...ΔΕΙΤΕ ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΚΑΙ ΠΟΣΟ ΜΑΣ ΚΟΣΤΙΣΕ...
Σε πανεπιστημιακό καρδιοχειρουργό επιδικάστηκε αποζημίωση μαμούθ ύψους 250.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη από το Ελληνικό Δημόσιο ...
και το Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά το Συμβούλιο της Επικρατείας την θεώρησε υπερβολικά μεγάλη και είπε να επαναπροσδιοριστεί και πάλι το ύψος της.
Έλληνας πανεπιστημιακός καρδιοχειρουργός αναγνωρισμένου κύρους, έκανε το λάθος να υποκύψει στο κέλευσμα των σειρήνων από την μητέρα πατρίδα και να εγκαταλείψει την ομολογουμένως επιτυχημένη επιστημονική του καριέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προκειμένου να γίνει καθηγητής σε υπό ίδρυση πανεπιστημιακή κλινική καρδιοχειρουργικής στην Ελλάδα.
Όμως, οι σειρήνες τον ξεγέλασαν οικτρά και αποδείχθηκε ότι όσα του έταξαν ήταν άνθρακας. Η νέα πανεπιστημιακή κλινική ιδρύθηκε, εκείνος έγινε τακτικός καθηγητής στην πατρίδα του, αλλά η κλινική ουδέποτε λειτούργησε. Μετά από επτά χρόνια αναμονής και προσδοκιών (Ιούλιος 1994 έως 29 Μαΐου 2001) παραιτήθηκε και επέστρεψε πάλι στις ΗΠΑ.
Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδικότητα γενικής χειρουργικής θώρακος και αγγειοχειρουργικής μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Εκεί εργάστηκε στο νοσοκομείο Methodist του Χιούστον και σε διάφορα Πανεπιστημιακά νοσοκομεία (Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, Medical College of Wisconsin και Baylor College ofMedicine), ενώ παράλληλα συμμετείχε σε ερευνητικά προγράμματα του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και του ιδρύματος τεχνολογίας της Μασαχουσέτης. Ακόμη δίδασκε στο Baylor College of Medicine του Χιούστον και στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ενώ αναρίθμητες είναι οι επιστημονικές μελέτες και διαλέξεις.
Τον Ιούνιο του 1992 η γενική συνέλευση του τμήματος ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών αποφάσισε την ίδρυση καρδιοχειρουργικής κλινικής στο τμήμα ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ένα μήνα αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1992, η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών προκήρυξε μια θέση διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού στη βαθμίδα καθηγητή με γνωστικό αντικείμενο την καρδιακή χειρουργική.
Ο γιατρός κλήθηκε να έρθει στην χώρα του για να καταλάβει την συγκεκριμένη πανεπιστημιακή θέση.
Έτσι το δεύτερο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου 1993 ο υπουργός Παιδείας προκήρυξε την επίμαχη θέση και ο επίμαχος γιατρός εξελέγη τακτικός καθηγητής.
Θυσίασε, όπως αναφέρεται στην δικαστική απόφαση, τις επαγγελματικές κατακτήσεις του στο εξωτερικό, τη σταθερότητα της οικογενειακής και κοινωνικής του ζωής και ήρθε στην Ελλάδα και στις 29 Αυγούστου 1995 ορκίστηκε καθηγητής.
Τον Απρίλιο του 1998 με απόφαση του υπουργού Παιδείας η επίμαχη κλινική εγκαταστάθηκε στο Κοργιαλένειο – Μπενάκειο Νοσοκομείο και με νεότερη απόφαση της Ιατρικής Σχολής ο εν λόγω καθηγητής διορίστηκε διευθυντής.
Όμως, παρά την ίδρυση και εγκατάσταση της καρδιοχειρουργικής κλινικής, αυτή ουδέποτε λειτούργησε. Μάλιστα μέχρι την ημέρα της παραίτησης του που έγινε στις 29 Μαΐου 2001 δεν είχε γίνει καμία προμήθεια του αναγκαίου ιατρικού και λοιπού εξοπλισμού, αλλά ούτε και πρόσληψη προσωπικού.
Πριν ο καθηγητής οδηγηθεί σε παραίτηση έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια και έστειλε επιστολές στον Πρωθυπουργό, τους υπουργούς Υγείας και Εργασίας, στο Πρυτανικό Συμβούλιο, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών και τον πρόεδρο της Ιατρικής Σχολής. Όλες οι επιστολές του είχαν την ίδια τύχη. Πήγαν στο καλάθι των αχρήστων.
Μετά την τραγική αυτή εξέλιξη ήταν πλέον μονόδρομος η προσφυγή του στην Δικαιοσύνη. Στράφηκε με αγωγή του τόσο κατά Ελληνικού Δημοσίου όσο και κατά του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Διεκδίκησε το ποσό των 5.000.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη, από την παράνομη συμπεριφορά του κράτους και του Πανεπιστημίου, την προσβολή της προσωπικότητας του ως επιστήμονα, ερευνητή και πανεπιστημιακού διδασκάλου, ενώ επικαλέστηκε ότι επλήγη και το διεθνές επιστημονικό του κύρος.
Όπως αναφέρουν οι δικαστές διαψεύστηκε η εμπιστοσύνη που έδειξε ο καθηγητής στα κρατικά και πανεπιστημιακά όργανα. Δηλαδή η αρνητική αυτή συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων παραβίασε τις αρχές της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης.
Παράλληλα, παραβιάστηκαν οι διατάξεις εκείνες του Συντάγματος που αναφέρονται στην υποχρέωση διασφάλισης της Δημόσιας υγείας των πολιτών και της ισότητας αφού έτυχε δυσμενέστερης μεταχείρισης έναντι των συναδέλφων του. Την ίδια στιγμή κράτος και Πανεπιστήμιο κατά παράβαση της ρητής Συνταγματικής επιταγής παρεμπόδισαν την διδασκαλία, την έρευνα και την ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών αποφάνθηκε ότι το Ελληνικό Δημόσιο και το Πανεπιστήμιο Αθηνών πρέπει να πληρώσουν στο καθηγητή το ποσό των 150.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προσβολή της προσωπικότητας του λόγω της παράλειψης λειτουργίας της καρδιοχειρουργικής κλινικής.
Η υπόθεση απασχόλησε και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών το οποίο ανέβασε το ποσό της ηθικής βλάβης στα 250.000 ευρώ.
Αντίθετη άποψη είχαν όμως οι σύμβουλοι Επικρατείας του Α΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι με την υπ΄ αριθμ. 2202/2014 απόφασή τους έκριναν ότι το ποσό των 250.000 ευρώ είναι υπερβολικά υψηλό.
Κατά το ΣτΕ το επίμαχο ποσό είναι σε προφανή δυσαναλογία σε σχέση με την έκταση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο πανεπιστημιακός καθηγητής. Για το λόγο αυτό ανέπεμψε την υπόθεση και πάλι στο Εφετείο για νέο προσδιορισμό του ποσού την αποζημίωσης.
Το ποσό της αποζημίωσης αναμένεται να προσδιοριστεί μεταξύ των 150.000 και 250.000 ευρώ.
Σε πανεπιστημιακό καρδιοχειρουργό επιδικάστηκε αποζημίωση μαμούθ ύψους 250.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη από το Ελληνικό Δημόσιο ...
και το Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά το Συμβούλιο της Επικρατείας την θεώρησε υπερβολικά μεγάλη και είπε να επαναπροσδιοριστεί και πάλι το ύψος της.
Έλληνας πανεπιστημιακός καρδιοχειρουργός αναγνωρισμένου κύρους, έκανε το λάθος να υποκύψει στο κέλευσμα των σειρήνων από την μητέρα πατρίδα και να εγκαταλείψει την ομολογουμένως επιτυχημένη επιστημονική του καριέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής προκειμένου να γίνει καθηγητής σε υπό ίδρυση πανεπιστημιακή κλινική καρδιοχειρουργικής στην Ελλάδα.
Όμως, οι σειρήνες τον ξεγέλασαν οικτρά και αποδείχθηκε ότι όσα του έταξαν ήταν άνθρακας. Η νέα πανεπιστημιακή κλινική ιδρύθηκε, εκείνος έγινε τακτικός καθηγητής στην πατρίδα του, αλλά η κλινική ουδέποτε λειτούργησε. Μετά από επτά χρόνια αναμονής και προσδοκιών (Ιούλιος 1994 έως 29 Μαΐου 2001) παραιτήθηκε και επέστρεψε πάλι στις ΗΠΑ.
Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών με ειδικότητα γενικής χειρουργικής θώρακος και αγγειοχειρουργικής μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Εκεί εργάστηκε στο νοσοκομείο Methodist του Χιούστον και σε διάφορα Πανεπιστημιακά νοσοκομεία (Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, Medical College of Wisconsin και Baylor College ofMedicine), ενώ παράλληλα συμμετείχε σε ερευνητικά προγράμματα του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και του ιδρύματος τεχνολογίας της Μασαχουσέτης. Ακόμη δίδασκε στο Baylor College of Medicine του Χιούστον και στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ενώ αναρίθμητες είναι οι επιστημονικές μελέτες και διαλέξεις.
Τον Ιούνιο του 1992 η γενική συνέλευση του τμήματος ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών αποφάσισε την ίδρυση καρδιοχειρουργικής κλινικής στο τμήμα ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ένα μήνα αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1992, η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών προκήρυξε μια θέση διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού στη βαθμίδα καθηγητή με γνωστικό αντικείμενο την καρδιακή χειρουργική.
Ο γιατρός κλήθηκε να έρθει στην χώρα του για να καταλάβει την συγκεκριμένη πανεπιστημιακή θέση.
Έτσι το δεύτερο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου 1993 ο υπουργός Παιδείας προκήρυξε την επίμαχη θέση και ο επίμαχος γιατρός εξελέγη τακτικός καθηγητής.
Θυσίασε, όπως αναφέρεται στην δικαστική απόφαση, τις επαγγελματικές κατακτήσεις του στο εξωτερικό, τη σταθερότητα της οικογενειακής και κοινωνικής του ζωής και ήρθε στην Ελλάδα και στις 29 Αυγούστου 1995 ορκίστηκε καθηγητής.
Τον Απρίλιο του 1998 με απόφαση του υπουργού Παιδείας η επίμαχη κλινική εγκαταστάθηκε στο Κοργιαλένειο – Μπενάκειο Νοσοκομείο και με νεότερη απόφαση της Ιατρικής Σχολής ο εν λόγω καθηγητής διορίστηκε διευθυντής.
Όμως, παρά την ίδρυση και εγκατάσταση της καρδιοχειρουργικής κλινικής, αυτή ουδέποτε λειτούργησε. Μάλιστα μέχρι την ημέρα της παραίτησης του που έγινε στις 29 Μαΐου 2001 δεν είχε γίνει καμία προμήθεια του αναγκαίου ιατρικού και λοιπού εξοπλισμού, αλλά ούτε και πρόσληψη προσωπικού.
Πριν ο καθηγητής οδηγηθεί σε παραίτηση έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια και έστειλε επιστολές στον Πρωθυπουργό, τους υπουργούς Υγείας και Εργασίας, στο Πρυτανικό Συμβούλιο, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών και τον πρόεδρο της Ιατρικής Σχολής. Όλες οι επιστολές του είχαν την ίδια τύχη. Πήγαν στο καλάθι των αχρήστων.
Μετά την τραγική αυτή εξέλιξη ήταν πλέον μονόδρομος η προσφυγή του στην Δικαιοσύνη. Στράφηκε με αγωγή του τόσο κατά Ελληνικού Δημοσίου όσο και κατά του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Διεκδίκησε το ποσό των 5.000.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη, από την παράνομη συμπεριφορά του κράτους και του Πανεπιστημίου, την προσβολή της προσωπικότητας του ως επιστήμονα, ερευνητή και πανεπιστημιακού διδασκάλου, ενώ επικαλέστηκε ότι επλήγη και το διεθνές επιστημονικό του κύρος.
Όπως αναφέρουν οι δικαστές διαψεύστηκε η εμπιστοσύνη που έδειξε ο καθηγητής στα κρατικά και πανεπιστημιακά όργανα. Δηλαδή η αρνητική αυτή συμπεριφορά των αρμοδίων οργάνων παραβίασε τις αρχές της νομιμότητας και της χρηστής διοίκησης.
Παράλληλα, παραβιάστηκαν οι διατάξεις εκείνες του Συντάγματος που αναφέρονται στην υποχρέωση διασφάλισης της Δημόσιας υγείας των πολιτών και της ισότητας αφού έτυχε δυσμενέστερης μεταχείρισης έναντι των συναδέλφων του. Την ίδια στιγμή κράτος και Πανεπιστήμιο κατά παράβαση της ρητής Συνταγματικής επιταγής παρεμπόδισαν την διδασκαλία, την έρευνα και την ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών αποφάνθηκε ότι το Ελληνικό Δημόσιο και το Πανεπιστήμιο Αθηνών πρέπει να πληρώσουν στο καθηγητή το ποσό των 150.000 ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από την προσβολή της προσωπικότητας του λόγω της παράλειψης λειτουργίας της καρδιοχειρουργικής κλινικής.
Η υπόθεση απασχόλησε και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών το οποίο ανέβασε το ποσό της ηθικής βλάβης στα 250.000 ευρώ.
Αντίθετη άποψη είχαν όμως οι σύμβουλοι Επικρατείας του Α΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίοι με την υπ΄ αριθμ. 2202/2014 απόφασή τους έκριναν ότι το ποσό των 250.000 ευρώ είναι υπερβολικά υψηλό.
Κατά το ΣτΕ το επίμαχο ποσό είναι σε προφανή δυσαναλογία σε σχέση με την έκταση της ηθικής βλάβης που υπέστη ο πανεπιστημιακός καθηγητής. Για το λόγο αυτό ανέπεμψε την υπόθεση και πάλι στο Εφετείο για νέο προσδιορισμό του ποσού την αποζημίωσης.
Το ποσό της αποζημίωσης αναμένεται να προσδιοριστεί μεταξύ των 150.000 και 250.000 ευρώ.
Πηγή : protothema.gr