20 Ιουν 2018

Η «ψευδοφάνεια» του Νέου Ελληνισμού

του Διαμαντή Σεϊτανίδη

«Ο Ελληνισμός επέτυχε ως έθνος, αλλ' απέτυχε ως κράτος» έλεγε ο Οδυσσέας Ελύτης προ 60ετίας. Πρόκειται για άκρως επίκαιρη ρήση μετά τη συμφωνία για το πρόβλημα που δημιουργήθηκε με το κράτος των Σκοπίων, τις γελοιότητες με τον βουλευτή Μπαρμπαρούση κι όλα αυτά τα τραγελαφικά που ζήσαμε από την Παρασκευή μέχρι σήμερα.

Τι δείχνουν αυτές οι εξελίξεις;

Αναδεικνύουν τη μόνιμη, πλήρη και αγεφύρωτη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματος που διέπει απόψεις και πράξεις της ηγεσίας του τόπου, και του ήθους που διακατέχει τον ψυχισμό του Ελληνισμού, διαχρονικά.

Κι εδώ γεννάται το παράδοξο: Πλην εξαιρέσεων, η ηγεσία του τόπου -ιδίως η πολιτική- δεν “τοποθετείται”, αλλά εκλέγεται από τους πολίτες. Τούτου δοθέντος, πώς εξηγείται η διαχρονική απόσταση κοινωνικού ήθους και πολιτικής πράξης;

Ας είμαστε ρεαλιστές. Η Ελλάδα υπήρξε ανέκαθεν, και κατά κανόνα στους δυο αιώνες της ύπαρξής της ως κράτος με τη σύγχρονη έννοια του όρου, υπό την “ομπρέλα” των συμμάχων της. Αυτό έχει περισσότερες από μια διαστάσεις: Η απώλεια της έννοιας της “παράδοσης” μας οδήγησε ως συλλογικό υποκείμενο στην αντίληψη του “ανήκειν”. Η διολίσθηση αυτή- από σύμμαχος σε δευτερεύων εταίρος- διευκολύνθηκε, όσο ο κόσμος όλος γινόταν ένα κουβάρι αλληλεξαρτήσεων.

Έτσι, η ελίτ του τόπου (δεν θα κουραστώ να υποσημειώνω ότι υπάρχουν εξαιρέσεις που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα) είχε να διαχειριστεί από τη μια μεριά την ένταξη ενός κράτους που ποτέ δεν υπήρξε- ως κράτος- ανταγωνιστικό, σε έναν κόσμο αλληλεξαρτήσεων και πολυεπίπεδων συμμαχιών, κι από την άλλη την αντίληψη των Ελλήνων για την βαριά του πολιτισμική πληρονομιά, η οποία μετεξελισσόταν σε μια αντίληψη “περιούσιου λαού”, την οποία αντίληψη ενθάρρυνε, αν δεν υποδαύλιζε, η ίδια ελίτ, η οποία δεν μπορούσε να τη διαχειριστεί!

Έτσι αναπτύχθηκε κατά τους δυο τελευταίους αιώνες, από το 1821 έως σήμερα, η “ψευδοφάνεια” του Ελληνισμού: Άλλος ήταν, αλλιώς εξελισσόταν, κι αλλιώς παρουσιαζόταν στον καθρέπτη, αλλά και προς τα έξω. Ψευδοφάνεια, σημαίνει βέβαια έλλειψη γνησιότητας. Από πού να αρχίσουμε και πού να τελειώσουμε; Οι Πολιτειακοί μας θεσμοί, οι κοινωνικές μας δομές, η διάρθρωση του κράτους, κυρίως και πάνω από όλα όμως η Παιδεία κι η εκπαίδευση που παρεχόταν στους σύγχρονους Έλληνες, βρίσκονται σε διαρκή δυσαρμονία με την εθνική πορεία του Ελληνισμού προς την κοινή Ευρωπαϊκή Οικογένεια, προς τη Δύση. Αυτό, πιστεύω, το νόημα είχε και η ιστορική ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή “ανήκωμεν εις την Δύσιν”. Δηλαδή οφείλουμε να προσαρμόσουμε την εθνική μας πορεία με εκείνη των ανεπτυγμένων κρατών της Δύσης, χωρίς όμως να αλλάξουμε την ιδιοπροσωπεία του Ελληνισμού, το μοναδικό πολιτισμικό φορτίο που κουβαλά ανά τους αιώνες, ως θεματοφύλακας ύψιστων στιγμών του Ανθρωπίνου Πνεύματος.

Η ιστορική αλήθεια, μας επιβάλλει να υπογραμμίσουμε εδώ ότι οι εξελίξεις στο ευρωπαϊκό και το διεθνές στερέωμα δυσχέραναν, δεν διευκόλυναν αυτή την υποχρέωση του Νέου Ελληνισμού: Πώς να αναδείξει κανείς τις κοινές πολιτισμικές αξίες λαών, που ενεπλάκησαν σε πολεμικές επιχειρήσεις δυο φορές μέσα στον εικοστό αιώνα και έτσι αιματοκύλισαν όλο τον πλανήτη; Γαλλία, Βρετανία, Γερμανία κι Ιταλία σε διαφορετικές πλεύσεις από τον 19ο αιώνα ως το 1957. Κατάρρευση κρατών από το τίποτα, όπως η Αυστρουγγαρία. Βαλκανικοί Πόλεμοι. Πρώτος και μετά Δεύτερος Παγκόσμιος. Εμφύλιοι στις χώρες της νότιας Ευρώπης. Πραξικοπήματα. Επέμβαση των δυτικών στα Βαλκάνια. Κι άλλα πολλά...

Ποιος Υπουργός Παιδείας θα μπορούσε να αλλάξει πλήρως τα σχολικά βιβλία της ιστορίας, κι εκτός των πολεμικών συρράξεων, αυτά να περιλαμβάνουν στη διδακτέα ύλη την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού ως ένα συνεκτικό ψηφιδωτό, που η κάθε του ψηφίδα παρήχθη κι ενετάχθη στο ευρωπαϊκό σύνολο, χωρίς συνειδητή γνώση του ότι πράγματι δημιουργείται έαν ολόκληρο, συνεκτικό ψηφιδωτό;

Ποιος θα μπορούσε κάτω από τέτοιες συνθήκες να επιχειρήσει την ανάδειξη των κοινών Ανθρωπιστικών Αναζητήσων, της διαχρονικής προσπάθειας που καταβάλει η μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια να καταγραφεί ως τέτοια στην ιστορία;

Ναι! Αυτές είναι αντικειμενικές δυσκολίες, οι οποίες, όμως, δεν απαλλάσσουν κατ' ουδένα τρόπο την ελληνική ελίτ από τις ευθύνες της: Η ψευδοφάνεια έγινε η αγαπημένη συνήθεια της ελίτ, σε βάρος της γνησιότητας. Πάντα η κορυφή της κοινωνίας μας – πολιτική, ακαδημαϊκή, επιχειρηματική, πνευματική- υποκρινόταν πως η κοινή πορεία των Ελλήνων κατευθύνεται προς κάτι άλλο από εκεί όπου πράγματι πηγαίνει, τουλάχιστο στη σύγχρονη περίοδο.

Γιατί; Πρώτον, διότι η ελίτ αυτού του τόπου έχει κατ' επανάληψη αποδείξει την τραγική της ανεπάρκεια. Και δεύτερον, διότι -ίσως κι εξ αυτής- ουδέποτε εξεπόνησε ένα συνεκτικό, οργανωμένο, με σαφείς προτεραιότητες σχέδιο πραγματικής ανάπτυξης κι ευημερίας του τόπου. Ξέρω ότι τέτοιες φράσεις έχουν γίνει του συρμού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα τις εγκαταλείψουμε.

Πρώτος στόχος, σαφής και ως τώρα αξεπέραστος: Ο πολίτης να απεξαρτηθεί από την εξουσία, να λυτρωθεί από αυτή την μέγγενη, που του στερεί την ελευθερία και διαιωνίζει τη μακροημέρευση της ελίτ και των ευθυνών της.

Αλλά, πώς να συνεχίσω; Ακόμα κι αυτός ο «πρώτος στόχος», στα μάτια μου φαίνεται εξαιρετικά απόμακρος...
www.politically.gr