Tα stress tests των ελληνικών τραπεζών δεν θα οδηγήσουν σε νέες κεφαλαιακές ανάγκες εκτιμά η Μorgan Stanley σε νέα έκθεσή της. Όπως σημειώνει, τα tests του 2015 αποκάλυψαν κεφαλαιακές ανάγκες ύψους 11 δισ. ευρώ, αλλά με την ελληνική οικονομία να βρίσκεται σήμερα σε ...
καλύτερη βάση και τους δείκτες CET-1 περίπου 500 μ.β. υψηλότερα, δεν αναμένεται αυτή η δοκιμασία να μετατραπεί σε καταλύτη που θα οδηγήσει στην ανάγκη για περισσότερα κεφάλαια.
Σήμερα θα ξεκινήσει και επίσημα η διαδικασία, με τη δημοσιοποίηση των κοινών μακροοικονομικών σεναρίων της άσκησης. Η Morgan Stanley θεωρεί ότι οι τράπεζες θα υποβάλλουν στοιχεία κάθε μήνα μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία αρχές Μαΐου. Θεωρεί ότι δεν θα υπάρχουν όρια κοψίματος (pass/fail) και τα αποτελέσματα της άσκησης να αποτελέσουν στοιχεία για τις κεφαλαιακές ανάγκες όπως ορίζονται από το Supervisory Review and Evaluation Process-SREP (12,25%-13% σήμερα).
Για τη φετινή διαδικασία, η Morgan Stanley εκτιμά ότι υπάρχουν θετικά στοιχεία, όπως ένα πιο σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον από αυτό του 2015 και καλύτερο outlook από προηγουμένως (η Κομισιόν βλέπει πραγματική ανάπτυξη 2,5% το 2018 και το 2019), υψηλότερα μαξιλάρια προβλέψεων (+5,7 μονάδες βάσης κάλυψη NPEs από το πρώτο εξάμηνο του 2015) και ενισχυμένη κεφαλαιακή θέση (+500 μονάδες επιπρόσθετο κεφάλαιο CET1 κατά μέσο όρο, από 3,5% για τη Eurobank έως 5,8% για την Πειραιώς).
Πάντως, η Morgan Stanley προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι παραμένουν γύρω από τις παραδοχές, όπως η εξέλιξη των τάσεων στην αγορά ακινήτων, οι αποτιμήσεις των collateral δεδομένης της τρέχουσας διαδικασίας μείωσης των NPE.
Ωστόσο, αν ληφθούν υπόψη όλοι οι παράγοντες, η Morgan Stanley εκτιμά ότι είναι απίθανο αυτά τα stress tests να λειτουργήσουν ως καταλύτης για επιπλέον κεφάλαια.
Ωστόσο, αν ληφθούν υπόψη όλοι οι παράγοντες, η Morgan Stanley εκτιμά ότι είναι απίθανο αυτά τα stress tests να λειτουργήσουν ως καταλύτης για επιπλέον κεφάλαια.