O Μάικλ Σιλντς, οπαδός της Λίβερπουλ, έζησε το δικό του «Εξπρές του μεσονυκτίου» στις φυλακές της Βουλγαρίας, επιστρέφοντας από τον τελικό της Πόλης το 2005
- Δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωσή του εξιστόρησε όσα έζησε σε συνέντευξη που παραχώρησε στον «Independent»
Η 25η Μαΐου 2005 είναι επέτειος χαράς για τους οπαδούς της Λίβερπουλ. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, άλλωστε, αφού εκείνο το βράδυ η ομάδα τους έκανε την πιο μεγάλη ανατροπή στην ιστορία του Champions League.
Επέστρεψε μέσα σε 15 λεπτά από το 3-0 κόντρα στη Μίλαν στον τελικό της Πόλης και στέφθηκε Πρωταθλήτρια Ευρώπης για 5η φορά στην ιστορία της. Οι οπαδοί της στην κερκίδα τραγουδούσαν το You'll never walk alone σε μία έντονη συγκινησιακή στιγμή, την οποία δύσκολα θα ξεπερνούσε πιθανώς κάποιο άλλο συναίσθημα στη ζωή τους.
Ένας από τους χιλιάδες οπαδούς των «κόκκινων» που βρέθηκε στις κερκίδες του γηπέδου «Κεμάλ Ατατούρκ» εκείνο το βράδυ ήταν και ο Μάικλ Σιλντς. Ένας 18χρονος νεαρός που ζούσε το «παραμύθι» που του είχε φτιάξει η ομάδα του και πήρε το δρόμο της επιστροφής στην πατρίδα έχοντας όλων των ειδών τις ιστορίες να διηγηθεί. Όλων των ειδών εκτός από αυτή που τελικά έζησε...
Ο δρόμος της επιστροφής περνούσε από τη Μαύρη Θάλασσα και συμπεριλάμβανε μία διανυκτέρευση σε ένα τουριστικό θέρετρο με όνομα «Χρυσή Άμμος», στη Βάρνα της Βουλγαρίας.
Ο Μάικλ όντας κουρασμένος έπεσε για ύπνο νωρίς αλλά κάποιοι άλλοι οπαδοί της Λίβερπουλ ενεπλάκησαν σε καυγά στο μπαρ του καταλύματος. Από τον καυγά τραυματίστηκε άσχημα στο κεφάλι ο μπάρμαν, Μάρτιν Γκεοργκίεφ. Η συνέχεια θυμίζει τη γνωστή ταινία, «Εξπρές του μεσονυκτίου»...
Η αστυνομία συνέλαβε τέσσερα άτομα όταν έφτασε στο χώρο, ένας εκ των οποίων και ο Μάικλ Σιλντς. «Δύο αστυνομικοί μπήκαν στο δωμάτιό μου και με ξύπνησαν λέγοντάς ότι πρέπει να τους ακολουθήσω ενώ μου υπέδειξαν πως πρέπει να ντυθώ» θυμάται σήμερα ο 33χρονος πλέον Άγγλος ενώ προσθέτει «Ήμουν απλά ένας αφελής νεαρός που δεν σκέφτηκε γιατί πρέπει να φορέσει συγκεκριμένα ρούχα, ήθελα απλά να ξεμπερδεύω με όλο αυτό αφού δεν είχα κάνει τίποτα κακό και νόμιζα πως επρόκειτο περί λάθους».
Όπως αποδείχτηκε οι αστυνομικοί ήθελαν κι αυτοί να ξεμπερδεύουν. Είπαν λοιπόν στον Σιλντς να ντυθεί ανάλογα με τις περιγραφές που είχαν για τον δράστη από αυτόπτες μάρτυρες, μιας και όσοι συνελήφθησαν στον τόπο του καυγά δεν είχαν σχέση με το χτύπημα στον Γκεοργκίεφ.
«Βρέθηκα με χειροπέδες σε ένα βρώμικο κρατητήριο και περνούσαν από μπροστά μου μάρτυρες και με ''αναγνώριζαν'' ως τον υπεύθυνο αλλά όταν έκανε το ίδιο και ο Γκεοργκίεφ πραγματικά εξοργίστηκα. Στο δικαστήριο προσπάθησα να του μιλήσω και να του πω ότι ήξερε και ο ίδιος ότι λέει ψέμματα αλλά δεν τα κατάφερα».
Ο Γκεοργκίεφ εν τω μεταξύ είχε νοσηλευτεί σε κωματώδη κατάσταση. Όταν ξύπνησε οι φωτογραφίες του συλληφθέντα ήταν πρωτοσέλιδο σε όλες τις εφημερίδες, οπότε όπως εξομολογείται και ο ίδιος ο Σιλντς «ήταν λογικό από μία άποψη να πιστεύει ότι εγώ ήμουν ο ένοχος».
Το δικαστήριο στάθηκε αμείλικτο καταδικάζοντας τον 18χρονο σε 15ετη κάθειρξη, στις φυλακές της Βάρνας, για απόπειρα δολοφονίας ενώ τιμώρισε με ποινές που είχαν ανασταλτικό χαρακτήρα άλλους δύο συλληφθέντες και άφησε ελεύθερο τον τέταρτο ονόματι Γκρέιαμ Σάνκι.
Ο Σάνκι επιστρέφοντας στην Αγγλία ομολόγησε πως αυτός ήταν ο δράστης αλλά αρνήθηκε φυσικά να γυρίσει στη Βουλγαρία για να δικαστεί. Αρνήθηκε ακόμα και να συνεργαστεί με τις βρετανικές αρχές έτσι ώστε να απελευθερωθεί ο Σιλντς ενώ στη συνέχεια αρνήθηκε σε δεύτερο χρόνο και την ίδια του την εμπλοκή στο περιστατικό.
«Ήμουν θυμωμένος. Ήμουν θύμα και όχι δράστης αλλά δεν μπορούσα να βρω το δίκιο μου. Κάθε προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Eπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έπεφτε στο κενό οπότε βυθίστηκα στην απάθεια και απλώς περίμενα ενώ έβλεπα να με παρουσιάζουν ως χούλιγκαν και τέρας» θυμήθηκε ο Σιλντς.
Η κοινότητα του Λίβερπουλ όμως δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Μαθημένοι σε αγώνες κατά του συστήματος Δικαιοσύνης όπως με την ιστορία του Χίλσμπορο, οι κάτοικοι της πόλης, με τη στήριξη και πολιτικών προσώπων και της ομάδας της Λίβερπουλ, οργάνωσαν καμπάνια για να ακουστεί η ιστορία του Σιλντς και υποστήριξε την αθωότητά του.
Τελικά μετά από μία ακόμα έφεση οι βουλγαρικές αρχές μείωσαν την ποινή του στα 10 χρόνια ενώ επέτρεψαν να μεταφερθεί στη Βρετανία για να εκτίσει εκεί το υπόλοιπο της ποινής του στις φυλακές του Μπλάκμπερν. Το 2008 υπέβαλλε αίτηση αποφυλάκισης αλλά ο Τζακ Στρόου, εκλεγμένος με τους Εργατικούς στο κοινοβούλιο από την περιοχή του Μπλάκμπερν, δεν την έκανε αποδεκτή.
«Η οικογένειά μου, με πρώτο τον πατέρα μου, δεν με εγκατέλειψαν ποτέ. Εκείνος μαζί με την αδερφή μου οργάνωσαν παραστάσεις διαμαρτυρίας και έφτασαν μέχρι τα κεντρικά γραφεία του Εργατικού Κόμματος. Το πολιτικό κόστος για αυτούς, με πρώτο τον Στρόου, θα ήταν μεγάλο οπότε κάτι έπρεπε να κάνουν»
Το Σεπτέμβριο του 2009 τελικά, μετά από 4 χρόνια στη φυλακή, ο Μάικλ Σιλντς αποφυλακίστηκε. Έγινε έτσι ο πρώτος Βρετανός που του δίνεται χάρη ενώ έχει καταδικαστεί στο εξωτερικό.
«Ξαφνικά ήμουν πάλι ελεύθερος. Ήμουν πολύ χαρούμενος αλλά όλοι και όλα είχαν προχωρήσει χωρίς εμένα. Στο κεφάλι μου ήμουν ακόμα 18 αλλά δεν ήταν έτσι. Στην αρχή συνάντησα πολλές δυσκολίες προσαρμογής και ήμουν αρνητικός στο να ζητήσω βοήθεια από ψυχολόγο ή να συζητάω οτιδήποτε για όσα έζησα στη φυλακή, αλλά με τον καιρό και την κατάλληλη στήριξη τα κατάφερα»
Σήμερα ο Σιλντς είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών, ηλικίας τεσσάρων και ενός έτους αντίστοιχα και δηλώνει πιο χαρούμενος από ποτέ. Ίσως μάλιστα όταν μεγαλώσουν να τους πει την ιστορία του αλλά αμφιβάλλει, όπως λέει, για το αν θα μπορούν να φανταστούν τον πατέρα τους στη φυλακή.
Για όσα έζησε τότε και για αυτούς που ευθύνονταν πραγματικά για αυτά που πλήρωσε εκείνος δεν κρατάει κακία αφού ισχυρίζεται πως δεν οδηγεί πουθενά το να είσαι θυμωμένος και πρέπει να βλέπεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων.
«Πιστεύω ότι ο Γκεοργκίεφ ήταν το πραγματικό θύμα αυτής της ιστορίας παρά τα όσα συνέβησαν σε εμένα. Η οικογένειά μου του πλήρωσε περίπου 80.000 λίρες ως αποζημίωση αλλά ξέροντας πόσο μετράνε τα χρήματα σε μια χώρα όπως η Βουλγαρία απλά ελπίζω να μην έμπλεξε πουθενά».
Όσο για το αν συναντούσε ποτέ τον δράστη «Θα τον ευχαριστούσα αφού εξαιτίας του πήρα ένα μονοπάτι που με οδήγησε στην ευτυχία που ζω σήμερα».
- Δέκα χρόνια μετά την απελευθέρωσή του εξιστόρησε όσα έζησε σε συνέντευξη που παραχώρησε στον «Independent»
Η 25η Μαΐου 2005 είναι επέτειος χαράς για τους οπαδούς της Λίβερπουλ. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, άλλωστε, αφού εκείνο το βράδυ η ομάδα τους έκανε την πιο μεγάλη ανατροπή στην ιστορία του Champions League.
Επέστρεψε μέσα σε 15 λεπτά από το 3-0 κόντρα στη Μίλαν στον τελικό της Πόλης και στέφθηκε Πρωταθλήτρια Ευρώπης για 5η φορά στην ιστορία της. Οι οπαδοί της στην κερκίδα τραγουδούσαν το You'll never walk alone σε μία έντονη συγκινησιακή στιγμή, την οποία δύσκολα θα ξεπερνούσε πιθανώς κάποιο άλλο συναίσθημα στη ζωή τους.
Ένας από τους χιλιάδες οπαδούς των «κόκκινων» που βρέθηκε στις κερκίδες του γηπέδου «Κεμάλ Ατατούρκ» εκείνο το βράδυ ήταν και ο Μάικλ Σιλντς. Ένας 18χρονος νεαρός που ζούσε το «παραμύθι» που του είχε φτιάξει η ομάδα του και πήρε το δρόμο της επιστροφής στην πατρίδα έχοντας όλων των ειδών τις ιστορίες να διηγηθεί. Όλων των ειδών εκτός από αυτή που τελικά έζησε...
Ο δρόμος της επιστροφής περνούσε από τη Μαύρη Θάλασσα και συμπεριλάμβανε μία διανυκτέρευση σε ένα τουριστικό θέρετρο με όνομα «Χρυσή Άμμος», στη Βάρνα της Βουλγαρίας.
Ο Μάικλ όντας κουρασμένος έπεσε για ύπνο νωρίς αλλά κάποιοι άλλοι οπαδοί της Λίβερπουλ ενεπλάκησαν σε καυγά στο μπαρ του καταλύματος. Από τον καυγά τραυματίστηκε άσχημα στο κεφάλι ο μπάρμαν, Μάρτιν Γκεοργκίεφ. Η συνέχεια θυμίζει τη γνωστή ταινία, «Εξπρές του μεσονυκτίου»...
Η αστυνομία συνέλαβε τέσσερα άτομα όταν έφτασε στο χώρο, ένας εκ των οποίων και ο Μάικλ Σιλντς. «Δύο αστυνομικοί μπήκαν στο δωμάτιό μου και με ξύπνησαν λέγοντάς ότι πρέπει να τους ακολουθήσω ενώ μου υπέδειξαν πως πρέπει να ντυθώ» θυμάται σήμερα ο 33χρονος πλέον Άγγλος ενώ προσθέτει «Ήμουν απλά ένας αφελής νεαρός που δεν σκέφτηκε γιατί πρέπει να φορέσει συγκεκριμένα ρούχα, ήθελα απλά να ξεμπερδεύω με όλο αυτό αφού δεν είχα κάνει τίποτα κακό και νόμιζα πως επρόκειτο περί λάθους».
Όπως αποδείχτηκε οι αστυνομικοί ήθελαν κι αυτοί να ξεμπερδεύουν. Είπαν λοιπόν στον Σιλντς να ντυθεί ανάλογα με τις περιγραφές που είχαν για τον δράστη από αυτόπτες μάρτυρες, μιας και όσοι συνελήφθησαν στον τόπο του καυγά δεν είχαν σχέση με το χτύπημα στον Γκεοργκίεφ.
«Βρέθηκα με χειροπέδες σε ένα βρώμικο κρατητήριο και περνούσαν από μπροστά μου μάρτυρες και με ''αναγνώριζαν'' ως τον υπεύθυνο αλλά όταν έκανε το ίδιο και ο Γκεοργκίεφ πραγματικά εξοργίστηκα. Στο δικαστήριο προσπάθησα να του μιλήσω και να του πω ότι ήξερε και ο ίδιος ότι λέει ψέμματα αλλά δεν τα κατάφερα».
Ο Γκεοργκίεφ εν τω μεταξύ είχε νοσηλευτεί σε κωματώδη κατάσταση. Όταν ξύπνησε οι φωτογραφίες του συλληφθέντα ήταν πρωτοσέλιδο σε όλες τις εφημερίδες, οπότε όπως εξομολογείται και ο ίδιος ο Σιλντς «ήταν λογικό από μία άποψη να πιστεύει ότι εγώ ήμουν ο ένοχος».
Το δικαστήριο στάθηκε αμείλικτο καταδικάζοντας τον 18χρονο σε 15ετη κάθειρξη, στις φυλακές της Βάρνας, για απόπειρα δολοφονίας ενώ τιμώρισε με ποινές που είχαν ανασταλτικό χαρακτήρα άλλους δύο συλληφθέντες και άφησε ελεύθερο τον τέταρτο ονόματι Γκρέιαμ Σάνκι.
Ο Σάνκι επιστρέφοντας στην Αγγλία ομολόγησε πως αυτός ήταν ο δράστης αλλά αρνήθηκε φυσικά να γυρίσει στη Βουλγαρία για να δικαστεί. Αρνήθηκε ακόμα και να συνεργαστεί με τις βρετανικές αρχές έτσι ώστε να απελευθερωθεί ο Σιλντς ενώ στη συνέχεια αρνήθηκε σε δεύτερο χρόνο και την ίδια του την εμπλοκή στο περιστατικό.
«Ήμουν θυμωμένος. Ήμουν θύμα και όχι δράστης αλλά δεν μπορούσα να βρω το δίκιο μου. Κάθε προσφυγή στην Ευρωπαϊκή Eπιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έπεφτε στο κενό οπότε βυθίστηκα στην απάθεια και απλώς περίμενα ενώ έβλεπα να με παρουσιάζουν ως χούλιγκαν και τέρας» θυμήθηκε ο Σιλντς.
Η κοινότητα του Λίβερπουλ όμως δεν τον εγκατέλειψε ποτέ. Μαθημένοι σε αγώνες κατά του συστήματος Δικαιοσύνης όπως με την ιστορία του Χίλσμπορο, οι κάτοικοι της πόλης, με τη στήριξη και πολιτικών προσώπων και της ομάδας της Λίβερπουλ, οργάνωσαν καμπάνια για να ακουστεί η ιστορία του Σιλντς και υποστήριξε την αθωότητά του.
Τελικά μετά από μία ακόμα έφεση οι βουλγαρικές αρχές μείωσαν την ποινή του στα 10 χρόνια ενώ επέτρεψαν να μεταφερθεί στη Βρετανία για να εκτίσει εκεί το υπόλοιπο της ποινής του στις φυλακές του Μπλάκμπερν. Το 2008 υπέβαλλε αίτηση αποφυλάκισης αλλά ο Τζακ Στρόου, εκλεγμένος με τους Εργατικούς στο κοινοβούλιο από την περιοχή του Μπλάκμπερν, δεν την έκανε αποδεκτή.
«Η οικογένειά μου, με πρώτο τον πατέρα μου, δεν με εγκατέλειψαν ποτέ. Εκείνος μαζί με την αδερφή μου οργάνωσαν παραστάσεις διαμαρτυρίας και έφτασαν μέχρι τα κεντρικά γραφεία του Εργατικού Κόμματος. Το πολιτικό κόστος για αυτούς, με πρώτο τον Στρόου, θα ήταν μεγάλο οπότε κάτι έπρεπε να κάνουν»
Το Σεπτέμβριο του 2009 τελικά, μετά από 4 χρόνια στη φυλακή, ο Μάικλ Σιλντς αποφυλακίστηκε. Έγινε έτσι ο πρώτος Βρετανός που του δίνεται χάρη ενώ έχει καταδικαστεί στο εξωτερικό.
«Ξαφνικά ήμουν πάλι ελεύθερος. Ήμουν πολύ χαρούμενος αλλά όλοι και όλα είχαν προχωρήσει χωρίς εμένα. Στο κεφάλι μου ήμουν ακόμα 18 αλλά δεν ήταν έτσι. Στην αρχή συνάντησα πολλές δυσκολίες προσαρμογής και ήμουν αρνητικός στο να ζητήσω βοήθεια από ψυχολόγο ή να συζητάω οτιδήποτε για όσα έζησα στη φυλακή, αλλά με τον καιρό και την κατάλληλη στήριξη τα κατάφερα»
Σήμερα ο Σιλντς είναι παντρεμένος και πατέρας δύο παιδιών, ηλικίας τεσσάρων και ενός έτους αντίστοιχα και δηλώνει πιο χαρούμενος από ποτέ. Ίσως μάλιστα όταν μεγαλώσουν να τους πει την ιστορία του αλλά αμφιβάλλει, όπως λέει, για το αν θα μπορούν να φανταστούν τον πατέρα τους στη φυλακή.
Για όσα έζησε τότε και για αυτούς που ευθύνονταν πραγματικά για αυτά που πλήρωσε εκείνος δεν κρατάει κακία αφού ισχυρίζεται πως δεν οδηγεί πουθενά το να είσαι θυμωμένος και πρέπει να βλέπεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων.
«Πιστεύω ότι ο Γκεοργκίεφ ήταν το πραγματικό θύμα αυτής της ιστορίας παρά τα όσα συνέβησαν σε εμένα. Η οικογένειά μου του πλήρωσε περίπου 80.000 λίρες ως αποζημίωση αλλά ξέροντας πόσο μετράνε τα χρήματα σε μια χώρα όπως η Βουλγαρία απλά ελπίζω να μην έμπλεξε πουθενά».
Όσο για το αν συναντούσε ποτέ τον δράστη «Θα τον ευχαριστούσα αφού εξαιτίας του πήρα ένα μονοπάτι που με οδήγησε στην ευτυχία που ζω σήμερα».