Η φύση δεν εκδικείται, είναι μάνα... Εμείς αυτοκτονούμε και δε λέμε να το καταλάβουμε.
Η τραγωδία της 15ης Νοεμβρίου στις περιοχές της Μάνδρας, της Μαγούλας και της Νέα Περάμου, άνοιξε πάλι τη συζήτηση περί μπαζωμένων ρεμάτων και περί ευθυνών, μια συζήτηση που ταλαιπωρεί το δημόσιο διάλογο τα τελευταία 60 χρόνια χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, αφού η υποκρισία περισσεύει από όλες τις πλευρές (πολιτική, τοπική αυτοδιοίκηση και πολίτες)
Τα εξαφανισμένα ποτάμια εξακολουθούν να ρέουν κάτω από τους δρόμους της Αθήνας.
Σε πολλά κτήρια κατά μήκος του δρόμου αντλούνται και σήμερα νερά, με υδραυλικά συστήματα, ενώ γεωτρήσεις του ΙΓΜΕ (Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών) απέδειξαν ότι οι περισσότεροι δρόμοι της Αθήνας κρύβουν ένα μπαζωμένο ρέμα ή ένα υπόγειο ποτάμι.
Ο Ιλισός, ο Ηριδανός, ο Κυκλόβορος, το Λυκόρεμα, ο Βουρλοπόταμος, ο Βοϊδοπνίχτης, ο Αλασσώνας είναι μερικά από αυτά.
Σύμφωνα με μελέτες του ΕΜΠ, τα ανοιχτά ρέματα το 1945, είχαν μήκος 1.280 χιλιόμετρα και σήμερα, μόλις, 434 χιλιόμετρα, μειώθηκαν, δηλαδή, σε ποσοστό 66,4%.
Όπως, δε, προκύπτει από μελέτη του ΙΓΜΕ, πριν από μερικά χρόνια, το 80% των νερών της βροχής το απορροφούσε το έδαφος και μόλις το 20% έπεφτε στην θάλασσα, σήμερα το ποσοστό αυτό έχει αλλάξει δραματικά.
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία γίνεται αντιληπτό γιατί κανείς μα κανείς δεν δικαιούται να πέφτει από τα σύννεφα όταν έντονα πλημμυρικά φαινόμενα πλήττουν το λεκανοπέδιο της Αττικής.
Δεν είναι μόνο ζήτημα «Θεομηνίας» και «κακής τύχης» όπως αρκετοί συνηθίζουν να ισχυρίζονται μοιρολογώντας.
Είναι πρωτίστως θέμα ΕΠΙΛΟΓΩΝ!!!
Και οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί και αμείλικτοι:
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δομημένες επιφάνειες στην Αθήνα κάλυπταν το 25% του λεκανοπεδίου.
Μετά το 1975, το 75% καλύφθηκε από δομημένες επιφάνειες και δρόμους δίκτυα, ενώ οι ελεύθεροι χώροι αποτελούν, μόλις, στο 4%.
Τόσο... απλό.
Και βεβαίως το πρόβλημα δεν σταματά εδώ. Είναι ακόμα χειρότερο από όσο φαίνεται.
Το γράφω τούτο διότι καμία αρμόδια υπηρεσία και κανένας κρατικός φορέας δεν έχει μπει ποτέ στον κόπο να οριοθετήσει επισταμένως τα ρέματα και τους χειμμάρους του λεκανοπεδίου.
Κεντρική πολιτική εξουσία και τοπική αυτοδιοίκηση αρέσκονται να πετούν ο ένας στον άλλο το μπαλάκι των ευθυνών, ενώ ταυτόχρονα η τοπική αυτοδιοίκηση επί σειρά δεκαετιών κάνει τα στραβά μάτια στους πολίτες - «ψηφαλάκια» που καταπατούν ρέματα, ποτάμια, λόφους και βουνά. Η τοπική αυτοδιοίκηση κάνει ότι δεν βλέπει και η κεντρική εξουσία «τακτοποιεί» (προσέξτε δεν νομιμοποιεί, αλλά... τακτοποιεί) όταν έρχεται η ώρα της κάλπης.
Μόνο την περίοδο της μεταπολίτευσης έγιναν τουλάχιστον 10 νόμοι περί τακτοποίησης αυθαιρέτων και καταπατημένων!!!
Τα ξεχασμένα ρέματα
Για τις ανάγκες του ρεπορτάζ δανείζομαι αριθμούς και στοιχεία από παλιότερο ρεπορτάζ της εφημερίδας «Καθημερινή». Στοιχεία που όμως ισχύουν στο ακέραιο μέχρι και σήμερα.
Ας δούμε, όμως, ανά γεωγραφική ενότητα, ποια είναι τα βασικά ρέματα που χρήζουν διευθέτησης:
Ανατολική Αττική: Παλλήνης, Γέρακα, Πηγάδια, Καλίσια, Ραφήνας (και τα συμβαλλόμενα μικρά ρέματα Πικερμίου), Νέας Μάκρης, Αναβύσσου, Παλαιάς Φώκαιας, Σαρωνίδας, Σκόρπιο Ποτάμι (στην περιοχή Μαραθώνα), Πυθαγόρα (στον Διόνυσο).
Δυτική Αττική: Σαρανταπόταμος (στην Χαλυβουργική), Μαύρη Ώρα, Αγίας Αικατερίνης, Αγίου Γεωργίου (στον Ασπρόπυργο), Νέας Περάμου, Μαυραντζάς (στα Μέγαρα), Εσχατιάς (στο Μενίδι), Καναπίτσας, Χαϊδαρόρεμα και το ρέμα Περιστερίου.
Κεντρική Αττική: Κηφισός (αποτελεί τον τελικό αποδέκτη των ομβρίων του λεκανοπεδίου και εκκρεμούν τα έργα διευθέτησης της κοίτης στο «ανοικτό» τμήμα του), Ευρυπίδων, Σφακίων, Ποδονίφτη, Μιχελή, Λιοσίων, Χαλανδρίου, Πρ. Δανιήλ, Θεσσαλονίκης, Κυκλοβόρου, Πύρνας και Αμαρουσίου.
Για όλα τα προαναφερθέντα ρέματα απαιτείται υπολογισμός του νερού που μπορούν να δεχθούν και σε συνάρτηση με τα υδρολογικά δεδομένα των περιοχών από τις οποίες διέρχονται, να προχωρήσουν οι εργασίες διευθέτησης, ώστε να ακολουθήσει η υλοποίηση των αντιπλημμυρικών έργων που απαιτούνται.
Αντιλαμβάνεστε βέβαια ότι επ' αυτών των ζητημάτων δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα!!!
Τα ρέματα, χθες και σήμερα
Στα τέλη του 19ου αιώνα, διέσχιζαν το λεκανοπέδιο, 700 χείμαρροι, ποτάμια και ρυάκια.
Το 1999, ο αριθμός τους ήταν μικρότερος των 70 (κάτω, δηλαδή και από το 10%) και σήμερα, δεν υπερβαίνουν τα 50. Που χάθηκαν;
Μπαζώθηκαν και καταπατήθηκαν.
Μόνο στο λεκανοπέδιο της Αττικής έχουν μπαζωθεί και τσιμεντοποιηθεί περίπου 550 χιλιόμετρα ρέματα και χείμαρροι.
Κι αυτό, προκειμένου να πραγματοποιηθούν τα οικιστικά όνειρα των κατοίκων της Αθήνας, με τις γνωστές συνέπειες που και σήμερα (για πολλοστή φορά) βιώσαμε.
Δείτε τους χάρτες - ντοκουμέντα εις τους οποίους φαίνεται ξεκάθαρα το διαχρονικό έγκλημα με το οποίο εξαφανίστηκαν τα ποτάμια της Αττικής.
ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ 1893
ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ 1951
ΧΑΡΤΗΣ ΤΟΥ 1988
Όπως πολύ καλά βλέπετε η διακοπή του νερού γίνεται με βίαιο τρόπο!
Ο Ιλισός, ήταν το μεγαλύτερο ποτάμι που διέσχιζε την Αθήνα. Ξεκινούσε από τον Υμηττό, για να καταλήξει στην θάλασσα. Παλιά ήταν ανοικτό. Σήμερα, κυλάει εξ ολοκλήρου υπογείως, κάτω από τη Μιχαλακοπούλου, περνάει από την Βασ. Σοφίας (μπροστά από το Παναθηναϊκό Στάδιο), συνεχίζει στην Καλλιρρόης, για να καταλήξει μετά την Καλλιθέα στην θάλασσα. Οι Αθηναίοι θεωρούσαν τον Ιλισό, ιερό και στις όχθες του διατηρούσαν βωμούς πολλών θεών, όπου τελούνταν τα Μικρά Μυστήρια, τα οποία σχετίζονταν τόσο με τα Ελευσίνια, όσο και με Διονυσιακές τελετουργίες. Από το ιερό, αυτό, ποτάμι το μόνο που απομένει σήμερα εμφανές είναι η στεγνή και χορταριασμένη κοίτη του, δίπλα στην οποία είναι χτισμένη η Αγία Φωτεινή του Ιλισού.
Στον Ιλισό χυνόταν ο Ηριδανός που ξεκινούσε από τον Λυκαβηττό και κατέβαινε από το Κολωνάκι. Κατά τη διάρκεια των εργασιών του Μετρό στην πλατεία Συντάγματος, ανακαλύφθηκε η αρχαία κοίτη του. Ο ποταμός συνεχίζει στις οδούς Μητροπόλεως και Ερμού, στην Αρχαία Αγορά και καταλήγει στον Κεραμεικό.
Την κοίτη του Ηριδανού συνάντησε το Μετρό και στο Μοναστηράκι, γεγονός που ανησύχησε ιδιαίτερα τους υπεύθυνους, καθώς το ποτάμι φούσκωσε κάποιες φορές επικίνδυνα κατά τη διάρκεια των εργασιών. Ακόμα και σήμερα, ο υπόγειος ποταμός κατεβάζει 20-30 κυβικά νερού την ώρα, ενώ τις βροχερές μέρες το νερό υπερδιπλασιάζεται και από τα νερά του πλημμυρίζει η Ποικίλη Στοά και η Αρχαία Αγορά.
Από το Λυκαβηττό ξεκινούσε και ο Βοϊδοπνίχτης που χωριζόταν, με ένα μέρος του να περνάει από την οδό Δημοκρίτου και την οδό Ακαδημίας προς το Αρσάκειο.
Από τα Τουρκοβούνια ξεκινούσε ο Κυκλόβορος, ένας από τους μεγαλύτερους χειμάρρους της Αθήνας, που έφθανε στο Πεδίον του Αρεως και διαμέσου της οδού Μάρνη κατέληγε στην πλατεία Βάθης.
Το Παγκράτι και τον Βύρωνα διέσχιζαν ο Αλασσώνας και το ρέμα «Πήδημα της Γριάς» αντίστοιχα.
Στο Φάληρο χύνονταν ο Βουρλοπόταμος (ή Ξηροτάγαρος) και το ρέμα της Πικροδάφνης. Το ρέμα του Ποδονίφτη κυλάει κάθετα τους δήμους Χαλανδρίου, Ψυχικού, Φιλοθέης και Ν. Ιωνίας, διασχίζει υπόγεια τη Λεωφόρο Κηφισίας καταλήγοντας στον Κηφισό.
Πάμε τώρα να δούμε τι συμβαίνει στη Δυτική Αττική, ακριβώς στο σημείο εις το οποίο θρηνήσαμε θύματα.
Ελευσίνα - Μάνδρα
Αν η βροχόπτωση πέσει σε Ελευσίνα και Μάνδρα η διαδρομή της θα περάσει από τα χώματα του Θριασίου πεδίου. Το Θριάσιο Πεδίο οριοθετείται από το όρος Πατέρας στα δυτικά, την Πάρνηθα στα βόρεια, τα όρη Ποικίλο και Αιγάλεω στα ανατολικά - νοτιοανατολικά και τον κόλπο της Ελευσίνας στα νότια. Πέφτοντας λοιπόν στα βουνά που το περικλείουν οι σταγόνες της βροχής έχουν τις ακόλουθες επιλογές όπως φαίνεται από τους χάρτες που εύστοχα παρουσιάζει το geomythiki.blogspot.gr.
Στις εικόνες με πράσινο είναι σημειωμένος, για να ξεχωρίζει, ο Ελευσινιακός Κηφισό, ο οποίος πηγάζει από την Βοιωτία και με γαλάζιο το τεχνητό αυλάκι της ΕΥΔΑΠ για την μεταφορά του νερού από την τεχνητή λίμνη του Μόρνου, η οποία βρίσκεται περίπου στο κέντρο του νομού Φωκίδας.
Ο Ελευσινιακός Κηφισός ή αλλιώς Σαρανταπόταμος συγκεντρώνει το σύνολο σχεδόν των υδάτων της περιοχής και αυτά εκβάλουν στον ομώνυμο κόλπο. Αν η σταγόνα μας πέσει στα βορειοδυτικά βουνά της περιοχής τότε μέσα από ένα δίκτυο ρεμάτων (Λυκόρρεμα, Εκκλόρεμα, Μικρό Κατερίνι, Αγίας Αικατερίνης, Λούτσας) θα εκβάλει στην δυτική πλευρά του Ελευσινιακού κόλπου.
Καταλαβαίνουμε λοιπόν όλοι μας για ποιους λόγους το νερό που είχε συγκεντρωθεί στο όρος Πατέρα πέρασε μέσα από τη Μάνδρα προκειμένου να βρει θάλασσα και να φτάσει στην Ελευσίνα.