Γιατί οι «μεσοσταθμικές αυξήσεις», οι μεικτές αποδοχές και οι λογιστικές αλχημείες δεν κρύβουν τη μείωση του βασικού μισθού και τη βαθμολογική απαξίωση.
Η απάντηση του ΥΠΕΘΑ, όπως δημοσιεύθηκε μέσω «πηγών» τη Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2025, επιβεβαιώνει ακριβώς αυτό που επιχειρεί να διαψεύσει! Δηλαδή, ότι το νέο μισθολόγιο δεν στηρίζεται σε διαφανή και συγκρίσιμα στοιχεία, αλλά σε επιλεκτικές συγκρίσεις και λογιστικές αλχημείες. Η συνειδητή εγκατάλειψη των αναλυτικών πινάκων, όμως, που μέχρι προχθές παρουσίαζαν στους Βουλευτές της συμπολίτευσης και η αντικατάστασή τους από αποσπασματικά αθροίσματα και ποσοστά, δεν είναι τυχαία.
Όταν το ΥΠΕΘΑ δηλώνει, ότι «η σύγκριση αφορά το σύνολο των αυξήσεων που χορηγούνται», παραδέχεται ουσιαστικά ότι ενσωματώνει στο νέο μισθολόγιο -μεικτές πάντα- αυξήσεις που ΔΕΝ προκύπτουν από αυτό: την αύξηση του κατώτατου μισθού (Απρίλιος 2025), το επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών των 100 ευρώ (Ιούλιος 2025) και φορολογικές παρεμβάσεις γενικής εφαρμογής (αύξηση αφορολόγητου ορίου). Πρόκειται για πολιτική επιλογή παραπλάνησης καθώς παρουσιάζονται ως «γενναίες αυξήσεις ΥΠΕΘΑ» ποσά που έτσι κι αλλιώς θα καταβάλλονταν ανεξαρτήτως νέου μισθολογίου.
Η ουσία, την οποία αποφεύγει συστηματικά να θίξει το Υπουργείο, είναι μία, η βάση υπολογισμού. Ο βασικός μισθός στο νέο μισθολόγιο μειώνεται αισθητά για τις κατηγορίες Β’ και Γ’ (ΑΣΣΥ, ΕΜΘ και ΕΠΟΠ) και αντικαθίσταται από έναν συντελεστή προσαύξησης επί αυτού. Αυτό το σχήμα μπορεί να αποδίδει πρόσκαιρα σε επίπεδο καθαρών αποδοχών, αλλά δεν αναιρεί το γεγονός ότι μειώνεται η θεμελιώδης βάση πάνω στην οποία υπολογίζονται η μισθολογική εξέλιξη, η σύνταξη και το εφάπαξ. Η μείωση του βασικού μισθού μειώνει τη βάση υπολογισμού. Οι προσαυξήσεις μέσω συντελεστή δεν αντισταθμίζουν επαρκώς αυτή τη μείωση και, κυρίως, δεν ενσωματώνονται θεσμικά στις συνταξιοδοτικές αποδοχές. Αυτό είναι το πραγματικό «λογιστικό τρικ» που αποσιωπάται.
Ενδεικτικό της μεθοδολογικής στρέβλωσης είναι το παράδειγμα που προβάλλεται για ΑΣΣΥ 2010, με αναφορά σε συνολική αύξηση μεικτών αποδοχών κατά 96.237 ευρώ σε βάθος 18 ετών και ποσοστό 20,43%. Πέρα από το γεγονός ότι γίνεται σκόπιμα χρήση μεικτών και όχι καθαρών αποδοχών, αγνοούνται πλήρως ο πληθωρισμός, η απώλεια αγοραστικής δύναμης και η χρονική κατανομή των αυξήσεων. Η παρουσίαση μιας σωρευτικής αύξησης 18ετίας ως ενιαίου ποσοστού αποτελεί πρόχειρη λογιστική προσέγγιση, στην οποία δεν θα μπορούσε να υποπέσει ούτε πρωτοετής φοιτητής σε μάθημα οικονομικής ανάλυσης.
Αν οι αυξήσεις κατατμηθούν ανά διετία ή τετραετία, όπως πραγματικά βιώνονται από τα στελέχη στα μισθολογικά κλιμάκια, το «εντυπωσιακό» αφήγημα καταρρέει και αποκαλύπτεται η μηδαμινή πραγματική βελτίωση. Είναι φανερό, πως αν γινόταν αναλυτική κατανομή κατ’ έτος, τότε θα φαινόταν ότι μιλάμε για λίγα ευρώ ανά μήνα. Καμία σοβαρή οικονομική ανάλυση δεν παρουσιάζει έτσι μισθολογικές μεταβολές. Αυτό δεν είναι επιχειρηματολογία Υπουργείου, είναι πρόχειρη λογιστική για επικοινωνιακή και μόνο χρήση.
Ιδιαίτερη σημασία έχει και η έμμεση παραδοχή του ΥΠΕΘΑ ότι οι λεγόμενες «μεσοσταθμικές αυξήσεις 12–24%» συγκρίνονται με τον Μάρτιο πριν από την αύξηση του κατώτατου μισθού! Δηλαδή, το ίδιο το Υπουργείο αναγνωρίζει, ότι το σημείο αναφοράς είναι σκόπιμα επιλεγμένο χαμηλότερα, ώστε να διογκώνεται τεχνητά η ποσοστιαία διαφορά. Πρόκειται για επικοινωνιακή όπως πάντα επιλογή και όχι για ουσιαστική μισθολογική πολιτική.
Το άρθρο 77 του νομοσχεδίου, αποτελεί τον πυρήνα της διαρθρωτικής αδικίας. Η εισαγωγή δύο διακριτών μισθολογικών πινάκων αποκλειστικά για τις κατηγορίες Β΄ και Γ΄, με διαφορετική εφαρμογή πριν και μετά το 2027 και οριστική κατάληξη το 2046, δεν συνιστά μεταβατική διευκόλυνση αλλά μηχανισμό μακροχρόνιας υποβάθμισης.
Από τη συνδυαστική ανάγνωση των πινάκων και του Παραρτήματος Α προκύπτει ότι οι απόφοιτοι ΑΣΣΥ μεταπίπτουν, σε βάθος 35 ετών, από μισθολογική αντιμετώπιση Αντισυνταγματάρχη (Υ12) σε αυτήν Υπολοχαγού (Υ8). Ταυτόχρονα, το επίδομα θέσης ευθύνης, που επικαλείται το ΥΠΕΘΑ, αφορά αποκλειστικά βαθμίδες Υ10, Υ11 και Υ12 και άρα ΔΕΝ θα αφορά τη συντριπτική πλειονότητα όσων θα αποστρατεύονται μετά το 2046 ως Ανθυπασπιστές Α’.
Η αδικία εντείνεται δραματικά για τους εισαχθέντες ΑΣΣΥ μετά το 2008. Όπως προκύπτει από τα συγκριτικά στοιχεία ανά σειρά, οι μισθολογικές αποκλίσεις σε σχέση με παλαιότερες σειρές, διευρύνονται όσο αυξάνονται τα έτη υπηρεσίας, οδηγώντας σε χαμηλότερους μέσους όρους αποδοχών και σε σαφώς δυσμενέστερη συνολική μισθολογική πορεία.
Πρόκειται για θεσμοθέτηση άνισης μεταχείρισης εντός της ίδιας εκπαιδευτικής κατηγορίας, χωρίς καμία τεκμηρίωση επί της αξιοκρατικής βάσης την οποία υπηρετεί ή της επιχειρησιακής της αναγκαιότητας. [Για ίσα έτη υπηρεσίας, νεότερες σειρές ΑΣΣΥ λαμβάνουν χαμηλότερες αποδοχές από παλαιότερες. (πηγή: Enstoloi.net)]
Ο πίνακας που αποδεικνύει τις λογιστικού τύπου αλχημείες του ΥΠΕΘΑ υπό τον Νίκο Δένδια…
Παράλληλα, το νέο μισθολόγιο δημιουργεί πρωτοφανή απόκλιση μεταξύ της μισθολογικής κατηγορίας Α΄ και των Β΄ – Γ΄, σε επίπεδα που δεν συναντώνται στον υπόλοιπο Δημόσιο τομέα (βλ. συνημμένο πίνακα). Ενώ στους πολιτικούς υπαλλήλους η διαφορά μεταξύ ΠΕ (Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης) και ΤΕ (Τεχνολογικής Εκπαίδευσης) παραμένει συγκρατημένη και αναλογική, στο ΥΠΕΘΑ η απόκλιση μεταξύ ΑΣΕΙ και ΑΣΣΥ-ΕΜΘ-ΕΠΟΠ εκτοξεύεται σε ποσοστά άνω του 15-20%, μια απόκλιση που υπερβαίνει κατά πολύ κάθε αναλογική σχέση με τις πραγματικές υπηρεσιακές και επιχειρησιακές ευθύνες, όπως αυτές αποτιμώνται στον υπόλοιπο δημόσιο τομέα.
Η επιλογή αυτή δεν ενισχύει τη συνοχή, δημιουργεί στελέχη δύο ταχυτήτων, καλλιεργεί εσωτερικές ανισότητες και υπονομεύει την υπηρεσιακή ισορροπία. Το ερώτημα «γιατί επιλέχθηκε η δημιουργία αυτής της διαφοράς», θα είχε ενδιαφέρον να μας το απαντήσει το ΥΠΕΘΑ.
Τέλος, το βαθμολογικό σκέλος συνιστά ξεχωριστό νομοθετικό ολίσθημα. Το να επιβάλλεται νέο βαθμολόγιο σε στελέχη εγκλωβισμένα ηλικιακά και οικογενειακά, χωρίς ρεαλιστική δυνατότητα κινητικότητας ή επαγγελματικής επανεκκίνησης, δεν μπορεί να ονομάζεται μεταρρύθμιση αλλά πράξη βαθιά αντικοινωνική.
Η στασιμότητα ή η ουσιαστική κατάργηση της προοπτικής προαγωγής για το μεγαλύτερο μέρος των μη αποφοίτων ΑΣΕΙ, ακυρώνει στην πράξη κάθε αφήγημα περί «αύξησης αποδοχών», αφού χωρίς βαθμολογική εξέλιξη δεν υφίσταται ούτε μισθολογική. Καμία μισθολογική αλχημεία δεν μπορεί να συγκαλύψει περικοπές βαθμών και βαθμολογική απαξίωση.
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΑ
1. Γιατί άραγε το Υπουργείο χρειάζεται να καταβάλει τόση προσπάθεια για να πείσει βουλευτές της συμπολίτευσης και τα στελέχη του υπέρ της τόσο ευεργετικής μισθολογικής μεταρρύθμισης; Δεν υπάρχει προηγούμενο με αποστολή φύλλων μισθοδοσίας δύο μήνες πριν την καταβολή του μισθού.
2. Το Υπουργείο επέλεξε την εξατομίκευση, παρουσιάζοντας πίνακες με συγκεκριμένα στοιχεία (βαθμούς – θέσεις – έτη υπηρεσίας), προκειμένου να δώσει παραδείγματα που αποδεικνύουν τις δήθεν γενναίες αυξήσεις στους μισθούς, δηλαδή να θολώσει τα νερά με βαρύγδουπα νούμερα. Στην παράγραφο (3) της νέας απάντησης τους, μας λένε πλέον ότι αναφερόντουσαν σε μεικτές αποδοχές και ότι πλέον δεν μπορεί να γίνεται εξατομίκευση για να συνεχίσουν να στηρίζουν τα αστήρικτα!
3. Τα νέα παραδείγματα που χρησιμοποιούν για να επιχειρήσουν να μεταβάλλουν το μη αναστρέψιμο πλέον κλίμα εις βάρος τους, αποτελεί άλλη μια ξεκάθαρη αριθμητική ακροβασία. Τα νούμερα που παρουσιάζονται, αφορούν πλέον συνολικά μεικτά ποσά που θα λάβει το προσωπικό στα εναπομείναντα έτη μέχρι την αποστρατεία του. Οι υποτιθέμενες αυξήσεις εμφανίζονται τώρα ως διψήφια ποσοστά που χτυπούν στο μάτι ως σημαντικές. Τα ποσοστά αυτά όμως παραλείπουν να συνυπολογίσουν και να αναφέρουν:
α. Τους χρόνους σταδιακής καταβολής των αυξήσεων, κατά τη διάρκεια των υπόλοιπων ετών υπηρεσίας (αλλαγές μισθολογικών κλιμακίων ανά 2, 4 κ.λπ. έτη).
β. Τον πληθωρισμό των επόμενων ετών, ο οποίος μαζί με την διαρκώς μειούμενη αγοραστική δύναμη, δεν επιτρέπουν σε αυτή την δημιουργική λογιστική να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
γ. Από το 2010 μέχρι και σήμερα, δηλαδή μέσα σε 17 χρόνια, το μισθολόγιο των στελεχών των ΕΔ, έχει ήδη υποστεί δύο σοβαρές μεταβολές (2010 & 2017). Πως μπορεί η σημερινή κυβέρνηση να προβλέπει και πόσο μάλλον να εγγυάται για τη μισθολογική σταθερότητα στις ΕΔ σε βάθος 20 ετών και αυτό να αποτελεί επιχείρημα απέναντι σε όσα αποκάλυψαν τα πρόωρα φύλλα μισθοδοσίας στα στελέχη; Η συντριπτική πλειοψηφία των μισθολογικών κατηγοριών Β’ και Γ’, είδαν μεσοσταθμικές αυξήσεις των 30 ευρώ!
4. Ας το επαναλάβουμε ακόμη μία φορά: Όλοι οι βασικοί μισθοί των μισθολογικών κατηγοριών Β’ και Γ’, με το νέο μισθολόγιο μειώνονται. Πως το Υπουργείο συνεχίζει να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα που τα στελέχη διαπίστωσαν στα πρόωρα φύλλα μισθοδοσίας ; Η πλειοψηφία λαμβάνει αύξηση που κατά μέσο όρο μεσοσταθμικά δεν υπερβαίνει τα 30 μόλις ευρώ!
5. Τα επιδόματα θέσεων ευθύνης και διοίκησης αφορούν, όπως το ίδιο το Υπουργείο παραδέχεται, αριθμό 3.000 στελεχών σε σύνολο περίπου 74.000. Δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση για αυτό το επιχείρημα, καθώς η ποσόστωση λήψης των εν λόγω επιδομάτων επί της συνολικής δύναμης των ΕΔ, τα λέει όλα.
6. Τα εναπομείναντα χρόνια της λεγόμενης μεταβατικής περιόδου, κατά τα οποία κάποια στελέχη εξ Υπαξιωματικών θα λαμβάνουν υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια (Συνταγματάρχη), αφορούν τριψήφιο αριθμό προσωπικού και δε μπορεί να αποτελεί επιχείρημα για την συνολικά ευεργετική μισθολογικά επίδραση του νομοσχεδίου.
Η πραγματικότητα είναι μια και δεν επιδέχεται άλλη ωραιοποίηση. Το νέο μισθολόγιο δεν ενισχύει το προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Αναδιανέμει τους ίδιους πόρους, μειώνει τον βασικό μισθό, διογκώνει τεχνητά ποσοστά μελλοντικών αυξήσεων, δημιουργεί ανισότητες και υπονομεύει τη συνοχή του στρατεύματος. Και αυτό, σε μια περίοδο που η χώρα έχει ανάγκη από σταθερότητα, αξιοκρατία και πραγματική ενίσχυση, όχι από επικοινωνιακή ανασύνθεση αριθμών. Όταν ο προϊστάμενος χρειάζεται να προπαγανδίσει μέσω ΜΜΕ εναντίον του υφισταμένου του, μαντέψτε ποιος έχει το δίκιο…
https://www.defence-point.gr/

