Στο διάστημα 17/3-11/4/2025 θα γίνουν οι διεθνείς εξετάσεις Pisa, στις οποίες λαμβάνουν μέρος 80 χώρες και πάνω από 700.000 δεκαπεντάχρονοι μαθητές. Από την Ελλάδα θα συμμετάσχουν συνολικά 245 σχολεία, εκ των οποίων 230 είναι δημόσια και 15 ιδιωτικά.
Το σύνολο των μαθητών και των μαθητριών που αναμένεται να λάβουν μέρος ξεπερνούν τις 9.000, ενώ τα σχολεία του δείγματος επιλέχθηκαν με αυστηρές μεθόδους δειγματοληψίας, ώστε να εξασφαλιστεί η αντιπροσωπευτικότητά τους σε επίπεδο μαθητών/μαθητριών και σχολείων ανά τη χώρα. Φέτος οι μαθητές εκτός από την κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και τις φυσικές Επιστήμες (πεδίο έμφασης στον παρόντα κύκλο), θα εξεταστούν και σε νέα πεδία όπως τα Αγγλικά και η μάθηση στον ψηφιακό κόσμο.
Η έρευνα παρέχει πολύτιμα δεδομένα όχι μόνο για το επίπεδο των μαθητών και των μαθητριών που συμμετέχουν αλλά και για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών συστημάτων. Το πρόγραμμα Pisa για την Αξιολόγηση των Μαθητών (Programme for International Student Assessment) είναι μία Εκπαιδευτική Έρευνα που διεξάγεται κάθε τρία χρόνια (από το 2000 έως σήμερα) και που υλοποιείται από διεθνή ερευνητικά ιδρύματα (PISA Consortium) υπό την οργάνωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του ΟΟΣΑ (Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη) και τη συνεργασία των συμμετεχουσών στην Έρευνα χωρών.
Κύριος στόχος του Προγράμματος PISA είναι η αξιολόγηση του εύρους των γνώσεων και των δεξιοτήτων των μαθητών που βρίσκονται στο τέλος της Υποχρεωτικής τους Εκπαίδευσης, βάσει των οποίων διαμορφώνεται, σε σημαντικό βαθμό, η ουσιαστική και ισότιμη συμμετοχή τους στις σύγχρονες κοινωνίες.
Η Ελλάδα στον …πάτο των επιδόσεων
Όπως είναι γνωστό πλέον οι Έλληνες μαθητές δεν καταφέρνουν να έχουν καλές επιδόσεις στο συγκριμένο διαγωνισμό. Η Ελλάδα συμμετείχε για πρώτη φορά στον διαγωνισμό PISA το 2000. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2022, η βαθμολογία της Ελλάδας ήταν χαμηλότερη σε σχέση με το 2018 και στις τρεις υπό εξέταση δεξιότητες -κατανόηση κειμένου, μαθηματικά και φυσικές επιστήμες- που πρέπει να έχουν οι μαθητές έως τα 15 τους χρόνια. Επιπλέον, η Ελλάδα κατατάχθηκε αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Ειδικότερα:Στα μαθηματικά, η Ελλάδα συγκέντρωσε 430, σημειώνοντας βουτιά 21 μονάδων σε σχέση με το 451 που είχε συγκεντρώσει το 2018 (στον πίνακα κατατάσσεται στη 44η θέση από 80 χώρες/περιοχές -μέλη και μη του ΟΟΣΑ- που συμμετείχαν στον διαγωνισμό). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στα μαθηματικά ήταν 472 (489 το 2018).
Στην κατανόηση κειμένου, οι Έλληνες συγκέντρωσαν 438 (41η θέση). Η βαθμολογία αυτή ήταν κατά 19 μονάδες χαμηλότερη από το 457 του 2018. Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στην κατανόηση κειμένου ήταν 476 (487 βαθμοί το 2018).
Στις φυσικές επιστήμες η Ελλάδα συγκέντρωσε βαθμολογία 441, σημειώνοντας μείωση 11 μονάδων από το 452 που είχε πετύχει το 2018 (44η θέση). Ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ στις επιστήμες ήταν 485 (489 το 2018).
Στην κορυφή η Σιγκαπούρη το 2022
Περίπου το 25% των 15χρονων στις χώρες μέλη του ΟΟΣΑ – που αντιπροσωπεύουν 16 εκατομμύρια παιδιά – εκτιμάται ότι έχουν χαμηλές επιδόσεις στα μαθηματικά, την κατανόηση κειμένου και τις φυσικές επιστήμες, συμπεριλαμβανομένων μαθητών που δεν καλύπτονται από τον PISA. Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη μεταξύ πολλών μη μελών του ΟΟΣΑ. Σε 18 χώρες και οικονομίες, περισσότερο από το 60% των 15χρονων έχουν χαμηλές επιδόσεις και στις τρεις θεματικές.
Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει για όλους. Οι μαθητές της Σιγκαπούρης, για παράδειγμα, μπορούν να εργαστούν αποτελεσματικά με μαθηματικά μοντέλα για σύνθετες καταστάσεις, να κατανοήσουν αφηρημένα κείμενα και να ερμηνεύσουν και να αξιολογήσουν πολύπλοκα πειράματα. Η Σιγκαπούρη ήρθε πρώτη και στα τρία αντικείμενα: στα μαθηματικά (με 575 μονάδες), στην κατανόηση κειμένου (543) και στις επιστήμες (561).
Η Σιγκαπούρη ήταν επίσης μια από τις λίγες χώρες που κατέγραψε βελτίωση στην κατανόηση κειμένου και τις επιστήμες σε σχέση με το 2018, ενώ παρέμεινε σταθερή στα μαθηματικά.