Πριν αλέκτορα λαλησει, ήρθε η επιβεβαίωση. Δεν προλάβαμε να διαπιστώσουμε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη εισέρχεται, αργά αλλά σταθερά, στον κύκλο της φθοράς, το αποτύπωσαν οι πρώτες φθινοπωρινές έρευνες, ακόμα και οι φιλικές προς αυτήν.
Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά διότι αυτή είναι και η αίσθηση των πολιτών. Η περίοδος χάριτος που απολαμβάνουν όλες οι κυβερνήσεις φτάνει σιγά-σιγά στο τέλος της. Είναι μια σχεδόν νομοτελειακή εξέλιξη, που δεν μπορεί να αποτρέψει ούτε η θηριώδης μιντιακή υποστήριξη, την οποία απολαμβάνει η σημερινή κυβέρνηση.
Γιατί είναι αναπότρεπτη αυτή η εξέλιξη; Για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον, διότι η διαχείριση των προβλημάτων(πανδημία, οικονομία, ελληνοτουρκικά) αρχίζει να γίνεται προβληματική. Οι αρχικές κυβερνητικές (προβληθείσες σαν) επιτυχίες αρχίζουν να ξεθωριάζουν, διότι οι πολίτες δεν μένουν στον παρελθόν, ακόμα και το πολύ πρόσφατο, αλλά διαπιστώνουν τις ανεπάρκειες και τα λάθη του παρόντος και, ίσως, να ανησυχούν περισσότερο κάνοντας μια προβολή στο άμεσο μέλλον.
Για παράδειγμα, υπάρχουν εκτεταμένες κατηγορίες εργαζομένων και μικροεπιχειρηματιών, που βλέπουν ότι, αν το φθινόπωρο και ο χειμώνας είναι σαν την περασμένη άνοιξη λόγω νέα πανδημίας, η δική τους κατάσταση θα χειροτερέψει. Και
Δεύτερον, διότι η επικοινωνιακή υπεροπλία, που είχε εξαρχής και εξακολουθεί να έχει η σημερινή κυβέρνηση, δεν θα είναι ικανή να κάνει το μαύρο άσπρο για πολύ ακόμα. Ετσι, ακόμα κι αν τα φιλικά προς την κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης επιλέγουν να προβάλλουν ό,τι την ευνοεί(για παράδειγμα, το ότι εξακολουθεί να προηγείται με μεγάλη διαφορά στην πρόθεση ψήφου-γεγονός αδιάφορο σε μη εκλογική περίοδο), δύσκολα θα μπορούν να κρύψουν τις ρωγμές που εμφανίζει η εικόνα της-και η εικόνα του πρωθυπουργού.
Ταυτόχρονα, την ώρα που εμφανίζονται, φυσιολογικά, τα πρώτα δείγματα φθοράς της κυβέρνησης, παρατηρείται το φαινόμενο-όχι τόσο φυσιολογικό αυτό- να είναι αδύναμη και η εικόνα της αντιπολίτευσης. Μπορεί τα αρνητικά της πρόσφατης διακυβέρνησής του ΣΥΡΙΖΑ να κρατάνε ακόμα, αλλά είναι φανερό ότι μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης δεν βλέπει κινήσεις που να τα αφήνουν πίσω ή άλλες που να φέρνουν το λεγόμενο «νέο ξεκίνημα». Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει καταφέρει ακόμα να το σηματοδοτήσει αυτό. Εχει δύο δυσκολίες.
Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι στα καίρια ζητήματα δεν μπορεί να προβάλει κάτι ριζικά διαφορετικό. Για παράδειγμα, στην αντιμετώπιση της Τουρκίας η στρατηγική όλων των κυβερνήσεων είναι παρόμοια. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε κάτι διαφορετικό και, επομένως, δεν μπορεί να χρεώσει στη σημερινή κυβέρνηση παρά μόνο επιμέρους λάθη.
Η δεύτερη δυσκολία είναι η αδυναμία του να προβάλλει το πολυπόθητο «νέο πρόσωπο» του ΣΥΡΙΖΑ. Η περίφημη «διεύρυνση»- από την οποία προσδοκούν τη δημιουργία της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης», κάτι σαν το ΠΑΣΟΚ των ένδοξων εποχών- πάει σαν την σαρανταποδαρούσα εδώ και ένα χρόνο.
Επιπλέον, η ανακύκλωση προσώπων στα κομματικά αξιώματα, χωρίς να καταλογίζεται σε κανένα από αυτά ευθύνη είτε για την εκλογική ήττα είτε για απάδουσες (ή και προκλητικές)συμπεριφορές, δημιουργούν στην κοινή γνώμη την αίσθηση ότι σ’ αυτόν τον πρώτο χρόνο στην αντιπολίτευση «δεν πέρασε τη τάξη» ή, στην καλύτερη περίπτωση, έμεινε «μετεξεταστέος».
Κάπως έτσι αποτυπώνεται η πρώτη φθινοπωρινή εικόνα τους πολιτικού μας σκηνικού. Φυσικά, αυτή η εικόνα μπορεί πολύ εύκολα να μεταβληθεί. Και αυτό πρέπει να ανησυχεί περισσότερο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διότι, παρά τις όποιες ανεπάρκειες της αντιπολίτευσης, αν η μπάλα των προβλημάτων πάρει από κάτω την κυβέρνησή του, δεν θα υπάρχει επιστροφή.
Μέχρι τώρα ο σχεδιασμός του κ.Μητσοτάκη και των συν αυτώ αποτυπώνεται στο τρίπτυχο «αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα, μάς υποστηρίζουν τα ΜΜΕ, η αντιπολίτευση έχει τα χάλια της». Αλλά αυτό μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει από κάποιο απρόβλεπτο γεγονός. Το λέει πολύ καλά αυτή εδώ η ρήση του Αμερικανού πρωτοπυγμάχου Μάικ Τάισον: «Ολοι έχουν ένα σχέδιο, μέχρι να φάνε μια γροθιά στη μούρη»...
Γιώργος Καρελιάς / news247.gr