13 Οκτ 2018

Σοκάρουν τα στοιχεία για τη σπατάλη τροφίμων, τι συμβαίνει στην Ελλάδα

 Κωνσταντίνος Κάλτσας.
Ο πληθυσμός της Γης, σύμφωνα με εκτιμήσεις, αναμένεται να φτάσει τα 9,6 δισεκατομμύρια έως το 2050, γεγονός που δημιουργεί αυτόματα ένα κρίσιμο ερώτημα: μέσα στη δημογραφική αυτή έκρηξη πώς θα τραφούν όλα αυτά τα στόματα;..

Κάθε χρόνο στην Ελλάδα κάθε πολίτης πετάει 44 κιλά φαγητού, ενώ συνολικά η ετήσια σπατάλη τροφίμων στη χώρα ανέρχεται περίπου στα 474 εκατομμύρια κιλά, σύμφωνα με έρευνες. Τα νούμερα θα ήταν τραγικά αν δεν λαμβάναμε υπ’ όψη ότι ο αντίστοιχος μέσος όρος κατ’ άτομο είναι 278 κιλά για τις ΗΠΑ και 361 κιλά για την Αυστραλία.
Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά της σημασίας που έχει αποκτήσει εδώ και λίγα χρόνια η συζήτηση για τη σπατάλη τροφίμων (food waste). Πολλά κράτη, κυρίως στον δυτικό κόσμο, μπαίνουν στη διαδικασία να θεσμοθετήσουν μέτρα για την αντιμετώπιση του φαινομένου πριν να είναι πολύ αργά.
Οι τόνοι τροφής που καταλήγουν κάθε χρόνο στα σκουπίδια παγκοσμίως, ενώ την ίδια στιγμή σχεδόν 1 δισεκατομμύριο ανθρώπων υποσιτίζεται, είναι συνοπτικά ο ορισμός της λεγόμενης «σπατάλης τροφίμων». Εκτός όμως από την ανθρωπιστική πλευρά, το ζήτημα έχει οικονομικές και περιβαλλοντικές όψεις που το καθιστούν ένα από τα φαινόμενα της σύγχρονης ανθρώπινης παθογένειας.
Τα τρόφιμα που απορρίπτονται από εμπόρους λιανικής και καταναλωτές στις πιο αναπτυγμένες χώρες είναι αρκετά να υπερκαλύψουν τις ανάγκες των ανθρώπων που μαστίζονται από την πείνα, σύμφωνα με στοιχεία της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, γεγονός που δίνει διαστάσεις παραλογισμού στο πρόβλημα.
Ο Αχιλλέας Πληθάρας, υπεύθυνος προγραμμάτων ευαισθητοποίησης του WWF Ελλάς, προσπαθεί να μας δώσει μία πιο ξεκάθαρη εικόνα του ζητήματος.
«Το θέμα της σπατάλης τροφίμων δεν αφορά μόνο τους πολίτες, τον τελικό καταναλωτή. Αφορά επίσης όλα τα στάδια της εφοδιαστικής αλυσίδας στο κομμάτι της διατροφής. Από την πρωτογενή παραγωγή, τη μεταποίηση, τη διανομή και τέλος την κατανάλωση».
Πρόσφατη έρευνα του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου έδειξε πως τα ελληνικά νοικοκυριά πετούν στον κάδο απορριμμάτων τρόφιμα, είτε γιατί έληξαν, είτε εξαιτίας κακού προγραμματισμού στην ποσότητα και τις μερίδες του μαγειρεμένου φαγητού. Μάλιστα, αν ψάξει κανείς στα σκουπίδια μιας ελληνικής οικογένειας, αυτά που θα βρει είναι κυρίως φρούτα, μαγειρεμένο φαγητό, λαχανικά, ψωμί και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Αντίστοιχη μελέτη για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εκτιμά ότι περίπου 10% από τους 88 εκατομμύρια τόνους υπολειμμάτων φαγητού ετησίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση σχετίζονται με τη σήμανση ημερομηνίας λήξης.
«Υπάρχει ένα θέμα που έχει αναδειχθεί και από το Ευρωβαρόμετρο, το οποίο δείχνει πως γενικότερα οι Έλληνες και οι Ευρωπαίοι έχουν μία μεγάλη σύγχυση αναφορικά με ζητήματα που άπτονται της σπατάλης τροφίμων, όπως για παράδειγμα η ημερομηνία λήξης και η διαφορά της με την ημερομηνία ανάλωσης κατά προτίμηση. Οι περισσότεροι από τους πολίτες θεωρούν πως αυτά τα δύο συμπίπτουν. Πράγμα που δεν ισχύει.
Μία σκέψη που υπάρχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι να καταργηθεί τελείως το ανάλωση κατά προτίμηση μιας και μιλάμε για τρόφιμα μακράς διαρκείας, όπως για παράδειγμα μακαρόνια, ρύζι, όπου το προσδόκιμο -ας το πούμε- ζωής τους είναι αρκετά μεγάλο και η ανάλωση κατά προτίμηση είναι καθαρά για λόγους μάρκετινγκ και όχι για να εξυπηρετεί την ουσία, αφού ακόμη και κάποιους μήνες μετά μπορούν να καταναλωθούν με ασφάλεια».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν μία από τις χώρες με τη μεγαλύτερη σπατάλη τροφίμων, η οποία εκτιμάται στους 60 εκατομμύρια τόνους το χρόνο, με κόστος 162 δισεκατομμύρια δολάρια. Από αυτά τα τρόφιμα, 32 εκατομμύρια τόνοι καταλήγουν σε δημοτικές χωματερές, επιβαρύνοντας τις τοπικές αρχές με έξοδα 1,5 δισεκατομμυρίου ετησίως. Ωστόσο το πρόβλημα σπατάλης εκτείνεται ακόμα και σε χώρες της Αφρικής, και κυριότερα τη Νότια Αφρική.
Η Γαλλία έχει ψηφίσει νόμο με τον οποίο δεσμεύει τα σουπερμάρκετ να προσφέρουν όλα τα τρόφιμα που δεν έχουν πουληθεί -αλλά ακόμη βρώσιμα- φαγητά σε ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη. Στην αντίθετη περίπτωση απειλούνται με πρόστιμα έως 75.000 ευρώ ή δύο χρόνια φυλάκιση.
Στο ίδιο πνεύμα και η Δανία η οποία κατάφερε να μειώσει τη σπατάλη φαγητού κατά 25% από το 2010. Τον Σεπτέμβριο του 2016, η κυβέρνηση της χώρας επιδότησε project εξοικονόμησης τροφίμων με περισσότερα από 670.000 ευρώ.
Ποια είναι τα βήματα που έχει κάνει η Ελλάδα;
«Εμείς ως χώρα είμαστε πάρα πολύ πίσω, έχουν γίνει ελάχιστα πράγματα. Κατ’ αρχάς σχετικά με τη μέτρηση του όγκου της σπατάλης που είναι το βασικό ζητούμενο. Διότι αν δεν μπορείς να μετρήσεις το τι έχεις τότε δεν ξέρεις και πώς να το περιορίσεις. Εμείς εδώ στην Ελλάδα δεν έχουμε ρυθμιστικό πλαίσιο. Σε άλλες χώρες υπάρχουν σχέδια δράσης.
Στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να καθυστερούμε διότι στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών για την κυκλική οικονομία περιλαμβάνεται μέριμνα και για ανάληψη δράσεων για τη σπατάλη τροφίμων. Άρα πολύ σύντομα θα χρειαστεί και εμείς να κινητοποιηθούμε. Υπάρχουν πρωτοβουλίες για παράδειγμα στην Ιταλία ή στη Γαλλία που προτρέπουν τα σουπερμάρκετ να παραθέτουν στοιχεία».

Η διαχείριση των τροφίμων αποφέρει κέρδος

«Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο περιορισμός της σπατάλης τροφίμων έχει κέρδος. Έχει κέρδος όσον αφορά τη μείωση των πιέσεων στους φυσικούς πόρους, έχει κέρδος από την καλύτερη οικονομική διαχείριση σε όλους τους τομείς. Από τους αγρότες μέχρι τα καταστήματα εμπορίας τροφίμων αλλά και τους καταναλωτές. Για παράδειγμα σε ένα τετραμελές νοικοκυριό η σπατάλη τροφίμων κοστίζει κατά μέσο όρο περίπου 500 ευρώ τον χρόνο. Λεφτά διόλου αμελητέα  την εποχή που ζούμε», αναφέρει ο κ. Πληθάρας.
Το ένα τρίτο όλων των τροφών που παράγονται στον πλανήτη δεν καταναλώνονται ποτέ, με το κόστος της σπατάλης να φτάνει έως και τα 400 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Μειώνοντας τη σπατάλη κατά 20 με 50 τοις εκατό παγκοσμίως θα εξοικονομηθούν 120 με 300 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, σύμφωνα με έρευνα της οργάνωσης WRAP.
Όσο για το ποιος είναι ο κύκλος της σπατάλης, ο κ. Πληθάρας τονίζει: «Φαίνεται πως το μεγαλύτερο ποσοστό σπατάλης παρατηρείται στον οικιακό τομέα. Αμέσως μετά στις υπηρεσίες εστίασης και στο εμπόριο των τροφίμων και ακολούθως στην παραγωγή και στην επεξεργασία τους.
Στην παραγωγή πρέπει να καταλάβουμε τα αίτια. Τι λάθη γίνονται στα νωπά τρόφιμα. Είναι λάθη στη συγκομιδή; Είναι λάθη στη διαδικασία αποθήκευσης του προϊόντος πριν την τελική διάθεση; Είναι λάθη που γίνονται καθαρά λόγω αδυναμίας της αγοράς να απορροφήσει συγκεκριμένα προϊόντα;
Ένα δεύτερο σκέλος έχει να κάνει με τα σουπερμάρκετ τα οποία επιβάλλεται να μπουν σε διαδικασία προγραμματισμού και επικοινωνίας με τους πελάτες. Έχει παρατηρηθεί ότι οι απώλειες στα σουπερμάρκετ συμβαίνουν λόγω της τάσης όλα να βρίσκονται σε αφθονία με αποτέλεσμα να είναι πάντα γεμάτα τα ράφια και κάποια προϊόντα να μένουν, να αλλοιώνονται και να πρέπει εκ των πραγμάτων να καταλήξουν στα σκουπίδια. Τα σουπερμάρκετ θα πρέπει να δίνουν έναν απολογισμό το τι πετάνε, διότι αυτό δεν το γνωρίζουμε. Όλα αυτά είναι επτασφράγιστα μυστικά και πρέπει να βγουν στην επιφάνεια.
Το μεγάλο κομμάτι είναι η απώλεια τροφίμων που αφορά εμάς ως καταναλωτές, είτε στο σπίτι μας είτε όταν πηγαίνουμε να φάμε έξω. Ο κόσμος δεν γνωρίζει ότι αυτό που κάνει γυρνάει εις βάρος του μέσα από την τιμή που καλείται χωρίς λόγο να καταβάλλει. Και τελικά στρέφεται εις βάρος του κοινωνικού συνόλου μέσα από την εξάντληση των φυσικών πόρων και μέσα από τη δημιουργία μιας κοινωνίας πολλών ταχυτήτων όπου κάποιοι πετούν αλόγιστα και κάποιοι άλλοι δεν έχουν να φάνε.
Η λύση μπορεί να δοθεί αν συντηρούμε καλύτερα τα τρόφιμα και ψωνίζουμε από το σουπερμάρκετ με λίστα και όχι παίρνοντας ό,τι βρούμε μπροστά μας. Επίσης μέσα από προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στα σχολεία, όπου διαμορφώνονται τα πρώτα καταναλωτικά πρότυπα».

«Κάποιοι θεωρούν ότι ωφελούνται»

Η σπατάλη τροφίμων έχει και το ανάλογο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Τα περισσότερα τρόφιμα καταλήγουν σε χωματερές, όπου αποσυντίθενται και εκπέμπουν μεθάνιο. Συνολικά τα αποσυντιθέμενα τρόφιμα δημιουργούν 3,3 δισεκατομμύρια τόνους αερίων του θερμοκηπίου ετησίως, περίπου το 7 τοις εκατό των συνολικών εκπομπών. Για το περιβάλλον η μείωση της σπατάλης τροφίμων έχει τον χαρακτήρα του επείγοντος.
Εκτός από τις ζημιές όμως που προκαλεί το φαινόμενο του food waste, υπάρχουν και κάποιοι που ωφελούνται;
«Θα έλεγα ότι κάποιοι νομίζουν ότι μπορεί να ωφελούνται. Από τη στιγμή που το τρόφιμο έχει τιμή και πωλείται, θεωρεί κανείς ότι όσο πιο πολύ πωληθεί τόσο το καλύτερο για τον ίδιο.
Αυτή είναι κοντόθωρη οπτική, είναι λανθασμένη, γιατί ουσιαστικά αποβαίνει μακροπρόθεσμα σε βάρος των ίδιων των συμφερόντων του εμπόρου αυτού, ο οποίος τι θέλει; Θέλει ο κόσμος να συνεχίσει να προτιμά το προϊόν που προσφέρει. Αυτό τίθεται εν αμφιβόλω εάν υπάρχει συνεχής υποβάθμιση των φυσικών πόρων, εάν υπάρχει μία κοινωνία πολλών ταχυτήτων όσον αφορά τη διατροφική επάρκεια και ασφάλεια».
Πρέπει να υπάρξει όμως και ένας τρόπος να διανεμηθούν τα τρόφιμα που θα «περισσέψουν» και βέβαια αντίστοιχοι αποδέκτες.
«Πολύ βασικό είναι να υπάρξουν αλλαγές στους κανόνες που διέπουν την ασφάλεια των τροφίμων, κυρίως στο κομμάτι της διάθεσης για κοινωφελή σκοπό, γιατί έως σήμερα πάρα πολλές εταιρείες που εμπορεύονται ή παράγουν τρόφιμα, έχουν έναν ενδοιασμό να τα διανείμουν παρ’ ότι είναι απολύτως βρώσιμα, διότι φοβούνται τις νομικές ευθύνες που μπορεί να προκύψουν αν συμβεί το οτιδήποτε.

Ήδη κάποιες εταιρείες στη χώρα μας προσφέρουν. Θα μπορούσαν τα τρόφιμα που είναι σε καλύτερη κατάσταση να πηγαίνουν σε συσσίτια, σε ανθρώπους που ζούνε είτε κοντά στα όρια είτε κάτω από τα όρια της φτώχειας. Δομές υπάρχουν και λειτουργούν ήδη. Τα οργανωμένα συσσίτια της εκκλησίας, τα δημοτικά συσσίτια, τα κοινωνικά παντοπωλεία. Όλα αυτά θα μπορούσαν να γίνουν με πολύ πιο οργανωμένο τρόπο εάν υπήρχε η κατάλληλη χαρτογράφηση όλης της περίσσειας τροφίμων».
newsbeast.gr/