Ένα ρεπορτάζ για τα άδυτα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσίευσε η γαλλική εφημερίδα Liberation προκάλεσε τεράστια αίσθηση στις Βρυξέλλες και την ...
άμεση απάντηση της Κομισιόν, καθώς περιλαμβάνονται λεπτομέρειες σύγκρουσης συμφερόντων, εσωτερικών πολιτικών πιέσεων και μια αυτοκτονία.
Το ρεπορτάζ που υπογράφει ο επί 28 χρόνια ανταποκριτής της εφημερίδας στις Βρυξέλλες Ζαν Κατρεμέρ ξεκινάει από την αυτοκτονία της Λάουρα Πινιατάρο, διευθύντριας στον τομέα του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου της Νομικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και περιστρέφεται γύρω από τον γενικό γραμματέα και ισχυρό άνδρα της Κομισιόν, Μάρτιν Σελμάγιερ.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Γάλλου δημοσιογράφου, στις 17 Δεκεμβρίου του 2018 η Λάουρα Πινιατάρο ζήτησε από τη φίλη της «Λορέντζα Μπ.» να συνοδεύσει την 14χρονη κόρη της μέχρι τη στάση του σχολικού λεωφορείου. Η δικαιολογία ήταν ότι δεν αισθανόταν καλά. Μόλις η φίλη της αποχώρησε με την κόρη της η Λάουρα Πινιατάρο ανέβηκε στον τελετυαίο όροφο του κτηρίου και πήδηξε στο κενό. Σκοτώνεται ακαριαία.
«Η βελγική αστυνομία κατέληξε γρήγορα ότι πρόκειται για αυτοκτονία. Μια ακόμα, σε μια χώρα που πλήττεται από αυτή τη μάστιγα (υπολογίζονται 140 – 200 αυτοκτονίες ετησίως στις Βρυξέλλες). Γιατί αυτή η 50χρονη Ιταλίδα αυτοκτόνησε; Κανείς δεν πρόκειται να μάθει ποτέ με σιγουριά καθώς η ίδια δεν είπε καμία λέξη».
Ωστόσο, σύμφωνα με το συγκλονιστικό ρεπορτάζ του Ζαν Κατρεμέρ, η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Η Λάουρα Πινιατάρο, κόρη ενός ανώτερου Ιταλού δικαστή, με σπουδές νομικής στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και την Ισπανία, αποτελούσε μέλος ενός κλειστού κύκλου υψηλόβαθμων στελεχών της Επιτροπής. Υπήρξε διευθύντρια σε μια από τις υψηλότερες βαθμίδες της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης. Η κ. Πινιατάρο εργάστηκε για την Επιτροπή από το 1992 και από το 1995 βρισκόταν στην Νομική Υπηρεσία της Κομισιόν.
Το 2016 προήχθη στο τμήμα ανθρωπίνου δυναμικού της Κομισιόν. Ο ρόλος της ήταν, μεταξύ άλλων, να ελέγχει την νομιμότητα των προσλήψεων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Από αυτή τη θέση διαδραμάτισε έναν βασικό ρόλο στη διαχείριση της υπόθεσης του Μάρτιν Σελμάγιερ», του γενικού γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η προαγωγή του οποίου σε αυτή τη θέση είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στις Βρυξέλλες, καθώς σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο ζήτησε με πλειοψηφία 71% την παραίτησή του, οι διαδικασίες που τήρησε η Κομισιόν ήταν «προβληματικές».
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Libe» το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται τον Φεβρουάριο του 2018, όταν η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού (CONT) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έπειτα από αναφορές Μέσων Ενημέρωσης για τον τρόπο διορισμού του κ. Σελμάγιερ στη θέση του γενικού γραμματέα της Κομισιόν, απέστειλε έναν κατάλογο με 134 ερωτήσεις προς την Κομισιόν, ζητώντας να μάθει αν τηρήθηκε ο Νόμος. «Ήταν σε κατάσταση πανικού» αναφέρει ανώνυμη πηγή στη γαλλική εφημερίδα, καθώς σύμφωνα με την ίδια πηγή, «η νομική υπηρεσία δεν γνώριζε ότι ο κ. Σελμάγιερ είχε προταθεί για αυτήν τη θέση».
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, μετά το μεσημέρι της 24ης Μαρτίου πραγματοποιείται μια συνάντηση ώστε να συνταχθούν οι απαντήσεις της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δέκα άτομα κάθονται στο τραπέζι, ανάμεσά τους ο Λουίς Ρομέρο, Γενικός Διευθυντής της νομικής υπηρεσίας και η Λάουρα Πινιατάρο. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο Μάρτιν Σελμάγιερ συνοδευόμενος από την Μίνα Αντρέεβα από την υπηρεσία του εκπροσώπου, μπαίνουν στην αίθουσα. «Αμέσως ο Λουίς Ρομέρο σηκώνεται από την καρέκλα του και αποχωρεί, καθώς η άφιξη του Γενικού Γραμματέα σε μια συνάντηση που επικεντρώνεται στην νομική υποστήριξή του αποτελεί σύγκρουση συμφερόντων», γράφει η γαλλική εφημερίδα. Πράγματι, το άρθρο 11α του Κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της ΕΕ, αναφέρει ότι «Κατά την άσκηση των καθηκόντων του και εκτός αντιθέτου διατάξεως, ο υπάλληλος δεν απασχολείται σε καμία υπόθεση στην οποία έχει, άμεσα ή έμμεσα, προσωπικό συμφέρον, ιδίως οικογενειακό ή οικονομικό, φύσεως ικανής να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του». Ο Γάλλος δημοσιογράφος υπογραμμίζει ότι αντί να αποχωρήσει από την αίθουσα ο Ρομέρο, θα έπρεπε να ζητήσει την αποχώρηση του Σελμάγιερ, κάτι που δεν έπραξε. «Η Πινιατάρο δεν τον ακολούθησε [...] το γεγονός ότι διορίστηκε στη θέση της από τον ίδιο τον Σελμάγιερ ίσως εξηγεί την παραμονή της», αναφέρει η Liberation.
Ακολούθησε και δεύτερη συνεδρίαση καθώς η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν θεωρήσει πειστικές τις απαντήσεις της Κομισιόν. Ο Μάρτιν Σελμάγιερ ήταν και πάλι παρών. «Η Λάουρα, βγήκε από αυτές τις συναντήσεις οργισμένη. Μια νομικός υπερβολικά πιστή στο θεσμικό όργανο, χωρίς πολιτικές βλέψεις. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ο διορισμός του Σελμάγιερ ήταν παράνομος. Σε αυτή τη δεύτερη συνάντηση του είπε ότι αυτό που κάνουν είναι σκάνδαλο, αλλά το έκανε για χάρη της Επιτροπής» αναφέρει ανώνυμη πηγή στη γαλλική εφημερίδα.
Ωστόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν επείσθη ούτε από τις δεύτερες εξηγήσεις της Κομισιόν και στις 18 Απριλίου ζητεί την παραίτηση του Μάρτιν Σελμάγιερ. Η Επιτροπή αρνείται κάθε ευθύνη. Σύμφωνα με την Κομισιόν «όλα έγιναν βάσει των κανόνων».
Τον Μάιο του ίδιου έτους έρχεται η σειρά της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας. Η Ιρλανδέζα Έμιλι Ο' Ράιλι, βάσει του Δικαίου της ΕΕ, διενεργεί έρευνα για καταγγελίες κακής ή αποτυχημένης διοικήσεως από πλευράς φορέων της ΕΕ. Η κυρία Ο' Ράιλι ζήτησε πρόσβαση στον σέρβερ της Επιτροπής. 'Όταν έλαβε αρνητική απάντηση, ζήτησε τα έγγραφα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που αφορούσαν στον διορισμό Σελμάγιερ στη θέση του Γ.Γ της Επιτροπής. Έλαβε και δεύτερη αρνητική απάντηση. Αλλά εκείνη τη στιγμή η Λάουρα Πινιατάρο αισθάνεται ότι είναι καθήκον της να ανταποκριθεί στα αιτήματα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας. «Ο Σελμάγιερ δεν μαθαίνει αμέσως την «προδοσία» εκείνης που θεωρεί ως τη νομική του ασπίδα» αναφέρει η Liberation. Ωστόσο μετά την έκθεση Έμιλι Ο' Ράιλι, η οποία περιέχει έγγραφα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και εμπιστευτικές επιστολές, ο Μάρτιν Σελμάγιερ καταλαβαίνει συνειδητοποιεί ότι πηγή των διαρροών ήταν η Πινιατάρο.
Στις 12 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με πηγές της γαλλικής εφημερίδας, η Πινιατάρο εξομολογήθηκε τους φόβους για την καριέρα της σε κοντινό της πρόσωπο. Όπως αναφέρει η «Libe», έλεγε «η καριέρα μου τελείωσε. Δεν μπορείς να φανταστείς τί αναγκάστηκα να κάνω τις τελευταίες εβδομάδες». Σύμφωνα με την ίδια πηγή η Πινιατάρο φοβόταν την εχθρότητα του Σελμάγιερ. «Τέσσερις μέρες αργότερα, πηδάει στο κενό. Ο γενικός διευθυντής της νομικής υπηρεσίας, Λουίς Ρομέρο, μαθαίνει την αυτοκτονία της κατά τη διάρκεια συνάντησης [...] Ούτε ο Μάρτιν Σελμάγιερ, ούτε ο Επίτροπος Γκίντερ Έτινγκερ αρμόδιος για θέματα προϋπολογισμού και ανθρώπινου δυναμικού, ούτε ο Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ θεώρησαν σκόπιμο να στείλουν τα συλλυπητήριά τους στην οικογένεια ή να παραστούν στην τελετή αποτέφρωσης την 21η Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες», αναφέρει το άρθρο, υπογραμμίζοντας ότι ο Γιούνκερ βρέθηκε στην κηδεία της Μαρίας Λαντενμπέργκερ, κόρη ανώτατου αξιωματούχου της Κομισιόν που δολοφονήθηκε στην Γερμανία από έναν Αφγανό αιτούντα άσυλο. (Πρόκειται για τον Hussein K. τον άνθρωπο που αποφυλακίστηκε από την Ελλάδα με τον νόμο Παρασκευόπουλου και βίασε και σκότωσε την νεαρή Γερμανίδα στο Φράιμπουργκ).
Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Με μια σκληρή ανακοίνωση η Κομισιόν απέρριψε το περιεχόμενο του άρθρου, τονίζοντας ότι . βασίζεται σε εντελώς λανθασμένες αναφορές και σε ανώνυμες "πηγές". Η Κομσιόν κρίνει ως απαράδεκτους τους ισχυρισμούς «που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, μιας πολύ θλιβερή προσωπικής ιστορίας που - από το σεβασμό προς το θύμα και την οικογένειά του - δεν πρέπει να έχει θέση στον δημόσιο λόγο».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο γενικός γραμματέας γνώριζε ελάχιστα την εν λόγω συνάδελφό του και την είχε συναντήσει μόλις δύο φορές, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συνάντησης όπου ήταν και άλλα πρόσωπα παρόντα.
«Οι ισχυρισμοί και οι υπαινιγμοί παυτού του άθρθρου είναι απαράδεκτοι, κακόβουλοι και ασεβείς - ιδίως προς το θύμα και την οικογένειά του, αλλά και προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως θεσμικό όργανο, σε μια στιγμή που ο Πρόεδρος και το Κολέγιο βρίσκονται εν μέσω πολύ λεπτών διαπραγματεύσεων και κρίσιμων διαδικασιών για την Ένωσή μας»
πρωτο θεμα
άμεση απάντηση της Κομισιόν, καθώς περιλαμβάνονται λεπτομέρειες σύγκρουσης συμφερόντων, εσωτερικών πολιτικών πιέσεων και μια αυτοκτονία.
Το ρεπορτάζ που υπογράφει ο επί 28 χρόνια ανταποκριτής της εφημερίδας στις Βρυξέλλες Ζαν Κατρεμέρ ξεκινάει από την αυτοκτονία της Λάουρα Πινιατάρο, διευθύντριας στον τομέα του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου της Νομικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και περιστρέφεται γύρω από τον γενικό γραμματέα και ισχυρό άνδρα της Κομισιόν, Μάρτιν Σελμάγιερ.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του Γάλλου δημοσιογράφου, στις 17 Δεκεμβρίου του 2018 η Λάουρα Πινιατάρο ζήτησε από τη φίλη της «Λορέντζα Μπ.» να συνοδεύσει την 14χρονη κόρη της μέχρι τη στάση του σχολικού λεωφορείου. Η δικαιολογία ήταν ότι δεν αισθανόταν καλά. Μόλις η φίλη της αποχώρησε με την κόρη της η Λάουρα Πινιατάρο ανέβηκε στον τελετυαίο όροφο του κτηρίου και πήδηξε στο κενό. Σκοτώνεται ακαριαία.
«Η βελγική αστυνομία κατέληξε γρήγορα ότι πρόκειται για αυτοκτονία. Μια ακόμα, σε μια χώρα που πλήττεται από αυτή τη μάστιγα (υπολογίζονται 140 – 200 αυτοκτονίες ετησίως στις Βρυξέλλες). Γιατί αυτή η 50χρονη Ιταλίδα αυτοκτόνησε; Κανείς δεν πρόκειται να μάθει ποτέ με σιγουριά καθώς η ίδια δεν είπε καμία λέξη».
Ωστόσο, σύμφωνα με το συγκλονιστικό ρεπορτάζ του Ζαν Κατρεμέρ, η ιστορία δεν τελειώνει εκεί. Η Λάουρα Πινιατάρο, κόρη ενός ανώτερου Ιταλού δικαστή, με σπουδές νομικής στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και την Ισπανία, αποτελούσε μέλος ενός κλειστού κύκλου υψηλόβαθμων στελεχών της Επιτροπής. Υπήρξε διευθύντρια σε μια από τις υψηλότερες βαθμίδες της ευρωπαϊκής δημόσιας διοίκησης. Η κ. Πινιατάρο εργάστηκε για την Επιτροπή από το 1992 και από το 1995 βρισκόταν στην Νομική Υπηρεσία της Κομισιόν.
Το 2016 προήχθη στο τμήμα ανθρωπίνου δυναμικού της Κομισιόν. Ο ρόλος της ήταν, μεταξύ άλλων, να ελέγχει την νομιμότητα των προσλήψεων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Από αυτή τη θέση διαδραμάτισε έναν βασικό ρόλο στη διαχείριση της υπόθεσης του Μάρτιν Σελμάγιερ», του γενικού γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η προαγωγή του οποίου σε αυτή τη θέση είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στις Βρυξέλλες, καθώς σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο ζήτησε με πλειοψηφία 71% την παραίτησή του, οι διαδικασίες που τήρησε η Κομισιόν ήταν «προβληματικές».
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Libe» το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται τον Φεβρουάριο του 2018, όταν η Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού (CONT) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έπειτα από αναφορές Μέσων Ενημέρωσης για τον τρόπο διορισμού του κ. Σελμάγιερ στη θέση του γενικού γραμματέα της Κομισιόν, απέστειλε έναν κατάλογο με 134 ερωτήσεις προς την Κομισιόν, ζητώντας να μάθει αν τηρήθηκε ο Νόμος. «Ήταν σε κατάσταση πανικού» αναφέρει ανώνυμη πηγή στη γαλλική εφημερίδα, καθώς σύμφωνα με την ίδια πηγή, «η νομική υπηρεσία δεν γνώριζε ότι ο κ. Σελμάγιερ είχε προταθεί για αυτήν τη θέση».
Όπως αναφέρει το δημοσίευμα, μετά το μεσημέρι της 24ης Μαρτίου πραγματοποιείται μια συνάντηση ώστε να συνταχθούν οι απαντήσεις της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Δέκα άτομα κάθονται στο τραπέζι, ανάμεσά τους ο Λουίς Ρομέρο, Γενικός Διευθυντής της νομικής υπηρεσίας και η Λάουρα Πινιατάρο. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο Μάρτιν Σελμάγιερ συνοδευόμενος από την Μίνα Αντρέεβα από την υπηρεσία του εκπροσώπου, μπαίνουν στην αίθουσα. «Αμέσως ο Λουίς Ρομέρο σηκώνεται από την καρέκλα του και αποχωρεί, καθώς η άφιξη του Γενικού Γραμματέα σε μια συνάντηση που επικεντρώνεται στην νομική υποστήριξή του αποτελεί σύγκρουση συμφερόντων», γράφει η γαλλική εφημερίδα. Πράγματι, το άρθρο 11α του Κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού της ΕΕ, αναφέρει ότι «Κατά την άσκηση των καθηκόντων του και εκτός αντιθέτου διατάξεως, ο υπάλληλος δεν απασχολείται σε καμία υπόθεση στην οποία έχει, άμεσα ή έμμεσα, προσωπικό συμφέρον, ιδίως οικογενειακό ή οικονομικό, φύσεως ικανής να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του». Ο Γάλλος δημοσιογράφος υπογραμμίζει ότι αντί να αποχωρήσει από την αίθουσα ο Ρομέρο, θα έπρεπε να ζητήσει την αποχώρηση του Σελμάγιερ, κάτι που δεν έπραξε. «Η Πινιατάρο δεν τον ακολούθησε [...] το γεγονός ότι διορίστηκε στη θέση της από τον ίδιο τον Σελμάγιερ ίσως εξηγεί την παραμονή της», αναφέρει η Liberation.
Ακολούθησε και δεύτερη συνεδρίαση καθώς η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν θεωρήσει πειστικές τις απαντήσεις της Κομισιόν. Ο Μάρτιν Σελμάγιερ ήταν και πάλι παρών. «Η Λάουρα, βγήκε από αυτές τις συναντήσεις οργισμένη. Μια νομικός υπερβολικά πιστή στο θεσμικό όργανο, χωρίς πολιτικές βλέψεις. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ο διορισμός του Σελμάγιερ ήταν παράνομος. Σε αυτή τη δεύτερη συνάντηση του είπε ότι αυτό που κάνουν είναι σκάνδαλο, αλλά το έκανε για χάρη της Επιτροπής» αναφέρει ανώνυμη πηγή στη γαλλική εφημερίδα.
Ωστόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν επείσθη ούτε από τις δεύτερες εξηγήσεις της Κομισιόν και στις 18 Απριλίου ζητεί την παραίτηση του Μάρτιν Σελμάγιερ. Η Επιτροπή αρνείται κάθε ευθύνη. Σύμφωνα με την Κομισιόν «όλα έγιναν βάσει των κανόνων».
Τον Μάιο του ίδιου έτους έρχεται η σειρά της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας. Η Ιρλανδέζα Έμιλι Ο' Ράιλι, βάσει του Δικαίου της ΕΕ, διενεργεί έρευνα για καταγγελίες κακής ή αποτυχημένης διοικήσεως από πλευράς φορέων της ΕΕ. Η κυρία Ο' Ράιλι ζήτησε πρόσβαση στον σέρβερ της Επιτροπής. 'Όταν έλαβε αρνητική απάντηση, ζήτησε τα έγγραφα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που αφορούσαν στον διορισμό Σελμάγιερ στη θέση του Γ.Γ της Επιτροπής. Έλαβε και δεύτερη αρνητική απάντηση. Αλλά εκείνη τη στιγμή η Λάουρα Πινιατάρο αισθάνεται ότι είναι καθήκον της να ανταποκριθεί στα αιτήματα της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας. «Ο Σελμάγιερ δεν μαθαίνει αμέσως την «προδοσία» εκείνης που θεωρεί ως τη νομική του ασπίδα» αναφέρει η Liberation. Ωστόσο μετά την έκθεση Έμιλι Ο' Ράιλι, η οποία περιέχει έγγραφα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και εμπιστευτικές επιστολές, ο Μάρτιν Σελμάγιερ καταλαβαίνει συνειδητοποιεί ότι πηγή των διαρροών ήταν η Πινιατάρο.
Στις 12 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με πηγές της γαλλικής εφημερίδας, η Πινιατάρο εξομολογήθηκε τους φόβους για την καριέρα της σε κοντινό της πρόσωπο. Όπως αναφέρει η «Libe», έλεγε «η καριέρα μου τελείωσε. Δεν μπορείς να φανταστείς τί αναγκάστηκα να κάνω τις τελευταίες εβδομάδες». Σύμφωνα με την ίδια πηγή η Πινιατάρο φοβόταν την εχθρότητα του Σελμάγιερ. «Τέσσερις μέρες αργότερα, πηδάει στο κενό. Ο γενικός διευθυντής της νομικής υπηρεσίας, Λουίς Ρομέρο, μαθαίνει την αυτοκτονία της κατά τη διάρκεια συνάντησης [...] Ούτε ο Μάρτιν Σελμάγιερ, ούτε ο Επίτροπος Γκίντερ Έτινγκερ αρμόδιος για θέματα προϋπολογισμού και ανθρώπινου δυναμικού, ούτε ο Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ θεώρησαν σκόπιμο να στείλουν τα συλλυπητήριά τους στην οικογένεια ή να παραστούν στην τελετή αποτέφρωσης την 21η Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες», αναφέρει το άρθρο, υπογραμμίζοντας ότι ο Γιούνκερ βρέθηκε στην κηδεία της Μαρίας Λαντενμπέργκερ, κόρη ανώτατου αξιωματούχου της Κομισιόν που δολοφονήθηκε στην Γερμανία από έναν Αφγανό αιτούντα άσυλο. (Πρόκειται για τον Hussein K. τον άνθρωπο που αποφυλακίστηκε από την Ελλάδα με τον νόμο Παρασκευόπουλου και βίασε και σκότωσε την νεαρή Γερμανίδα στο Φράιμπουργκ).
Η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Με μια σκληρή ανακοίνωση η Κομισιόν απέρριψε το περιεχόμενο του άρθρου, τονίζοντας ότι . βασίζεται σε εντελώς λανθασμένες αναφορές και σε ανώνυμες "πηγές". Η Κομσιόν κρίνει ως απαράδεκτους τους ισχυρισμούς «που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, μιας πολύ θλιβερή προσωπικής ιστορίας που - από το σεβασμό προς το θύμα και την οικογένειά του - δεν πρέπει να έχει θέση στον δημόσιο λόγο».
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ο γενικός γραμματέας γνώριζε ελάχιστα την εν λόγω συνάδελφό του και την είχε συναντήσει μόλις δύο φορές, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης συνάντησης όπου ήταν και άλλα πρόσωπα παρόντα.
«Οι ισχυρισμοί και οι υπαινιγμοί παυτού του άθρθρου είναι απαράδεκτοι, κακόβουλοι και ασεβείς - ιδίως προς το θύμα και την οικογένειά του, αλλά και προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως θεσμικό όργανο, σε μια στιγμή που ο Πρόεδρος και το Κολέγιο βρίσκονται εν μέσω πολύ λεπτών διαπραγματεύσεων και κρίσιμων διαδικασιών για την Ένωσή μας»
πρωτο θεμα