Η κρίση στην Ιταλία εκτός του ότι συμπαρασύρει ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό Νότο και απειλεί την Ευρωζώνη έχει σοβαρές επιπτώσεις στην Ελλάδα που είναι από τις πλέον εύθραυστες οικονομίες...
και βεβαίως προβληματίζει την κυβέρνηση που βλέπει να δυσκολεύει εξαιρετικά το θέμα της διευθέτησης του χρέους και η «καθαρή έξοδος» από τα μνημόνια.
Η Ιταλία δεν είναι Ελλάδα όπως έχουμε πει και αν η χώρα αυτή «σκάσει» τότε θα υπάρξουν τεκτωνικές συνέπειες σε όλο τον κόσμο. Χθες τα χρηματιστήρια βυθίζονταν και όσο η κρίση στη γειτονική χώρα βαθαίνει τόσο και τα αρνητικά αποτελέσματα θα είναι μεγαλύτερα.
Πάμε όμως στα δικά μας. Η νέα κρίση στην οποία έχει μπει η ευρωζώνη, με αφορμή τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, οι οποίες άνοιξαν μια “βεντάλια” σεναρίων τα οποία ξεκινούν από μια σύγκρουση της Ρώμης με τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, μέχρι το ενδεχόμενο ενός Italexit.
Ακόμα κι αν οι φόβοι για ακραίες καταστάσεις αποδειχθούν υπερβολές της πρώτης αντίδρασης, το γεγονός είναι ότι τα μεγέθη της ιταλικής οικονομίας είναι τέτοια που η πολιτική αβεβαιότητα έχει ήδη αλλάξει το οικονομικό σκηνικό, ανατρέποντας πολλούς σχεδιασμούς στην Ευρώπη, ανάμεσα σε αυτούς και την επικείμενη έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια και τη χρηματοδότησή της από τις αγορές, με εκδόσεις νέων ομολόγων.
«Οι αγορές έκλεισαν μετά την Ιταλία» έλεγε χθες κορυφαίος παράγοντας της Τράπεζας της Ελλάδος αναφερόμενος όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες της περιφέρειας, όπου το κόστος δανεισμού των κυβερνήσεων άρχισε να αυξάνεται τις τελευταίες ημέρες, όπως φάνηκε από την άνοδο των αποδόσεων (επιτοκίων) των κρατικών ομολόγων.
Η απόδοση του ιταλικού ομολόγου 10ετούς διάρκειας σκαρφάλωσε στο 3,18%, του ισπανικού στο 1,607%, του Πορτογαλικού στο 2,172% και του ελληνικού στο 4,8%.
Ενδεικτική της αβεβαιότητας για την ευρωζώνη γενικότερα είναι και η υποχώρηση του ευρώ σε χαμηλό δεκαμήνου στην τιμή των 1,153 δολάρια. Πτώση σημείωσαν και τα χρηματιστήρια σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Ο δείκτης 600 ευρωπαϊκών μετοχών Stoxx600 υποχώρησε κατά 1,37%, ενώ ο αμερικανικός Dow Jones κατά 1,58%.
Εφόσον οι αναταράξεις συνεχιστούν και επικρατήσει ένα νέο σκηνικό ακριβότερου χρήματος, το εγχείρημα της ελληνικής εξόδου στις αγορές χωρίς στήριξη καθίσταται πολύ δυσκολότερο και ακριβότερο.
Το γεγονός έχουν κατανοήσει και στην ελληνική κυβέρνηση, καθώς διάφοροι κυβερνητικοί παράγοντες ομολογούν μιλώντας κατ’ ιδίαν ότι το ιταλικό ζήτημα είναι σοβαρό και περιπλέκει όλα τα θέματα που ενδιαφέρουν αυτή τη στιγμή την Ελλάδα, από τις νέες εκδόσεις ομολόγων μέχρι τις συζητήσεις για το χρέος.
Από την άλλη πλευρά, στην κυβέρνηση ελπίζουν ότι η ιταλική κρίση και ο κίνδυνος επέκτασής της στην ευρωζώνη, θα οδηγήσει τους δανειστές σε αποφάσεις οι οποίες θα έχουν στόχο ένα γρήγορο κλείσιμο του ελληνικού ζητήματος, χωρίς παλινωδίες και διαφωνίες μεταξύ των διαφόρων πλευρών. Με άλλα λόγια στην Αθήνα αλλά και στις Βρυξέλλες διαβλέπουν ότι ενισχύονται τα σενάρια για ένα συμβιβασμό μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας, προκειμένου να μην αφήσουν ανοιχτό και το ελληνικό ζήτημα, τη στιγμή που υπάρχει το ιταλικό πρόβλημα.
Το ζήτημα, βέβαια, είναι με ποιους όρους θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, αφού το Βερολίνο φαίνεται να οδηγείται σε σκληρότερη στάση απέναντι στον ευρωπαϊκό Νότο γενικότερα. Και τούτο, διότι καθώς στη Γερμανία καθώς ακούν τις θέσεις των ιταλικών κομμάτων για χαλάρωση της λιτότητας και άφεση χρέους, ενισχύονται οι σκληροπυρηνικές θέσεις που υποστηρίζουν ότι τελικά η χώρα τους θα κληθεί να πληρώσει το λογαριασμό για όλα τα προβλήματα, είτε των Ελλήνων είτε των Ιταλών.
Επομένως, δεν αποκλείεται το -ήδη αυστηρό- Βερολίνο να παραμείνει άκαμπτο απέναντι στην ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, προκειμένου να μην δημιουργηθούν προηγούμενα τα οποία θα μπορούν να επικαλεστούν και οι Ιταλοί, ζητώντας αντίστοιχη μεταχείριση και για το δικό τους χρέος -το οποίο ξεπερνά το 130% του ΑΕΠ.
Από την άλλη πλευρά, η αναζοπύρωση της ευρωπαϊκής κρίσης απομακρύνει το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων του ευρώ από την ΕΚΤ και βάζει πάλι στο τραπέζι τα ενδεχόμενα στήριξης της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων από την Κεντρική Τράπεζα ή άλλους μηχανισμούς της ευρωζώνης.
Στο θέμα αυτό αναφέρθηκε χθες και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος μιλώντας στη γενική συνέλευση του ΣΕΒ ανέφερε ότι «όλοι κατανοούν ότι οι αποφάσεις στις οποίες θα καταλήξουμε πρέπει να ανταποκρίνονται στις προκλήσεις και τις ανάγκες της περιόδου και να θωρακίζουν την ελληνική οικονομία από αναταράξεις που δεν οφείλονται σε μας αλλά σε εξωγενείς παράγοντες. Και πάνω από όλα να θωρακίζουν την ίδια την Ευρώπη από την ανατροφοδότηση και τον ανακυκλισμό των κρίσεων».
Νωρίτερα, και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης είχε αναφερθεί στην ανάγκη λήψης «συνολικότερων μέτρων θωράκισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο» σε περίπτωση που οι αναταράξεις συνεχιστούν.
Βέβαια, η στήριξη δεν παρέχεται «δωρεάν» γεγονός που δεν παρέλειψε να επισημάνει χθες ο απερχόμενος αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Βίκτορ Κοστάνσιο, ο οποίος ρωτήθηκε από το γερμανικό περιοδικό Spiegel εάν η ΕΚΤ θα μπορούσε να παρέμβει στηρίζοντας τα ιταλικά ομόλογα, όπως είχε κάνει το 2012 για τις χώρες που είχαν πληγεί τότε από την κρίση.
Ο κ. Κοστάνσιο, απάντησε ότι το πρόγραμμα Απευθείας Νομισματικών Συναλλαγών (Outright Monetary Transactions – OMP), που επιτρέπει την αγορά κρατικών ομολόγων απευθείας από τον εκδότη (τις κυβερνήσεις) προϋποθέτει την ύπαρξη ενός προγράμματος προσαρμογής, ήτοι ενός μνημονίου.
Έδωσε έτσι ένα σαφές στίγμα, ο κ. Κοστάνσιο ότι η στήριξη δεν είναι δωρεάν και αναφέρθηκε ξεκάθαρα και στην ανάγκη να τηρούνται οι κανόνες της ευρωζώνης, βάζοντας στο τραπέζι το ενδεχόμενο η Ιταλία να αναγκαστεί να υπογράψει ένα μνημόνιο, εάν χρειαστεί προσφυγή στη χρηματοδότηση της ΕΚΤ.
«Καθαρή έξοδος»;
Νέα δεδομένα φαίνεται ότι δημιουργεί η κρίση στην Ιταλία (και η εκτίναξη του επιτοκίου του 10ετούς ομολόγου κοντά το 5%) αναφορικά με το πλαίσιο μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου της Ελλάδας στις 20 Αυγούστου. Ήδη από εχθές θεσμικοί κύκλοι εντός και εκτός της χώρας επαναφέρουν τo σενάριo της προληπτικής πιστωτικής γραμμής (ECCL) όσο και αυτό της παράτασης του μνημονίου ως το τέλος του 2018.
Το ενδεχόμενο δε η Ιταλία να παραμείνει σε πλήρη αναταραχή την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου εκτιμάται ότι μπορεί να αποσταθεροποιήσει ακόμη περισσότερο το κυβερνητικό αφήγημα της καθαρής εξόδου και να φέρει πιο κοντά την προληπτική γραμμή η οποία όμως έχει χαρακτηριστεί από την κυβέρνηση «συγκεκαλυμμένο μνημόνιο» και προβλέπει και τη συμμετοχή του ΔΝΤ σε ρόλο ελεγκτή – τεχνικού συμβούλου.
Από την πλευρά του υπουργός Οικονομικών μιλώντας από την Πρέβεζα σε τοπικό σταθμό (Prisma 91,6) αναγνώρισε τις δυσκολίες επιμένοντας πάντως στην καθαρή έξοδο. «Το επιχείρημα να μην βγούμε στις αγορές για να μείνουμε στον ESM και να παίρνουμε δάνειο 1-1,5% δεν στέκει για πάντα. Ο μόνος λόγος να είσαι σε ένα πρόγραμμα είναι για να βγεις κάποια στιγμή από το πρόγραμμα. Προφανώς ένας ασθενής στην εντατική έχει μεγαλύτερη σιγουριά όταν έχει τα καλώδια αλλά κάποια στιγμή λένε οι γιατροί να τον αποκαλωδιώσουν για να σταθεί στα πόδια του».
Μιλώντας για το ίδιο θέμα και την πορεία των επιτοκίων τόνισε ότι «είναι λίγο πιο δύσκολα λόγω Ιταλίας αλλά και η απόφαση του eurogroup του Ιουνίου του 2017 να δημιουργήσουμε μια καβαντζα χρηματική γι αυτό το λόγο έγινε, όποτε είναι δύσκολες οι συνθήκες θα έχουμε πρόσβαση σε χρήματα και δεν θα είμαστε αναγκασμένοι να πάμε σε αγορές με πολύ υψηλό επιτόκιο».
Παρά ταύτα πληροφορίες θέλουν τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο να διαφωνεί με την απόφαση του Μαξίμου να «κάψει» την εκδοχή της προληπτικής γραμμής ήδη από πέρυσι το καλοκαίρι. Η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου σκαρφάλωσε χθες στο 4,94% (για να υποχωρήσει αργότερα κάτω από το 4,8%), επίπεδο που δεν έχει επαναληφθεί από τον περασμένο Νοέμβριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι την 1η Μαίου ήταν μόλις στο 3,8%. Συγκριτικά, οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων της Ιταλίας έφτασαν στο 3,2% και της Πορτογαλίας το 2,3%.
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης -και υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης- Γιάννης Δραγασάκης επέμεινε στη γραμμή της καθαρής εξόδου τονίζοντας ότι η Ελλάδα «βρίσκεται σε μία θέση που έχει αρκετά μέσα στη διάθεσή της να αντιμετωπίσει αυτές τις εξελίξεις». Μέσα σε αυτό το κλίμα όμως ο κ. Δραγασάκης μίλησε και για την ανάγκη μιας ευρύτερης προσέγγισης: «Αν οι αναταράξεις αυτές συνεχιστούν είναι προφανές ότι θα δοκιμαστούν οι αντοχές της κάθε χώρας ξεχωριστά και θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να δει συνολικότερες λύσεις, συνολικότερα μέτρα θωράκισης στην περίπτωση που οι εξελίξεις παραταθούν ή ενταθούν» τόνισε.
πενταποσταγμα