29 Μαρ 2013

Στρατηγική για Έξοδο από την Οικονομική Κρίση

Από το 1821 και μέχρι σήμερα, η μοίρα της Ελλάδος είναι συ
νυφασμένη με τη
διαχρονική αύξηση του δημοσίου χρέους και με ταπεινωτικές πτωχεύσεις . Για...
να κατανοήσουμε τη σημασία και τα αίτια της κατάρρευσης των δημοσίων
οικονομικών στις αρχές του 2010, θα πρέπει να ανατρέξουμε στις πτωχεύσεις
της Ελλάδος, που έλαβα
ν χώρα την περίοδο 1821
-
1939. Κατά τη φάση της
νεοελληνικής οικονομικής ιστορίας 1821
-
1939, η Ελλάδα εξαναγκάστηκε να
κηρύξει τέσσερις πτωχεύσεις, δηλαδή τέσσερις χρεοκοπίες των δημοσίων της
οικονομικών και πιο συγκεκριμένα τα έτη 1827, 1843, 1893 και 1932
. Η πιο
επώδυνη χρεοκοπία υπήρξε εκείνη του Δεκεμβρίου 1893.
Οι συχνότατες εναλλαγές των κυβερνήσεων στην εξουσία, έπαιξαν
καθοριστικό ρόλο στις τέσσερις πτωχεύσεις της Ελλάδος κατά τα έτη 1827,
1843, 1893 και 1832. Από το 1822 και μέχρι το 1932, δηλαδή σ
ε χρονική
περίοδο 110 ετών, υπήρξαν 130 κυβερνήσεις. Δηλαδή, κατά μέσο όρο κάθε
10 μήνες είχαμε και μια κυβέρνηση που διαχειριζόταν τα δημόσια οικονομικά.
Η
Ελλάδα κατά τις περιόδους 18
24
-
1825 και 1879
-
1893, συνήψε επονείδιστα
εξωτερικά
δάνεια
με ληστρικού
ς για την εποχή όρους. Οι
εντυπωσιακές
αποκλίσεις μεταξύ ονομαστικής και πραγματικής αξίας των εξωτερικών
δανείων,
αντικατοπτρίζουν τους επαχθείς
όρους και τον αποικιοκρατικό
χαρακτήρα τους, με αναπόφευκτη συνέπεια την απώλεια σημαντικού μέρους
της
εθνικής
ανεξαρτησίας και την υποταγή της χώρας στις αρπακτικές ορέξεις
των προστάτιδων δυνάμεων.
Αρκετές χρονιές και ιδίως
την περίοδο 1879
-
1893,
οι δαπάνες
εξυπηρέτησης
του εξωτερικού και εσωτερικού δημοσίου χρέους, υπερέβαιναν
το σύνολο των
τακτικών κρατικών εσ
όδων
, με συνεπακόλουθη την προσφυγή της χώρας
στην εκβιαστική αγκαλιά των δανειστών και τη σύναψη επαχθών
τοκογλυφικών εξωτερικών δανείων. Χρόνο με το χρόνο το νεοϊδρυθέντα
ελληνικό κράτος βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο στα χρέη, καθιστώντας
ευάλωτη την
εθνική του ανεξαρτησία έναντι των ξένων πιστωτών, που
δάνειζαν την Ελλάδα με την εγγύηση των «μεγάλων δυνάμεων» της εποχής
εκείνης.
Τ
α τραγικά λάθη στην άσκηση της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής, ο
ζημιογόνος για το έθνος ρόλος των μεσαζόντων στη διαδ
ικασία συμφωνίας

3
των δανείων, η ολέθρια για τα συμφέροντα του έθνους μυστική διπλωματία
,
που διεξήγαγε το παλάτ
ι με τους ξένους κερδοσκόπους,
τα εκβιαστικά
διλήμματα που οι "προστάτιδες δυνάμεις" έθεταν στις ελληνικές κυβερνήσεις
,
για την ικανοποίηση των σ
υμφε
ρόντων της διεθνούς τοκογλυφίας και
οι
αρνητικές επιπτώσεις του λαθρεμπορίου και της εκτεταμένης φοροδιαφυγής
στην κυβερνητική προσπάθεια επίτευξης του στόχου της δη
μοσιονομικής
σταθερότητας, συνθέτουν το κράμα των παραγόντων, που προκάλεσαν τις
περιοδ
ικές χρεοκοπίες του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Το κεφαλαιώδες
συμπέρασμα που εξάγεται από την αμερόληπτη μελέτη της οικονομικής
ιστορίας της Ελλάδος, είναι ότι από το 1824 που εισπράχτηκε το πρώτο
εξωτερικό δάνειο και μέχρι σήμερα, η Ελλάδα έχανε σταδι
ακά σημαντικό μέρος
της εθνικής της ανεξαρτησίας και γι’ αυτό οι εκάστοτε κυβερνήσεις
σε κρίσιμες
στιγμές για την εθνική οικονομία, ήταν άβουλα εκτελεστικά όργανα
των
προστάτιδων δυνάμεων.
Από τον Μάιο του 2010 η πατρίδα μας βρίσκεται υπό την στενή επιτήρ
ηση της
Τρόικας, δηλαδή της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), του ΔΝΤ (Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο) και της Ευρωπαϊκής Ε
πιτροπής.
Τα Μνημόνια που
συνοδεύουν τις πρόσφατες χρεοκοπίες
,
εισηγούνται αυστηρότατα μέτρα
οικονομικής πολιτικής, που στραγγαλίζουν την
ελληνική κοινωνία. Στα πλαίσια
των μνημονιακών πολιτικών, η χώρα μας από τους ξένους πιστωτές έχει
λάβει μέχρι σήμερα 220 δις ευρώ και αναμένεται να λάβει τουλάχιστον άλλα
90 έως το 2017.
Ο Σ
όλων είχε πει
ότι
όταν ο άνθρωπος δανείζεται, σκλαβώνεται
.
Π
ροσαρμόζοντας τη σοφή φράση του Σόλωνα στην ελληνική πραγματικότητα
,
θα λέγαμε ότι
όταν μία χώρα συνεχώς δανείζεται, πτωχεύει και χάνει την
εθνική της ανεξαρτησία
.
Η οικονομική ιστορία του τόπου
από το 1821 και
μέχρι σήμερα,
χαρακτηρίζεται για την αχαλίν
ωτη άνοδο του δη
μοσίου χρέους
και τις ταπεινωτικές
πτωχεύσεις της Ελλάδος.
Το 1827 που συντελέστηκε η
πρώτη χρεοκοπία της χώρας, το εξωτερικό χρέος ήταν 13,6 εκατομ. δολάρια.
Το 2012 το εξωτερικό χρέος της Ελλάδος
, έφτασε τα 593 δις
δολάρια και
αποτελούσε
το 236
% του ΑΕΠ
(Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν)
.
Το δημόσιο χρέος αποτελείται από συσσωρευμένα παρελθόντα κρατικά
ελλείμματα.
Γιατί όμως
το δημόσιο χρέος της Ελλάδος σημειώνει διαχρονική
άνοδο; Το πρωταρχικό αίτιο που προκαλεί την αλματώδη αύξηση του χρέους

4
ε
ίναι το φαινόμενο των δίδυμων ελλειμμάτων.
Το σύνδρομο των δίδυμων
ελλειμμάτων αφορά χώρες σαν την Ελλάδα, που παρουσιάζουν ελλείμματα,
τόσο στον κρατικό προϋπολογισμό, όσο και στο ισοζύγιο πληρωμών. Είμαστε
η μοναδική χώρα στον κόσμο, η οπο
ία από το 1830
που ιδρύθηκε το
νεοελλην
ικό έθνο
ς και μέχρι σήμερα, ο κρατικός προϋπολογισμός και το
εμπορικό ισοζύ
γιο είναι συνεχώς ελλειμματικά. Α
ξιόλογες επιστημονικές
μελέτες
έχουν επιβεβαιώσει
την αιτιώδη αλληλεξάρτηση αμφοτέρων των
ελλειμμάτων και
παράλληλα έχουν απ
οδείξει ότι τα δύο ελλείμμα
τα
πυροδοτούν την ανοδική τάση
του δημοσίου χρέους.
Άρα, η μείωση του
κρατικού χρέους εξαρτάται άμεσα από την ελάττωση των ελλειμμάτων του
προϋπολογισμού και του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Εκτός
του φαινομένου των διπλών ελ
λειμμάτων, η διαφθορά του πολιτικού
συστήματος, η κυβερνητική ανικανότητα στην άσκηση της οικονομικής
πολιτικής, οι έκνομες παραοικονομικές δραστηριότητες (φοροδιαφυγή,
λαθρεμπόριο, δωροδοκία, ξέπλυμα χρήματος, κ.ά.), η κυβερνητική αστάθεια,
οι αγκυλώσεις
του φοροεισπρακτικού μηχανισμού,
κ.λπ.,
συνέβαλαν και
εξακολουθούν να
συμβάλλουν στη διεύρυνση των κρατικών ελλειμμάτων και
κατά προέκταση στην αύξηση του δημοσίου χρέους
.
2.
Η
Χρεοκοπία
της Μεταπολίτευσης
Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η εθνική μ
ας οικονομία παρουσιάζει
δύο φάσεις
με διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Η πρώτη φάση αφορά την
περίοδο 1948
-
1980 και η άλλη την περίοδο 1980
-
2012. Κατά τη διάρκεια της
περιόδου 1948
-
1980, ο μέσος αναπτυξιακός ρυθμός της ελληνικής οικονομίας
ήταν 6,2%, σε αντίθε
ση με την περίοδο 1980
-
2012 που ο μέσος ρυθμός
ανάπτυξης ανήλθε μόλις σε 1,2%. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα της
περιόδου 1948
-
1980 είναι ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ
ουδέποτε υπερέβη το 27%. Απεναντίας, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1980
-
2012 παρατηρείται η συγκλονιστική ανοδική τάση του δημοσίου χρέους, τόσο
ως απόλυτο μέγεθος, όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ, με τραγική κατάληξη τις
πτωχεύσεις της χώρας στην μετά μνημονίου εποχή, δηλαδή από τον Μάιο του
2010 και
μετέπειτα. Οι
χαμηλοί αναπτυξ
ιακοί ρυθμοί της περιόδου 1980
-
2012,

5
συνετέλεσαν στην δραματική επιδείνωση της δημοσιονομικής κατάστασης της
χώρας και τη διατήρηση της ανεργίας σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Τα εκάστοτε κυβερνητικά οικονομικά επιτελεία που διαχειρίστηκαν τα δημόσια
οικονομικά τ
ης χώρας μετά το 1980, υποστήριζαν ότι ναι μεν τα κρατικά
ελλείμματα και το δημόσιο χρέος διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα, ωστόσο τα
δημόσια οικονομικά ουδέποτε πρόκειται να οδηγηθούν σε χρεοκοπία, γιατί το
οικονομικό μας σύστημα διαθέτει τις ασφαλιστικές δι
κλείδες για την αποφυγή
ενός τέτοιου ενδεχομένου. Για την ενίσχυση του ισχυρισμού τους ότι η Ελλάδα
δεν πρόκειται να κηρύξει πτώχευση και περί της πολύ κα
λής κατάστασης των
δημοσίων
οικονομικών, οι κυβερν
ητικοί οικονομικοί επιτελείς επικαλούνταν
τρία βασικ
ά επιχειρήματα.
Το πρώτο επιχείρημα σχετίζεται με την περίπτωση του Βελγίου και της
Ιταλίας, χώρες οι οποίες την περίοδο 1960
-
2008, είχαν κατά μέσο όρο πολύ
υψηλότερο λόγο χρέους γενικής κυβέρνησης
προς ΑΕΠ
σε σύγκριση με την
Ελλάδα. Την περίοδο αυτή οι χώ
ρες αυτές, ουδέποτε αντιμετώπισαν
το
παραμικρό πρόβλημα, με τη διαχείριση και τη βιωσιμότητα των δημοσίων
τους οικονομι
κών. Το δεύτερο επιχείρημα των κυβερνώντων ήταν
ότι την
περίοδο 1993
-
2002, το έλλειμμα και το χρέος της γενικής κυβέρνησης ως
ποσοστό το
υ ΑΕΠ σημείωσαν σημαντική βελτίωση, ανοίγοντας έτσι διάπλατες
τις πόρτες για την είσοδο της Ελλάδος στην OΝΕ (Oικονομική Νομισματική
Ένωση) την 1η Ιανουαρίου 2002. Το τρίτο επιχείρημα των κυβερνήσεων του
ΠΑΣOΚ και της Νέας Δημοκρατίας, ήταν ότι κατά την πε
ρίοδο 2002
-
2008, οι
διεθνείς οίκοι αξιολόγησης Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch,
βαθμολογούσαν την Ελλάδα με εξαίρετους δείκ
τες πιστοληπτικής
φερεγγυότητας. Οι συγκεκριμένοι δείκτες
ήταν από τους υψηλότερους σε
παγκόσμιο επίπεδο
και τοποθετούσαν την Ελ
λάδα στην κατηγορία των
χωρών με την υψηλότερη πιστοληπτική ικανότητα
.
Οι
κυβερνητικοί ιθύνοντες ήταν καθησυχαστικοί, θεωρώντας ότι τα
τεκταινόμενα στην
εγχώρια
οικονομία είναι υπό πλήρη έλεγχο. Εφόσον το
Βέλγιο και η Ιταλία δεν χρεοκόπησαν, γιατί να χρε
οκοπήσει η Ελλάδα, της
οποίας την περίοδο 1960
-
2008 ο λόγος δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ
κυμαινόταν σε χαμηλότερα επίπεδα; Γιατί να έχουμε ενδοιασμούς ως προς
την κατάσταση των δημοσίων οικονομικών, όταν οι εγκυρότεροι διεθνείς οίκοι
αξιολόγησης επαινούν την Ε
λλάδα για τις οικονομικές της επιδόσεις,

6
ενισχύοντας έτσι την αντίληψη στις διεθνείς χρηματαγορές ότι όλα βαίνουν
ομαλώς στην ελληνική οικονομία; Ταυτόχρονα, τα κυβερνητικά οικονομικά
επιτελεία πίστευαν ότι η είσοδος της Ελλάδος στην OΝΕ ήταν πανάκεια και
αποτελούσε το αντικλείδι για την επίλυση του οποιουδήποτε οικονομικού και
ειδικότερα δημοσιονομικού μας προβλήματος.
Αυτό το οποίο όμως το εγχώριο πολιτικό
-
επιχειρηματικό κατεστημένο έντεχνα
αποσιωπούσε, ήταν η υιοθέτηση μιας ανάλγητης κυβερνητικής οικονο
μικής
πολιτικής, η οποία υπέθαλπε τη διαφθορά και τις παράνομες δράσεις της
παραοικονομίας, συντελώντας στη δημιουργία μιας προκλητικής
νεοταξικής
πλουτο
-
ολιγαρχίας. Οι
κυβερνήσεις με το μαγείρεμα των στατιστικών
στοιχείων, αρέσκονταν στην ωραιοποίηση της
κατάστασης της εθνικής
οικονομίας, κρύβοντας έτσι την επώαση του
αυγού του φιδιού
(
δημόσιο
χρέος
)
,
που επρόκειτο στο μέλλον να αποσυνθέσει την ελληνική κοινωνία.
Ανάλγητοι πολιτικοί, κρατικοδίαιτοι επιχειρηματίες και διεφθαρμένοι
παραοικονομούντες, προκάλε
σαν την εκτόξευση του δημοσίου χρέους σε
δυσθεώρητα επίπεδα, ρίχνοντας το έθνος
μετά το 2009
στην περιπέτεια των
αλυσιδωτών χρεοκοπιών.
Αξιοπαρατήρητο
είναι ότι το φθινόπωρο του 2008, το οικονομικό επιτελείο του
κυβερνώντος κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, ι
σχυριζόταν ότι η διεθνής
οικονομική κρίση δεν πρόκειται να προκαλέσει σοβαρούς τριγμούς στην
ελληνική οικονομία και να θέσει σε κίνδυνο τη διαχείριση των δημοσίων
οικονο
μικών. Από την άλλη μεριά, ο
Γεώργιος Παπανδρέου από τη θέση του
αρχηγού της αξιωματική
ς αντιπολίτευσης, υποστήριζε ότι αν το ΠΑΣOΚ έλθει
στην κυβερνητική εξουσία, όχι μόνο θα εξυγιάνει τα δημόσια οικονομικά, αλλά
διαθέτει τη μαγική συνταγή για να ωθήσει την οικονομία του τόπου σε φάση
ταχύρυθμης ανάπτυξης. Μνημειώδης ήταν ο ισχυρισμός του κ
. Παπανδρέου,
κατά την προεκλογική περίοδο του Σεπτεμβρίου 2009, ότι
λεφτά υπάρχουν
, τα
οποία αρκούν για την κάλυψη των κρατικών ελλειμμάτων και την
χρηματοδότηση διαφόρων πράσινων αναπτυξιακών έργων. Ανάξιοι πολιτικοί,
οι οποίοι δεν συναισθάνονται το μέγε
θος των ευθυνών τους στις
συγκλονιστικές στιγμές που περνά ο τόπος.
Ξαφνικά από το Δεκέμβριο του 2008 και μετά την ψήφιση του κρατικού
προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2009 στη Βουλή των Ελλήνων, άρχισε να
διαμορφώνεται ένα κλίμα απαισιοδοξίας ως προς την
βραχυπρόθεσμη πορεία

7
των κύριων δημοσιονομικών δεικτών. Τα κυβερνητικά στελέχη της περιόδου
εκείνης έδειξαν να πανικοβάλλονται, διαπιστώνοντας ότι από τους πρώτους
μήνες του 2009, οι αποκλίσεις στα έσοδα του κρατικού προϋπ
ολογισμού
προσέγγιζαν το
-
20%. Ο
π
ανικός άρχισε να δημιουργεί φοβίες περί πιθανής
χρεοκοπίας. Αναπόφευκτα, το τοπίο κατά τη δι
άρκεια του 2009 άλλαξε
τραγικά
, με επακόλουθο οι διεθνείς φορείς πιστοληπτικής διαβάθμισης
Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch, να θεωρούν πλέον την Ελλάδα ως τη
χ
ώρα της OΝΕ, με τις περισσότερες πιθανότητες να εξαναγκαστεί να κηρύξει
πτώχευση των δημοσίων της οικονομικών. Ταυτόχρονα, οι συγκεκριμένοι
οίκοι αξιολόγησης προέβησαν στην εντυπωσιακή υποβάθμιση της
πιστοληπτικής αξιοπιστίας της Ελλάδος, κατατάσσοντάς την
στη χαμηλότερη
θέση σε σύγκριση με την οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρωζώνης.
Τι είχε συμβεί και όλα ξαφνικά μεταβλήθηκαν προς το χειρότερο για την εθνική
μας οικονομία; Όσοι είχαν συνειδητοποιημένη γνώση ως προς τη διαχρονική
εξέλιξη των κύριων δημοσιον
ομικών μας δεικτών, κάλλιστα γνώριζαν ότι μετά
το 1980 τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδος παρουσίαζαν σταθερή τάση
επιδείνωσης, με ιδιαίτερο χαρα
κτηριστικό γνώρισμα την οδυνηρή
άνοδο του
δημόσιου χρέους και των δαπανών εξυπηρέτησής του. Απεναντίας, τα
εκάστ
οτε κυβερνητικά οικονομικά επιτελεία είχαν τους δικούς τους ιδιοτελείς
λόγους, να υποστηρίζουν ότι τα θεμέλια του κοινωνικοοικονομικού μας
συστήματος είναι αρραγή και γι’ αυτό η Ελλάδα ουδέποτε πρόκειται να έλθει
αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεοκοπίας. Δυστ
υχώς, η προπαγανδιστική
επιχειρη
ματολογία των πολιτικών και οι μαριονέτες
του κομματικού
κατεστημένου, έβρισκαν πρόσφορο έδαφος στον μέσο πολίτη
-
ψηφοφόρο, ο
οποίος με την άγνοια και την ελλιπή πληροφόρησή του, αναφορικά με την
πορεία των δημόσιων οικονομικ
ών της χώρας, δεν είχε αντιληφθεί ότι το
σκάφος της εθνικής οικονομίας κατευθυνόταν στα βράχια.
Πώς όμως και γιατί το υπερμέγεθες κρατικό χρέος από το φθινόπωρο του
2008
,
καταστρέφει τον ιστό της εθνικής οικονομίας και γενικότερα το
υπογάστριο της ελληνικ
ής κοινωνίας; Ποια ήταν τα ολέθρια κυβερνητικά λάθη
στην άσκηση της μακροοικονομικής πολιτικής, που προκάλεσαν τη χρεοκοπία
των δημόσιων οικονομικών, εξαναγκάζοντας τη χώρα μας να προσφύγει στην
τρόικα τον Μάιο του 2010;
Οι στατιστικές επισημάνσεις που
στι
γματίζουν
με
τα μελανότερα χρώματα το σημερινό κατάντημα
της οικονομίας και

8
αποκαλύπτουν
τις βαρύτατες ευθύνες των κυβερνήσεων, που διαχειρίστηκαν
τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδ
ος μετά το 1980, είναι οι ακόλουθες:
1) Η ανεξέλεγκτη ανοδική τάση του δημοσίο
υ χρέους μετά το 1980, είχε ως
αναπόφευκτη συνέπεια την τρομακτική αύξηση των δαπανών εξυπηρέτησής
του. Την περίοδο 1980
-
2012 οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους της
κεντρικής κυβέρνησης από 0,92 δισεκ. ευρώ ή 2,
3% του ΑΕΠ, εκτοξεύτηκαν
σε 113,4
δισεκ.
ευρώ
ή 58,5
% του ΑΕΠ. Η αχαλίνωτη
άνοδος των δαπανών
για τη χρηματοδότηση των αναγκών εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους
αντανακλά τη διαχρονική δυναμική του, με την έννοια ότι η αυξητική τάση των
δαπανών ε
ξυπηρέτησης του χρέους, προκαλεί
τη διόγκωση του συνόλου
των
δημοσιονομικών δαπανών, επιφέροντας τη διεύρυνση των κρατικών
ελλειμμάτων και άρα την περαιτέρω ανύψωση του χρέους. Αξιοσημείωτο είναι
ότι την περίοδο 1980
-
2012 οι
συνολικές δαπάνες του κρατικού
προϋπολογισμού
από 7,8 δισεκ. ευρώ ή 19,9% του ΑΕΠ εκτιν
άχτηκαν σε 181
δισεκ. ευρώ ή 93
,4
% του ΑΕΠ.
Η θλιβερότερη στατιστική διαπίστωση όμως είναι ότι μετά το 2006 οι δαπάνες
εξυπηρέτησης του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης
-
δηλαδή το άθροισμα
των τόκων και των χρεολυσίων βραχυπρόθεσμου και μεσομακροπρόθεσμου
δανεισμού
-
υπερβαίνουν το σύνολο των εσόδων του κρατικού
προϋπολογισμού.
Όπως την περίοδο 1879
-
1893, οι δαπάνες για τόκους και
χρεολύσια ξεπερνούσαν το σύνολο των κρατικών εσόδων, έτσι και κατά τη
διάρκεια της περιόδου 2006
-
2012
,
οι τοχρεολυτικές δόσει
ς υπ
ερέβησαν τα
έσοδα του
προϋπολογισμού. Το αδιέξοδο της δημοσιο
νομικής πολιτικής,
επιβεβαιώνεται
από τη διαπίστωση ότι τ
ο 2012
,
οι δαπάνες εξυπηρέτησης του
χρέο
υς της κεν
τρικής κυβέρνησης ανήλθαν σε 113,4
δις ευρώ, όταν
τα
έσοδ
α
της γενικής κυβέρνησης διαμορ
γώθηκαν
μόλις σε 83
δις ευρώ
.
2
) Αν και την περίοδο 1994
-
2008 ο μέσος ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της
Ελλάδος ήταν 3,5%, εν τούτοις στο σύνολο της περιόδου 1980
-
2012 ο μέσος
αναπτυξιακός ρυθμός διαμορφώθηκε μ
όλις σε 1,2
%
κάθε χρόνο
. Η μέση
ετήσια αύξηση τ
ου πραγματικού ΑΕΠ κατά 3,5% την περίοδο 1994
-
2008 ήταν
επιφανειακή και δεν οφειλόταν στην αξιοποίηση των ανταγωνιστικών
πλεονεκτημάτω
ν της εθνικής μας οικονομίας. Οι
σχετικά ικανοποιητικοί
αναπτυξιακοί ρυθμοί της περιόδου 1994
-
2008, ήταν απόρροια της μεγά
λης
αύξησης στις χορηγήσεις τραπεζικών δανείων και της αισθητής ανόδου των

9
εισαγωγών. Μεταξύ των ετών 1994 και 2008 οι χορηγήσεις τραπεζικών
δανείων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από 5,7 αυξήθηκαν σε 249,7
δισεκ. ευρώ, παρουσιάζοντας μέση ετήσια
ποσοστιαία άνοδο 28,7%.
Παράλληλα, την περίοδο 1994
-
2008 οι εισαγωγές προϊόντων από 15,8
αυξήθηκαν σε 63,9 δισεκ. ευρώ, με επακόλουθο το έλλειμμα του εμπορικού
ισοζυγίου από
-
11,4 δισεκ. ευρώ ή
-
12,1% του ΑΕΠ να διευρυνθεί σε
-
44
δισεκ. ευρώ ή
-
18,8% του Α
ΕΠ.
3
) Την περίοδο 1996
-
2004 οι κυβερνώντες με προκλητικό τρόπο μαγείρευαν
τα δημοσιονομικά στοιχεία. Τα στοιχεία για το κρατικό χρέος και τα ελλείμματα
ήταν λογιστικοποιημένα και υποεκτιμούσαν την πραγματική κατάσταση των
δημοσίων οικονομικών.
Με κάλπικα
στοιχεία εισήλθαμε στην OΝΕ και γι’ αυτό
με την εκδήλωση της διεθνούς οικονομικής κρίσης το καλοκαίρι του 2008, τα
δημόσια οικονομικά της Ελλάδος κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος.
Πώς
ερμηνεύεται το ποσοτικό φαινόμενο, την περίοδο 1993
-
2008 ο μέσος
αναπτυξ
ιακός ρυθμός της χώρας να είναι 3,5% και αρκετές χρονιές ο κρατικός
προϋπολογισμός να π
αρουσιάζει πρωτογενή
πλεονάσματα, και παρ’ όλα
αυτά το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από 63 δισεκ. ευρώ ή 98% του ΑΕΠ
,
να αναρριχηθεί σε 262,1 δισεκ. ευρώ ή 112,5% του
ΑΕΠ; Με τη μέθοδο της
δημιουργικής λογιστικής δεν είναι εφικτή η άσκηση αποτελεσματικής
οικονομικής πολιτικής.
Παραδόξως, η δημοσιονομική πολιτική των
χαλκευμένων στοιχείων υιοθετείται και σήμερα από τον κ. Στουρνάρα και το
επιτελείο του.
4
) Η συνταρ
ακτική
αύξηση των κρατικών χρεών και ελλειμμάτων κατά την
περίοδο 1980
-
2012, οφείλεται στην καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας
της ελληνικής οικονομίας και στην αναπόφευκτη επίτευξη χαμηλών
αναπτυξιακών ρυθμών. Το ποσοστό μεταβολής του ΑΕΠ σε σταθερές τι
μές
ανά απασχολούμενο, συνιστά ένα δείκτη που αντικατοπτρίζει το επίπεδο
παραγωγικότητας και άρα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μιας χώρας.
Όταν ο συγκεκριμένος δείκτης σημειώνει σημαντική διαχρονική άνοδο,
συνάγεται ότι το οικονομικό σύστημα χαρακτηρί
ζεται για το υψηλό επίπεδο
παραγωγικότητάς του. Από την εξέλιξη του οικονομικού βίου αποκομίζεται το
ιστορικό δίδαγμα ότι χώρες με υψηλά επίπεδα παραγωγικότητας, θεωρούνται
ότι έχουν πολύ ανταγωνιστικές οικονομίες. Η διαπίστωση ότι στη χώρα μας
την περίοδο
1980
-
2012, το πραγματικό ΑΕΠ ανά απασχολούμενο
αυξήθηκε

10
κατά μέσο όρο μόλις 0,7
% κάθε χρόνο, αντικατοπτρίζει το χαμηλό επίπεδο
παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
5
) Το φαινόμενο των δίδυμων ελλ
ειμμάτων
, που χαρακτηρίζει το σύ
γχρονο
νεοελληνικό κράτος, καθρεπτίζει την κατολίσθηση της ανταγωνιστικότητας της
εθνικής οικονομ
ίας.
Αξιοσημείωτο
είναι ότι την περίοδο 1980
-
2008
, το
ακαθάριστο
έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τ
ο
μέα από
-
2,7 εκτινάχτηκε σε
-
72,8
δις
ευρώ, με επακόλουθη τη
ν άνοδο του ελλείμματος του ισοζυγίου
τρεχουσών συν
αλλαγών από
-
1,6 σε
-
26,7 δις
ευρώ.
Αμφότερα τα ελλείμματα
τροφοδοτούν την αχαλίνωτη άνοδο του δημοσίου χρέους.
Χώρες σαν την
Ελλάδα, στις οποίες τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού και του
ισοζυγίου
εξωτερικών συναλλαγών παρουσιάζουν διαχρονική διεύρυνση,
εξαναγκάζονται να προσφεύγουν σε διεθνή δανεισμό, με συνέπεια την άνοδο
του εξωτερικού χρέους και την πολιτικοοικονομική τους εξάρτηση από τους
ξένους πιστωτές. Η δραστική μείωση αμφότερων των ελλει
μμάτων συνιστά το
πρωταρχικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας.
3. Επιτροπή Ειδημόνων για τον Προσδιορισμό του Χρέους
Ποιο είναι το πραγματικό μέγεθος του δημοσίου χρέους της Ελλάδος;
Απάντηση: Ούτε ο υπουργός οικονομικών δεν γνωρίζει το ακριβές επίπεδ
ο
του δημοσίου χρέους της χώρας
!
Πρόσφατα στοιχεία του υπουργείου
οικονομικών, αναφέρουν ότι στις 31.12.2012 και μετά την διεκπεραίωση του
δευτέρου κουρέματος, το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης διαμορφώθηκε σε
305,5 δις ευρώ (€).
Αν και το δεύτερο κούρεμα
συνέβαλε στην αισθητή πτώση
του κρατικού χρέους, ωστόσο το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης είναι
εμφανώς υψηλότερο από τα 280,3 δις €, που ήταν τον Μάρτιο 2012 μετά το
πρώτο κούρεμα. Η άνοδος του δημοσίου χρέους οφείλεται στην βαθύτατη
κρίση που διέρχεται η
εθνική μας οικονομία. Όσο η ύφεση της ελληνικής
οικονομίας θα διαιωνίζεται, τόσο ταχύτερη θα είναι η αύξηση του χρέους. Σε
καμία χώρα του κόσμου, το δημόσιο χρέος της δεν μπορεί να μειωθεί σε
συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης.
Εντούτοις, το απόλυτ
ο ύψος του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης κυμαίνεται
σήμερα γύρω στα 4
3
0 δις €. Πράγματι, με βάση τα επίσημα στοιχεία του
υπουργείου οικονομικών, η συνολική αξία των κρατικών ομολόγων

11
μακρόχρονης διάρκειας και των βραχυπρόθεσμων εντόκων γραμματίων,
υπολογ
ίζεται σε 230 δις €. Αν στο ποσό αυτό προστεθούν τα 201 δις €, που
αφορούν κυρίως δάνεια ληφθέντα από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης,
συνάγεται ότι το πραγματικό χρέος της κεντρικής κυβέρνησης εκτιμάται το
2012 σε 431 δις € ή 222,5% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Ε
γχώριο Προϊόν).
Γιατί όμως το υπουργείο οικονομικών θεωρεί ότι το 2012, το χρέος της
κεντρικής κυβέρνησης ανήλθε σε 305,5 και όχι σε 431 δις €; Η απάντηση είναι
ότι η διεύθυνση δημοσίου χρέους έχει προβεί στη σύναψη
swaps
(
συμφωνίες
ανταλλαγής), με συνέπει
α κρατικά ομόλογα ονομαστικής αξίας 128 δις € να
μην αθροίζονται στο δημόσιο χρέος. Τα
swaps
δίνουν τη δυνατότητα σε μια
χώρα, να μεταφέρει μέρος του δημοσίου χρέους της στο μέλλον, χωρίς όμως
το χρέος αυτό να καταγράφεται στο παρόν. Κατ’ αυτό τον τρόπο, τ
ο επίσημο
δημόσιο χρέος της Ελλάδος εμφανίζεται σήμερα τεχνηέντως μικρότερο κατά
αρκετές δεκάδες δις ευρώ. Ο κ. Στουρνάρας, ως στέλεχος του οικονομικού
επιτελείου των κυβερνήσεων Σημίτη κατά την περίοδο 1996
-
2002, γνωρίζει
πολύ καλά τις αλχημείες μείωσης
του χρέους, ώστε η χώρα μας με
πλασματικά στοιχεία το 2002 να εισέλθει στην ευρωζώνη.
Ωστόσο, μακάρι το χρέος της Ελλάδος να ήταν μόνο 431 δις €. Και τούτο,
γιατί στο επίσημο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης, δεν συνυπολογίζονται οι
υφιστάμενες εγγυήσεις του
ελληνικού δημοσίου 20 δις €, οι ληξιπρόθεσμες
οφειλές του κράτους 9 δις € και το χρέος των ΔΕΚΟ (Δημόσιες Επιχειρήσεις
και Οργανισμοί) 15 δις €. Ο συμψηφισμός των χρεών αυτών στο χρέος των
431 δις €, ανεβάζει το συνολικό δημόσιο χρέος της Ελλάδος το 2012
στα 475
δις € ή 245,2% του ΑΕΠ.
Δυστυχώς, τα βάσανα της καταχρεωμένης Ελλάδος
έχουν συνέχεια. Στο εθνικό χρέος μιας χώρας αθροίζεται και το χρέος του
εγχώριου τραπεζικού της συστήματος. Σύμφωνα με πηγές του ΔΝΤ (Διεθνές
Νομισματικό Ταμείο), το χρέος των εγ
χώριων τραπεζών εκτιμάται το 2012
τουλάχιστον σε 240 δις €. Άρα,
το εθνικό χρέος της Ελλάδος, δημόσιο και
ιδιωτ
ικό, υπολογίζεται το 2012 σε 715 δις € ή 369
% του ΑΕΠ
.
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις προκαλούν πολλά ερωτήματα. Ποια είναι η
ακριβής αξία των
swaps
πο
υ έχουν συναφθεί; Ποια είναι η δομή και η χρονική
διάρκεια των
swaps
; Ποιο είναι το αληθινό χρέος των φορέων του ευρύτερου
δημόσιου τομέα; Ποια είναι η ονομαστική αξία των κρατικών χρεογράφων,
που δεν καταγράφεται στο σημερινό δημόσιο χρέος; Ενδέχεται με τ
α

12
διαδοχικά κουρέματα του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης, ένα μέρος των
τραπεζικών χρεών να περνούν υπογείως στο δημόσιο χρέος; Η Τράπεζα της
Ελλάδος συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις σύναψης των
swaps
και αν ναι
ποιος είναι ο ρόλος της; Ποια είναι η αξία
των προμηθειών που συνοδεύουν
τα
swaps
και ποιοι
διεθνείς ή εγχώριοι φορείς τις καρπούνται;
Αυτά και άλλα φλέγοντα ερωτήματα, θα πρέπει να απαντηθούν από το
κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο. Και κυρίως το καίριο ερώτημα:
Ποιο είναι
το
πραγματικό
μέγεθος του δημοσίου χρέους της Ελλάδος
; Η απάντηση
στο συγκεκριμένο ερώτημα μπορεί να δοθεί μόνο από μια επιτροπή
ειδημόνων και όχι βέβαια από τους παρακεντέδες του υπουργείου
οικονομικών. Εννοείται ότι οι ειδήμονες που θα επιλεγούν δεν θα είναι
κομματικ
οί εγκάθετοι ή άτομα κατευθυνόμενα από κατεστημένα κέντρα
εξουσίας.
4
. Ανάπτυξη ή Αλυσιδωτές Πτωχεύσεις;
Η τωρινή οικονομική κρίση δεν έχει ιστορικό πρ
οηγούμενο. Την περίοδο
2008
-
2012
, η συνολική μείω
ση του πραγματικού ΑΕΠ ανήλθε
σε
-
2
1,7
%. Η
οπισθ
οδρόμηση του οικονομικού μας συστήματος την περίοδο 2008
-
2012,
προκάλεσε την εκτόξευση του αριθμού
των ανέργων από 377.900 σε
1.30
0.000 άτομα. Μετά το 2009 έχουν μεταναστεύσει από τη χώρα μας
τουλάχιστον 300.000 έλληνες πολίτες και ιδίως νέοι κάτω των 30
ετών. Αν οι
μετανάστες αθροίζονταν στο εργατικό δυναμικό, το πραγματικό ποσοστό
ανεργί
ας το 2012 θα προσέγγιζε
το 35
%.
Δυστυχώς και το 2013 ο αριθμός
των ανέργων θα σημειώσει περαιτέρω άνοδο.
Το κράμα της ασκούμενης μακροοικονομικής πολιτικής είναι
αναποτε
λεσματικό και συντ
ελεί στη διεύρυνση του υφέσιμου
ρήγματος.
Το
μέλλον της εθνικής οικονομίας είναι θολό.
Δεν είναι δυνατόν σε συνθήκες
παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, να αυξάνονται δυσανάλογα οι φόροι και
παράλληλα να μειώνονται οι μισθοί και οι συντάξε
ι
ς. Το ψαλίδισμα
του
διαθεσίμου εισοδήματος κατά
-
40% μετά το 2009,
συνέβαλε στην
εντυπωσιακή πτώση
της συνολικής ζήτησης και την τρομακτική πτώση του
ΑΕ
Π. Η αιμοσταγής φορο
λογική πολιτική και το πετσόκομμα
των
εισοδημάτων, στραγγαλίζουν νοικοκυριά και επι
χειρήσεις. Η μέση αστική τάξη

13
οδηγείται στη μιζέρια. Η εγκληματικότητα και η λαθρομετανάστευση ανθούν σε
συνθήκες κοινωνικής κατάπτωσης. Η
εισοδηματική πολιτική χρειάζεται να
επαναπροσδιοριστεί και θα πρέπει άμεσα να τεθεί σε αναπτυξιακές βάσεις.
Το ερώτη
μα που ανακύπτει είναι φλέγον και ζωτικής σημασίας για την
υπόσταση του ελληνισμού. Ποια είναι η προσφορότερη σ
τρατηγική
ανάπτυξης, για να εξέλθει
η
χώρα από την οικονομική κρίση
;
Η πατρίδα μας
χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, που οι πυλώνες του θα
στηρίζονται
σε υγιείς και άρτιους θεσμούς.
Η διεθνής εμπειρία διδάσκει ότι μια χώρα για
να επιτυγχάνει διαχρονικά υψηλούς αναπτυξιακούς ρυθμούς, θα πρέπει να
ικανοποιεί μια σειρά ποιοτικών και ποσοτικών στόχων.
Η εύρυθμη λειτουργία των κοινωνικών θεσμών,
η
αξιοποίηση
των
συγκριτικών πλεονεκτημάτων,
η
αύξηση των εξαγωγών, η θέσπιση
αποτελεσματικών αναπτυξιακών κινήτρων, η ενθάρρυνση της επιστημονικής
έρευνας, η ευέλικτη ο
ικονομική διπλωματία, η υψηλή
ποιότητα του εργατικού
δυναμικού, η προσέλκυση ξένων κεφ
αλαίων για την χρηματοδότηση
παραγωγικών επενδυτικών προγραμμ
άτων, η καταπολέμηση των άνομων
παραοικονομικών δραστηριοτήτων, η απλο
ποίηση των διαδικασιών
αδειοδότη
σης
των επιχειρήσεων,
η σταθερότητα του φορολογικού
συστήματος, η αξιοποίηση της γεωπολιτικής
θέσης της χώρας, η πάταξη της
πολιτικής και κρατικής διαφθοράς, η διαφάνεια στις συναλλαγές του κράτους
με τους πολίτες
, η υιοθέτηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας
και η
αποδοτική εκμετάλλευση του διαθέσιμου ορυκτού πλούτου, συνθέτουν τους
ποιοτικούς παρ
άγοντες, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην απογείωση της
οικονομίας της οποιαδήποτε χώρας.
Η άνοδος του βαθμού ανταγωνιστικότητας του οικονομικού συστήματος,
συνιστά τον θεμελιώδη παράγοντα που προσδιορίζει το επίπεδο των
αναπτυξιακών ρυθμών.
Η Ελλάδα συν
ιστά περίπτωση χώρας
,
η οποία
αδυνατεί να αξιοπο
ιήσει τα
συγκριτικά της πλεονεκτήματα
. Ταυτόχρονα,
με
την υιοθέτηση λανθασμένων μέτρων οι
κονομικής πολιτικής, υποβαθμίζεται
αντί να αναβαθμίζεται η ανταγωνιστική
θέση
της ελληνικής οικονομίας
στην
ευρωζώνη κα
ι
στη διεθνή οικονομία. Τα συγκριτικά πλεονεκτή
μα
τα
της
Ελ
λάδος εντοπίζονται κυρίως στις εναλλακτικές μορφές τουρισμού, στην
ναυτιλία, στον πολιτισμό, στην αγροτική οικονομία, στον ορυκτό πλούτο και

14
στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Οι δραστηριότητες αυ
τές μπορούν να
καταστούν το όχημα της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Για παράδειγμα, η πατρίδα μας συγκαταλέγεται στις 30 ανταγωνιστικότερες
χώρες του κόσμου στον τουρισμό και την ναυτιλία. Το 2012
οι εξαγωγές
τουριστικών και ναυτιλιακών
υπηρεσιών
ανήλθαν σε
23 δις ευρώ. Οι κλάδοι
του τουρισμού και της ναυτιλίας παράγουν το 22% του ΑΕΠ και συμβάλλουν
στο 20% της εγχώριας απασχόλησης.
Οι δραστηριότητες της ναυτιλίας και
ιδίως του τουρισμού, έχουν έντονες πολλαπλασια
στικές επιδράσεις σε
πολλούς κλάδους της εθνικ
ής
οικονομίας, όπως κατασκευές, βιομηχανία
τροφίμων και ποτών, χαλυβουργία, τσιμεντοβιομηχανία, μεταφορές, τράπεζες,
ασφάλιση, αναψυχή, εμπόριο, εστίαση, κ.λπ.
Με την εφαρμογή αποδοτικών μέτρων αναπτυξιακής πολιτικής, ο τουρισμός
και η ναυτιλία δύνανται να
βελτιώσουν το επίπεδο ανταγωνιστικότητάς τους
και οι εξαγωγές υπηρεσιών την επόμενη δεκα
πεντα
ετία να υπε
ρ
βούν
τα 70
δις ευρώ
.
Δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι εξαγωγές αποτελούν την
κινητήρια δύναμη της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η
προαγωγή της
ανταγω
νιστικότητας του τουρισμού και της ναυτιλίας,
εξαρτάται άμεσα από
την υιοθέτηση
διαφόρων μέτρων οικονομικής κα
ι κοινωνικής πολιτικής, που
άπτονται του συνόλου της ελληνικ
ής οικονομίας.
Η
δημιουργία ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος
και
η εξάλειψη των
επενδυτικών αντικινήτρων στους διάφορους οικονομικούς κλάδους, βέβαιο
είναι ότι θα βελτ
ιώσει την ανταγωνιστικότητα
των
εξωστρεφών
επιχειρήσ
εων.
Χώρες που αναπτύσσονται με γρήγορους ρυθμούς, διακρίνονται για τις
υψηλές εξαγωγικές τους επιδόσεις. Καμία χώρα
του πλανήτη δεν μπορεί να
καταστεί ανταγωνιστική, αν δεν καταφέρει να αυξάνει διαχρονικά τις εξαγωγές
της.
Αναμφίβολα, το εξαγωγικό εμπόριο θα πρέπει να αποτελέσει την
ατμομηχανή ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Η συμβολή των επιχειρήσεων στην επιτά
χυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας
είναι καθοριστικής σημασίας. Στους κλάδους δραστηριοποιούνται
επιχειρήσεις, με συνέπεια ο βαθμός ανταγωνιστικότητας των κλάδων, να
προσδιορίζεται από το επίπεδο ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Για να
καταστεί μια χώρ
α ανταγωνιστική, θα πρέπει να διαθέτει επιχειρήσεις με
αισθητή παρουσία στην διεθνή και την εγχώρια αγορά. Οι επιχειρήσεις

15
παράγουν τα αγαθά και τις υπηρεσίες. Άρα, η διεύρυνση της παραγωγικής
βάσης της οικονομίας, εξαρτάται από την δυνατότητα των επιχει
ρήσεων να
παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα.
Μ
ε έξυπνα και άρτια μελετημένα μέτρα αναπτυξιακής πολιτικής
,
θα πρέπει να
αξιοποιηθούν άμεσ
α ο υφιστάμενος ορυκτός πλούτος και
οι ανανε
ώσιμες
πηγές ενέργειας
, οι οποίες βρίσκονται σε αφθονία στον ελλαδικό χώρο.
Οι
ενεργειακοί πόροι της Ελλάδος συνιστούν τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα.
Η χώρα μας έχει ευοίωνες προοπτι
κές να καταστεί
εξαγωγέας ενεργειακών
πόρων.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της πράσινης ενέργειας, που
παράγεται από ενεργειακές καλλιέργειες. Αυτή
η εναλλακτική μορφή ενέργειας
μπορεί να αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς, συμβάλλοντας στην πρόοδο
του αγροτικού τομέα και ασκώντας ισχυρές πολλαπλασιαστικές επιδράσεις σε
αρκετούς κλάδους της εθνικής οικονομίας.
Αυτονόητο είναι ότι η μείωση του δημοσ
ίου χρέους, προϋποθέτει την
αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος και την
επίτευξη αξιόλογων αναπτυξιακών ρυθμών.
Η αξιοποίηση των συγκριτικών
πλεονεκτημάτων της χώρας,
η ενίσχυση των εξωστρεφών επιχειρήσεων και η
προσέλκυση άμεσ
ων επενδύσεων, σε συνδυασμό με τη βελτίωση της
λειτουργίας των κοινωνικών θεσμών,
δύνανται να συντελέσουν στην επίτευξη
ετήσιων αναπτυξιακών ρυθμών άνω το
υ 5%
.
Αν η εθνική οικονομία δεν μπει
δυναμικά σε πορεία ανάπτυξης, η χώρα μας θα αντιμετωπίσει το ενδ
εχόμενο
των αλυσιδωτών πτωχεύσεων.
Το υπερμέγεθες δημόσιο χρέος αφανίζει την παραγωγική βάση του
οικονομικού μας συστήματος.
Με μέσους ετή
σιους ρυθμούς ανάπτυξης
τουλάχιστον 5% κατά την επόμενη εικοσαετία,
επιλύεται ο γόρδιος δεσμός του
δημοσιονομικού μας
προβλήματος, χωρίς μνημονιακές συμβάσεις και
πολιτικές εξαρτήσεις από ξένους πάτρωνες.
Οι χώρες που έκαναν την
υπέρβαση και άλλαξαν τη ροή της οικονομικής ιστορίας, ήταν εκείνες που
αξιοποίησαν τα εγχώρια συγκριτικά πλεονεκτήματα και στήριξαν την
αναπτυξ
ιακή τους πολιτική στο τρίπτυχο
“νέες ιδέες
-
ανταγωνιστικότητα
-
εξαγωγές”.

16
5. Από
την Ελλήνων Πρωτοβουλία στο Νεοσύστατο Κόμμα
Η μακρόσυρτη οικονομική κρίση, αναζητά σε μεγάλο βαθμό τις ρίζες της,
στην απαξίωση των πολιτι
κών θεσμών. Τα πολιτικά κόμματα αποτελούν την
καρδιά του πολιτικού συστήματος. O θεσμικός εκσυγχρονισμός της ελληνικής
κοινωνίας, θα πρέπει να αρχίσει πρώτα από τα πολιτικά κόμματα.
Αν τα κόμματα που έρχονται στην εξουσία, δεν έχουν ενδιατρίψει με
μεθοδικ
ότητα στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της χώρας, δεν
έχουν δημιουργήσει το κατάλληλο στελεχιακό δυναμικό, το οποίο σε πρώτη
φάση θα επανδρώσει σε επιτελικό επίπεδο την κρατική μηχανή και δεν έχουν
διαμορφώσει μέσα από τα αρμόδια κομματικά τους όργα
να τα αποδοτικότερα
μέτρα πολιτικής, τότε πώς οι κυβερνήσεις που πηγάζουν από τα κόμματα, θα
δυνηθούν να επιλύσουν, τα διάφορα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας;
Πώς θα αναβαθμιστεί το εκπαιδευτικό μας σύστημα σε όλες του τις βαθμίδες,
αν τα κόμματα δεν έ
χουν ασχοληθεί συστηματικά, με τα δομικά προβλήματα
της ελληνικής παιδείας και δεν έχουν διατυπώσει ολοκληρωμένα μέτρα
πολιτικής, για τη θεραπεία των νόσων του εκπαιδευτικού μας συστήματος;
Η θεσμική ανεπάρκεια και η διάβρωση των κομματικών μηχανισμών, φέρ
ουν
μεγάλη ευθύνη για την κοινωνική, οικονομική, πολιτική και ηθική κρίση της
σημερινής Ελλάδος. Αν αρκεστούμε σε λαϊκές ρήσεις του τύπου, “οι άλλοι
φταίνε για όλα” ή “δεν πειράζει, υπάρχουν και χειρότερα”, για να
καθησυχάσουμε τη συνείδηση των φανατικών ο
παδών των κομμάτων, χωρίς
να δείξουμε το ανάλογο ενδιαφέρον για τον θεσμικό τους εκσυγχρονισμό, τότε
είμαστε άξιοι της μοίρας μας.
Aπό τα κόμματα προέρχονται τα στελέχη των κυβερνήσεων και οι
εκπρόσωποι του λαού, δηλαδή οι βουλευτές. Oι κυβερνήσεις ασκούν
την
εκτελεστική εξουσία και οι βουλευτές προωθούν το νομοθετικό έργο στο
Κοινοβούλιο. Άρα, τα κόμματα είναι το κλειδί των κοινωνικών, οικονομικών και
πολιτικών εξελίξεων του τόπου, καθώς τα άτομα που κάνουν πράξη το έργο
της εκτελεστικής και της νομοθετικ
ής εξουσίας, προέρχονται κυρίως από τους
κομματικούς μηχανισμούς.
Οι ανωτέρω εφιαλτικές διαπιστώσεις εγείρουν πληθώρα ερωτημάτων. Αν η
Ελλάδα εξαναγκαστεί σε επίσημη πτώχευση, ενδεχόμενο το οποίο, λόγω της
κλιμάκωσης της κυπριακής κρίσης και της αδιέξοδης
πολιτικής του τρίτου