Συγκεκριμένα, στις 13 Ιουνίου, ο 26χρονος Μοχάμεντ Χουαραμάν, κουρδικής καταγωγής από το Ιράκ, εικονολήπτης και αρθρογράφος του κουρδόφωνου διαδικτυακού μέσου ενημέρωσης της Αθήνας Pishti-News, φωτογραφιζόταν στο πλευρό του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Σαντορίνη. Μαζί με τον δημοσιογράφο Πίσχτιβαν Τζαφ, ψυχή του Pishti-News, μέλος της Ενωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου και διαπιστευμένο χρόνια στο υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, είχαν πάρει διαπίστευση από το μέγαρο Μαξίμου για να καλύψουν την επίσκεψη του πρωθυπουργού στο νησί για το άνοιγμα του τουρισμού μετά την άρση της καραντίνας λόγω κορονοϊού.
Ο Μοχάμεντ Χαουραμάν, ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα το 2018 και υπέβαλε αίτηση για άσυλο, περιμένοντας να γίνει η συνέντευξή του τον ερχόμενο Δεκέμβριο, είχε πρόσφατα συμμετάσχει και σε άλλες δημοσιογραφικές αποστολές στις Καστανιές του Εβρου και στο «Ελευθέριος Βενιζέλος» για την αναχώρηση ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων στη Γερμανία.
Σήμερα η «Εφ.Συν.» φέρνει στο φως νέες λεπτομέρειες για όσα του συνέβησαν, όταν την περασμένη Κυριακή απήχθη μαζί με άλλους περίπου είκοσι πρόσφυγες και μετανάστες από άνδρες του Λιμενικού μέσα στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας, όπου βρισκόταν για δουλειά, και στη συνέχεια οδηγήθηκε με τη βία στον Εβρο και από κει στην Τουρκία. Οσα καταγγέλλει ο ίδιος και άλλοι συμπατριώτες του στον Πίσχτιβαν Τζαφ αναδεικνύουν βαρύτατες ευθύνες του Λιμενικού και της αστυνομίας για βία, παράνομες ενέργειες και συμμορίτικες μεθόδους, που δεν σχετίζονται με το αμφιλεγόμενο δόγμα της αποτροπής προσφύγων στα ελληνοτουρκικά σύνορα, αφού ξεκινούν στο δυτικό άκρο της βόρειας Ελλάδας, σε απόσταση περισσότερων από 700 χιλιομέτρων από τον Εβρο.
Σύμφωνα με τις νέες πληροφορίες που συγκέντρωσε τις τελευταίες ημέρες ο δημοσιογράφος, ένστολοι λιμενικοί έπιασαν τον Μοχάμεντ Χαουραμάν μέσα στο λιμάνι μαζί με άλλους 20 και τους έκλεισαν σε δωμάτιο του γραφείου ελέγχου κοντά στην είσοδο του λιμανιού. Τους ρώτησαν προφορικά από πού είναι, χωρίς να ζητήσουν χαρτιά. Ανάμεσά τους ένας έφηβος, που ζούσε με τους γονείς του στα Γιάννενα, και μια γυναίκα. Στις διαμαρτυρίες του Μοχάμεντ Χαουραμάν ότι είναι δημοσιογράφος και έδειχνε την κάρτα διαπίστευσης, την κάρτα μέλους της Ενωσης Κούρδων Δημοσιογράφων και το τρίπτυχο της αίτησης ασύλου, απαντούσαν με χλευασμούς.
Το Λιμενικό αρνείται κάθε γνώση του γεγονότος, αλλά οι πληροφορίες επιμένουν ότι τους κράτησαν στο δωμάτιο δύο μέρες, χωρίς νερό και φαγητό. Υστερα από έντονες εκκλήσεις, ένας λιμενικός προσφέρθηκε μία και μοναδική φορά να τους φέρει φαγητό με δικά τους χρήματα.
Γύρω στις 6 το πρωί της Τρίτης, τους επιβίβασαν σε αστυνομική κλούβα και τους είπαν ότι τους πάνε στην Αθήνα. Το ταξίδι κράτησε 7-8 ώρες. Κάποιοι αναγνώρισαν τη διαδρομή και ζητούσαν να κατέβουν, αλλά ο οδηγός επέμενε ότι πάνε στην Αθήνα. Εφτασαν στην Ορεστιάδα μεταξύ 1 και 2 το μεσημέρι.
Τους κατέβασαν με κλομπ, χτυπώντας με ιδιαίτερη βία όσους είχαν διαμαρτυρηθεί. Τους πήραν τα χρήματα κι έριξαν τα χαρτιά και τα προσωπικά αντικείμενα σε μια μαύρη σακούλα. Δεν τα ξαναείδαν. Τους έκλεισαν σε ένα δωμάτιο 7-8 τετραγωνικά, όπου κρατούνταν άλλοι 20-30 Κούρδοι, Αραβες και Αφγανοί, που φαίνεται πως είχαν μόλις περάσει τα σύνορα.
Ηρθαν άλλοι ένοπλοι με μαύρες στολές. Ακουγαν έναν από την ομάδα των κομάντο να τους απειλεί στην κουρδική διάλεκτο κουρμαντζί να μην ξαναπεράσουν στην Ελλάδα. Μάταια έλεγαν ότι είναι νόμιμοι και έχουν χαρτιά. Τους χτύπησαν άγρια. Η πλάτη μιας γυναίκας γέμισε μώλωπες. Τους άφησαν στο δωμάτιο 7-8 ώρες και τους μετέφεραν με στρατιωτικό όχημα στον Εβρο. Είδαν έναν με πολιτικά να επιτηρεί από την όχθη με κυάλια την τουρκική πλευρά κι άλλον έναν ένστολο να επιτηρεί από το ύψος της σιδηροδρομικής γραμμής. Τους έβαλαν ανά 7-10 σε φουσκωτό, τους πέρασαν απέναντι, μέχρι το σημείο όπου ήταν ρηχά τα νερά, και τους άφησαν να βγουν στην τουρκική όχθη. Υστερα από λίγα λεπτά, εμφανίστηκαν Τούρκοι συνοροφύλακες, που τους βοήθησαν να φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη.