23 Ιουν 2018

Η εταιρεία που «ξέπλενε» δικτάτορες...




H εταιρεία Δημοσίων Σχέσεων και Επικοινωνίας με την πιο αμφιλεγόμενη λίστα πελατών στη βιομηχανία των δημοσίων σχέσεων, που «ξέπλενε» το...


όνομα δικτατόρων, ολιγαρχών, αλλά και διασήμων που διέπραξαν εγκλήματα (όπως η περίπτωση του Όσκαρ Πιστόριους) και μεταξύ άλλων, είχε προσληφθεί από το αμερικανικό Πεντάγωνο για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και βίντεο προπαγάνδας (μέχρι και σενάριο σαπουνόπερας στα αραβικά) στον πόλεμο του Ιράκ, στάθηκε ανίκανη να «ξεπλύνει» τον ίδιο της το όνομα.

Αυτή είναι η ιστορία της περίφημης βρετανικής εταιρείας Bell Pottinger, με έδρα το Λονδίνο (ο Guardian είχε χαρακτηρίσει το Λονδίνο ως την «παγκόσμια πρωτεύουσα 'ξεπλύματος' φήμης»), που τον Σεπτέμβριο του 2017, κατέρρευσε και αναγκάστηκε να κηρύξει πτώχευση μετά τη «βρόμικη καμπάνια» της στη Νότια Αφρική.


Η καμπάνια πυροδότησε τις μεγαλύτερες φυλετικές εντάσεις από την εποχή του απαρτχάιντ για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών και πολιτικών συμφερόντων.

Στις 14 Ιανουαρίου 2016, τέσσερις συνεργάτες της Bell Pottinger, μίας από τις κορυφαίες εταιρίες δημοσίων σχέσεων του Λονδίνου, έφτασαν στο Γιοχάνεσμπουργκ για μία συνάντηση με έναν υποψήφιο μεγάλο πελάτη, την Oakbay Investments, εταιρεία που ελέγχεται από τους Atul, Ajay και Tony Gupta, τρεις από τους πιο ισχυρούς επιχειρηματίες της Νοτίου Αφρικής.

Οι αδελφοί Guptas, ο όμιλος επιχειρήσεων των οποίων περιλαμβάνει εταιρείες που ασχολούνται από την εξόρυξη ουρανίου έως τον Τύπο, διατηρούσαν στενούς δεσμούς με τον Jacob Zuma, πρόεδρο της Νότιας Αφρικής. Η σχέση αυτή, που εξασφάλιζε τεράστια κέρδη και επιρροή, ήταν γνωστή τοις πάσι. Εκτός των άλλων, τρία μέλη της οικογένειας Zuma εργάζονταν στις επιχειρήσεις της οικογένειας Gupta. Εξού και ο Τύπος αναφερόταν σε αυτή την ιδιότυπη σχέση ως «καθεστώς Zupta» (από τον συγκερασμό των ονομάτων Zuma και Guptas).

Το 2015, χιλιάδες Νοτιοαφρικανοί κατέκλυσαν τους δρόμους της πρωτεύουσας διαμαρτυρόμενοι σε μεγάλης κλίμακας διαδηλώσεις εναντίον του προέδρου Ζούμα και της κυβέρνησής του την οποία κατήγγειλαν ως «ανίκανη» και «διεφθαρμένη», κατηγορώντας επιπροσθέτως τους (γεννημένους στην Ινδία) Guptas ότι επί της ουσίας αποτελούν μία «σκιώδη κυβέρνηση» που διορίζει υπουργούς ανάλογα με τα επιχειρηματικά της συμφέροντα. Τον περασμένο Δεκέμβριο, σύμβουλος της BNP Paribas Securities South Africa δήλωνε στο Bloomberg News ότι η σχέση μεταξύ Zuma και Guptas ήταν «εξαιρετικά ανησυχητική», σημειώνοντας: «Πρόκειται για μία κατάσταση που υπερβαίνει την κατάχρηση επιρροής».


Ο Tony Gupta ήταν παρών στη συνάντηση του Γιοχάνεσμπουργκ, όπως και ο Tim Bell, εκ των ιδρυτών της Bell Pottinger. Ο λόρδος Μπελ, ίσως η πιο γνωστή φιγούρα στον τομέα των δημοσίων σχέσεων στη Βρετανία, εργαζόταν στη Νότιο Αφρική επί δεκαετίες -μεταξύ άλλων είχε χρηματίσει και σύμβουλος του προέδρου Φεντερίκ Ντε Κλερκ, του τελευταίου προέδρου του απαρτχάιντ.

Σύμφωνα με το New Yorker, ο Bell θυμάται τον Tony Gupta να φλυαρεί επί μιάμιση ώρα για το πόσο υπέροχα ένιωθε «για τα πολλά χρήματα που είχε βγάλει, για το γεγονός ότι δεν χρειαζόταν να βγάλει περισσότερα και για το ότι ήταν απλά ένας καλός άνθρωπος που είχε πολύ στενούς δεσμούς με την κυβέρνηση και γνώριζε τον Ζούμα πολύ καλά».

Ο Gupta ζήτησε βοήθεια από την Bell Pottinger για μία καμπάνια που είχε στόχο -κατά τα λεγόμενά του- την ανάδειξη της οικονομικής ανισότητας στη Νότια Αφρική. Σκοπός ήταν να πειστούν οι έγχρωμοι Νοτιοαφρικανοί ότι ήταν πολύ πιο φτωχοί από ό,τι θα έπρεπε, κυρίως εξαιτίας της τεράστιας δύναμης των μεγάλων εταιρειών που κατέχουν λευκοί.  Η καμπάνια, είπε ο Gupta, όχι μόνο θα ήταν επωφελής για τη χώρα, αλλά επιπλέον, θα ενίσχυε την οικονομική θέση της οικογένειάς του, παρουσιάζοντας τους αδελφούς όχι ως παντοδύναμους ολιγάρχες, αλλά ως outsiders που είναι «αντιστάθμισμα» στη λευκή υπεροχή.

Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ...