28 Απρ 2013

Τάσος Θεοδωρόπουλος> Το ατόφιο σκυλάδικο είναι ναός κι όχι μπουρδέλο Βερσαλλιών χωρίς την σφραγίδα του υγειονομικού!



Μήπως οι διαφημίσεις με τους ιλουστρασιόν κ@@@λους, και τα talent show είναι πιο «σκυλάδικες» από τη Στανίση;....









Όχι, δεν έπαθα κάποια επιφοίτηση, ούτε βαφτίστηκα «ξαναγεννημένος χριστιανός». Εννοώ με τα παραπάνω, ότι δεν άλλαξα γνώμη όσον αφορά αυτά που έγραφα στο προηγούμενο άρθρο μου, για την «σκυλάδικη» εικόνα μιας χώρας μέσα από τη διαφήμιση των Jumbo. Εννοώντας τη συγχυσμένη, τη σχιζοφρενική. Γιατί το σκυλάδικο το ατόφιο, είναι ναός. Ο οποίος όμως απαιτεί διαδικασία μύησης.  Που με την ευκαιρία, να ξεκαθαρίσω ότι γελάω πάρα πολύ με τη σχιζοφρένεια του ίντερνετ και τις διαστάσεις που πήρε το θέμα. 20 χρόνια γραφιάς είμαι ο ρουφιάνος τέτοιο σουξέ δεν το είχα ματαδεί. Ούτε ότι ο Κολοκοτρώνης ήταν αδελφή (όχι δεν έχω στοιχεία) να έγραφα, δεν θα είχε γίνει τέτοιος χαμός.
Της πουτάνας τα μηνύματα και οι βρισιές κάτω από το post μου στο facebook. Mε τους μισούς να μην έχουν καν διαβάσει το άρθρο, είδαν τίτλο και μπήκαν να ξεχαρμανιάσουν όπως παλιά μπαίναμε στα τσοντάδικα. Ούτε οι Μανωλάδες, ούτε οι δολοφονικές γελοιότητες των πολιτικών, ούτε οι χρυσαυγίτικοι τσαμπουκάδες τέτοιο σουξέ. Για ένα κείμενο που έλεγε το αυτονόητο: Ότι με διαφημιστικούς όρους το κλιπάκι είναι άκρως επιτυχημένο γιατί δείχνει τη «σκυλάδικη» - συγχυσμένη εικόνα μιας χώρας. Και χωρίς καμία μομφή απέναντι στην Κατερινάρα, που ήταν και είναι ότι πιο αυθεντικό υπάρχει. Από κει και πέρα το σύστριγγλο. Γιατί το νεοέλληνα μπορείς να τον πηδήξεις και ασάλιωτα αν θες, και να του κάνεις την κόρη του πουτάνα λόγω χρεών, μην τολμήσεις όμως και του ασκήσεις κριτική σε τίποτα. Ούτε να διανοηθείς να αμφισβητήσεις τα πατροπαράδοτα κεκτημένα του. Που από πότε το λαϊκό το ατόφιο, το παραδοσιακό μεταμορφώθηκε σε εγκεφαλική τρικυμία, μικροαστική μεζονέτα και ντεκαπάζ ξεπλυμένο, αυτό δεν το κατάλαβα.
Μπήκανε μετά στο χορό και οι τηλεπουτάνες και οι παντός είδους σχολιαστές που μυρίστηκαν αίμα, άρχισαν τις περισπούδαστες αναλύσεις καλώντας την σαστισμένη Κατερίνα να μιλήσει για τις εναντίον τις επιθέσεις, και χάθηκε η μπάλα. Από ποιους; Από τους ίδιους τους φορείς του σκυλάδικου (του συγχυσμένου επαναλαμβάνω για να μην μπερδευόμαστε).

Τους πρωταγωνιστές των «Ciao» και «Μαο» που έχουν στροκλιαστεί τουλάχιστον δέκα φορές προσπαθώντας να ισορροπήσουν με δεκάποντη γόβα, ποζάροντας στους φωτογράφους στα Ματογιάννια στη Μύκονο. Αυτούς που με άλλοθι την λαμπερή σαλονάτη παρουσία τους, έκαναν το ελληνικό σκυλάδικο, μπουρδέλο Βερσαλλιών χωρίς καν την σφραγίδα του υγειονομικού.
Όλους αυτούς που μπροστά τους η διαφήμιση των Jumbo, είναι απλώς ένα έξυπνα στημένο, συνειδητά κακόγουστο αστείο. 

Γιατί μαντάμ, το πρόβλημα σου τελικά τώρα κατάλαβα ποιο είναι. Δεν είναι ότι σου προσέβαλα ιερά και όσια με την κριτική μου. Eίναι πως εσύ, εσύ που ενοχλήθηκες από την δηθενιά υποτίθεται απέναντι στο διαφημιστικό, είσαι η πρώτη και η καλύτερη που θα σχολιάσεις σαν κατίνα τον κήπο και την κόμμωση του γείτονα. Που θα μου βαφτείς σαν κέρινο ομοίωμα της μαντάμ Τισό και θα μου χτενιστείς Νεφερτίτη για να πας στην εκκλησία. Και που το όνειρό σου, είναι να πας στη Μύκονο, να πας και στο Μέγαρο, να πας και στην Ντενίση, να πας και στο νέο μιούζικαλ –σχολική παράσταση  του Φασουλή με τα σκηνικά να τρίζουν και τους ηθοποιούς να μην μπορούν να συντονίσουν χέρι πόδι, να πας και στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών για να παρακολουθήσεις γερμανική πρωτοπορία, μολονότι δεν ξέρεις καν ελληνικά. Όλα σε ένα νοικοκυρεμένα.

Από την Λίτσα Μπούλα, στην Επίδαυρο για τις «Βάκχες» (φέτος θα ‘χουν και Ρουβά στο ρόλο του Διονύσου αν και αμφιβάλλω πως ο Λιγνάδης θα τον αφήσει να πει τα σουξέ του. Βέβαια ποτέ δεν ξέρεις, Λιγνάδης είναι αυτός, μπορεί να του δώσει ένα ανκόρ για να τραγουδήσει τα «μακαρόνια με κιμά»). Όλα τσουβαλιασμένα. Προκειμένου να δεις από κοντά τους επώνυμους να έχεις να διηγείσαι αύριο στο σούπερ μάρκετ. Είσαι ακριβώς αυτή στην οποία απευθύνεται η άλλη, ακραία πιο «σκυλάδικη» κατηγορία διαφημίσεων. Αυτή με τους υπέροχους κώλους που πλατσουρίζουν σε πισίνες τουριστικών συγκροτημάτων πίνοντας φραπέδες και κοκτέιλ. Και το βλαχοκάγκουρα με τους κοιλιακούς φέτες που βάζει μέσα από τα μαγιό του χαρτομάντηλα στην παραλία για να φουσκώνει το «πακέτο» να καβλώσει και η σερβιτόρα.
Είσαι η χαροκαμένη στην οποία απεθύνονται όλες αυτές οι διαφημίσεις «υψηλής αισθητικής»  σε υπερπολυτελείς σουίτες και ξενοδοχεία, για να σε πείσουν πόσο άσχημη και δυστυχισμένη πρέπει να νοιώθεις.

Όχι μαντάμ, δεν είμαι εγώ ο ρατσιστής επειδή έγραψα σαρκαστικά για τα παχύσαρκα παιδιά της διαφήμισης των Jumbo. Ρατσιστής είναι αυτός που σε πυροβολεί με πειραγμένες από κομπιούτερ φωτογραφίες «θεϊκών» μοντέλων σε πόζες χλιδής για να σε πείσει να αγοράσεις τα προϊόντα του. Λέγοντας σου ούτε λίγο ούτε πολύ, αλλά μάλλον είσαι πολύ ηλίθια για να το καταλάβεις, ότι έτσι που είναι το σώμα σου, είσαι άχρηστη κι ένα σίχαμα και μόνο αν αγοράσεις τα τάδε προϊόντας της διαφήμισης θα έχεις λόγο ύπαρξης.

Που αν είχες μωρή τις αναλογίες της ανορεξικής μοντέλας που θέλουν να σε πείσουν ότι πρέπει να έχεις, και ζούσες μια κανονική ζωή που υποθέτω ότι ζεις, με εργασία, παιδιά, νοικοκυριό, τρέξιμο στο δρόμο, άγχος, με τέτοιες αναλογίες θα είχες λιποθυμήσει μέσα στο λεωφορείο στα μισά της διαδρομής από την εξάντληση.
Ρατσιστής είναι αυτός που θέλει να σε πείσει ότι το αφύσικο της διαφήμισης με τις χλίδες και τα κορμιά και τις πισίνες, είναι απολύτως φυσικό, ειδικά σε εποχή κρίσης που δεν έχεις να φας. Και σκυλού είσαι εσύ από τη στιγμή που αυτό ονειρεύεσαι να γίνεις, αντί να αγαπήσεις τον εαυτό σου και το σώμα σου όπως είναι και να ανοίξεις ένα βιβλίο. Που παίρνεις διακοποδάνεια για να πας στο Ντουμπάι. Τι να κάνεις στο Ντουμπάι μωρή;

Την Σουλεϊμάν με κεφαλόδεσμο στους 50 κελσίου χαζεύοντας βιτρίνες και περιμένοντας να σε γαμήσει κανείς σεϊχης; Την πασαλειμμένη με κρέμες και μέικ απ ντάλα τραβεστί, ντάλα καλοκαίρι, να τρέχει το πάστωμα από τις πούδρες στη μούρη σου σταγόνες σοβά σαν του οικοδόμου, κι εσύ παρ’ όλα αυτά να νομίζεις ότι είσαι γοητευτική γιατί  έτσι σου είπε η διαφήμιση;
Επιστρέφοντας σπίτι, κλεισμένη μέσα Σαββατο - Κυριακή βράδυ, αφού δεν έχεις λεφτά να πας πουθενά έξω, να μυρίσεις καλοκαίρι και ανθρώπινους ανθρώπους, παρακολουθώντας με θαμπό, ξεθωριασμένο, παραιτημένο από τη ζωή χαμόγελο, talent shows, που δεν ξέρεις καν να τα προφέρεις. Έλα όλες μαζί, για να προσπαθήσουμε να πούμε «Your face sounds familiar».

Ναι, «γιουρφασουντςφαμιλάρ», κάπως έτσι. Ναι κούκλα μου, αυτό με τις άνεργες ηθοποιούς (τι να κάνουν κι αυτές θα μου πεις, πρέπει να βγάλουν το ψωμί τους) που προσπαθούν να κάνουν μια δεύτερη καριέρα Ζαχαράτου με μιμήσεις, μπας και χρειαστεί ο Τάκης κομπάρσες να τις περιμαζέψει. Αυτό κι αν είναι σκυλάδικο. Το πρώτο talent show, που καλεί υποτιθέμενα ταλαντούχους ανθρώπους για να αποδείξει πόσο ατάλαντοι είναι.

Απέναντι σε μια κριτική επιτροπή που χαμογελάει ενθουσιασμένη ακόμα κι αν η μίμηση που είδε ήταν το «τα γκαβά τα πουλιά τα βρίσκει ο Θεός φωλιά». Σε ένα σκηνικό – όνειρο του νταβαντζή από την επαρχία που θέλει όταν ανοίξει μαγαζί με Βουλγάρες, έτσι να βγαίνουν οι Βουλγάρες στη σκηνή, από πόρτες που ανοιγοκλείνουν αυτόματα (με τους Πακιστανούς από πίσω από το σκηνικό να τις σέρνουν). Κι όλο αυτό να το ονομάζεις υπερπαραγωγή και διασκέδαση.
Δεν με πειράζει ούτε ο ιλουστρέ κώλος της πισίνας, ούτε ο Ρουβάς, ούτε αν γουστάρεις να μετατρέψεις τα μαλλιά σου σε φωλιά κολεόπτερων από την αλουσιά για να μη σου χαλάσει το χτένισμα του κομμωτηρίου. Με πειράζει η σύγχυση σου. Η παραίτηση σου από έναν ομορφότερο κόσμο και η υποκρισία σου. Θες σκυλάδικο; Πήγαινε και καφ’ τα όλα. Καψουροτραγούδα μου και παρέσυρε με κι εμένα στον νταλκά. Αλλά να ξέρεις κακομοίρα μου, αυτοί που γουστάρουν το παρανάλωμα της πίστας, και δεν φοβούνται να καούν, είναι περήφανοι γι αυτό και κουβαλάνε ακομπλεξάριστα και με περηφάνια τα σημάδια τους (Πιστεύω πως η Κατερινάρα ανήκει σε αυτούς).

Δεν ξεροσταλιάζουν έξω από τις βιτρίνες του Golden Hall, βλεφαρίζοντας ακριβές μπουτίκ με το ύφος του αυνάνα που παίρνει μάτι χωρίς να έχει να αγοράσει. Γιατί δεν τους νοιάζει. Αν γουστάρουν να δούνε αδελφές,  ή να πηδηχτούνε μαζί τους ξημερώνονται σε θεϊκά κωλάδικα κι όχι στο «Κλουβί με τις Τρελές» στο Παλλάς.  Κι άμα θέλουν να δούνε τον Ρουβά, πάνε και τον βλέπουν να κάνει τα κόλπα του τα ωραία με τους γοφούς και να τραγουδάει ποπάκια για να τον ευχαριστηθούν. Όχι ντυμένο με χλαμύδα.  Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο συμπαθέστατος Σάκης δεν μπορεί ή δεν πρέπει να ανέβει στην Επίδαυρο. Γιατί στην τελική, δήθεν δεν προκύπτει ο Σάκης, ή ο κάθε Σάκης. Δήθεν είσαι εσύ που δεν ξέρεις γιατί επιλέγεις αυτό που επιλέγεις και με τι συνέπεια το ακολουθείς. Με πρώτο και κύριο τη ζωή που ζεις. Γιατί τι να τον κάνεις τον τέλειο κώλο, αν η ζωή σου είναι κώλος στην τελική.

Mε αφορμή τον σάλο που προκάλεσε το επικό κείμενο του Τάσου Θεοδωρόπουλου για την διαφήμιση των Jumbo- Στανίση, το επαναλαμβάνουμε>










Όταν πρωτοείδα τη διαφήμιση των Jumbo με την Κατερίνα Στανίση ντυμένη κόκκινη τούρτα – λαμπατέρ πίστας, φρίκαρα. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Αυτό και μόνο θα έπρεπε να με υποψιάσει για την ιδιοφυία των δημιουργών της αλλά εγώ παρέμενα κολλημένος στην πρώτη ανάγνωση. Μια κουβέντα με ένα φίλο (για να μη στο παίζω και ιδιοφυής) μου άνοιξε αμέσως τα μάτια.
Απέναντι στην πιο τίμια καταγραφή της πραγματικότητας μιας χώρας. Πάσχα τσίκνα, παχύσαρκα παιδιά, κοιλαράδες γονείς, πλαστική καρέκλα, σκυλάδικα, χύμα φτηνό κρασί σε πλαστικά μπουκάλια και μαλλί κομμωτηρίου μαζί με φόρεμα τσαντίρι – Μπάκιγχαμ. Κι ένα τελευταίο πλάνο με ένα παλουκωμένο καμένο αρνί πάνω στο οποίο οι διαφημιστές μας εύχονται «Καλό Πάσχα». Είναι genius. Tίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Μέσα σε λιγότερο από ένα λεπτό, ολόκληρη η νεοελληνική ασχήμια, μετατρέπεται σε διαφημιστικό όνειρο του Αλμοντοβάρ με επιρροές από τον κοινωνικό ρεαλισμό. Από την πρώτη κι όλας σκηνή, με τους άντρες της οικογένειας να πασαλείβουν το αρνί για τη σούβλα και να φωνάζουν την πολεμική ιαχή «στα μπούτια στα μπούτια». Του αρνιού. Που θέλει περισσότερο πασάλειμμα στα μπούτια για να για να μην κάψει. Αρνί πουτάνα κονσομασιόν κανονικά δηλαδή, σε συνοικιακό σκυλάδικο με μορφή τσουρομαδημένου κήπου που έχει λιώσει το γκαζόν, και στην είσοδο του σπιτιού κρέμονται τα κρόσια του ινδιάνου. Την ώρα που από κει βγαίνει φορτωμένη με πιάτα μια δούλα νοικοκυρά, με καμένο από το πιστολάκι και το ντεκαπάζ μαλλί, σκάει ξαφνικά η θεά Κατερινάρα τραγουδώντας και  φορτωμένη σακούλες Jumbo. Με τα παχύσαρα να αναγκάζονται για μια φορά στη ζωή τους να κουνήσουν τον χοντρό κώλο τους και να τρέξουν για τα δώρα. Φωνάζοντας  «η νονά η νονά». Και με αργή κίνηση για να τονιστεί τόσο το προγούλι στα πεντάχρονα που κουνιέται στο χοροπήδημα όσο η συναισθηματικότητα της σκηνής την ώρα που η Στανίση ανοίγει τα χέρια  της σαν τον Ιησού του Ρίο για να αγκαλιάσει τα θρεφτάρια.

Για να κάτσουν όλοι μαζί μετά στις λευκές καρέκλες κήπου του γύφτου, με τη νονά στην κορυφή, τα αρσενικά με φανελάκι που τονίζει ερωτικά το πατσοκοίλι και τα θηλυκά με τη λάμψη πλύστρας από το ξεπάτωμα στην κουζίνα. Προκειμένου να γιορτάσουν την ανάσταση του Θεανθρώπου σε ένα τραπέζι στον κήπο, με αραδιασμένα πλαστικά μπουκάλια χύμα κρασί και πιάτα, σαν το παζάρι, να πιούνε και να φάνε μέχρι να ρευτούνε (αν και αυτό δυστυχώς δεν συμπεριλαμβάνεται στη διαφήμιση). Να πούνε σόκιν ανέκδοτα, και να αισθανθούν περήφανοι, επαρκείς και ευτυχισμένοι πιάνοντας κρυφά κάτω από το τραπέζι με τα λαδομένα από την πέτσα δάχτυλα τους, τον κώλο της γυναίκας του άλλου (ούτε αυτό δυστυχώς συμπεριλαμβάνεται).

Αυτή είναι η εικόνα της Ελλάδας και του Πάσχα των Ελλήνων Πάσχα. Όσο πιο γλαφυρά και τίμια μπορεί να αποτυπωθεί. Τόσο αλμοντοβάρ όσο και ρεαλιστική. Ούτε καν κιτς, απλά πραγματική. Ρώτησα αυτόν τον φίλο μου που ανέφερα στην αρχή κάνοντας το δικηγόρο του διαβόλου και επιμένοντας ακόμα στην αρχική μου αποστροφή πριν δω με καθαρά μάτια το διαφημιστικό: «Οκ, κι αν υποθέσουμε ότι όντως το διαφημιστικό είναι συνειδητό μέσα στην κακογουστιά του, σαν άποψη, και πάλι σε ποιον τελικά απευθύνεται; Στον λιπαρό και φρικαλέο τύπο του ελληναρά που απεικονίζει ή στο πιο ψαγμένο κοινό που μπορεί να το αποκωδικοποιήσει;» Για να μου απαντήσει πολύ απλά: «Μα εννοείται και στους δύο. Γι αυτό είναι απόλυτα επιτυχημένο σαν διαφήμιση. Οι μεν θα πάνε στα Jumbo γιατί αυτό ακριβώς το μοτίβο ζωής τους εκφράζει και θα αισθανθούν οικεία που τους το αναγνωρίζει η διαφήμιση σαν πρότυπο. Οι δε θα πάνε επειδή είναι ή αισθάνονται πως είναι διαφορετικοί από αυτούς, πιο σικάτοι, εξελιγμένοι και έξυπνοι, οπότε θα υποθέσουν με τη σειρά τους, πως γι αυτούς έγινε η διαφήμιση, για να τους κάνει να γελάσουν. Επομένως θα πάνε όλοι». Με αποστόμωσε. 

Σε μια χώρα σκυλάδικο, χωρίς καμία αισθητική που από μόνη της είναι στάση ηθικής. Με την πολιτική, να ακολουθεί αυτήν ακριβώς την τακτική: «Στα μπούτια στα μπούτια» κι «έρχεται η νονά». Ατάκα και περιεχόμενο, που καθιστά τη διαφήμιση των Jumbo μπούσουλα για μια επιτυχημένη αντιμνημονιακή επικοινωνιακή πολιτική  όποιου κυβερνητικού κόμματος θέλει να ξαναβγεί. Και θα ξαναβγεί. Με αγωνιστικό ύμνο τους ακραία πολιτικούς στίχους του τραγουδιού της Κατερίνας: «Πώς να έρθω στο σπίτι με τα χέρια μου άδεια, γι αυτό πήγα στα τζάμπο κι άδειασα όλα τα ράφια. Τη λαμπάδα σου baby, σου τη ‘φτιάξαν στιλίστες, σχέδιο της νονάς, επνευσμένο απ’ τις πίστες. Χωρίς τζάμπο να ζήσω, δεν μπορώ ούτε ώρα, η ζωή μου θα μοιάζει με τ’ αρνιού καλή ώρα.» Τώρα που το σκέφτομαι, και στον Τσίπρα μια χαρά ταιριάζει. Μοιάζει με Τζάμπο μόνος του.

*** ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο www.facebook.com/tazthebuzz ή στο www.twitter.com/klarinabourana. Κάντε LIKE στην επίσημη σελίδα του fb www.facebook.com/SigaikaProductions για να μαθαίνετε όσα χρειάζεστε, προκειμένου να καίτε τον εγκέφαλο (των άλλων) ή επικοινωνήστε με το terra_gelida@hotmail.com για μέιλ και υποθέσεις προσωπικής εκδίκησης.
http://www.kourdistoportocali.com/articles/20615.htm