17 Απρ 2018

Μια άγνωστη ελληνική επιτυχία στο Σκοπιανό

Η παρέμβαση της Ενώσεως Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, που οδήγησε στην αλλαγή της ονομασίας του κρατιδίου στην ιστοσελίδα της Διεθνούς Ενώσεως σε «ΠΓΔΜ»..

Από τον
Γεώργιο Κύρκο - Τάγια*
Οι πρόσφατες εξελίξεις στο ζήτημα των Σκοπίων, η διπλωματική κινητικότητα, τα πολλά δημοσιεύματα αλλά και η πρόσφατη αναφορά επιστολογράφου στη διασπορά μιας ηττοπαθούς λογικής από το «πολιτικό, δημοσιογραφικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο των Αθηνών» («δημοκρατία», 8/4/18) υπήρξαν η αφορμή για την υπενθύμιση μιας ελληνικής επιτυχίας στο εθνικό αυτό θέμα, προερχόμενης, μάλιστα, από τις τάξεις του πνευματικού κόσμου της χώρας. Εχοντας επίγνωση του ότι «καμιά πραγματικότητα δεν είναι τόσο ουσιαστική για τη συνειδητοποίηση του εαυτού μας όσο η Ιστορία … [που] μας επιτρέπει να δούμε τους ολέθρους που συνέτριψαν τα πάντα» (Καρλ Γιάσπερς), νομίζω ότι η εξιστόρηση που ακολουθεί, και ειδικά η παρουσίαση της ελληνικής αντίδρασης στο γεγονός εκείνο, θα συμβάλει στην κατανόηση ορισμένων από τις αιτίες που οδήγησαν στη σημερινή έξαρση του προβλήματος.
Αρχές Ιανουαρίου του 2009 έλαβα μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τον τότε πρόεδρο της Ενώσεως Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών (ΕΕΘΜΚ) Κυριάκο Λουκάκο ένα δισέλιδο κείμενο στην αγγλική με τίτλο «Intertheatre - Development of the theatre in Republic of Macedonia», το οποίο προερχόταν από την επίσημη διαδικτυακή πύλη για το θέατρο στο κράτος των Σκοπίων. Το ενημερωτικό εκείνο κείμενο, στο οποίο γινόταν πολλαπλή αναφορά σε «Δημοκρατία της Μακεδονίας» -αλλά και σε μακεδονική γλώσσα-, φαινόταν να έχει προωθήσει στην ΕΕΘΜΚ η Διεθνής Ενωση Κριτικών Θεάτρου (IATC), στο πλαίσιο γενικής ενημέρωσης των μελών της. Ως νεοεκλεγείς, τότε, έφορος της ΕΕΘΜΚ, θεώρησα καλό να συντάξω ένα κείμενο-διαμαρτυρία, επίσης στα αγγλικά, το οποίο έθεσα υπόψη του τότε Δ.Σ. της ΕΕΘΜΚ στην αμέσως επόμενη συνεδρίασή του (30/1/2009), και το οποίο έγινε ομόφωνα δεκτό και εστάλη, υπογεγραμμένο από όλο το Δ.Σ., στον γενικό γραμματέα της AICT Μισέλ Βάις (9/2/2009). Μέσα σε τρεις παραγράφους δηλώναμε ότι «αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να αντιδράσουμε, καθώς η καπηλεία του ονόματος της Μακεδονίας αποτελεί για εμάς όχι μόνον ζήτημα εθνικής σημασίας, αλλά και κριτήριο διάκρισης μεταξύ εκείνων που αναζητούν την αλήθεια και εκείνων που έχουν αποφασίσει να την αγνοούν», υπογραμμίζαμε ότι «επιθυμούμε να προστατεύσουμε τη Διεθνή Ενωση Κριτικών Θεάτρου από μία μάλλον ύποπτη απόπειρα να […] τη χρησιμοποιήσουν για την προώθηση μιας προκλητικής και μαξιμαλιστικής πολιτικής» και καταλήγαμε: «Τίποτε δεν θα ευχαριστούσε περισσότερο τους Ελληνες κριτικούς από την είδηση αναπτύξεως και αναδιοργανώσεως του θεατρικού κόσμου στη γειτονική τους αυτή χώρα. Ενώ, όμως, παραμένουμε συμπαραστάτες κάθε προσπάθειας εθνικού αυτοπροσδιορισμού, επιθυμούμε όπως ενημερώσετε τα υπόλοιπα μέλη της Διεθνούς Ενώσεως […] και καταστήσετε σαφές στους συναδέλφους μας από τη FYROM ότι μη σεβόμενοι το Διεθνές Δίκαιο […] δεν θα γίνουν ποτέ πλήρως αποδεκτοί από τους ομολόγους τους διεθνώς».

Μετά την άμεση απάντηση του κ. Βάις, που έκπληκτος έγραφε ότι το κείμενο από τα Σκόπια δεν είχε σταλεί από εκείνον αλλά συγχρόνως υπερασπιζόταν τους εκπροσώπους της «Μακεδονίας» ως έγκριτα μέλη της IATC, ακολούθησε δική μας ανταπάντηση (16/2/2009) ότι εμμένουμε στις θέσεις που είχαμε διατυπώσει. Η δεύτερη αυτή κρούση αποδείχθηκε περιττή - ήδη από τις 13 Φεβρουαρίου, με μήνυμά του στις 74 χώρες-μέλη του οργανισμού, ο γεν. γραμματέας της Διεθνούς Ενώσεως δήλωνε ξεκάθαρα: «Η ονομασία της Μακεδονίας στην ιστοσελίδα της IATC έχει αλλάξει και είναι “Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας”». Η διαγραφή της επωνυμίας «Δημοκρατία της Μακεδονίας» από τον ιστότοπο της IATC μπορεί να φαίνεται σαν μια λεπτομέρεια στην προοπτική του όλου εθνικού προβλήματος, είναι όμως αρκετά σημαντική. Η Διεθνής Ενωση Κριτικών Θεάτρου είναι ένας έγκυρος οργανισμός με μεγάλη επιρροή -τελεί υπό την αιγίδα της UNESCO- και η εκ μέρους του άμεση αναγνώριση του δικαίου των ελληνικών θέσεων συνιστά χρήσιμο προηγούμενο, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι η έδρα του γεν. γραμματέα βρίσκεται στον Καναδά, όπου, ως γνωστόν, το λόμπι των Σκοπιανών είναι ιδιαιτέρως ισχυρό.
Επίσης, η Ενωσις Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, ένα από τα παλαιότερα πνευματικά σωματεία της χώρας (φέτος συμπληρώνονται 90 χρόνια από την ίδρυσή του, αλλά ακόμη αντιμετωπίζει πρόβλημα στέγασης) έφερε το ανωτέρω αποτέλεσμα μέσα σε τέσσερις μέρες με μόνο σύμμαχο την παρρησία της γραφίδας του. Η αντίδραση, πάντως, του επίσημου ελληνικού κράτους στην ενέργειά μας εκείνη υπήρξε τότε για εμάς ένας γρίφος. Προτού ακόμη στείλουμε τη διαμαρτυρία, ενημερώσαμε εγγράφως το υπουργείο των Εξωτερικών (6/2/2009). Ακόμη θυμάμαι την απάντηση του αείμνηστου Γιάννη Βαρβέρη, θεατρικού κριτικού της «Καθημερινής» και στελέχους του υπουργείου, στον οποίο τηλεφώνησα προηγουμένως για να με κατατοπίσει πού να απευθυνθούμε: «Τι ασχολείστε, κύριε Κύρκο… Τίποτε δεν θα γίνει, θα το βάλουν στο αρχείο»! Κι έτσι έγινε. Αλλά και στην επικοινωνία μου με τον Τύπο συνάντησα άρνηση να δημοσιεύσουν το γεγονός, ακόμη και από τη «Μακεδονία» της Θεσσαλονίκης. Μόνον η «Εστία» δέχθηκε να φιλοξενήσει την είδηση (16/3/2009) και τούτο έπειτα από προσωπική παρέμβαση της εκεί μουσικοκριτικού Λιάνας Ρουσσιάνου - Πιπεράκη.

Κατά σύμπτωση, ούτε έναν μήνα αργότερα, η κυρία Πιπεράκη βραβεύθηκε για την προσφορά της στον κλάδο σε μια επίσημη εκδήλωση στην ΕΣΗΕΑ (13/3/2009), στην οποία παρευρέθησαν ο τότε πρόεδρος της Βουλής Δημήτρης Σιούφας και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευάγγελος Αντώναρος. Οταν, μετά την εκδήλωση, ο πρόεδρος της ΕΕΘΜΚ τους πλησίασε και ανέφερε το αποτέλεσμα των ενεργειών μας, οι δύο πολιτικοί άκουσαν την είδηση με πλήρη αδιαφορία. Ημουν αυτόπτης μάρτυς, όπως και πολλά χρόνια πρωτύτερα, στο συνέδριο που είχε οργανώσει η Σοροπτιμιστική Ενωση Ελλάδος με τίτλο «Βόρειος Ελλάς - Μακεδονία: Αδιάλειπτος Ιστορική Εξέλιξις» (4-6 Μαΐου 1992), όταν το Σκοπιανό βρισκόταν πάλι σε έξαρση. Είχαν τότε προσκληθεί να μιλήσουν υπέρ των θέσεών μας τρεις διακεκριμένοι επιστήμονες του εξωτερικού: ο Νίκολας Χάμοντ, η Ελένη Αρβελέρ και ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης. Προτού αρχίσει το συνέδριο, απηύθυναν χαιρετισμό διάφοροι επίσημοι ώστε, όταν ανέβηκε στο βήμα ο καθηγητής Χάμοντ, τότε 85 ετών, και προτού αρχίσει τη σχετικά σύντομη ομιλία του, η συντονίστρια ανακοίνωσε ότι ήταν η Ωρα του πρωθυπουργού στη Βουλή και ότι οι βουλευτές θα έπρεπε να αποχωρήσουν. Θυμάμαι ακόμη πόσο άσχημα ένιωσα βλέποντας να αδειάζουν οι δύο πρώτες σειρές των καθισμάτων μπροστά στον Αγγλο ιστορικό που ήρθε να μιλήσει για τα δίκαιά μας…
*Γεν. γραμματεύς της ΕΕΘΜΚ, κριτικός μουσικής