11 Μαΐ 2013

Η μεγάλη έρευνα: εσωτερική υποτίμηση και προστασία της τραπεζικής ελίτ

O χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής Πάνος Παναγιώτου διενήργησε μία μεγάλη έρευνα για τα γεγονότα και το παρασκήνιο που οδήγησαν την ελληνική οικονομία από την ένταξη στο Ευρώ στην σημερινή κατάσταση. Το tvxs.gr παρουσιάζει σε 4 μέρη ολόκληρη την...
έκθεση η οποία βασίζεται σε διεθνείς μελέτες και απόρρητα έγγραφα.  Διαβάστε τα  προηγούμενα μέρη τη έρευνας
11) 2013: Σοκ: Η Ελλάδα έχει πετύχει μόνο το μισό της εσωτερικής υποτίμησης που έχει στόχο το Μνημόνιο – Ακολουθεί άλλο τόσο – Τί δείχνουν δύο ανεξάρτητες εκθέσεις για το τί έρχεται στην Ελλάδα – Η επιβεβαίωση από τις τελευταίες εκθέσεις του ΔΝΤ
Από τα παραπάνω γεννάται το καίριο ερώτηµα πόσο ποσοστό εσωτερικής υποτίµησης από αυτό που επιδιώκεται µε τα Μνηµόνια έχει επιτευχθεί καιπόσο αποµένει ακόµη να επιβληθεί στην Ελλάδα.
Σύµφωνα µε δύο ανεξάρτητες εκθέσεις, η πρώτη από το ίδρυµα Open Europe στο Λονδίνο και η δεύτερη από το πανεπιστήµιο London School of Economics και το ίδρυµα CERP, η Ελλάδα µέχρι στιγµής έχει πετύχει µόλις το µισό της εσωτερικής υποτίµησης που επιθυµεί η Τρόικα και προβλέπεται στο Μνηµόνιο.
Σε συνοµιλία που είχα µε τον επικεφαλής της έρευνας για την έκθεση του Open Europe, Ραούλ Ρουπάρελ, µου είπε ρητά και κατηγορηµατικά ότι η Ελλάδα έχει να υποστεί από δω και πέρα ‘άλλο τόσο’ εσωτερική υποτίµηση όσο υπέστη µέχρι τα τέλη του 2012.
Πριν σκεφτεί, όµως, κανείς να αµφισβητήσει το πόρισµα των παραπάνω εκθέσεων, θα πρέπει να διαβάσει προσεκτικά τις εκθέσεις του ΔΝΤ του 2011 και του 2012 όπου γίνεται σταθερά αναφορά στην ανάγκη επίτευξης εσωτερικής υποτίµησης καθώς η πραγµατική σταθµισµένη συναλλαγµατική ισοτιµία παρέµενε επίµονα ανατιµηµένη στα πρώτα χρόνια της λιτότητας αλλά και τις εκθέσεις του ΔΝΤ που δηµοσιεύτηκαν µέχρι στιγµής στο 2013 όπου αναφέρεται ότι η εσωτερική υποτίµηση ‘τώρα αυξάνει ταχύτητα’ και πως ‘ισχυρότερη εσωτερική υποτίµηση βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη’.
12) Γιατί η πολιτική του Μνημονίου είναι καταστροφική – Γιατί η λογική της εξαντλητικής μείωσης μισθών δεν αποδίδει και είναι παρωχημένη – Πώς η πολιτική της Γερμανίας εξυπηρετεί τη διεθνή τραπεζική ελίτ και τους εμπόρους χρέους
Είναι, λοιπόν, δεδοµένο ότι για την Τρόικα η εσωτερική υποτίµηση και εποµένως η ύφεση και η αύξηση της ανεργίας πρέπει να συνεχιστούν µέχρι η Ελλάδα να θεωρείται ανταγωνιστική έναντι της Γερµανίας µέσα στην ευρωζώνη και κάτι τέτοιο συνεπάγεται περισσότερα µέτρα και µεγαλύτερη οικονοµική αποδυνάµωση των Ελλήνων, µε άµεσους ή έµµεσους τρόπους.
Έτσι, το γεγονός ότι µετά την πτώχευση του κράτους θα ακολουθήσει η φτώχεια των πολιτών, µπορεί να θεωρείται σίγουρο, τουλάχιστον για µία µεγάλη και συνεχώς αυξανόµενη µερίδα του ελληνικού πληθυσµού.
Το χειρότερο, όλων, όµως είναι πως όσο µεγάλη εσωτερική υποτίµηση και αν γίνει, όσο και αν µειωθούν οι µισθοί και οι συντάξεις και όσο και αν περικοπεί ο κατώτερος µισθός, η Ελλάδα ποτέ δε θα είναι ασφαλής ότι θα γίνει και θα παραµείνει διεθνώς ανταγωνιστική αφού µία αύξηση στην τιµή του ευρώ θα µεταφράζεται αυτόµατα σε µείωση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας και θα ακυρώνει τµήµα της εσωτερικής υποτίµησης που θα έχει συντελεστεί.
Για παράδειγµα τους τελευταίους µήνες ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός της Ιαπωνίας ακολουθεί µία πολιτική υποτίµησης του ιαπωνικού νοµίσµατος µε αποτέλεσµα τα ιαπωνικά προϊόντα να έχουν γίνει φθηνότερα κατά περίπου 21% από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά µε την Ιαπωνία να πετυχαίνει σε σε διάστηµα λίγων εβδοµάδων και χωρίς καθόλου ύφεση και ονοµαστική µείωση µισθών. Σχεδόν δύο φορές µεγαλύτερη υποτίµηση από αυτήν που πέτυχε η Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια µε την πολιτική
λιτότητας.
Οι υποτιµήσεις των εθνικών νοµισµάτων που αλλάζουν τις διεθνείς οικονοµικές ισορροπίες ήταν το κύριο θέµα της τελευταίας συνάντησης των ηγετών των G20 κρατών. Προκειµένου να ξεπεράσουν τις συνέπειες της διεθνούς κρίσης τόσο οι ΗΠΑ, όσο και η Ιαπωνία, η Κίνα, η Ινδία, η Βρετανία, ο Καναδάς κλπ έχουν υιοθετήσει πληθωριστικές πολιτικές νοµισµατικής χαλάρωσης και υποτίµησης των νοµισµάτων τους.
Αυτό συνεπάγεται πως προκειµένου να διατηρηθούν οι διεθνείς ισορροπίες και να συντηρηθεί ο πληθωρισµός σε χαµηλές τιµές θα πρέπει κάποιος να απορροφήσει τις πληθωριστικές πιέσεις επιτρέποντας στο νόµισµα του να ανατιµηθεί και επιβάλλοντας στην οικονοµία του αποπληθωριστική πολιτική λιτότητας. Ειδάλλως οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες δε θα µπορέσουν να διατηρήσουν την αξία των οµολόγων που έχουν πουλήσει στα κράτη καθώς ο διεθνής πληθωρισµός θα αρχίσει να µειώνει την αξία του χρέους και αυτό, όπως είναι προφανές, συµφέρει το δανειολήπτη και όχι το δανειστή.
Το µόνο νόµισµα αρκετά ισχυρό ώστε να µπορεί να παίξει τον ρόλο του διεθνούς σταθεροποιητή νοµισµατικών και πληθωριστικών ανισορροπιών είναι το ευρώ (δεύτερο αποθεµατικό νόµισµα µετά το δολάριο) και µε την πολιτική της η Γερµανία κάνει ακριβώς αυτό, εξυπηρετώντας, άθελα της ή µη, τα συµφέροντα όλων των υπολοίπων πλην των Ευρωπαίων.
Όµως ακόµη και αν το ευρώ έπαυε µε κάποιο µαγικό τρόπο να αποτελεί πρόβληµα και πάλι η εσωτερική υποτίµηση δε θα έλυνε τα προβλήµατα της Ελλάδας γιατί στηρίζεται στη λογική της µείωσης της τιµής προϊόντων και υπηρεσιών και όχι στη βελτίωση της ποιότητας τους. Και αυτή η λογική σε λίγα χρόνια θα είναι παρωχηµένη εξαιτίας της εκρηκτικής ανάπτυξης της βιοµηχανίας των ροµπότ.
Δεν είναι καθόλου συµπτωµατικό ότι για πρώτη φορά στο 2012 αµερικανικές εταιρίες που είχαν µεταφερθεί στην Κίνα επέστρεψαν στις ΗΠΑ καθώς ήδη σε κάποιους τοµείς της βιοµηχανίας και του εµπορίου το µηνιαίο κόστος συντήρησης ενός ροµπότ που αντικαθιστά πλήρως έναν εργάτη είναι µικρότερο από το µέσο µισθό ενός Κινέζου εργάτη. Η βιοµηχανία των ροµπότ απειλεί να καταργήσει ακόµη και πανεπιστηµιακά επαγγέλµατα µε τα τελευταία στοιχεία να είναι εντυπωσιακά ως προς την ταχύτητα της εξέλιξης της.
Όσο φθηνή λοιπόν και αν γίνει η εργασία στην Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει ριζικά και ουσιαστικά η οικονοµία της χωρίς προσήλωση στη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόµενων υπηρεσιών και προϊόντων.
Επίλογος – Συμπεράσματα
Εν κατακλείδι η πραγµατικότητα για το τί συνέβη στο παρελθόν και το τί διαδραµατίζεται σήµερα στην Ελλάδα είναι αρκετά διαφορετική από αυτήν που προβάλλεται. Όλοι οι πολιτικοί ηγέτες είχαν πλήρη γνώση των προβληµάτων της χώρας και επέλεξαν να ακολουθήσουν τις πολιτικές που τα ενέτειναν αντί να τα αµβλύνουν προκειµένου να εξυπηρετήσουν, πρωτίστως, τα δικά τους συµφέροντα, επιρρίπτοντας τις ευθύνες στους προηγούµενους και κληροδοτώντας το βάρος στους επόµενους.
Δεν υπάρχει καµία αµφιβολία πως, ασχέτως των κατά περίπτωση προθέσεων, η χώρα καταρρέει βάση σχεδίου και τα συµφέροντα που εξυπηρετούνται δεν είναι τα δικά της. Σίγουρα, ο ανελέητος βοµβαρδισµός της οικονοµίας και της κοινωνίας θα εξαλείψει και κάποια από τα χρόνια αποστήµατα που τη βασανίζουν. Αλλά στην εποχή των ευφυών όπλων µοιάζει παρανοϊκό, τραγικό και βάρβαρο να υποστηρίζει κανείς ότι πρέπει να ισοπεδώσει µία χώρα µε τη ρίψη πυρηνικών βοµβών επειδή είναι ανίκανος να πετύχει µε άλλον τρόπο τους στόχους του.
Αν η πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία µας έχει διδάξει κάτι αυτό είναι ότι προκειµένου να προχωρήσει το σχέδιο πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης η Γερµανία χρειάζεται τη βοήθεια κρίσεων που θα οδηγήσουν το κόστος δανεισµού στα ύψη ώστε να πιεστούν τα κράτη να αποδεχτούν τους όρους της µε αντάλλαγµα τη διάσωση τους και την παραµονή τους στο ευρώ. Και αν ρίξουµε µία µατιά στις σηµερινές τιµές των επιτοκίων των κρατικών οµολόγων των χωρών υπό αµφισβήτηση θα διαπιστώσουµε ότι είναι πολύ χαµηλές για να ευνοήσουν την προώθηση των γερµανικών σχεδίων.
Δεν πρέπει, εποµένως, να αποκλείσουµε ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον άλλο ένα ξέσπασµα της ευρωπαϊκής κρίσης για να προωθηθούν τα γερµανογαλλικά σχέδια και αν αυτό συµβεί δε θα πρέπει να είναι η Ελλάδα αυτή που θα βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο της ακριβώς µε τη δικαιολογία ότι απέτυχε η εφαρµογή των όρων του Μνηµονίου.
Η Ελλάδα, λοιπόν, χρειάζεται το συντοµότερο µία νέα συµφωνία, αφενός µε τους πολίτες και αφετέρου µε τους εταίρους της, Ευρωπαίους ή µη, η οποία θα πρέπει να έχει βραχυπρόθεσµους και ρεαλιστικούς στόχους και ουσιαστική και µακροπρόθεσµη προοπτική. Εναλλακτικές πολιτικές για την έξοδο απ’ την κρίση υπάρχουν και σίγουρα δεν βασίζονται σε µία προσπάθεια αέναης εσωτερικής υποτίµησης µε την ψευδαίσθηση ότι µέσω του εκµηδενισµού του κόστους εργασίας, προκειµένου να αποκατασταθεί
το έλλειµµα στην ανταγωνιστικότητα και µέσω µίας µορφής επαιτείας, προκειµένου να καλυφθούν τα πάσης φύσεως οικονοµικά ελλείµµατα, θα λυθούν τα προβλήµατα της χώρας. Η Ελλάδα αξίζει ένα πολύ καλύτερο σχέδιο απ’ αυτό.
 http://papaioannou-giannis.net