12 Απρ 2016

Οι εκατομμυριούχοι Έλληνες των «Panama Papers»


του Δημήτρη Σταυρόπουλου
Oι μετρ του μυστήριου της αστυνομικής, πολιτικής και κοινωνικής πλοκής και ίντριγκας δεν θα μπορούσαν να συλλάβουν το μέγεθος του οικονομικού
θρίλερ και σκανδάλου, που αποκαλύφθηκε μέσα από τα 11 εκατομμύρια έγγραφα της νομικής εταιρείας του Παναμά,  Mossack Fonseca.
Η διαρροή των απόρρητων εγγράφων (« Panama Papers»), στα οποία καταγράφονται στοιχεία για τους φορολογικούς «παραδείσους» που χρησιμοποιούν ανώτατοι πολιτικοί και οικονομικοί παράγοντες από όλο τον πλανήτη για να κρύβουν μέρος του πλούτου τους, προκάλεσε παγκόσμιες αναταράξεις.
Τα «Panama Papers» αποκαλύπτουν πώς η εταιρεία διευκόλυνε τους πελάτες της να «ξεπλένουν» χρήμα, να φοροδιαφεύγουν και να παρακάμπτουν διεθνείς κυρώσεις.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, έκτος από τον Παπασταύρου,η ανάγνωση και αποκρυπτογράφηση των εγγράφων, της International Consortiumof Investigative Journalists, αποκαλύπτει και άλλα πρόσωπα. Στα δύο από τα τρία ΔΣ που βρίσκεται ο κ. Παπασταύρου συμμετέχουν επίσης και οι Κωνσταντίνος Λαναράς και Σπύρος Μεταξάς, οι οποίοι βρίσκονται και στη λίστα Λαγκάρντ. Παράλληλα, στις εταιρείες φέρονται να συμμετέχουν και οι Ε. Γκαβαουντάν, Π. Πετρίδης, Α. Πατούνης και Δ. Δημητρίου.
Ο Σύρος από την… Αθήνα
Ένας Σύρος, που ζει χρόνια στην Αθήνα και έχει πάρει την ελληνική υπηκοότητα, και ένας Έλληνας, τον οποίο ο Νικόλαος Ζήγρας είχε κατονομάσει ως πρωταγωνιστή στην υπόθεση των Tor-M1 μαζί με τους Τσοχατζόπουλο, Aλ Ζαγιάτ και Μιχαηλίδη και ο οποίος βρέθηκε νεκρός το 2012 κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στην Τζακάρτα της Ινδονησίας: Πρόκειται για τον Μαχλούφ και τον Βλάση Καμπουρογλου.
Σύμφωνα με τα «Panama Papers»,o Μαχλούφ δεν είναι άλλος από τον θείο του Σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ Άσαντ.OΜαχλούφ μαζί με τον πεθερό του Άσαντ και δύο ακόμα πρόσωπα διαχειρίζονταν την προσωπική περιουσία του ισχυρού άνδρα της Συρίας.
Το κουβάρι ξετυλίγεται…
Tον Μάρτιο του 2013 ένας Σύρος, γεννημένος το 1961 στην πόλη Σάλμια, Έλληνας υπήκοος τώρα, μόνιμος κάτοικος Αθηνών, πολύ γνωστός σε κύκλους πλουσίων και φιλότεχνων της πόλης, στέλνει εξώδικη δήλωση στον υπουργό Οικονομικών και στον διευθυντή της ΔΟΥ Κατοίκων Εξωτερικού. Σε αυτήν αναφέρει ότι δεν είναι νόμιμος εκπρόσωπος του Μοχάμεντ Μαχλούφ, υπηκόου Συρίας με ΑΦΜ… 835, που υπάγεται φορολογικώς στη ΔΟΥ Κατοίκων Εξωτερικού, ενόψει της αγοράς δύο νεοκλασικών ακινήτων στην Ελλάδα, για τα οποία «τον είχε ορίσει αντίκλητό του». Ο Μαχλούφ δεν είναι άλλος από τον θείο –από την πλευρά της μητέρας του– του Σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ Άσαντ. Ο Μαχλούφ μαζί με τον πεθερό του Άσαντ, Φαβάζ αλ Αχράς και δύο ακόμα πρόσωπα διαχειρίζονταν την προσωπική περιουσία του ισχυρού άνδρα της Συρίας και της οικογένειάς του. Αποτελούν, δε, την πιο γνωστή επιχειρηματική οικογένεια της χώρας αυτής.
Πριν από τον εμφύλιο πόλεμο, το 2011, η οικογένειά του ήλεγχε ζώνες ελεύθερων συναλλαγών στα σύνορα με τον Λίβανο, τη μεγαλύτερη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας της χώρας (Syriatel) και την κτηματική τράπεζα. Η αξία των περιουσιακών τους στοιχείων ξεπερνούσε τα 3 δισ. δολάρια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο Brookings στην Ουάσινγκτον. Μετά την έναρξη του εμφυλίου, ο Μαχλούφ άρχισε να τοποθετεί τα χρήματά του στο εξωτερικό. Ανάμεσα στις επενδύσεις του επεδίωξε και την αγορά δύο νεοκλασικών κτηρίων στο κέντρο της Αθήνας και ως αντίκλητο όρισε αρχικά τον προαναφερθέντα συμπατριώτη του, που ζούσε μόνιμα στην Ελλάδα.
Ο Μαχλούφ στο στόχαστρο
Ο Μαχλούφ βρισκόταν στη λίστα των ΗΠΑ και της ΕΕ για τις κυρώσεις εναντίον του καθεστώτος Άσαντ και μάλιστα «πολύ ψηλά», καθώς ακόμα και πριν από το 2008 κατηγορείτο από αμερικανικές υπηρεσίες ότι χρησιμοποιούσε τις Μυστικές Υπηρεσίες για να βγάζει εκτός ανταγωνισμού όσους ήθελαν ένα κομμάτι από τη συριακή αγορά. Η ελληνική κυβέρνηση δεν θα το γνώριζε, αν δεν ειδοποιούσε την ΕΥΠ αντίστοιχη αμερικανική υπηρεσία και αν ο Σύρος μεσολαβητής δεν εμφανιζόταν ταυτόχρονα και στο διοικητικό συμβούλιο μιας λιβανέζικης εταιρείας –με έδρα την οδό Βασιλίσσης Σοφίας– που για λογαριασμό του πρώην εμίρη του Κατάρ ήθελε να αγοράσει μια μεγάλη έκταση στη Ζάκυνθο, μαζί με ένα νησάκι στα δυτικά του νησιού. Η αγορά της βραχονησίδας απαιτούσε όμως την έγκριση του υπουργείου Άμυνας. Όταν ο τελευταίος διαπίστωσε ότι ο Σύρος ήταν αντίκλητος και του Μαχλούφ, έκρουσε τον «κώδωνα κινδύνου», οπότε η λιβανέζικη εταιρεία του πρώην εμίρη άλλαξε τη σύνθεση των μετόχων της, που περιελάμβανε αρχικά και τον αντίκλητο. Έτσι έφτασε ο «Έλληνας» Σύρος να στείλει το εξώδικο με το οποίο δήλωνε ότι έπαυε να είναι αντίκλητος του Μαχλούφ.
Σύμφωνα με τα «Panama Papers», εννέα μήνες μετά την πρώτη σύσταση, το δικηγορικό γραφείο Mossack Fonseca διακόπτει τις σχέσεις με τον εξάδελφο του Άσαντ, Ραμί Μαχλούφ, που είχε χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες του γραφείου μέσω λογαριασμού που διατηρούσε στην «αμαρτωλή» HSBC της Γενεύης. Αλλά το νομικό τμήμα της τράπεζας στο Λονδίνο ανέφερε στο δικηγορικό γραφείο ότι «γνωρίζει πως ο κ. Μαχλούφ είναι ξάδελφος του Άσαντ και αισθάνονται άνετα με αυτό».
«Δεν γνωρίζαμε», λέει το δικηγορικό γραφείο
Σε δήλωση του παναμέζικου δικηγορικού γραφείου μετά το ξέσπασμα της υπόθεσης, διαβάζουμε για την υπόθεση Ραμί Μαχλούφ: «Δεν γνωρίζαμε αυτό το άτομο μέχρις ότου το όνομα και οι σχέσεις του δημοσιευθούν στα ΜΜΕ. Ενώ είμαστε δηλωμένος μεσίτης για μια εταιρεία που, όπως ανακαλύψαμε αργότερα, πουλήθηκε σε αυτόν, δεν ασχοληθήκαμε μαζί του άμεσα. Σύμφωνα με τους νόμους για το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, δεν διαθέταμε πρόσβαση στον τελικό δικαιούχο για την περί της ο λόγος επιχείρηση (πρόκειται για την επιχείρηση Drex Technologies, στην οποία παρείχε υπηρεσίες τόσο η τράπεζα όσο και το δικηγορικό γραφείο). Ο πελάτης μας ήταν μια τράπεζα στη Γενεύη, το όνομα της οποίας δεν είμαστε σε θέση να αποκαλύψουμε λόγω των υφιστάμενων συμφωνιών εχεμύθειας… Διακόψαμε τη σχέση μας ως μεσίτης αμέσως μόλις έγινε γνωστή η σχέση της εταιρείας με ειδεχθή άτομα…».
Έτσι πέφτει σαν κεραυνός η είδηση στις 9 Δεκεμβρίου 2015, ότι οι «ερευνητές δημοσιογράφοι», διεθνής οργάνωση με πρόσβαση στους λογαριασμούς της HSBC, τους οποίους διοχέτευσαν στις γαλλικές αρχές (Swiss leaks), διαπίστωσαν ότι οι Μαχλούφ διαχειρίζονταν 50 εταιρείες σε ολόκληρο τον κόσμο εκπροσωπώντας –ακόμα και εν μέσω των κυρώσεων… – τα μεγαλύτερα πολυεθνικά brands στη Συρία με άλλους διαχειριστές. Έως εδώ ίσως τίποτα ασυνήθιστο. Ένας όμως από τους διεθνείς συνεργάτες του Μαχλούφ, με πρόσβαση στους λογαριασμούς του, εμφανίζεται να είναι ο γεννημένος το 1954 στην Πολωνία, Ισραηλινός ΦρέντιΖίνγκερ. Ο Ισραηλινός διαχειριστής, σύμφωνα με το βιογραφικό του, είχε υπηρετήσει σε θέση διοικητή του ισραηλινού στρατού από το 1976 έως το 1981.
Ο Βλάσης Καμπούρογλου
Άγνωστες στις Αρχές ήταν οι offshore εταιρείες που συνδέονται με τον Βλάση Καμπούρογλου, ο οποίος εμπλεκόταν στις μίζες των αντιαεροπορικών συστημάτων Tor-M1 και βρέθηκε νεκρός στην Ινδονησία το 2012, αποκαλύπτει η μεγαλύτερη διαρροή στοιχείων στην ιστορία.
Ο Καμπούρογλου είχε ήδη εξαφανιστεί από την Ελλάδα, όταν ο Νικόλαος Ζήγρας, σε συμπληρωματική κατάθεση το καλοκαίρι του 2012, τον κατονόμασε ως πρωταγωνιστή στην υπόθεση μαζί με τους Άκη Τσοχατζόπουλο, Φουάντ αλ Ζαγιάτ και Ντίνο Μιχαηλίδη. Σύμφωνα με τον Ζήγρα, ήταν αυτοί που οργάνωσαν και προγραμμάτισαν τις αποστολές «μαύρου» χρήματος για τις προμήθειες των πυραυλικών συστημάτων και των υποβρυχίων. Την Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012, μία καμαριέρα σε ξενοδοχείο της Τζακάρτα βρήκε τον Καμπούρογλου νεκρό στο δωμάτιό του. Στο πιστοποιητικό θανάτου που εκδόθηκε, η ημερομηνία του συμβάντος ήταν 6 Οκτωβρίου – ο Καμπούρογλου είχε αφήσει την τελευταία του πνοή την προηγούμενη ημέρα. Ήταν ο τρίτος άνθρωπος που εμπλεκόταν στις αγορές των Tor-M1 και βρισκόταν νεκρός.
Από τις δικαστικές έρευνες στην Ελλάδα, μέχρι εκείνη τη στιγμή, προέκυπτε ότι ο Καμπούρογλου ήταν ένας από τους ανθρώπους «κλειδί» στην υπόθεση των εξοπλιστικών. Κατείχε από το 1998 τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου της Drumilan International Hellas AE, που, αν και ανέλαβε την εκτέλεση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων για τους Tor-M1, αυτά δεν έγιναν ποτέ. Παρά το γεγονός ότι είχαν εκταμιευθεί από την προμηθεύτρια των πυραυλικών συστημάτων ANTEY 81 εκατομμύρια δολάρια για αυτόν ακριβώς τον λόγο. Τον Καμπούρογλου στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου είχε τοποθετήσει ο καταζητούμενος σήμερα Φουάντ αλ Ζαγιάτ, που μεσολάβησε για την προμήθεια των Tor-M1.
Η εμπλοκή του Ζαγιάτ
Ο Ζαγιάτ σύντομα θα έμπαινε στο στόχαστρο των ελληνικών αρχών. Κατά τις έρευνες που είχαν αρχίσει το 2004, από τα «άφαντα» αντισταθμιστικά ωφελήματα είχαν εντοπιστεί ύποπτες διαδρομές εμβασμάτων που ενέπλεκαν τις υπεράκτιες εταιρείες Drumilan International Ltd και Drumilan Offset Program Ltd. Τα χρήματα δεν ήταν λίγα: έφταναν τα 25 εκατομμύρια δολάρια. Οι δύο offshore είχαν το ίδιο συνθετικό με την ελληνική εταιρεία που θα διαχειριζόταν τα αντισταθμιστικά ωφελήματα, αλλά δεν εμπλέκονταν ενεργά σε αυτά. Παρ’όλα αυτά, θα ελάμβαναν χρήματα που προορίζονταν για τα αντισταθμιστικά. Πίσω από τις υπεράκτιες Drumilan βρισκόταν ο Ζαγιάτ.
Οι ελληνικές αρχές δεν ήταν οι μόνες που έψαχναν τότε την υπόθεση. Το 2003 στη Ρωσία δημιουργήθηκε ειδική επιτροπή προς αναζήτηση των 81 εκατομμυρίων δολαρίων της ANTEY για τα αντισταθμιστικά και οι δύο επικεφαλής της, στο πλαίσιο των ερευνών, επισκέφθηκαν το ελληνικό υπουργείο Άμυνας. Μετά την επιστροφή τους από την Αθήνα στη Μόσχα, δολοφονήθηκαν.
Από τα στοιχεία που διέρρευσαν, αποκαλύπτεται ότι ο Καμπούρογλου στις αρχές του 2012, εννέα μήνες πριν από τον θάνατό του, προχώρησε στη δημιουργία νέας offshore με την επωνυμία ConstableInternationalGroupLtd. Δεν ήταν μια οποιαδήποτε υπεράκτια: ο Καμπούρογλου, εκμεταλλευόμενος το καθεστώς που ίσχυε εκείνη την περίοδο στις Σεϋχέλλες, όπου και ίδρυσε την εταιρεία του, ζήτησε να εκδοθούν ανώνυμες μετοχές (bearershares), έτσι ώστε να μη συνδέεται το όνομά του με την offshore. Το ότι αυτός είχε στην κατοχή του τις ανώνυμες μετοχές της Constable το γνώριζαν μόνο ο ίδιος, μία γυναίκα που μεσολάβησε για τη δημιουργία της εταιρείας και η οποία εμφανίζεται να χειρίζεται και άλλες εταιρείες της οικογένειας, και η παναμέζικη νομική εταιρεία MossackFonseca, απ’ όπου διέρρευσαν τα «PanamaPapers».
Αν κάποιος είχε πρόσβαση στα έγγραφα του μητρώου εταιρειών στις Σεϋχέλλες εκείνη την περίοδο, δεν θα μπορούσε να δει ότι ο Καμπούρογλου συνδέεται με την εν λόγω offshore. Βάσει της νομοθεσίας στις Σεϋχέλλες, εκείνη την περίοδο, οι ανώνυμες μετοχές δεν χρειαζόταν να βρίσκονται «ακινητοποιημένες» στο αρχείο κάποιου θεματοφύλακα, όπως για παράδειγμα συνέβαινε τότε με τις ανώνυμες μετοχές εταιρειών του Παναμά. Αντίθετα, ο Καμπούρογλου μπορούσε να τις μεταφέρει μαζί του, όπου και αν πήγαινε. Όταν αυτές άλλαζαν χέρια, δηλαδή η εταιρεία και τα περιουσιακά της στοιχεία μεταβιβάζονταν, απλώς θα έπρεπε να δηλωθεί η μεταβίβαση στηMossackFonseca, που τηρούσε τα αρχεία μεταβολών της Constable. Έτσι, διασφαλιζόταν η πλήρης ανωνυμία του Καμπούρογλου σε σχέση με την offshore και τις δραστηριότητές της.
Ακριβώς την ίδια ημέρα με την Constable δημιουργήθηκε και μία άλλη offshore με ανώνυμες μετοχές και έδρα τις Σεϋχέλλες, η KehoeEquitiesCorp.
Η γυναίκα που μεσολαβούσε για τη δημιουργία των offshore δεν ήταν άγνωστη στον Καμπούρογλου. Η ιστορία τους πάει πίσω στο 1994, όταν ο νεαρός τότε ανερχόμενος επιχειρηματίας επεδίωκε να εμπλακεί στον χώρο των εξοπλιστικών και προσπαθούσε να κλείσει ραντεβού με ανώτατα στελέχη της ΠΥΡΚΑΛ.
Η συνάντηση έγινε και ο Καμπούρογλου ξετύλιξε το σχέδιό του: παραγωγή βλημάτων 155 χιλιοστών για λογαριασμό του ινδικού στρατού.Επικεφαλής του γραφείου ήταν η γυναίκα που μεσολαβούσε τελικά για τις τελευταίες offshore του Καμπούρογλου.
Η ίδια θα εμφανιζόταν στο διοικητικό συμβούλιο θυγατρικής της εταιρείας Bulova, με αντικείμενο πυροσωλήνες και πυρομαχικά, την οποία εκπροσωπούσε ο Καμπούρογλου στην ελληνική αγορά από το 2009.
Οι έρευνες για τον ρόλο του Καμπούρογλου στην υπόθεση των Tor-M1 έχουν σταματήσει τα τελευταία χρόνια. Επισήμως, τον Σεπτέμβριο του 2015 με βούλευμα έπαψε οριστικά, λόγω θανάτου, η ποινική δίωξη εις βάρος του.
Σταύρος Παπασταύρου
Νέα προβλήματα με το ΣΔΟΕ και τη Δικαιοσύνη φαίνεται να έχει ο πρώην σύμβουλος του Αντώνη Σαμαρά, Σταύρος Παπασταύρου, μετά την αποκάλυψη ότι εμπλέκεται και στα έγγραφα των λεγόμενων«Panama Papers».
Ο κ. Παπασταύρου, ο οποίος ήδη κατηγορείται για τη λίστα Λαγκάρντ, εμφανίζεται να συμμετέχει από το 2005 έως το 2014 ως μέλος στα συμβούλια των offshore εταιρειών με έδρα τον Παναμά, Diman Foundation και GreenShamrock Foundation, ενώ από το 2006 κατείχε και τη θέση του αναπληρωτή προέδρου στο Aisios Foundation.
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι μέσω των τριών αυτών «ιδρυμάτων», που έχει συστήσει η παναμέζικη νομική εταιρεία Mossack Fonseca, γινόταν μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγή και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Ο κ. Παπασταύρου, μετά τον θόρυβο που δημιουργήθηκε, εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει ότι «την εξουσία διαχείρισης των ιδρυμάτων ασκούσαν αποκλειστικά και μόνον οι ιδρυτές τους, καθώς τα συμβούλιά τους δεν είχαν ενεργή συμμετοχή στη διοίκησή τους μέχρι τον τυχόν θάνατο των ιδρυτών, ο οποίος ευτυχώς ουδέποτε επήλθε.
Η συμμετοχή μου στο συμβούλιο αντικατόπτριζε την εμπιστοσύνη που είχαν στο πρόσωπό μου και στη δικηγορική μου ιδιότητα οι ιδρυτές που συνέστησαν τα εν λόγω Ιδρύματα, προκειμένου να διασφαλιστεί η εκτέλεση των εντολών τους σε περίπτωση θανάτου τους».