Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας “Πρώτο Θέμα”, καταδικάστηκε τον περασμένο Απρίλιο σε κάθειρξη 5 ετών, χωρίς αναστολή, για την μη πληρωμή χρέους ΦΠΑ ύψους 250.000€. Ο ίδιος, παρόλο που είχαν περάσει πολλά εκατομμύρια ευρώ από τα χέρια του, δήλωσε ότι δεν είχε την δυνατότητα να πληρώσει το ποσό, επειδή η εταιρία του είχε πτωχεύσει. Γι’ αυτό και οδηγήθηκε στον Κορυδαλλό.
Μέσα στις φυλακές ο γνωστός επιχειρηματίας, όπως και οι περισσότεροι επώνυμοι κρατούμενοι, έτυχε καλής μεταχείρισης από ένα σωφρονιστικό σύστημα, το οποίο συνήθως είναι σκληρό και αδυσώπητο μόνο προς τους φτωχούς και αδύναμους. Εκτίει την ποινή του στην αποθήκη των φυλακών, όπου η μία μέρα φυλάκισης μετράει για τρεις. Έτσι με βάση και τους ευεργετικούς νόμους της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, ο Άκης Γλού προβλέπεται ότι θα αποφυλακιστεί σύντομα. Άγνωστος παραμένει ο τρόπος με τον οποίο το δημόσιο θα μπορέσει να διεκδικήσει την πληρωμή στα δημόσια ταμεία των χρεών του Άκη Γλού, ιδιαιτέρως για χρηματικά ποσά που έχουν εισπραχθεί από τους πελάτες του, όπως π.χ. τα ποσά του ΦΠΑ.
“Πού πήγαν τόσα χρήματα που πέρασαν από τα χέρια της οικογένειας Γλου;” αναρωτιούνται παράγοντες της εμπορικής ζωής του Πειραιώς.
Το Ελληνικό όνειρο
Η αλήθεια είναι ότι η πορεία της οικογένειας Γλού συνιστά αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί “Ελληνικό όνειρο”.
Ο πατέρας τους Δημήτρης, ένας απλός και λαϊκός άνθρωπος, ξεκίνησε ως έμπορος του δρόμου και μικροπωλητής. Άνθρωπος της πιάτσας, αυτός και η γυναίκα του, έβαλαν από νωρίς τα παιδιά τους στην δουλειά. Και σύντομα έστησαν την δική τους επιχείρηση.
Από εκεί και πέρα τα δύο αδέλφια, δηλαδή ο Άκης και ο Γιώργος Γλού, επωφελήθηκαν από τα δάνεια των τραπεζών, που έπεφταν βροχή και απλώθηκαν πολύ γρήγορα στο εμπόριο ανδρικών ρούχων. Αυτό που έκαναν, το έκαναν με μεράκι. Είχαν καλό design, μοντέρνα ρούχα και χαμηλές τιμές. Επιπλέον, έκαναν δυνατές δημόσιες σχέσεις και ξόδευαν πολλά λεφτά στην διαφήμιση.
Η παλιά αγάπη της οικογένειας με τον Ολυμπιακό, που ξεκίνησε από τις αλάνες του Πειραιά, αλλά και η αναζήτηση των ισχυρών διασυνδέσεων, τους έκανε να χωθούν στην μεγάλη παρέα των παραγόντων του Ολυμπιακού. Εκεί απέκτησαν ισχυρές γνωριμίες με την οικογένεια του Σωκράτη Κόκκαλη και αργότερα με τον κύκλο του Βαγγέλη Μαρινάκη.
Ο Γιώργος Γλού μπήκε στο ΔΣ του Ολυμπιακού και έγινε και πρόεδρος στον Ερασιτέχνη Ολυμπιακό. Τα δύο αδέλφια, πατώντας γερά στον άφθονο τραπεζικό δανεισμό, φρόντισαν να στεγάσουν τα περισσότερα μαγαζιά που είχαν σε όλη την Ελλάδα σε σπουδαία ακίνητα, που επέλεξαν οι ίδιοι και στενοί συνεργάτες τους. Τα περισσότερα από αυτά ήταν θαυμάσια νεοκλασικά κτίρια, τα οποία η εταιρία GLOU αναπαλαίωσε και τα φρόντισε ιδιαίτερα, ώστε να αποτελούν σημείο αναφοράς στις πόλεις όπου υπήρχαν.
Η ανοδική τους πορεία έγινε εκτόξευση προς τα πάνω όταν έγιναν συνέταιροι με την γερμανική εταιρία αθλητικών ειδών Puma. Και ενώ το “Ελληνικό όνειρο” είχε πραγματοποιηθεί, με πρωταγωνιστές τους ίδιους, η κάτω βόλτα ξεκίνησε άγρια, ξαφνικά και απότομα.
Η γερμανική πολυεθνική εταιρία τους τράβηξε στα δικαστήρια, ποινικά και αστικά, με βαρύτατες κατηγορίες. Μεταξύ αυτών περιλαμβανόταν η κατάχρηση μεγάλων χρηματικών ποσών και η κατηγορία ότι κάτω από την φίρμα της PUMA πουλούσαν στα μαγαζιά τους μεγάλες ποσότητες προϊόντων – μαϊμού, με συνέπεια να κερδίζουν τεράστια ποσά σε βάρος της εταιρίας και των πελατών της.
Οι εταιρείες της οικογένειας Γλού άρχισαν από τότε να νιώθουν το έδαφος να τρέμει κάτω από τα πόδια τους. Οι τράπεζες τους έκοψαν τις γραμμές πίστωσης. Με αποτέλεσμα να ξεκινήσει η ασφυξία της ρευστότητας.
Τα μέλη της οικογένειας Γλού δεν το έβαλαν όμως κάτω.
Εξακολούθησαν την πολυτελή και χλιδάτη ζωή, που περιελάμβανε μοναδικά σπίτια – πύργους στην περιοχή της Καστέλλας, τα οποία δεσπόζουν σε ολόκληρη την ακτογραμμή του Πειραιά και ατενίζουν το ανοικτό πέλαγος του Σαρωνικού.
Ακόμη έχουν να διηγούνται οι παλιοί διευθυντές του “Αστέρα της Βουλιαγμένης” για τους τεράστιους λογαριασμούς, που πλήρωνε η οικογένεια, όταν κρατούσε κάθε καλοκαίρι, για πολλές δεκαετίες, τουλάχιστον 8-10 δωμάτια στην μπροστινή πλευρά του “Ναυσικά”, μπροστά στην θάλασσα και κοντά στην μεγάλη πισίνα. Εκεί μάζευαν τους γονείς τους, τα παιδιά τους, τους συγγενείς και τους φίλους και απολάμβαναν γύρω από την πισίνα τα εκλεκτά φαγητά, τα ακριβά ουίσκι και τα εξωτικά κοκτέιλ, που ετοίμαζαν για την οικογένεια οι σέφ του πολυτελούς ξενοδοχείου. Οι τακτικοί θαμώνες του Αστέρα θυμούνται ακόμη τον Άκη και τον Γιώργο Γλου να χαλαρώνουν δίπλα στην μεγάλη πισίνα του “Ναυσικά” με τα κοκτέιλ στα χέρια και με τα ακριβά κουβανέζικα πούρα στο στόμα. “Ήταν καλοπληρωτές και άφηναν πάντα μεγάλα φιλοδωρήματα στο προσωπικό που τους εξυπηρετούσε” λέει χαρακτηριστικά παλιός διευθυντής του ξενοδοχείου.
Ακόμη και τα χρόνια της κρίσης, τότε που τα πράγματα γκρεμιζόντουσαν γύρω, η οικογένεια δεν εγκατέλειψε ούτε τα ακριβά σπίτια, ούτε τα πολυτελή αυτοκίνητα, μεταξύ των οποίων καλογυαλισμένες Jaguar και ολοκαίνουργιες Mercedes. Εξακολούθησαν να επενδύουν στον Πειραιά, όπου συμμετέχουν και σήμερα, μαζί με τον Λευτέρη Λαζάρου, στο γνωστό γκουρμέ εστιατόριο “Βαρούλκο”.
Το ατύχημα είναι ότι η πτώχευση της εταιρείας τους ανάγκασε τις τράπεζες και το δημόσιο να κατάσχουν ένα από τα ωραιότερα νεοκλασικά του Πειραιά, στο οποίο υπήρχε το κεντρικό κατάστημα του ομίλου και ένα από τα καλύτερα Bar-Restaurant του μεγάλου λιμανιού. Όλο αυτό το κτιριακό συγκρότημα έχει προωθηθεί προς πώληση από τις τράπεζες για να καλυφθούν ορισμένες από τις τρύπες, που άφησαν υπό μορφή χρεών τα δύο αδέλφια στον τραπεζικό τομέα και στο δημόσιο.
Καμιά φορά οι κρίσεις, αν δεν σε οδηγήσουν στον οικονομικό θάνατο, μπορεί να αποτελέσουν και την αφετηρία μιας καινούργιας αρχής, λένε παλιοί παράγοντες της Ελληνικής αγοράς. Το αν θα ισχύσει αυτό για την περίπτωση του Άκη Γλού, θα φανεί μετά την αποφυλάκισή του. Από εκεί και πέρα θα προκύψουν τα νεώτερα για την οικογένεια και θα αποδειχθεί αν το Μικρασιατικό DNA που έχουν μέσα τους και τους οδήγησε από τους πάγκους των μικροπωλητών της οδού Τσαμαδού μέχρι τα μεγάλα σαλόνια των Αθηνών και τις σουίτες του Αστέρα Βουλιαγμένης, μπορεί να τους ξαναδώσει τις αντοχές και το κουράγιο για ένα νέο πετυχημένο ξεκίνημα.