5 Ιουλ 2020

Τρία χρόνια, καμιά συνομιλία, καμιά πρόοδος

Κυριάκος Πιερίδης
«Δυστυχώς η διάσκεψη έκλεισε χωρίς τη δυνατότητα να φέρουμε λύσεις σ’ αυτό το δραματικά μακροχρόνιο πρόβλημα. Εύχομαι το καλύτερο στους Κύπριους στον Βορρά και τον Νότο…» Αντόνιο Γκουτέρες, γενικός γραμματέας ΟΗΕ, 7 Ιουλίου 2017.

Με τη δήλωση αυτή πριν από ακριβώς 3 χρόνια έπεσε στο Κραντ Μοντανά η αυλαία της πιο υποσχόμενης προσπάθειας για την επίλυση του Κυπριακού. Τα λόγια του Γκουτέρες ηχούν ακόμα στα αυτιά πολλών με γνώση όσων συνέβησαν εκείνο το βράδυ στη Διάσκεψη για την Κύπρο.
Υπό το βάρος της κλιμάκωσης της έντασης στην ανατολική Μεσόγειο, η κυβέρνηση Ν. Αναστασιάδη αισθάνεται τώρα την πίεση, κυρίως από το Βερολίνο, ότι κάτι πρέπει να γίνει με το Κυπριακό για την εκτόνωση της κατάστασης. Οι συζητήσεις στον ΟΗΕ για την ανανέωση της παρουσίας της UNFICYP παραμένουν επίσης προβληματικές για την κυπριακή διπλωματία. Παράλληλα η αναζωογόνηση του διαλόγου εντός Ε.Ε. για τις σχέσεις με την Τουρκία επί γερμανικής προεδρίας δεν είναι καθόλου βέβαιο πού θα οδηγηθούν. Ολα αυτά κάνουν τον Κύπριο πρόεδρο να εξετάζει ξανά την τακτική του.
Σε κατ’ ιδίαν συνομιλίες ο Ν. Αναστασιάδης διατείνεται ότι θα ασχοληθεί περισσότερο με το Κυπριακό τους επόμενους μήνες. Ομως η «ετοιμότητα» της Λευκωσίας για επανάληψη των συνομιλιών υπό τον ΟΗΕ δεν καλύπτει τις σαφείς προϋποθέσεις που έχει θέσει ο Γκουτέρες για μια καταληκτική διαπραγμάτευση χωρίς «ατέρμονες» συζητήσεις.
Μέχρι τώρα η Λευκωσία επέλεξε να ανοίξει ξανά «σκληρά θέματα» (core issues) της διαπραγμάτευσης και με διαδικαστικά προσχήματα - συχνά εντελώς άτεχνα- ροκανίζει τον χρόνο. Η τακτική αυτή δεν εξώθησε την τουρκική διπλωματία να αντιδράσει και να χρεωθεί τη διασάλευση του συμφωνημένου πλαισίου λύσης. Αντίθετα, ο Τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου εμφανίζεται πολύ καλά διαβασμένος στο Κυπριακό. Τηρεί στάση αναμονής έναντι κάθε ελληνοκυπριακής επιλογής: Ομοσπονδία, Συνομοσπονδία, δύο κράτη ή «ταϊβανοποίηση».

Ο Ακιντζί στην κάλπη

Από τη δική του πλευρά ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μ. Ακιντζί βρέθηκε όλο αυτό το διάστημα στη δυσχερή θέση να υπεραμύνεται όσων συμφωνήθηκαν υπό τον ΟΗΕ. Κάθε κίνησή του, περιλαμβανομένης και της δημόσιας έκκλησής του για συνυπογραφή του Πλαισίου Γκουτέρες ( Κραντ Μοντανά, 30/6/2017) ως στρατηγικής συμφωνίας, έμεινε αναπάντητη από τον πρόεδρο Αναστασιάδη.
Ο Ακιντζί δέχεται ευθείες βολές για «ενδοτισμό» τόσο από την Αγκυρα όσο και εσωτερικά από την τουρκοκυπριακή εθνικιστική ηγεσία. Τον ερχόμενο Οκτώβριο ο Μ. Ακιντζί θα αναμετρηθεί κυριολεκτικά με όλους στην κάλπη για την ηγεσία της Τουρκοκυπριακής Κοινότητας. Μόνος σύμμαχός του είναι η ανθεκτικότητα μιας ισχυρής μερίδας των Τουρκοκυπρίων να διαφυλάξουν τη διακριτή ταυτότητά τους και τον κοσμικό και προοδευτικό χαρακτήρα τους.

Ροκανίζοντας τον χρόνο

Η τρίχρονη ακινησία στο Κυπριακό δεν έχει προηγούμενο στις πολύχρονες προσπάθειες του ΟΗΕ. Ο Ν. Αναστασιάδης μοιάζει να έχει… διαβεί τον Ρουβίκωνα, αφήνοντας τον χρόνο να διαβρώσει τις δυνατότητες επίλυσης. Η εξωτερική πολιτική που ασκεί η Λευκωσία συνδυάζει πλεόνασμα ρητορικής, «τριμερείς» και κανένα αποτέλεσμα.
Περισσότερο αποσκοπεί στη χαλιναγώγηση της εσωτερικής κοινής γνώμης, παρά είναι προϊόν κάποιας στρατηγικής σύλληψης. Στην πράξη δεν έχει να παρουσιάσει κανένα χειροπιαστό όφελος. Με άλυτο το Κυπριακό η Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει χώρα περιορισμένης κυριαρχίας. Το συγκρουσιακό περιβάλλον έχει επιδεινώσει σοβαρά τη θέση της, προκαλεί μόνο αποσταθεροποίηση και περιορίζει περαιτέρω την κυριαρχία της (ΑΟΖ).

Πλαίσιο Γκουτέρες

Ο πιο αδιάψευστος μάρτυρας για όσα έχουν συμβεί τα τρία αυτά χρόνια είναι τα ίδια τα γεγονότα. Πού στέκει η Κύπρος σήμερα στις πιο ουσιώδεις πτυχές του προβλήματός της; Μια παράθεση των βασικών στοιχείων του Πλαισίου Γκουτέρες με το τι συμβαίνει σήμερα μπορεί να καταδείξει την έκταση της περιπέτειας που βιώνει το νησί. Στις 30 Ιουνίου, στην αρχή της Διάσκεψης του Κραντ Μοντανά, ο Αν. Γκουτέρες παρουσίασε ένα πλαίσιο σημείων για καταληκτική διαπραγμάτευση.
Στο μείζον κεφάλαιο της ασφάλειας κάλεσε τα μέρη (Ελληνοκύπριους, Τουρκοκύπριους, Εγγυήτριες Δυνάμεις) να αναγνωρίσουν ότι «χρειαζόμαστε ένα καινούργιο σύστημα εγγυήσεων, όχι τη συνέχιση του παλιού. Χρειαζόμαστε τον τερματισμό του μονομερούς επεμβατικού δικαιώματος και της Συνθήκης Εγγυήσεως. Αυτή πρέπει να αντικατασταθεί από ένα στιβαρό σύστημα πολυμερών διεθνών διασφαλίσεων».
Ο Γκουτέρες ήταν ξεκάθαρος ότι η Τουρκία και η Ελλάδα θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στο πολυμερές σχήμα ασφάλειας, αλλά η ευθύνη εφαρμογής θα ανήκε στον ΟΗΕ: «Δεν μπορούν να εφαρμόσουν και να εποπτεύουν τους εαυτούς τους». Στην πράξη αυτό σημαίνει «μηδέν επεμβατικά δικαιώματα». Μάλιστα ο Γκουτέρες συνόδευσε το σημείο αυτό με άτυπο έγγραφο, το οποίο ικανοποιούσε την ελληνική αντιπροσωπεία, αλλά παρακάμφθηκε από την ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία.
Στο ζήτημα της παρουσίας στρατευμάτων ο Γκουτέρες υποστήριξε «δραστική μείωση από την πρώτη ημέρα. Και μετά σε έναν χαμηλό αριθμό, αντίστοιχο με αυτόν που προβλέπει η παλαιά Συνθήκη Συμμαχίας για να φτάσουμε τα επίπεδα στρατευμάτων του 1960» (950 Ελλαδίτες - ΕΛΔΥΚ, 650 Τούρκοι - ΤΟΥΡΔΥΚ).
Για το τι θα μπορούσε να συμφωνηθεί για την ολική αποχώρηση από εκείνη τη διάσκεψη (sunset clause) ή με επανεξέταση σε κατοπινό στάδιο (review clause), ο Γκουτέρες ζήτησε να συμφωνηθεί με πρόσκληση και των πρωθυπουργών Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Είναι παραδεκτό από τα γεγονότα ότι ο Ν. Αναστασιάδης απέτρεψε τη συμμετοχή τού τότε Ελληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
Ο γενικός γραμματέας επίσης έδωσε με το Πλαίσιο της 30ής Ιουνίου την κατεύθυνση για την καταληκτική διαπραγμάτευση στο εδαφικό και το περιουσιακό.
Στο εδαφικό η τουρκοκυπριακή πλευρά έπρεπε ελαφρώς «να τροποποιήσει τον χάρτη» (0,5% του εδάφους) για να περιλάβει την κωμόπολη της Μόρφου.
Στο περιουσιακό ο Γκουτέρες έθεσε ως κανόνα «να δίνεται προτεραιότητα στους εκτοπισμένους ιδιοκτήτες» για τις περιοχές που θα επιστραφούν στους Ελληνοκύπριους και για όσες θα παραμείνουν υπό τουρκοκυπριακή ομόσπονδη διοίκηση «να δίνεται προτεραιότητα στους τωρινούς χρήστες».

Αποτίμηση

Σε όλα τα ουσιώδη ζητήματα το Πλαίσιο Γκουτέρες κάλυψε σε μεγάλο βαθμό, όχι απόλυτα, τις ελληνοκυπριακές και τουρκοκυπριακές ανησυχίες. Το ζήτημα για το οποίο κλήθηκαν επίσης να τοποθετηθούν αφορούσε τον διαμοιρασμό της εξουσίας σε μια κοινή κυβέρνηση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, για να λειτουργήσει το κυπριακό κράτος ως Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Ο Γκουτέρες εστίασε τότε στις τελευταίες εκκρεμότητες που αφορούσαν την αποδοχή τής εκ περιτροπής Προεδρίας, της μίας ψήφου (ψήφος ανάσχεσης) και της επίλυσης αδιεξόδων στη λήψη απόφασης. Στο τέλος ζήτησε από όλους να λάβουν αποφάσεις αντιμετωπίζοντας την καταληκτική διαπραγμάτευση ως πακέτο για να υπογραφή Στρατηγικής Συμφωνίας.
Στην έκθεσή του στο Συμβούλιο Ασφαλείας αποφάνθηκε ότι «δεν υπήρχε η πολιτική βούληση». Η πολιτική βούληση έχει ξαναμετρηθεί και αυτή τη στιγμή απαντάται απλά με «μηδέν συνομιλίες»…
*Το άρθρο αναδημοσιεύεται στην εφημερίδα «Πολίτης» της Κύπρου