Σταύρος Λυγερός-slpress.gr
H ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει προς τις κάλπες με δύο πολιτικά όπλα: πρώτον με τη δέσμη των παροχών και δεύτερον με τη διερεύνηση σκανδάλων, όπως η υπόθεση Novartis και τα δάνεια της ΝΔ ...
και του ΠΑΣΟΚ. Όλα αυτά τυλιγμένα με το αφήγημα ότι η έξοδος από τα Μνημόνια συνιστά γύρισμα σελίδας και είσοδο της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
H ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει προς τις κάλπες με δύο πολιτικά όπλα: πρώτον με τη δέσμη των παροχών και δεύτερον με τη διερεύνηση σκανδάλων, όπως η υπόθεση Novartis και τα δάνεια της ΝΔ ...
και του ΠΑΣΟΚ. Όλα αυτά τυλιγμένα με το αφήγημα ότι η έξοδος από τα Μνημόνια συνιστά γύρισμα σελίδας και είσοδο της ελληνικής οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
Η απόφαση, μάλιστα, του ευρωιερατείου το περασμένο φθινόπωρο να ακυρωθεί η ψηφισμένη περικοπή των συντάξεων από την αρχή του 2019 ήλθε να ενισχύσει την εμβέλεια αυτού του αφηγήματος και να τροφοδοτήσει την προσδοκία ότι κατά τον ίδιο τρόπο θα ακυρωθεί και δέσμευση για μείωση του αφορολόγητου στην αρχή του 2020. Ο Τσίπρας, άλλωστε, ήταν κατηγορηματικός επ’ αυτού στη συνέντευξή του στον ANT1.
Στο Μαξίμου θεωρούν -ή τουλάχιστον ισχυρίζονται- πως μπορούν πολιτικά να γυρίσουν το παιχνίδι, πως όταν θα φανούν οι παροχές στην τσέπη των νοικοκυριών το κλίμα θα αλλάξει. Όσον αφορά το χαρτί της κάθαρσης, συνεχίζουν να το παίζουν, αλλά η εμβέλειά του έχει πληγεί: αφενός από την εξέλιξη της μέχρι τώρα έρευνας για τη Novartis, αφετέρου από την υπόθεση Πετσίτη, η οποία έχει ρίξει βαριά ηθικοπολιτική σκιά στην κυβέρνηση Τσίπρα.
Αν και στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν σβήσει οι ελπίδες να πάνε στις κάλπες με αξιώσεις πρωτιάς, το κυρίαρχο σενάριο πλέον είναι να χάσουν τις ευρωεκλογές με διαφορά μικρότερη των πέντε μονάδων. Η εκτίμηση αυτή, όμως, δεν επιβεβαιώνεται ούτε από τις δημοσκοπήσεις, ούτε εμπειρικά. Με άλλα λόγια, προς το παρόν, τουλάχιστον, δεν καταγράφεται όχι μόνο τάση αντιστροφής, αλλά ούτε και τάση για κλείσιμο της ψαλίδας.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι η ΝΔ διατηρεί ένα σαφώς μεγαλύτερο και σταθερό προβάδισμα, το οποίο είναι εξαιρετικά δύσκολο να καλυφθεί. Έξι μήνες πριν την λήξη της κυβερνητικής θητείας και 40 ημέρες πριν τις ευρωεκλογές, ο εκλογικός συσχετισμός δυνάμεων δείχνει να έχει πλέον αποκτήσει μόνιμα και -εάν δεν μεσολαβήσει κάποιο μείζονος σημασία γεγονός- μη αντιστρέψιμα χαρακτηριστικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εδραιώνεται ως ο άλλος πυλώνας
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει πολύ έδαφος, αλλά δεν καταρρέει. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το ΚΙΝΑΛ εισπράττει κάτι από την πολιτική φθορά του κυβερνώντος κόμματος, αλλά δεν κατάφερε να αποκτήσει πολιτική-εκλογική δυναμική, η οποία να το έφερνε σε απόσταση “βολής” από τον κυβερνών κόμμα. Το γεγονός αυτό προσφέρει πολιτικό χώρο στο κόμμα του Τσίπρα, ακόμα και εάν υποστεί βαριά ήττα στις εθνικές εκλογές.
Μπορεί στο Μαξίμου να φαντασιώνονται ανατροπή των δημοσκοπικών δεδομένων, αλλά το στρατηγικό διακύβευμα δεν είναι μία ακόμα εκλογική νίκη, η οποία, άλλωστε, μοιάζει ελάχιστα πιθανή. Το στρατηγικό διακύβευμα είναι άλλο και έχει ήδη κατακτηθεί. Λόγω της αδυναμίας του ΚΙΝΑΛ να επαναπροσελκύσει μαζικά το εκλογικό ακροατήριο του ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ εδραιώνεται ως ο άλλος πυλώνας του πολιτικού συστήματος, απέναντι στη ΝΔ, ακόμα κι αν το εκλογικό ποσοστό του πέσει κάτω από το 25%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν δεν προκύψουν τεκτονικές αλλαγές, λόγω της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ πιθανότατα θα έχει μελλοντικά την ευκαιρία να επανέλθει στην εξουσία.
Πολλοί πολίτες που το 2015 είχαν ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα σε μεγάλο βαθμό δυσαρεστημένοι με την κυβερνητική πολιτική. Είναι ενδεικτικό ότι σε αντίθεση με το αισιόδοξο αφήγημα του Μαξίμου, το 84% των πολιτών είναι δυσαρεστημένοι με την κατάσταση. Μπορεί η οικονομία να έχει σταθεροποιηθεί και να καταγράφεται μία αναιμική μεγέθυνση, αλλά κινείται σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Αυτός είναι ο λόγος που στην πλειονότητά τους οι πολίτες έχουν την πεποίθηση ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά, που στην κοινή γνώμη κυριαρχεί η απογοήτευση και η οργή για την κυβερνητική πολιτική.
Από την πλευρά της, η ΝΔ, ναι μεν έχει εδραιώσει σημαντικό προβάδισμα, αλλά δεν έχει αναπτύξει πολιτική-εκλογική δυναμική σαφούς πλειοψηφικού ρεύματος. Δεν έχει πείσει πως μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα επιβίωσης που αντιμετωπίζουν εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά. Εξαιρώντας τους σκληρούς πυρήνες της εκλογικής πελατείας των δύο μεγάλων κομμάτων, οι υπόλοιποι ψηφοφόροι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η αλλαγή κυβέρνησης δεν πρόκειται να τους απαλλάξει από τη μεταμνημονιακή λιτότητα.
Με άλλα λόγια θεωρούν πως η επάνοδος των “γαλάζιων” στην εξουσία δεν θα αλλάξει ουσιαστικά τα πράγματα. Παρά την εξωραϊσμένη ρητορική του, είναι ξεκάθαρο πως ο Μητσοτάκης θα συνεχίσει να βαδίζει στο ίδιο μονοπάτι. Αυτός είναι και ο λόγος που η ΝΔ, παρά τη μεγάλη φθορά της κυβέρνησης Τσίπρα, δεν έχει δεδομένη την αυτοδυναμία.