9 Ιαν 2014

Βαριά καταγγελία από τον Απ. Κακλαμάνη: Ο Χρυσοχοΐδης εξυπηρετεί τα συμφέροντα της «διακομματικής» ομάδας συνδικαλιστών του ΤΕΕ!

Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και πρώην πρόεδρος της Βουλής Απ. Κακλαμάνης δήλωσε τα εξής:  
Η προγραμματική συμφωνία ΝΔ – ΠΑΣΟΚ στη βάση της οποίας στηρίζω με την ψήφο μου την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, προβλέπει ότι «βάση και επίκεντρο της...
κυβερνητικής συνεργασίας είναι η Βουλή και οι κοινοβουλευτικές ομάδες των δύο κομμάτων, η έγκαιρη και πλήρης ενημέρωση των βουλευτών και η ουσιαστική συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της κυβερνητικής πολιτικής, ο σεβασμός των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και η ουσιαστική επαφή με την κοινωνία» ως «αυτονόητες και κρίσιμες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του προγραμματικού πλαισίου και την επιτυχή ολοκλήρωση του κυβερνητικού έργου».
Συνεπώς, η εποχή που οποιοσδήποτε υπουργός αγνοούσε, αιφνιδίαζε ή και εξεβίαζε, ουσιαστικά, τη Βουλή, θέτοντας την πλειοψηφία της προ του διλήμματος να αποδεχθεί προσωπικές και αδιαφανείς επιλογές ή ν’ αξιοποιείται για την παραπλάνηση της κοινής γνώμης η μη «συμμορφούμενη προς τας υποδείξεις του» στάση από μέρους των βουλευτών ως «κυβερνητική αστάθεια» ή «ενδοκομματική σύγκρουση» πρέπει να παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Αυτές οι πρακτικές έβλαψαν τη χώρα γιατί οδήγησαν στην «ενός ανδρός αρχή» και την αντιδημοκρατική λειτουργία των κομμάτων με την «κομματική πειθαρχία» ακόμη και σε θέματα αρχής, καθώς και στην απαξίωση της Βουλής και του ρόλου του βουλευτή ως αντιπροσώπου του έθνους που οφείλει να λειτουργεί κατά συνείδηση.
Ο υπουργός Υποδομών κ. Χρυσοχοΐδης, παραβιάζοντας την προγραμματική κυβερνητική συμφωνία, χωρίς να ενημερώσει καν και αιφνιδιάζοντας τις κοινοβουλευτικές ομάδες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ενέταξε στο νομοσχέδιο για την «Αρχή Συντονισμού Πτήσεων», παραβιάζοντας και το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, άσχετες προς αυτό διατάξεις μείζονος σημασίας που απαιτούν χωριστό νομοσχέδιο, τις οποίες συμφώνησε με τον απερχόμενο πρόεδρο του ΤΕΕ εν όψει των προ μηνός εκλογών νέας διοίκησης, εν αγνοία, μάλιστα και του αρμόδιου για το υπό συζήτηση νομοσχέδιο υφυπουργού Μεταφορών κ. Μιχ. Παπαδόπουλου, ο οποίος ως εισηγητής της ΝΔ είχε εισηγηθεί την απόρριψή τους όταν είχαν επανυποβληθεί στη Βουλή επί κυβέρνησης Παπαδήμου και ο οποίος συνεχίζει να διαφωνεί με αυτές.
Γιατί, όμως και επί κυβέρνησης Παπαδήμου η Βουλή σύσσωμη και τώρα οι πάντες, σχεδόν, αποκρούουν αυτές τις ρυθμίσεις ως σκανδαλώδεις;
Απλούστατα, γιατί εξυπηρετούν τις επιδιώξεις μιας «διακομματικής» ομάδας συνδικαλιστών του ΤΕΕ που αναπαράγεται επί έτη στη διοίκησή του και ενώ υποτίθεται ότι εκπροσωπούν τις 100.000 και πλέον των μελών του, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων άνεργοι ή υποαπασχολούμενοι αδυνατούν να καταβάλουν επί πολλούς μήνες ακόμη και τις ασφαλιστικές τους εισφορές στο άλλοτε ΤΣΜΕΔΕ, «αγωνίζεται» η ομάδα αυτή να περάσει υπό τον έλεγχό της ο έλεγχος και η πιστοποίηση του συνόλου του τεχνικού κόσμου και, το σημαντικότερο, ο έλεγχος των τιμών της αγοράς υλικών και αμοιβών και η διαμόρφωση των τιμολογίων και ΤΕΛΙΚΩΣ του κόστους των μελετών και της παραγωγής, εν γένει, των δημοσίων και ιδιωτικών έργων. Τούτο όμως ωφελεί τα μεγάλα μελετητικά γραφεία και κατασκευαστικές εταιρείες - ο σύνδεσμός τους είναι ο μόνος φορέας που με ανακοίνωσή του συμφωνεί με τον κ. Υπουργό! - εις βάρος της εθνικής οικονομίας, του Π.Δ.Ε., των «πακέτων» της Ε.Ε. και του απλού πολίτη, στον οποίο μετακυλίεται το διογκούμενο κόστος των έργων στην Ελλάδα που υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Πρέπει να προστεθεί ότι για ανάλογες πρακτικές καθορισμού κόστους των έργων έχει καταδικαστεί το ΤΕΕ σαν καρτέλ επιχειρήσεων από την Επιτροπή Ανταγωνισμού για παράβαση της ελληνικής και κοινοτικής νομοθεσίας και ασκήθηκε ποινική δίωξη στη διοίκησή του.
Δεν έχω καμία διάθεση «κόντρας» με τον κ. Χρυσοχοΐδη με τον οποίο επιθυμώ να διατηρώ θετικές προσωπικές σχέσεις αλλά «φίλος μεν ο Μιχάλης, φιλτάτη όμως η αλήθεια» και η εντολή που έχω ως βουλευτής.
Η διαφωνία μου αφορά το δημόσιο συμφέρον και τον σεβασμό που οφείλει η εκάστοτε κυβέρνηση προς τους αντιπροσώπους του λαού, στη Βουλή των Ελλήνων στην οποία η κοινή γνώμη «χρεώνει», συχνά, ευθύνες, πολύ πέραν εκείνων που κάθε μέλος της χωριστά πρέπει να εξετάζεται, αν έχει ή δεν έχει, αντί να εφαρμόζεται εις βάρος όλων η φασιστική λογική της «συλλογικής ευθύνης» που αποβαίνει τελικώς εις βάρος του τόπου και των δημοκρατικών του θεσμών.