6 Μαρ 2025

Όργιο διαφθοράς στις Βρυξέλλες από τα λόμπι των πολυεθνικών: Πώς λειτουργούν, πόσα ξόδεψαν για «δωρεές» το 2024

 

Δαπάνες εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ για λόμπι μόνο το 2024, συναντήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προώθηση της ατζέντας τους. Όπως προκύπτει από την πρόσφατη έκθεση των οργανώσεων «Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών» και «LobbyControl», που φέρνει.. σήμερα στη δημοσιότητα το iEidiseis, το λόμπι πίσω από κλειστές πόρτες στις Βρυξέλλες είναι ανελέητο. Κι όπως φαίνεται, οι λομπίστες των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών κατορθώνουν να πετύχουν τους σκοπούς τους.

«343 εκατομμύρια ευρώ»

Βάσει όσων αναγράφονται στην επίμαχη έρευνα, συνολικά 162 εταιρείες δαπανούν τουλάχιστον 343 εκατομμύρια ευρώ για άσκηση λόμπι στην ΕΕ. Σύμφωνα με την επίμαχη μελέτη, αυτό το ποσό είναι αυξημένο κατά 13% συγκριτικά με το 2023 και κατά 86 εκατομμύρια ευρώ συγκριτικά με το 2020. Δηλαδή, μέσα σε μόλις μια πενταετία, οι μεγάλες πολυεθνικές έχουν αυξήσει τα χρήματα που δαπανούν για λόμπι εντός της Ε.Ε., κατά περίπου ένα τρίτο.

Μάλιστα, το ποσό αυτό είναι σύμφωνα με την έκθεση «σχεδόν σίγουρα υποεκτιμημένο», επειδή υπάρχει το «πρόβλημα της υποαναφοράς των εταιρικών δαπανών για λόμπι».

«Η φιλοεπιχειρηματική ατζέντα της Φον ντερ Λάιεν»

Αναφορικά με τους κλάδους που δαπανούν τα περισσότερα χρήματα για λόμπι, στην έκθεση αναγράφεται πως αυτοί είναι μεταξύ άλλων οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες τεχνολογίας, οι τράπεζες και οι χρηματοοικονομικές εταιρείες, οι μεγάλες εταιρείες ενέργειας, οι χημικές και αγροτικές επιχειρήσεις, οι διακλαδικές εμπορικές ενώσεις και οι φαρμακευτικές πολυεθνικές εταιρείες.

Αυτά τα τεράστια ποσά φαίνεται βάσει της έκθεσης πως «ξεκάθαρα αποδίδουν», εφόσον ληφθεί υπόψη «η επιταχυνόμενη φιλοεπιχειρηματική ατζέντα της δεύτερης επιτροπής της Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν».

Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι η λεγόμενη «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία», θα προσφέρει «εταιρική πρόνοια και ψεύτικες λύσεις για το κλίμα, ενώ αγνοεί την επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπιστεί η ρύπανση του περιβάλλοντος και να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη».

Παράλληλα, σύμφωνα με την έρευνα, «το αδιάκοπο εταιρικό λόμπι έχει ήδη εξασφαλίσει την Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας, μια σαρωτική ατζέντα απορρύθμισης, που θέτει τη λεγόμενη “εταιρική ανταγωνιστικότητα” ως πρωταρχικό στόχο της Επιτροπής». Στην πραγματικότητα όμως, πρόκειται για κανονισμούς που σύμφωνα με την έκθεση, θα λειτουργήσουν «εις βάρος της δημοκρατίας και της κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας».

«Κίνδυνος κανονιστικής αιχμαλωσίας»

Ακόμη ένα σημείο στο οποίο στέκεται η έκθεση είναι πως «είναι εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ ανταποκρίνονται τόσο εύκολα στις απαιτήσεις των λόμπι της βιομηχανίας, ενώ ταυτόχρονα πολλοί πολιτικοί επιδιώκουν να περιορίσουν τον χώρο και τη δέσμευση της κοινωνίας των πολιτών στις Βρυξέλλες και σε ολόκληρη την Ευρώπη».

Άλλωστε, οι εταιρικοί λομπίστες «χρησιμοποιούν πολυάριθμες τεχνικές πειθούς που κυμαίνονται από προσωπικές συναντήσεις και μελέτες που έχουν ανατεθεί, μέχρι την κρυφή επιρροή μέσω ομάδων βιτρίνας και μικροσκοπικής διαφήμισης» κι ενώ «στρατολογούν πρώην πολιτικούς με πολύτιμες επαφές».

Ως αποτέλεσμα, «οι τεράστιοι πόροι και οι διαφοροποιημένες στρατηγικές τους, εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα των θεσμικών οργάνων της ΕΕ να αντισταθούν στην αθέμιτη επιρροή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα θεσμικά όργανα της ΕΕ πρέπει να επανεξετάσουν τους κανόνες για τα λόμπι». Είναι λοιπόν σαφές, σύμφωνα με την έκθεση, ότι «η λήψη αποφάσεων στην ΕΕ αντιμετωπίζει πραγματικό κίνδυνο κανονιστικής αιχμαλωσίας και δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου αποτελεσματικές προστασίες».

«Έντονες πιέσεις από τους τεχνολογικούς γίγαντες»

Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας της Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν, η ΕΕ ψήφισε, σύμφωνα με την έκθεση, μια «πρωτοφανή νομοθεσία», προκειμένου να περιορίσει την «μονοπωλιακή δύναμη» των ισχυρών πολυεθνικών της τεχνολογίας. Ήταν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, το οποίο όμως, βάσει της έκθεσης, δέχθηκε «έντονες πιέσεις από τους τεχνολογικούς γίγαντες». Κάτι που όπως φαίνεται, συμβαίνει ξανά.


Οι τεχνολογικές εταιρείες που έχουν δώσει τα περισσότερα χρήματα για λόμπι το 2024, είναι η Meta (περισσότερα από 9 εκατομμύρια ευρώ), η Microsoft (περισσότερα από 7 εκατομμύρια ευρώ) και η Apple (περισσότερα από 6.5 εκατομμύρια ευρώ). Αυτά τα χρήματα οδήγησαν συνολικά σε περισσότερες από 550 συναντήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη τη Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

«Χρησιμοποιούν ως όπλο τη νέα κυβέρνηση Τραμπ»

Όπως αναγράφεται στην έκθεση, «οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας προσπάθησαν να προσελκύσουν την εύνοια της νέας κυβέρνησης Τράμπ, κάνοντας γενναιόδωρες δωρεές για την ορκωμοσία του και αποδυναμώνοντας τους κανόνες για τη μετριοπάθεια του περιεχομένου. Σε αντάλλαγμα, οι εταιρίες τεχνολογίας έχουν χρησιμοποιήσει ως όπλο την κυβέρνηση των ΗΠΑ κατά την ψηφιακής ρύθμισης της ΕΕ».

Για παράδειγμα, «ο διευθύνων σύμβουλος της Meta/Facebook, Μαρκ Ζούγκεμπεργκ, χαρακτήρισε την επιβολή των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ “σχεδόν δασμό” και τους ευρωπαϊκούς ψηφιακούς νόμους ως “λογοκρισία”». Μάλιστα, στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής για τη δράση της τεχνητής νοημοσύνης στο Παρίσι, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, «καταφέρθηκε εναντίον των κανόνων της ΕΕ για την προστασία των δεδομένων και τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης».

«Επίθεση στους ψηφιακούς κανόνες της ΕΕ»

Δεν είναι όμως μόνο αυτό: «ο παροξυσμός στην ΕΕ για την ανταγωνιστικότητα άνοιξε την πόρτα για την αποδυνάμωση της ψηφιακής νομοθεσίας». Είναι ενδεικτικό, ότι η έκθεση Ντράγκι ξεχώρισε τους νόμους για την προστασία των δεδομένων και την τεχνητή νοημοσύνη, «ως εμπόδια στην ανταγωνιστικότητα». Ως αποτέλεσμα, οι τεχνολογικοί γίγαντες, «χρησιμοποίησαν γρήγορα αυτή την πολιτική δυναμική και τους τεράστιους πόρους του λόμπι για να επιτεθεί στους ψηφιακούς κανόνες της ΕΕ». Για παράδειγμα, «το Facebook ξεκίνησε την παραπλανητική εκστρατεία EUneedsAI για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι ένας ευρύς συνασπισμός ευρωπαϊκών εταιρειών ζητά ασθενέστερους κανόνες προστασίας δεδομένων».

«Βάζουν τις μεγάλες εταιρείες στη θέση του οδηγού»

Σχετικά με τις μεγάλες πολυεθνικές ενέργειας, στην έκθεση αναφέρεται πως δεν προξενεί εντύπωση ότι συγκαταλέγονται μεταξύ αυτών που δαπανούν τα περισσότερα χρήματα για λόμπι. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και το Βιομηχανικό Σχέδιο Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ, επιτρέπουν -σύμφωνα με την έκθεση-, στις βιομηχανίες πετρελαίου και φυσικού αερίου, «να συνεχίσουν τις συνήθεις δραστηριότητες αντί να ωθήσουν μια γρήγορη και δίκαιη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων».

Μάλιστα, «τεχνολογίες όπως η αποτυχημένη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα, -που πριν από πέντε χρόνια θεωρούνταν νεκρές και θαμμένες-, είναι τώρα επιλέξιμες για δισεκατομμύρια σε δημόσιες επιδοτήσεις χάρη σε εταιρείες όπως η Shell και η εμπορική ένωση FuelsEurope, δύο από τους μεγαλύτερους δαπανητές στην Ευρώπη». Σημειώνεται πως οι δύο αυτές οντότητες, δαπάνησαν συνολικά το 2024 περισσότερα από 8,5εκατομμύρια ευρώ, ενώ ακόμη 3.5 εκατομμύρια ευρώ δαπανήθηκαν από την ExxonMobil. Αυτά τα χρήματα οδήγησαν σε περισσότερες από 250 συναντήσεις με κορυφαία στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Επίσης, «οι βρύσες των δαπανών έχουν ανοίξει και για το υδρογόνο, ένα άλλο αγαπημένο προϊόν της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων (το 99% του υδρογόνου παράγεται με βρώμικη ενέργεια). Η Επιτροπή σκοπεύει να μειώσει τις διαδικασίες αδειοδότησης, ώστε να μπορεί να διασχίσει την Ευρώπη με αγωγούς και υποδομές για την αποθήκευση και μεταφορά υδρογόνου, διοξειδίου του άνθρακα και φυσικού αερίου…». Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι επίσης «το πόσο αποφασισμένη είναι η Φον ντερ Λάιεν και η ομάδα της να βάλουν τις μεγάλες εταιρείες ενέργειας στη θέση του οδηγού», καθώς «έχουν δημιουργήσει συμμαχίες υπό την ηγεσία της βιομηχανίας» για την εξασφάλιση νέου φυσικού αερίου».

«Παραπλανητική εκστρατεία τρομολαγνίας»

Μεταξύ αυτών που δαπανούν εδώ και χρόνια τα περισσότερα χρήματα για λόμπι στην ΕΕ, συγκαταλέγονται οι μεγάλες πολυεθνικές φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, βιοτεχνολογίας, πλαστικών και χημικών προϊόντων. Και σύμφωνα με την έκθεση, αυτό «αντικατοπτρίζεται στην πολιτική επιρροή που ο τομέας έχει καταφέρει να ασκήσει». Η μελέτη εστιάζει σε εκδήλωση που διοργανώθηκε τον Φεβρουάριο του 2024 στην Αμβέρσα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικής Βιομηχανίας. Η εκδήλωση απευθυνόταν μόνο σε επιχειρήσεις και σε αυτήν παρευρέθηκε η Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν και ο Βέλγος πρωθυπουργός Αλεξάντερ ντε Κρο. Σύμφωνα με την έκθεση, τα αιτήματα της βιομηχανίας, όπως παρουσιάστηκαν στην επίμαχη εκδήλωση, «είναι όλα στο “μενού” της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και είναι πιθανό να ενισχυθούν…».

«Σειρά επιθέσεων στην υγεία των ανθρώπων και το περιβάλλον»

Αυτή όμως είναι μόλις η τελευταία από «μια μακρά σειρά επιθέσεων του τομέα των χημικών προϊόντων στην υγεία των ανθρώπων και στο περιβάλλον. Μια νομοθετική πρόταση για τη μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων αποσύρθηκε μετά από σαμποτάζ των λόμπι της βιομηχανίας μέσω μιας παραπλανητικής εκστρατείας τρομολογαγνείας της βιομηχανίας για τις ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των τροφίμων που οργανώθηκε από την Croplife Europe».

Κι όλα αυτά ενώ, το επίκεντρο της αναθεώρησης της κύριας νομοθεσίας της ΕΕ για τα χημικά προϊόντα, «έχει μετατοπιστεί από την επιτάχυνση της απομάκρυνσης των επιβλαβών χημικών προϊόντων από την αγορά, σε μια ατζέντα απλούστευσης για να βοηθηθεί ο τομέας των χημικών προϊόντων να γίνει πιο ανταγωνιστικός, παράλληλα με μια δέσμη μέτρων για τη βιομηχανία χημικών προϊόντων. Εν τω μεταξύ, η υποσχεθείσα απαγόρευση των εξαγωγών επιβλαβών φυτοφαρμάκων και χημικών προϊόντων που έχουν ήδη απαγορευτεί στην ΕΕ έχει επανειλημμένα αναβληθεί», κι ενώ το λόμπι της χημικής βιομηχανίας μάχεται να εκτροχιάσει την πρόταση για τον περιορισμό των «παντοτινών χημικών ουσιών».

Σημειώνεται πως οι εταιρείες Cefic, Bayer και BASF, δαπάνησαν συνολικά το 2024 περισσότερα από 20 εκατομμύρια ευρώ για λόμπι, με αποτέλεσμα να συναντηθούν σχεδόν 300 φορές με υψηλόβαθμα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

«Αποτελεί εμπόδιο στην πρόσβαση στα φάρμακα»

Το ισχυρό λόμπι των μεγάλων φαρμακευτικών εταιρειών, διαφάνηκε σύμφωνα με την έκθεση, «κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, όταν έπεισε τους ιθύνοντες της ΕΕ να παραχωρήσουν στην Pfizer και άλλους φαρμακευτικούς κολοσσούς απεριόριστο μονοπωλιακό έλεγχο πατεντών για τα εμβόλια και τις θεραπείες, αντί για πιο αποτελεσματικές αντιδράσεις κατά της πανδημίας (ανταλλαγή τεχνολογίας για την εξασφάλιση καθολικής πρόσβασης σε αυτές)».

Ο φαρμακευτικός τομέας όμως δεν έχει σταματήσει εκεί, καθώς «χαιρέτισε θερμά την ανακοίνωση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τις βιοεπιστήμες, η οποία επιμένει ότι θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, παρά τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι αυτή αποτελεί εμπόδιο στην πρόσβαση στα φάρμακα».

Υπό αυτό το πρίσμα, ίσως δεν προκαλεί εντύπωση ότι η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Ενώσεων, μαζί με τις εταιρείες Novartis και Roche δαπάνησαν το 2024 συνολικά περισσότερα από 9 εκατομμύρια ευρώ για λόμπι, συναντώντας 162 φορές ανώτατα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

https://www.ieidiseis.gr/


Βασίλης Ανδριανόπουλος