8 Νοε 2025

Διεφθαρμένη χώρα, σάπια ζωή

 


Πώς η διαφθορά επηρεάζει τη ζωή, την αντίληψη, την πολιτική μας στάση, τα συναισθήματα και τον ψυχισμό μας.

Με τους πολίτες να επιλέγουν τον «κανένα» για πρωθυπουργό και ενίοτε το χάος παρά την σημερινή κυβέρνηση, με τη φτώχεια να καλπάζει και την έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς να παγιώνεται, με τη συντριπτική πλειοψηφία να πιστεύει ότι ζει σε μια διεφθαρμένη χώρα, η Ελλάδα μοιάζει να κρατάει την ανάσα της λίγο πριν μια μεγάλη έκρηξη.

  • 97% των Ελλήνων πιστεύουν η διαφθορά στη χώρα είναι ένα πολύ διαδεδομένο φαινόμενο –69% των πολιτών στην ΕΕ συνολικά έχουν ίδια πεποίθηση.
  • 43% των πολιτών στην Ελλάδα πιστεύουν «η καταγγελία θα ήταν άσκοπη γιατί οι υπεύθυνοι δεν θα τιμωρηθούν» - 27% είναι το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ.

ΠΗΓΗ: Ευρωβαρόμετρο, 2025.

Από τα πολιτικά κόμματα μέχρι το προσωπικό των κρατικών μηχανισμών, από τις φορολογικές αρχές μέχρι την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οι πολίτες έχουν την αίσθηση ότι ζουν σε μια χώρα που τους αδικεί βαθιά - και όχι άδικα.

Έλληνες που ζουν εδώ κι άλλοι που έφυγαν στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, νέοι άνθρωποι που θέλουν να φύγουν από τη χώρα κι άλλοι που έφυγαν και την νοσταλγούν αλλά νοιώθουν πως η Ελλάδα εξακολουθεί να τους απωθεί. Στις φράσεις όλων των πολιτών με τους οποίους κουβεντιάσαμε μια λέξη επαναλαμβανόταν συνεχώς: «σάπιο». «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, αλλά σαπίζει». «Τι να ελπίζω; Όλα είναι σάπια». «Φυσικά και φοβάμαι που ζω εδώ, σαπίλα». Πώς η διαφθορά επηρεάζει τη ζωή, την αντίληψη, την πολιτική μας στάση, τα συναισθήματα και τον ψυχισμό μας;

«Τα δεδομένα προσφέρουν σημαντικές ενδείξεις ότι τα ζητήματα που ακουμπούν άμεσα ή έμμεσα τον ευρύ χώρο της διαφάνειας, της διαφθοράς και της δικαιοσύνης διαδραματίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής σκέψης και ενδεχομένως και της εκλογικής συμπεριφοράς», τονίζει ο Επιστημονικός Διευθυντής της Prorata, Άγγελος Σεριάτος.

_ΣΕΡΙΑΤΟΣ_bbe18.jpeg

«Η αντίληψη των πολιτών περί διαφθοράς, η διάβρωση του κράτους δικαίου, η αίσθηση ότι δεν είμαστε όλοι ως πολίτες ίσοι και ίσες απέναντι στον νόμο είναι το δηλητήριο της δημοκρατίας», εξηγεί η πολιτική επιστήμονας, Δανάη Κολτσίδα. «Αν και δεν πρόκειται αποκλειστικά για ελληνικό φαινόμενο, η Ελλάδα έρχεται πρώτη ως προς το ποσοστό των πολιτών που θεωρούν ότι η διαφθορά είναι πολύ διαδεδομένη στη χώρα τους. Και ξεχωρίζει - κάτι που αποτελεί σημαντική διαφοροποίηση από την υπόλοιπη Ευρώπη - στο ότι οι Έλληνες πολίτες δεν πιστεύουν ότι έχει νόημα να καταγγείλουν φαινόμενα διαφθοράς».

_ΚΟΛΤΣΙΔΑ_58f40.jpg

Ήδη από την «λαμπερή» δεκαετία της «ισχυρής Ελλάδας» οι Έλληνες πίστευαν πως η διαφθορά στη χώρα είναι διαδεδομένη, ωστόσο τα ποσοστά κυμαίνονταν χαμηλότερα, αν και πάλι έφερναν τη χώρα ψηλά στο… κλαμπ των διεφθαρμένων, όπως μας εξηγεί ο Σεριάτος. Ωστόσο, η κατάσταση - ή η αντίληψή μας για αυτή - επιδεινώνεται.

  • 66% των Ελλήνων εκτιμά ότι το φαινόμενο της διαφθοράς επηρεάζει άμεσα την καθημερινή του ζωή, - μόλις 30% των πολιτών στην Ε.Ε. εκτιμούν κάτι ανάλογο.
  • 30% δηλώνει πως γνωρίζει προσωπικά κάποιο άτομο που έχει δωροδοκηθεί - το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ είναι 9%.

ΠΗΓΗ: ΕΥΡΩΒΑΡΟΜΕΤΡΟ

Σύμφωνα με τα ευρήματα του Σφυγμου της Prorata, από το 2016 έως και τα τέλη του 2021 τα ζητήματα διαφθοράς και διαφάνειας ιεραρχούνταν σχετικά χαμηλά στη λίστα των σημαντικότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, αλλά μετά το ξέσπασμα του σκανδάλου των υποκλοπών αυτό άλλαξε. «Σταδιακά αυξάνεται η σημαντικότητα τέτοιων θεμάτων στις ιεραρχήσεις των πολιτών, φθάνοντας μάλιστα κατά την περίοδο του δυστυχήματος των Τεμπών να «ανταγωνίζεται» τα ζητήματα ακρίβειας για την πρώτη θέση στη σχετική λίστα, αναφέρει ο Σεριάτος, εξηγώντας πως μέχρι και σήμερα θέματα όπως η έλλειψη διαφάνειας, η διαφθορά και δικαιοσύνη, όπως και η ακρίβεια συνδιαμορφώνουν την πολιτική σκέψη της κοινωνικής πλειοψηφίας.

simantikotera_problimata_prorata_fb535.png

Η Κολτσίδα επικαλείται το δείκτη CPI (Corruption Perception Index) της Διεθνούς Διαφάνειας, ο οποίος δείχνει ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά το 2022 - 23. «Η οργάνωση συνδέει ευθέως - και σωστά - την επιδείνωση της επίδοσης της χώρας μας στην αντίληψη περί ύπαρξης διαφθοράς με την πρόσφατη κρίση του κράτους δικαίου, λόγω των υποκλοπών, των επιθέσεων στην ελευθερία του Τύπου και στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης».

Με δεδομένο ότι η πολιτική σκέψη διαμορφώνεται και από το συναίσθημα, πως άραγε αυτή η αίσθηση της «σάπιας χώρας» εγγράφεται σε ψυχικό επίπεδο πριν γίνει πολιτικός λόγος και πράξη; Άραγε η διαφθορά αγγίζει τους ανθρώπους σε ένα επίπεδο βαθύτερο από το πολιτικό και το ιδεολογικό; Έχουν επίγνωση ότι τα αποτελέσματά της επηρεάζουν διαβρωτικά την καθημερινότητά τους; Και, εντέλει, πόσο τα φαινόμενα διαφθοράς «γράφουν» στον ψυχισμό τους; Η λαμογιά βρίσκει χώρο στο «ντιβάνι» της ψυχοθεραπείας; Η Αγγελική Μενεδιάτου είναι κλινική ψυχολόγος με δεκαετίες εμπειρίας. ψυχολόγος - και μας ξαφνιάζει ήδη από τις πρώτες της κουβέντες.

_ΑΓΓΕΛΙΛΚΗ_17292.jpg

«Υπάρχουν έρευνες που συσχετίζουν την διαφθορά με την ψυχική υγεία», λέει η Μενεδιάτου παραπέμποντας σε μελέτες που έγιναν στην Ασία και την Αφρική, με πρώτες χώρες το Βιετνάμ και την Γκάνα. «Τα τελευταία χρόνια ωστόσο το φαινόμενο μελετάται και στην Ευρώπη. Έχει αποδειχθεί ότι η αντίληψη που έχουν οι πολίτες για το κατά πόσο διεφθαρμένη είναι η χώρα τους επηρεάζει την ψυχική τους υγεία και μπορεί να πυροδοτήσει από αγχώδεις διαταραχές έως κατάθλιψη».

Η διαφθορά, όπως εξηγεί η κλινική ψυχολόγος, σημαίνει αδικία σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Όταν οι άνθρωποι νιώθουν αδικημένοι συλλογικά, χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς, οι οποίοι κανονικά θέτουν κανόνες και διασφαλίζουν την τήρησή τους. Κι ίσως ο σημαντικότερος όλων των θεσμών για την ψυχική υγεία είναι η Δικαιοσύνη, τόσο σημαντικός που, όπως υπογραμμίζει η Μενεδιάτου, ο ψυχίατρος - ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ χαρακτηρίζει την ορθή λειτουργία του δικαστικού συστήματος πιο σημαντική για την θεραπεία της κατάθλιψης από τα φάρμακα ή την ψυχοθεραπεία.

«Η εμπιστοσύνη στους θεσμούς συνδέεται με την βαθιά ανθρώπινη ανάγκη για έλεγχο, όπως και την απαραίτητη αίσθηση ότι ο κόσμος είναι δίκαιος και ασφαλής. Η πίστη συνδέεται με την ελπίδα, αλλά και την Δικαιοσύνη, η οποία είναι θεμελιώδες προαπαιτούμενο για να νιώθουν οι πολίτες ασφαλείς σε περίπλοκες κοινωνίες. Η Δικαιοσύνη σκοράρει πολύ ψηλά στους δείκτες διαφοράς στην Ελλάδα και βρισκόμαστε σε μια γκρίζα ζώνη: ο θεσμός υφίσταται, αλλά δυσλειτουργεί».

Η Κολτσίδα δίνει ένα παράδειγμα, που τους τελευταίους μήνες κυριαρχεί στην δημόσια σφαίρα: «πώς αισθάνεται άραγε ένας αγρότης που καταστράφηκε από τις πλημμύρες του 2023 στη Θεσσαλία και άργησε δύο χρόνια να αποζημιωθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιβίωσή του, όταν έμαθε ότι κάποιοι έπαιρναν παράνομα χιλιάδες ή εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεις από τον ΟΠΕΚΕΠΕ; Το αίσθημα της αδικίας -αν δεν βρει θεσμική και πολιτική διέξοδο και απάντηση - γρήγορα μετατρέπεται σε αίσθημα δυσπιστίας προς τους θεσμούς. Κι έπειτα σε πολιτικό κυνισμό («όλοι ίδιοι είναι», «η πολιτική δεν ενδιαφέρεται για ανθρώπους σαν εμένα» κ.λπ.), σε πολιτική αποστασιοποίηση και αποχή ή, ακόμα, και σε σκεπτικισμό ή ανοιχτή εχθρότητα προς τη δημοκρατία».

Όπως εξηγεί η Μενεδιάτου, «οι άνθρωποι νιώθουν ότι βρίσκονται στο έλεος των συμφερόντων και των πράξεων άλλων. Αυτό προκαλεί θυμό. Κι όταν ο θυμός δεν εκτονώνεται, προκαλεί κατάθλιψη, παράλυση, παθητικότητα ή καθημερινή, μακροχρόνια, διαβρωτική δυσθυμία. Οι άνθρωποι που έρχονται στα γραφεία μας αναζητώντας θεραπεία θα πρέπει να υποστηριχθούν ώστε να θέσουν την ατομική δυσφορία που τους προκαλεί η ζωή σε αυτή τη χώρα στα πλαίσια του κοινωνικού γίγνεσθαι».

Πώς μετουσιώνεται το προσωπικό σε πολιτικό; Πώς το βίωμα του καθενός μας μεταγράφεται σε κοινωνικό επίπεδο; Η Δανάη Κολτσίδα μας εξηγεί: «υπάρχουν περιπτώσεις που το αίσθημα της αδικίας και το αίτημα της δικαιοσύνης είναι τόσο ισχυρό, που οδηγεί σε εντυπωσιακές κοινωνικές αντιδράσεις, όπως οι μαζικές και με διάρκεια κινητοποιήσεις που βλέπουμε τον τελευταίο χρόνο στη Σερβία ή οι συγκεντρώσεις για τα Τέμπη. Ωστόσο, ακόμα κι όταν οι άνθρωποι δεν βγαίνουν μαζικά στον δρόμο -ή, μάλλον, ιδίως τότε- η αντίληψη περί διαφθοράς και ατιμωρησίας των ισχυρών, η αντίληψη ότι δεν μπορεί ο καθένας σε αυτή τη χώρα να βρει το δίκιο του, η αίσθηση ότι κάποιοι πλουτίζουν παράνομα ανενόχλητοι, ενώ άλλοι αγωνίζονται χωρίς τέλος, σιγά-σιγά διαβρώνει τα θεμέλια της δημοκρατίας».

Πού οδηγούν όλα αυτά; Άγνωστο για την ώρα ωστόσο, όπως θα πει ο Σεριάτος, έχουν ήδη ενεργοποιήσει ένα κοινωνικό ρήγμα. «Το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών και η διαχείριση του από τους εμπλεκόμενους πολιτικούς και μη θεσμούς, νωρίτερα το ζήτημα των παρακολουθήσεων αλλά και προσφάτως η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δείχνουν να ενεργοποιούν ένα κοινωνικό ρήγμα, που παρέμεινε σε σχετική αδράνεια για περίπου μια δεκαετία», μας λέει ο Σεριάτος. «Το ρήγμα στον πυρήνα του έχει το περαιτέρω βάθεμα της απόστασης μεταξύ της κοινωνίας και των ελίτ και θυμίζει πάρα πολύ το αντίστοιχο του 2012. Ωστόσο, οι συσχετισμοί δύναμης και το πολιτικό τοπίο συνολικά σήμερα είναι, πολύ διαφορετικά».

Ποιος είναι ο πυρήνας των κοινωνικών ομαδοποιήσεων του ρήγματος; Οι νεότερες και πιο παραγωγικές ηλικίες αλλά και τα άτομα που «δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα» οικονομικά, όπως τεκμηριώνουν ευρήματα της Prorata. «Και είναι ακριβώς οι νεότεροι εκλογείς, παραγωγικότερες ηλικίες, άτομα σε κατάσταση υψηλής υλικής αποστέρησης) εντός των οποίων οι δυνάμεις πέραν της ΝΔ σημειώνουν δημοσκοπικά εντυπωσιακές επιδόσεις κατά τα τελευταία τουλάχιστον δυόμισι χρόνια», αναφέρει ο Σεριάτος.

«Σε αυτή τη φάση, τα ευρήματα των μετρήσεων προτείνουν ότι κανένας υφιστάμενος πολιτικός σχηματισμός (με την κλασσική έννοια του πολιτικού κόμματος) δεν μπορεί να συζητήσει, να κατανοήσει και να «οργανώσει» την διευρυμένη κοινωνικά δυσπιστία απέναντι στην λειτουργία θεσμών που αφορούν στη διαφθορά, τη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη», μας λέει ο Σεριάτος. «Και τούτο είναι ένα στοιχείο που φαίνεται πως σε σημαντικό βαθμό εξηγεί την ανθεκτικότητα των δυνάμεων της Άκρας Δεξιάς τα τελευταία χρόνια - και - στη χώρα μας».

Η Μαριάννα, που της αφήνουμε τον επίλογο αυτού του ρεπορτάζ, είναι μια νέα γυναίκα 30 χρόνων, που δεν έφυγε και δεν θέλει να φύγει από τη χώρα. «Όταν ακούω τη λέξη διαφθορά, φοβάμαι. Γιατί ξέρουμε πως η διαφθορά σκοτώνει - κυριολεκτικά. Σκοτώνει τα όνειρά μας και σκοτώνει την αξιοπρέπειά μας. Γιατί κάθε μέρα εγώ μετρά και το τελευταίο ευρώ για να βγάλω την βδομάδα μου, ενώ γύρω μου “χορεύουνε” μαύρα δισεκατομμύρια. Και, ειλικρινά, δεν ξέρω τι, αλλά κάτι πρέπει να γίνει. Χτες».

https://www.dnews.gr/