4 Φεβ 2019

Οι ανισότητες βλάπτουν σοβαρά τη δημοκρατία – Πώς εκτοξεύθηκαν τα ποσοστά πλούτου, αλλά και φτώχειας

Ένα «στοίχημα» για τη βιωσιμότητα της δημοκρατίας και του περιβάλλοντος παίζεται στην «παγκοσμιοποιημένη κοινότητα», καθώς «οι διευρυνόμενες ανισότητες διεθνώς» τα τελευταία 40 χρόνια, τόσο μεταξύ των κρατών όσο και εντός ..
αυτών, απειλούν με καταστροφικές συνέπειες, αν συνεχιστούν οι σημερινές πολιτικές.
Σε αυτό το πνεύμα κινείται η συνέντευξη που παραχώρησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο γάλλος οικονομολόγος Λουκά Σανσέλ, ο οποίος συνδιευθύνει με τον Τομά Πικετί το Εργαστήριο για τις Παγκόσμιες Ανισότητες και το διεθνές δίκτυο WID (World Inequality Database), με αντικείμενο τη συλλογή στοιχείων για τις ανισότητες εισοδήματος και πλούτου, στην Ecole d’ Economie de Paris.
Κατά τη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, όσο και στη διάλεξη που έδωσε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, του οποίου ήταν προσκεκλημένος, παρουσίασε στοιχεία από την «Έκθεση για τις Παγκόσμιες Ανισότητες 2018», την οποία συντόνισε και επιμελήθηκε ο ίδιος, και είναι ελεύθερα διαθέσιμη στο διαδίκτυο.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν από το 1980, ραγδαία αύξηση στις ανισότητες των εισοδημάτων στην Βόρεια Αμερική, στην Κίνα, στην Ινδία και στην Ρωσία και πιο συγκρατημένα στην Ευρώπη.
Αν και υπάρχουν επιμέρους διαφωνίες για το αποδεκτό επίπεδο των ανισοτήτων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι «οι ακραίες ανισότητες καθιστούν τη δημοκρατία δυσλειτουργική», λέει ο κ. Σανσέλ και προσθέτει ότι ελλείψει παρουσίασης εναλλακτικών οικονομικών πολιτικών στους πολίτες, ανοίγουν «βαλβίδες» πολιτικής εκτόνωσης που τροφοδοτούν τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και «ζητήματα ταυτότητας». Τελικώς την πληρώνουν οι φτωχοί, στις τάξεις των οποίων συνωστίζεται συντριπτικό ποσοστό της πρώην μεσαίας τάξης αλλά και οι περιβαλλοντικές πολιτικές, όπως έγινε τελικά με τα «κίτρινα γιλέκα».
Συγκρίνοντας περιοχές με ανάλογα χαρακτηριστικά, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ, τα συμπεράσματα είναι ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες η αύξηση των ανισοτήτων μετά το 1980 είναι εκρηκτική ενώ στην Ευρώπη συγκρατημένη. Αυτό, ο γάλλος οικονομολόγος το αποδίδει στις διαφορετικές πολιτικές που ασκούνται στο εσωτερικό των δύο περιοχών και κυρίως στο φορολογικό σύστημα και στη δυνατότητα πρόσβασης στην υγεία, στην παιδεία και στην αγορά εργασίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, ενώ το 1980 το 1% των πλουσίων των δύο αυτών περιοχών κατείχε το 10% του συνολικού εθνικού πλούτου, το 2016 ανέβηκε στο 12% στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες εκτινάχθηκε στο 20%.
Την ίδια περίοδο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, το εισόδημα του 50% των πιο φτωχών μειώθηκε από το 20% το 1980, στο 13% το 2016.
Ως προς τις ανισότητες μεταξύ των κατοίκων του πλανήτη τις τελευταίες δεκαετίες, οι πρώτες εκτιμήσεις δείχνουν ότι το 1% των πιο πλουσίων του κόσμου, επωφελήθηκε δύο φορές περισσότερο από την οικονομική ανάπτυξη σε σχέση με το 50% των πιο φτωχών. Αυτοί οι τελευταίοι επωφελήθηκαν πάντως από τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ η μεσαία τάξη παγκοσμίως – στην οποία ανήκει το 90% των πιο φτωχών σε Ευρώπη και Αμερική – έβλεπε τα εισοδήματά της να συρρικνώνονται.
Ειδικά για την Ευρώπη, υπογραμμίζει ότι την τελευταία δεκαετία, οι ανισότητες διευρύνθηκαν μεταξύ Βορρά και Νότου γιατί η ΕΕ δεν κατάφερε να αμοιβαιοποιήσει τα χρέη του Νότου και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, όπως το 1953, όταν χάρισε τα χρέη της Γερμανίας.
Ο ευρωπαϊκός Βορράς, εξηγεί στο Πρακτορείο ο γάλλος ειδικός στα θέματα των ανισοτήτων, με το επιχείρημα ότι είναι ο «καθαρός εισφορέας» στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό αρνήθηκε να δείξει πιο γενναία αλληλεγγύη την περίοδο της κρίσης. Δεν συνυπολόγισε όμως τα κέρδη από τη συμμετοχή των βόρειων χωρών στην ΕΕ, τα οποία ήταν πενταπλάσια πολλές φορές και δεκαπλάσια από τις εισφορές τους.
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, σημειώνει ότι από την κρίση των τελευταίων δέκα χρόνων, έχασαν όλοι και η Ευρώπη και η Ελλάδα και οι ανισότητες αυξήθηκαν λόγω της εφαρμογής πολιτικών λιτότητας και της μείωσης των κοινωνικών παροχών. Και προσθέτει χαρακτηριστικά για τη χώρα μας, «για το μέλλον είμαι αισιόδοξος».

altsantiri.gr