Αυτή τη στιγμή συμβαίνει κάτι που έχουμε να δούμε πολλά χρόνια. Την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου όλη η χώρα θα διαμαρτύρεται απαιτώντας επιτέλους αλήθεια και απόδοση δικαιοσύνης για την τραγωδία των Τεμπών. Θα απεργήσουν συνδικάτα,
τα αεροπλάνα δεν θα πετάξουν, μουσικές σκηνές και θέατρα δεν θα λειτουργήσουν. Διαδηλώσεις θα οργανωθούν όχι μόνο σε όλη την Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό όπου υπάρχει ελληνική διασπορά. Και όλα αυτά χωρίς τις παραδοσιακές «διαμαρτυρίες» ότι θα «παραλύσει το κράτος» και θα «ταλαιπωρηθούν οι πολίτες».
Αυτό το πρωτοφανές κίνημα δεν είναι έμπνευση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ακόμη και εάν προφανώς το στηρίζουν, ούτε καν των συνδικάτων, παρότι οι απεργιακές αποφάσεις είναι σίγουρα σημαντικές,
Αυτό το κίνημα είναι η φωνή, η κραυγή της κοινωνίας, χωρίς κομματικά καπέλα και χωρίς διάθεση να «καπελωθεί» και αυτό έχει ξεχωριστή σημασία γιατί του προσδίδει δύναμη. Την ορμή και τη δυναμική που έχουν τα κινήματα που οργανώνονται από τα κάτω, έτοιμα να εκφράσουν και να διεκδικήσουν ώριμα αιτήματα της κοινωνίας πιέζοντας προς τα πάνω.
Είναι από τις λίγες φορές που οργανώνεται μια κινητοποίηση που αποτελεί όντως «παλλαϊκό αίτημα». Που οι άνθρωποι αισθάνονται ότι έχουν υποχρέωση να συμμετέχουν. Όπως ακριβώς έγινε και στις 26 Ιανουαρίου, όταν από το μηδέν σχεδόν διοργανώθηκαν οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις εδώ και πάνω από 10 χρόνια.
Και τι τους ενώνει και τους κινητοποιεί; Η επιθυμία να αλλάξουν τα πράγματα.
Γιατί μαζεύτηκαν πολλά. Δεν μπορούν να ζουν σε μια χώρα όπου το κράτος δεν εγγυάται ότι εάν ανέβεις σε ένα τρένο, συρμό του μετρό, αεροπλάνο, πλοίο, το αν θα κατέβεις και σώος δεν θα είναι θέμα τύχης. Όπου η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει με γενναιότητα την πολιτική ευθύνη (προς διερεύνηση και η ποινική για συγκεκριμένα στελέχη) για μια τραγωδία που εξαρχής ήταν σαφές ότι κυρίως οφείλεται στο ότι αυτή η κυβέρνηση (όπως και άλλες που προηγήθηκαν) δεν εξασφάλισε ότι θα υπήρχαν οι υποδομές που θα εγγυώνται στο ύψιστο δυνατό βαθμό την ασφάλεια των σιδηροδρόμων. Όπου για μεγάλο διάστημα η υποτιθέμενη διερεύνηση απλώς δεν διερευνούσε τίποτα, οχυρωμένη πίσω από την πολύ βολική θεωρία του «ανθρώπινου λάθους», και παράλληλα καταστράφηκαν και κρίσιμα στοιχεία.
Δεν μπορούν επίσης να ζουν σε μια χώρα όπου ο μισθός τελειώνει πολύ νωρίτερα από τον μήνα, όπου τα δημόσια νοσοκομεία λειτουργούν σε οριακές συνθήκες, όπου το εκπαιδευτικό σύστημα είναι σε κρίση, όπου αποκαλύπτεται ότι υπήρχε κέντρο παράνομων παρακολουθήσεων με σύνδεση με το Μέγαρο Μαξίμου και μετά βγαίνει πόρισμα ότι «δεν έγινε και τίποτα» παρότι στους παρακολουθούμενους περιλαμβάνονταν και δικαστικοί, όπου το ΕΣΡ αποφασίζει ότι κατά βάση χρειαζόμαστε ένα είδος προληπτικής λογοκρισίας αντί για ελευθερία του λόγου, όπου το αυτονόητο καταδικάζεται στην ανυπαρξία και η κοινή λογική εμπαίζεται.
Οι άνθρωποι κινητοποιούνται για όλους αυτούς τους λόγους, όπως τους βιώνουν και όπως τους αισθάνονται με βάση τις δικές τους προσωπικές εμπειρίες. Δεν καθοδηγούνται, ακόμη και εάν υπάρχουν «πολιτικές περσόνες» που φαντασιώνονται ότι «ηγούνται» ή «καθοδηγούν».
Και οι άνθρωποι δεν τα ένιωσαν ή τα αποφάσισαν όλα αυτά τώρα ξαφνικά. Ούτε επειδή έπεσαν θύματα της «τοξικότητας». Ούτε επειδή είναι «ευσυγκίνητοι». Αλλά γιατί αυτές είναι σκέψεις και συναισθήματα που ωριμάζουν καιρό μέσα τους. Το ρήγμα είναι εδώ και καιρό ενεργό. Και αυτό ήταν σαφές σε όποιον δεν κρίνει επιφανειακά τις αντιδράσεις της κοινωνίας, δεν επενδύει, υποτιμώντας τη, στο ότι οι άνθρωποι πάντα ξεχνούν και ξεχνιούνται. Γιατί κάποια πράγματα -ευτυχώς ακόμη- δεν μπορεί να τα συνηθίσει, έστω και αν φάνηκε συγκυριακά ότι τα αποδέχθηκε ή τα παραμέρισε.
Γι’ αυτό και είναι γελασμένοι όσοι νομίζουν ότι θα ξεμπερδέψουν εύκολα με αυτή την οργή και αυτό το αίτημα δικαιοσύνης.
Δεν αρκούν ούτε συμβολικές κινήσεις, ούτε εξιλαστήρια θύματα, ούτε αποδιοπομπαίοι τράγοι. Το έχω ξαναπεί και επιμένω σε αυτό.
Ούτε υπάρχει κανένα «κέντρο» που θέλει να υπονομεύσει την κυβέρνηση. Με τον ίδιο της τον εαυτό, τα λάθη και τις ευθύνες της είναι αντιμέτωπη.
Ούτε αρκεί να οχυρωθεί πίσω από την εμφανή πολιτική, οργανωτική, προγραμματική ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης.
Γιατί κάποιες φορές το αίτημα της αλλαγής είναι πολύ πιο δυνατό από τον οποιοδήποτε χειρισμό.
Και το ρήγμα που έχει ανοίξει, δεν θα κλείσει. Τουλάχιστον μέχρι όντως να αλλάξουν τα πράγματα.
in.gr