Ένα μεγάλο πρόβλημα των ελληνικών πολιτικών ηγεσιών όσον αφορά την αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας είναι ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε...
έναν παρελθόντα χρόνο όσον αφορά τη διαμόρφωση του διεθνούς συστήματος και ειδικότερα τη γεωπολιτική ταυτότητα της γειτονιάς μας. Συγκεκριμένα, θεωρούν ότι το διεθνές σύστημα ελέγχεται από κάποιες (υποτιθέμενα) παντοδύναμες Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες «αποφασίζουν και διατάσσουν» τις παγκόσμιες εξελίξεις. Έτσι, λοιπόν, θεωρούν ότι η «απειθαρχία» της Τουρκίας αργά ή γρήγορα θα τιμωρηθεί σκληρά από αυτές τις πανίσχυρες ΗΠΑ, ενώ η Ελλάδα θα ανταμειφθεί με κάποιον τρόπο χάρη στην ολοκληρωτική της ταύτιση με αυτές.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Γρίβας*
ΠΗΓΗ: NEWS.GR
ΠΗΓΗ: NEWS.GR
Αυτή η πίστη εκφράζει τις γενικότερες αντιλήψεις περί μονοπολικού (unipolar) διεθνούς συστήματος που κυριάρχησαν μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Για κάποιο διάστημα, ίσως, είχαν κάποια λογική. Όχι όμως σήμερα. Εδώ και πολύ καιρό είναι σχεδόν καθολική η αναγνώριση ότι το διεθνές σύστημα έχει μετατραπεί σε πολυπολικό (multi polar) με τις Ηνωμένες Πολιτείες να παραμένουν ο πιο ισχυρός πόλος ισχύος, σε καμία όμως περίπτωση ο κυρίαρχος.
Μέσα σε αυτόν τον νέο κόσμο, η Τουρκία έχει επιλέξει να διεκδικήσει μια θέση αυτόνομου και αυτόφωτου πόλου ισχύος. Και από ότι φαίνεται τα καταφέρνει. Ένα ιστορικό ορόσημο σε αυτήν της την προσπάθεια ήταν η επιδεικτική άφιξη σε τουρκικό έδαφος απαρτίων του ρωσικού συστήματος στρατηγικής αεράμυνας S–400 πριν από μερικούς μήνες. Κατά κάποιον τρόπο, αυτή ήταν η ιδρυτική πράξη γεννήσεως της νέας Τουρκίας που έχει φύγει από την αμερικανική αρχιτεκτονική ασφαλείας στην περιοχή. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι έχει στραφεί ενάντια στις ΗΠΑ.
Ένα δεύτερο και πιο σημαντικό ορόσημο ήταν η απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών, δια στόματος του Προέδρου Τραμπ, να αποσυρθούν από τη Συρία, δίνοντας ουσιαστικά το πράσινο φως στην Τουρκία να επέμβει στρατιωτικά εκεί εναντίον των Κούρδων. Δεν είναι βέβαια σίγουρο αν τελικώς η Τουρκία πράξει κάτι τέτοιο δεδομένου ότι υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες.
Το γεγονός όμως παραμένει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της έδωσαν το πράσινο φως. Αυτή λοιπόν είναι μια συμβολική ενέργεια που πιστοποιεί από πλευράς της Ουάσιγκτον ότι αποδέχεται τον νέο ρόλο της Τουρκίας ως αυτόνομη δύναμη στην περιοχή και επιδιώκει να έχει μια στενή συμμαχική σχέση μαζί της. Με άλλα λόγια, οι Αμερικανοί επέλεξαν πλευρά. Και διάλεξαν την Τουρκία.
Επέλεξαν να αφήσουν στο πόδι τους μια πολύ πιο αυτόνομη και ανεξάρτητη, σε σχέση με το παρελθόν, Τουρκία, η οποία εξ αντικειμένου θα προωθεί τη δική της ατζέντα. Και αυτό, πολύ απλά, σημαίνει ότι οι κυρίαρχες αντιλήψεις εν Ελλάδι, σύμφωνα με τις οποίες η χώρα μας έχει τεθεί υπό την προστατευτική φτερούγα του αμερικανικού αετού, ο οποίος υποτίθεται ότι είναι εξοργισμένος με την Άγκυρα και περιμένει την ευκαιρία να την «τιμωρήσει», είναι εξαιρετικά πιθανόν να είναι ολοκληρωτικά λάθος.
Άρα λοιπόν, οφείλουμε να αντικρίσουμε την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι ότι δεν υπάρχουν προστάτες. Πρέπει μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε την τουρκική επιθετικότητα. Όμως, αυτό δεν είναι αδύνατον, όπως επιδιώκεται να μας επιβληθεί ως αντίληψη. Η αυτοκρατορική πολιτική που ακολουθεί η Άγκυρα είναι, εν πολλοίς, μια προσπάθεια φυγής προς τα εμπρός, που αποσκοπεί να ξεπεράσει τις εσωτερικές αντιφάσεις και προβλήματα δια ενός αυτοκρατορικού μέλλοντος.
Η Τουρκία δεν είναι πανίσχυρη ούτε μπορεί να γίνει πανίσχυρη από τη μια στιγμή στην άλλη. Οι δύο συνιστώσες του Ελληνισμού, δηλαδή το ελλαδικό κράτος και η Κυπριακή Δημοκρατία, μπορούν να την αντιμετωπίσουν. Αρκεί να επενδύσουν στις δικές τους δυνάμεις και όχι σε παρανοϊκές και δουλοπρεπείς ταυτίσεις με υποτιθέμενα πανίσχυρους δρώντες σε όποια πλευρά του ορίζοντος και αν αυτοί βρίσκονται.
Το πολυπολικό διεθνές σύστημα επιβάλει εθνοκεντρισμό. Και σε αυτόν οφείλει να στραφεί και η Ελλάδα. Δηλαδή στο να επενδύσει στον εαυτό της, να προστατεύσει τον εαυτό της, να στηριχθεί στον εαυτό της. Αν γίνει κατανοητή και αποδεκτή αυτή η προϋπόθεση τότε θα έχουμε θέσει το θεμέλιο για μια νέα εθνική στρατηγική και από εκεί και πέρα μπορούμε να αρχίσουμε να μιλάμε για τις μεθοδολογίες και τις τακτικές που θα μας επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία και κάθε άλλο κίνδυνο από το εξωτερικό. Κάθε άλλη προσέγγιση θα είναι θεμελιωμένη σε φαντασιώσεις.
(*) Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.