Από τον Κώστα Ράπτη
Το περιώνυμο “τρίγωνο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ” είναι...
εγγεγραμμένο σε ένα σαφώς πιο περίπλοκο γεωμετρικό σχήμα. Ένα σχήμα του οποίου οι πολυάριθμες “γωνίες” περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την Τουρκία, την Αίγυπτο, τη Ρωσία, το Ιράν και βέβαια τις ΗΠΑ.

Η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου είναι το ορατό υλικό έπαθλο που ωθεί στην παγίωση της συνεργασίας των τριών πλευρών. Όμως το μεγαλύτερο στοίχημα, όχι μόνο για τους άμεσα εμπλεκόμενους, αφορά την προβολή του “τριγώνου” ως “άξονα σταθερότητας” σε έναν άκρως αποσταθεροποιημένο περίγυρο. Γεγονός που συνεπάγεται ότι και το ίδιο το “τρίγωνο” θα πρέπει να σταθεροποιηθεί: αυτό αφορά είτε την εσωτερική του πολιτική δυναμική, που στην Ελλάδα της κρίσης κινδύνευε με την Χρυσή Αυγή να εκτροχιασθεί προς αχαρτογράφητες ατραπούς, είτε γεωπολιτικές εκκρεμότητες ετών, όπως η ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση (πρβ. τον διεξαγόμενο 9ο γύρο απευθείας συνομιλιών Ισραηλινών-Παλαιστινίων, με αμερικανική μεσολάβηση) και το Κυπριακό.


Για το ίδιο το Ισραήλ η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της θαλάσσιας δικαιοδοσίας του δεν είναι μόνο ένας τρόπος να εξασφαλίσει (με το 40% του παραγόμενου φυσικού αερίου το οποίο θα καταναλώνεται εγχωρίως) ένα μέλλον ενεργειακής αυτάρκειας -σε μια περίοδο η τροφοδοσία από την Αίγυπτο έχει καταστεί επισφαλής λόγω των αλλεπάλληλων βομβιστικών επιθέσεων στο αγωγό που διασχίζει τη Χερσόνησο του Σινά. Είναι και ένας τρόπος να αναβαθμιστεί γεωπολιτικά ως εναλλακτικός τροφοδότης της Γηραιάς Ηπείρου, προς μεγάλη ικανοποίηση της Ουάσιγκτον η οποία θεωρεί την (μερική) απεξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς από τη Gazprom ως πρώτιστη προτεραιότητα. Αν επαληθευθούν οι εκτιμήσεις ότι συνολικά οι υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου μπορούν να καλύψουν το 50% των ενεργειακών αναγκών της Ευρώπης (αποστερώντας αντίστοιχο μερίδιο αγοράς από τους Ρώσους προμηθευτές και ανακόπτοντας την έφεση του Βερολίνου για μονομερείς κινήσεις στην ενεργειακή σκακιέρα) το μέγεθος του διακυβεύματος καθίσταται προφανές. Επ΄ αυτού, ο ρόλος Αθήνας και Λευκωσίας μπορεί να είναι, με δεδομένη την απομόνωση του Ισραήλ από τον αραβικό περίγυρο, κρίσιμος.

Ωστόσο, εκεί που η Ελλάδα της κρίσης αντικρίζει στο πρόσωπο των ισραηλινών συνομιλητών της κυρίως πιθανές οικονομικές ευκαιρίες, από την πλευρά του Ισραήλ δεν λησμονείται ποτέ η σημασία του “ελληνικού οικοπέδου” από την άποψη της ασφάλειας. Το υπογραμμίζουν αυτό οι κοινές αεροναυτικές ασκήσεις που ξεκινούν σήμερα Τετάρτη εντός του FIR Αθηνών, με τη συμμετοχή μαχητικών F-15 και F-16, καθώς και αυτές που θα ακολουθήσουν στις 19 Οκτωβρίου στην περιοχή της Δυτικής Πελοποννήσου. Με αυτή την έννοια, η επίσκεψη Αβραμόπουλου στο Ισραήλ στα τέλη του μηνός είναι εξίσου σημαντική με την πολυάνθρωπη αποστολή που συνόδευσε τον Αντώνη Σαμαρά. 

Στο φόντο “μετακινήσεων τεκτονικών πλακών” στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής, το Ισραήλ προσπαθεί να αναπροσανατολισθεί μετά την διπλή έκπληξη που αποτέλεσε αφενός το ξέσπασμα της “Αραβικής Άνοιξης” και αφετέρου η αλλαγή γραμμής της Ουάσιγκτον, όπως αυτή αποτυπώθηκε στη ρωσο-αμερικανική συμφωνία για το συριακό χημικό οπλοστάσιο αλλά και τα πρώτα ανοίγματα προς την νέα κυβέρνηση Ροχανί στο Ιράν. Και μπορεί μεν τα “χειρότερα” για το Ισραήλ να αποτράπηκαν, με την επάνοδο της Αιγύπτου σε “τροχιά” μετά το πραξικόπημα του στρατηγού Σίσι, όμως η εμμονή του Βενιαμίν Νετανιάχου με την “ιρανική απειλή” δεν κατευνάσθηκε μετά τη συνάντηση του Ισραηλινού πρωθυπουργού με τον Barack Obama στις 30 Σεπτεμβρίου. Για την ισραηλινή κυβέρνηση η πρόκληση δεν περιορίζεται στους όποιους προβαλλόμενους κινδύνους ασφαλείας, αλλά αφορά τη διατήρηση ενός status quo που διαμορφώθηκε από τη δεκαετία του ΄70 και αφορά την “αποκλειστικότητα” της σχέσης του Ισραήλ με τις ΗΠΑ ως μοναδικό επικυρίαρχο της περιοχής.

Εξ ού και η συνάντηση Σαμαρά-Νετανιάχου εντάσσεται και στο πλαίσιο του lobbying του ισραηλινού πρωθυπουργού προς τα (μικρότερα κυρίως) κράτη-μέλη της Ε.Ε., την ώρα λ.χ. που η Βρετανία δρομολογεί την αποκατάσταση των διπλωματικών της σχέσεων με το Ιράν. Δεν έχει διαφύγει της προσοχής των ισραηλινών ιθυνόντων το γεγονός ότι η Ελλάδα, επικαλούμενη το νέο κλίμα που διαμορφώνεται, εντάσσεται στην ομάδα των κρατών που ζητούν “να δοθεί χρόνος” στην κυβέρνηση Ροχανί – πόσω μάλλον που οι κυρώσεις προς το Ιράν έχουν πλήξει την ελληνική οικονομία.

Όμως η συζήτηση περί “τριγώνου Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ” (όπως και του έτερου τριγώνου που διαμορφώνεται ανάμεσα στην Αθήνα, τη Λευκωσία και το νέο καθεστώς της Αιγύπτου) δεν μπορεί να είναι πλήρης χωρίς αναφορά στον “παράγοντα Τουρκία”. Επ΄ αυτού, μένει να φανεί σε ποιό βαθμό θα μείνει η Άγκυρα απαθής σε (άλλη μία!) εξέλιξη που δείχνει να την προσπερνά. Υπενθυμίζεται ότι έξι μήνες μετά την τηλεφωνική “συγγνώμη” Netanyahu στον Erdogan (με προξενητή τον Barack Obama) για την επιδρομή στο πλοίο Mavi Maramara, η ομαλοποίηση των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων δεν έχει επέλθει, με την Άγκυρα να εξακολουθεί να ασκεί βέτο σε οποιαδήποτε συνεργασία του ΝΑΤΟ με το εβραϊκό κράτος και με τον Τούρκο πρόεδρο Abdullah Gul να εικονογραφεί το συνεχιζόμενο παζάρι δηλώνοντας στην ισραηλινή εφημερίδα Yedioth Ahronoth ότι “η συγγνώμη ήρθε πολύ αργά”. (Το ότι η ισραηλινή επιδρομή στο Mavi Maramara εκδηλώθηκε στα διεθνή ύδατα της Ανατολικής Μεσογείου εξηγεί βέβαια πολύ περισσότερα για την “ευαισθησία” της Άγκυρας, απ΄ ό,τι η αλληλεγγύη προς τους Παλαιστινίους της Γάζας...).

Την ίδια στιγμή, η τουρκική πλευρά έχει απομείνει μόνη με τις μοναρχίες του Κόλπου να επιμένει στην αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό -μέχρι του σημείου ο Tayyip Erdogan να καταγγέλλει τους επαίνους του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών John Kerry για την συνεργασία του Assad στο σχέδιο καταστροφής του συριακού χημικού οπλοστασίου.

Ωστόσο, η Άγκυρα αντιμετωπίζεται με ολοένα και μεγαλύτερη καχυποψία από την Δύση: αρκεί να σημειώσει κανείς τις δημόσιες διαβεβαιώσεις του Ahmet Davutoglu ότι η χώρα του δεν υποθάλπτει τζιχαντιστές αντάρτες στη Συρία, αλλά και τις ανησυχίες του γ.γ. του ΝΑΤΟ Anders Fogh Rassmussen για την πρόθεση της Τουρκίας να παραγγείλει κινεζικά αντιπυραυλικά συστήματα.

Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν, πάντως, ότι στα θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, με πρώτο το Κυπριακό, η Τουρκία θα παρακαμφθεί – πόσω μάλλον όταν ο προσανατολισμός του “διεθνούς παράγοντα” σε μια λύση διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας είναι δεδομένος.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι αμερικανικές παροτρύνσεις για επίλυση του Κυπριακού διατυπώθηκαν ήδη μία φορά δια στόματος Obama στον Α. Σαμαρά τον Αύγουστο και δεύτερη φορά από τον αντιπρόεδρο Biden στον Νίκο Αναστασιάδη τον περασμένο μήνα.


Ούτε είναι τυχαίο ότι το επόμενο ραντεβού στη διπλωματική ατζέντα του Έλληνα πρωθυπουργού μετά την επιστροφή του από το Ισραήλ είναι αυτό με τον Κύπριο πρόεδρο στην Αθήνα την Παρασκευή. Ο Νίκος Αναστασιάδης, ο οποίος ήδη στη Νέα Υόρκη φέρεται να δέχθηκε τις παρατηρήσεις του γ.γ. του ΟΗΕ ότι “η διεθνής κοινότητα κουράστηκε με το Κυπριακό που τον Μάρτιο 1964 συμπληρώνει 50 χρόνια”, έλαβε την Δευτέρα την ενθάρρυνση του Αμερικανού υφυπουργού Εξωτερικών Eric Rubin για μιαν επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό. Ως γνωστόν ο Κύπριος πρόεδρος έχει προτείνει μια δέσμη μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης (με κορυφαίο αυτό της επιστροφής της Αμμοχώστου), αλλά και μια νέα μεθοδολογία “χιαστών” επαφών της ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής πλευράς με την Τουρκία και την Ελλάδα αντίστοιχα. Κατά το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων στη συνάντηση Rubin-Αναστασιάδη “συζητήθηκαν και θέματα που αφορούν τις ευρύτερες συμμαχίες στην περιοχή σε ό,τι αφορά τον τομέα της ενέργειας, στο πλαίσιο και του σταθεροποιητικού ρόλου της Κύπρου στην περιοχή της Μέσης Ανατολής”.


Πηγή:www.capital.gr