Το ΙΟΒΕ «ανακάλυψε» βελτίωση οικονομικού
κλίματος τον μήνα που η αγορά δέχθηκε ένα πολύ σοβαρό πλήγμα, λόγω της
κρίσης εμπιστοσύνης που προκάλεσε το ναυάγιο της Κύπρου.
Οι καταναλωτές «χτυπάνε το κεφάλι τους» από ....την επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης και το ΙΟΒΕ δημιουργεί ειδυλλιακή εικόνα Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ, το οικονομικό κλίμα στην Ελλάδα βελτιώθηκε σημαντικά τον Μάρτιο καθώς ο σχετικός δείκτης ανήλθε στις 88,1 μονάδες (από 86,9 μονάδες τον Φεβρουάριο), που είναι και το υψηλότερο σημείο των 3,5 τελευταίων ετών.
Συγκεκριμένα, το ΙΟΒΕ διαπιστώνει βελτίωση των επιχειρηματικών προσδοκιών τον Μάρτιο στη βιομηχανία και το λιανικό εμπόριο, ενώ αντίθετα διακρίνει επιδείνωσή τους στις υπηρεσίες και περισσότερο στις κατασκευές.
Οσον, δε, αφορά την Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, το ΙΟΒΕ εκτιμά πως οι αρνητικές προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού εντείνονται ελαφρά, ενώ αντίθετα οι αντίστοιχες για την οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώνονται.
Τα τουλάχιστον αξιοπερίεργα αυτά πορίσματα της έρευνας το ΙΟΒΕ τα αποδίδει στη μείωση των πολύ μεγάλων αβεβαιοτήτων που χαρακτήριζαν την προηγούμενη χρονιά και στη βαθμιαία προσαρμογή της συμπεριφοράς των οικονομικών μονάδων, νοικοκυριών και επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα. Θεωρεί, δε, πως παρά τη συνεχή άνοδο της ανεργίας, που επιδρά δυσμενώς στη φοροδοτική ικανότητα και τους πόρους των ασφαλιστικών ταμείων ως την κοινωνική συνοχή, θετικά έχουν επιδράσει στις επιχειρηματικές και καταναλωτικές προσδοκίες οι αποπληρωμές μέρους των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, η κινητικότητα στον τομέα των επενδύσεων και η επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα.
Πρόκειται για μια εικόνα ειδυλλιακή και ουσιαστικά εξωπραγματική της ελληνικής επιχειρηματικής πραγματικότητας και προσδοκιών του Μαρτίου, την απόκλιση από την οποία διαισθανόμενο το ΙΟΒΕ φροντίζει να απαλύνει διευκρινίζοντας πως «το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας έχει πραγματοποιηθεί πριν απ’ τις αρνητικές εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων (ιδιαίτερα της Κύπρου), επομένως αβεβαιότητες που προέκυψαν έκτοτε ενδεχομένως να μην αποτυπώνονται στην παρούσα έρευνα».
Ομως οι αρνητικές εξελίξεις στην Κύπρο έγιναν εμφανείς μετά τις 10 Μαρτίου (οι φημολογίες υπήρχαν από τον Φεβρουάριο), όταν άλλαξε δραματικά και το οικονομικό κλίμα με σοβαρή κάμψη των πωλήσεων στη βιομηχανία και μικρότερη στο εμπόριο, σύμφωνα με πάρα πολλούς παράγοντες της αγοράς.
Οπότε το ερώτημα είναι γιατί οι αρνητικές και ποιοτικά σημαντικές εξελίξεις που αφορούν το 75% ή τουλάχιστον το 50% του Μαρτίου δεν καταγράφονται στην έκθεση του ΙΟΒΕ;
Πώς είναι δυνατόν οι καταναλωτές να βλέπουν επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης αλλά βελτίωση των προοπτικών της οικονομίας και συγχρόνως να αυξάνει ο ευρωσκεπτικισμός τους;
Πώς είναι δυνατόν να ανησυχούν για τις αποταμιεύσεις τους λόγω κυπριακής κρίσης και το ΙΟΒΕ να διαπιστώνει «ανάκαμψη στις υποτονικές προθέσεις για αποταμίευση το επόμενο 12μηνο» και συνέχεια στην επιστροφή των καταθέσεων στην οικονομία;
Πώς παρακάμπτει την επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στην Ευρωζώνη λόγω της μεγαλύτερης ύφεσης και να δέχεται ανεπιφύλακτα θετικές εξαγωγικές προβλέψεις για τους προσεχείς μήνες;
Αν το ΙΟΒΕ δεν παρακολουθεί το σύνολο των μηνιαίων προσδοκιών των οικονομικών παραγόντων αλλά μόνο αυτές του πρώτου μισού κάθε μήνα, τότε πόσο επαρκείς μπορεί να θεωρούνται οι μετρήσεις του και με ποια βεβαιότητα τις ερμηνεύει στο παραπάνω πνεύμα αισιοδοξίας;
Η έρευνα του ΙΟΒΕ δημιουργεί περισσότερα ερωτήματα απ’ όσα επιχειρεί να απαντήσει.