Στο Συμβούλιο της Επικρατείας, κατά απόφασης με την οποία δικαιώθηκε από το Εφετείο η αντιπροσωπεία της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας Mercedes στην Ελλάδα, προσέφυγε το...
ελληνικό Δημόσιο δια της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
Η αυτοκινητοβιομηχανία είχε δικαιωθεί για τον καταλογισμό διαφυγόντων φόρων (φόρο πολυτελείας, τελών ταξινόμησης, κ.λπ.), ύψους 85 εκατ. ευρώ για 6.299 αυτοκίνητα που εισήχθησαν στην χώρα μας τη χρονική περίοδο από 1.1.2011 έως 31.12.2013.
Η υπόθεση αφορά τον τρόπο που διαχειρίστηκε η αντιπροσωπεία της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ελλάδα, τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, όταν επιβλήθηκε ο φόρος πολυτελείας στα αυτοκίνητα.
Να σημειωθεί ότι για τον ίδιο λόγο, έχει καταλογιστεί για διαφυγόντες φόρους κ.λπ. σχετικό πρόστιμο ύψους 133 εκατ. ευρώ και στην αντιπροσωπεία της επίσης γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας BMW.
Σύμφωνα με το Ελληνικό Δημόσιο, η Mercedes χρησιμοποίησε ιδιαίτερα τεχνάσματα που είχαν ως αποτέλεσμα, αφενός τη μείωση των τιμών των αυτοκινήτων και αφετέρου την καταβολή μειωμένων τελών ταξινόμησης, φόρου πολυτελείας και ΦΠΑ κατά τον εκτελωνισμό των 6.299 αυτοκινήτων το διάστημα από 1.1.2011 έως 31.12.2013.
Δικαιώθηκε
Η Mercedes Hellas προσέφυγε στα Διοικητικά Δικαστήρια και το Εφετείο Αθηνών στην υπ΄ αριθμ. 4352/2018 απόφασή του επισημαίνει ότι για την επιβολή του πολλαπλού τέλους, απαιτείται, οι σχετικές πράξεις να τελέστηκαν με δόλο ή παραλήψεις, ενώ η χρήση τεχνασμάτων, που επικαλείται το Δημόσιο, απαιτούν ενέργειες «παραπλανητικές και πολύπλοκες που τείνουν σε εξαπάτηση των αρμοδίων τελωνειακών υπαλλήλων ή είναι ικανές προς συγκάλυψη της λαθρεμπορίας».
Όμως, σημειώνει το Εφετείο, «από τη μείωση και μόνο των εργοστασιακών τιμών των αυτοκινήτων που έλαβε χώρα, προφανώς, λόγω της, κατά τα κοινώς γνωστά, οικονομικής κρίσης που έπληξε την Ελλάδα, μετά το 2009, χωρίς παράλληλα να έχει συντελεστεί από μέρους της εταιρείας άλλη ενέργεια παραπλανητική και συγκαλυπτική που να συνέτεινε στην εξαπάτηση των τελωνειακών αρχών, «κατά τον τελωνισμό των αυτοκινήτων, ως τέτοια δε, δεν μπορεί να θεωρηθεί η από το 2014 ιδίως και εντεύθεν αύξηση των τιμών χονδρικής πώλησης από μητρική εταιρεία, η οποία, άλλωστε καθορίζει την επιχειρηματική στρατηγική του ομίλου».
Η ΑΑΔΕ μετά από αυτό ερωτά το ΣτΕ:
1) Συνιστά τέχνασμα η ευκαιριακή μείωση των τιμών χονδρικής πώλησης των εισαγομένων αυτοκινήτων «με βάση την οποία προσδιορίζεται η φορολογητέα αξία, επί της οποίας υπολογίζεται το τέλος ταξινόμησης και οι άλλοι φόροι, δηλαδή απώλεια οφειλομένων προς το Δημόσιο δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, χωρίς να μεταφέρεται στην λιανική τιμή πώλησης των αυτοκινήτων, ούτε η μείωση των δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων, ούτε η μείωση της χονδρικής τιμής και μετ’ ολίγον αίρεται η μείωση και οι χονδρικές τιμές επανέρχονται στα προ της μείωσης αρχικά επίπεδα» και
2) Σύμφωνα με την φορολογική νομοθεσία «θεσπίζεται υποχρέωση των εμπόρων αυτοκινήτων να μετακυλήσουν στην κατανάλωση, με αντίστοιχη ελάφρυνση της τελικής τιμής λιανικής πώλησης, τη φορολογική ελάφρυνση που προκαλείται σε περιπτώσεις μείωσης της χονδρικής τιμής, επί της οποίας υπολογίζονται οι φόροι που επιβαρύνουν το αυτοκίνητο (τέλος ταξινόμησης, φόρος πολυτελείας)».
dikastiko.gr