Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratianews.grΣε νέα φάση οδηγούνται σταδιακά οι διεργασίες στο πολιτικό σκηνικό. Ο σημερινός κύκλος αναμένεται να κλείσει με τις τελικές αποφάσεις για το μεταναστευτικό, την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και...
την ψήφιση του ασφαλιστικού και του φορολογικού που πατραπέμπουν ασφαλώς σε μια αργόσυρτη, μαρτυρική διαδικασία με πολλές αβεβαιότητες. Εν αναμονή αυτών έχουν παγώσει και οι επαφές για το θέμα της κυβερνητικής διεύρυνσης που σημείωσαν έξαρση το προηγούμενο διάστημα.
Όπως αναφέρουν πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», η διακοπή αυτή χρονικά τοποθετείται στη συνάντηση που είχαν στο Μέγαρο Μαξίμου ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά στις αρχές του μήνα με αφορμή το προσφυγικό. Τότε μάλιστα ο πρωθυπουργός προκειμένου να συναντηθεί με την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ είχε παρακάμψει τον αρμόδιο υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής κ. Μουζάλα ο οποίος είχε ξεκινήσει σε σειρά ενημερώσεων με τους πολιτικούς αρχηγούς.
Επί της ουσίας εκείνο το ραντεβού είχε καθαρά πολιτικό περιεχόμενο με ορίζοντα τις πιθανές εξελίξεις των επόμενων μηνών, στις οποίες τώρα προστίθεται και η παρουσία του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Τα δεδομένα από πλευράς του κ. Τσίπρα είναι σαφή καθώς δεν κρύβει την επιθυμία του για συνεργασία με την Δημοκρατική Συμπαράταξη υπό την κ. Γεννηματά και δίχως τον κ. Βενιζέλο. Ασαφές έχει παραμείνει το στίγμα της κ. Γεννηματά η οποία πάντως φέρεται, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, στο πακέτο των υπό συζήτηση προϋποθέσεων να έθεσε εκτός από την προγραμματική συμφωνία και το θέμα της δικής της θέσης σε ένα καινούριο κυβερνητικό σχήμα. Το δεύτερο θέμα που εθίγη αφορούσε τον εκλογικό νόμο. Εκτός από την ανάληψη της αντιπροεδρίας της κυβέρνησης, αποδίδεται σημασία και σε ποιο κορυφαίο υπουργείο θα τεθεί επικεφαλής η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καθώς τα διαθέσιμα δεν είναι και πολλά. Ενδιαφέρον έχει ότι η ίδια εκδήλωσε ενδιαφέρον για το υπουργείο Εθνικής Άμυνας με το πρόσθετο επιχείρημα ότι έχει θητεύσει ως αναπληρώτρια υπουργός σε αυτό και γνωρίζει το χώρο. Πολιτικά όμως ο αντίκτυπος μιας τέτοιας εξέλιξης θα ήταν ευρύτερος.
Η ιδιομορφία αυτής της συζήτησης είναι προφανής λόγω της παρουσίας του Π. Καμμένου στο Πεντάγωνο. Ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ μάλιστα, από τον περασμένο Ιανουάριο ήταν πολύ λιτός στις συζητήσεις και τις κατανομές για το σχηματισμό της κυβέρνησης υπό τον κ. Τσίπρα. Ο ίδιος τώρα δεν έχει εκφράσει αντιρρήσεις για διεύρυνση προς την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, εξαιρουμένου του κ. Βενιζέλου, αλλά το εύλογο ερώτημα είναι αν θα δεχόταν και στο πλαίσιο ποιας γενικότερης συμφωνίας να μετακινηθεί σε άλλο υπουργείο χάριν της κ. Γεννηματά.
Ενδεχομένως αυτό το εμπόδιο να αποδειχθεί πάντως το μικρότερο καθώς για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ το πρόβλημα στρατηγικής είναι το μείζον. Η κ. Γεννηματά συνεχίζει να ακροβατεί μεταξύ δύο εσωκομματικών τάσεων. Η μια τάσσεται υπέρ της αναζήτησης γραμμών συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της κεντροαριστεράς και η άλλη επιμένει στην αυτόνομη πορεία του «τρίτου πόλου» έστω κι αν αυτό σημαίνει διάλυση του ΠΑΣΟΚ και δημιυργία νέου σχήματος. Η δεύτερη άποψη στηρίζεται κατά βάση στην εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αντέξει και ότι είναι θέμα χρόνου να «ξεφουσκώσει» απελευθερώνοντας πολιτικό και εκλογικό χώρο.
Ακριβώς αυτό όμως αποτελεί πλέον το κομβικό σημείο των εξελίξεων. Από την πολιτική αντοχή του σημερινού κυβερνητικού σχήματος, έστω κι αν η κοινωνική κόπωση είναι μεγάλη, θα εξαρτηθούν οι νέες ισορροπίες και συσχετισμοί. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης δήλωσε ότι έως τον Ιούνιο θα έχει ολοκληρωθεί το 80% του προγράμματος θέλοντας να τονώσει την αισιοδοξία κυρίως εντός του ΣΥΡΙΖΑ και να αποτρέψει φυγόκεντρες τάσεις.
Το επίσημο αίτημα της κ. Γεννηματά και όχι μόνο για σχηματισμό κυβέρνησης ευρύτερης συνεργασίας βασίζεται στο σενάριο ότι η πλειοψηφία των 153 βουλευτών δεν θα παραμείνει συμπαγής και επομένως ο κ. Τσίπρας σύντομα θα βρεθεί και από κοινοβουλευτικής σκοπιάς σε μειονεκτική θέση.
Ωστόσο αυτός ο συλλογισμός παραμένει σε μεγάλο βαθμό αυθαίρετος από τη στιγμή που δεν υπάρχουν καν ενδείξεις για βουλευτές οι οποίοι, παρά την κατακραυγή και το θυμό μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας, θα αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους. Επομένως δεν προκύπτει, πλην απροόπτου και παρά την ακατάσχετη φιλολογία και φημολογία, ορατό ενδεχόμενο πτώσης της κυβέρνησης η οποία προσπαθεί να χρησιμοποιήσει και άλλα όπλα που έχει στη φαρέτρα της για να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Έτσι γεννάται και το μεγάλο δίλημμα για την κ. Γεννηματά η οποία απειλείται από τον κίνδυνο να βρεθεί η ίδια σε μειονεκτική θέση αν το κυβερνητικό σκάφος περάσει έστω και πολύ δύσκολα τους κάβους του επόμενου τριμήνου και αντέξει στην θαλασσοταραχή. Όσοι μάλιστα από τους συνεργάτες της, δίνουν αυξημένες πιθανότητες στο ενδεχόμενο αυτό είναι και εκείνοι που υποστηρίζουν την έγκαιρη συμφωνία με τον ΣΥΡΙΖΑ έναντι του κινδύνου μιας συρρικνωμένης παρουσίας αν όχι μελλοντικής εξαφάνισης.
Για να πιέσει τις εξελίξεις προς την κατεύθυνση που θέλει ο κ. Τσίπρας έχει και το «μαχαίρι» του εκλογικού συστήματος. Από τα διάφορα σενάρια που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, πολιτική ουσία έχει -όπως έγραψε και την περασμένη εβδομάδα η «κυριακάτικη δημοκρατία»- η σκέψη, εκτός από τον περιορισμό του μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα, να βρεθεί τρόπος ώστε να αυξηθεί το όριο εισόδου στη Βουλή που σήμερα είναι 3%. Με όποιο τρόπο κι αν επιχειρηθεί να συμβεί αυτό, στόχος είναι να εξωθηθούν σε υποχρεωτικές συνεργασίες οι μικρότερες πολιτικές δυνάμεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει π.χ. ότι οι εξ αριστερών διαρροές για τον ΣΥΡΙΖΑ θα αντιμετωπίζονται ως «χαμένη ψήφος» και θα δυσκολέψουν πολύ τις προσπάθειες είτε της ΛΑΕ είτε της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Επίσης θα βρεθούν σε εκλογικές μυλόπετρες τα ενδιάμεσα με τη ΝΔ σχήματα τα οποία ακόμη και αν καταφέρουν να συνεργαστούν δεν θεωρείται καθόλου βέβαιο ποια προοπτική θα έχουν.