνιζε πως η νέα εταιρία δεν θα είχε καμία σχέση με την εταιρία Μαρινόπουλο αλλά με τη Σκλαβενίτης. Τον Ιανουάριο του 2017 εγκρίνεται από το Πρωτοδικείο Αθηνών η συμφωνία εξυγίανσης.
Και για καλή τύχη των εργαζομένων, όχι μόνο δεν πετάχτηκαν στον δρόμο από την προηγούμενη διοίκηση, αλλά συνέχισαν όλοι την εργασία τους, αφού ο Σκλαβενίτης δεν έδιωξε κανέναν.
Πηγή: Δημοκρατία