Την πλήρη εξαφάνιση της κοινωνικής συνοχής ...
και ηθικής κατά τη διάρκεια του Λοιμού της Αθήνας περιγράφει ήδη ο Θουκιδίδης, στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ενώ διαχρονικά οι κοινωνίες έρχονται αντιμέτωπες με δυσβάσταχτο κόστος για την αντιμετώπιση των πανδημιών.Από τον ισοπεδωτικό Λοιμό της Αρχαίας Αθήνας μέχρι την σαρωτική πανδημία του κορονοϊού που βιώνουμε σήμερα, το Newsbomb.gr κάνει αναδρομή στις φονικότερες πανδημίες από τις οποίες δοκιμάστηκε η ανθρωπότητα.
Ο Λοιμός των Αθηνών (430 πΧ)
Σκότωσε το 1/3 του πληθυσμού της Αθήνας
Ο Λοιμός των Αθηνών ή «σύνδρομο του Θουκυδίδη» ήταν μια καταστροφική επιδημία η οποία εκδηλώθηκε στην πόλη-κράτος των Αθηνών στην αρχαία Ελλάδα, κατά το δεύτερο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου, το 430 π.Χ., και ενώ η πόλη πολιορκούνταν από τους Σπαρτιάτες.
Θεωρείται πως η επιδημία πρωτοεμφανίστηκε στον κύριο λιμένα της Αθήνας, τον Πειραιά, που αποτελούσε την κύρια είσοδο προμηθειών της πόλης. Εμφανίστηκε και σε άλλες περιοχές της ανατολικής Μεσογείου, επέστρεψε δύο φορές, το 429 π.Χ. και τον χειμώνα του 427/426 π.Χ., προκαλώντας σοβαρό πλήγμα στον πληθυσμό της πόλης και επηρεάζοντας κατά συνέπεια σημαντικά την έκβαση του πολέμου.
Αυτόπτης μάρτυρας των τραγικών γεγονότων ήταν ο Θουκιδίδης, ο οποίος επίσης νόσησε, αλλά επέζησε. Είναι οι δικές του μαρτυρίες, που δίνουν τις ανεκτίμητες πληροφορίες για τη μελέτη της επιδημίας. Σύμφωνα με όσα περιγράφει, ο λοιμός προκάλεσε τον θάνατο πολύ μεγάλου ποσοστού των κατοίκων της πόλης.
Περιγράφοντας τα γεγονότα στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο Θουκιδίδης αναφέρει, ότι η ασθένεια ξεκίνησε από την Αιθιοπία και πέρασε μέσω της Αιγύπτου και Λιβύης στον ελληνικό κόσμο. Ήταν τόσο τρομερή, ώστε κανείς δεν θυμόταν κάτι παρόμοιο κατά το παρελθόν. Οι ιατροί δεν γνώριζαν πώς να την αντιμετωπίσουν και σύμφωνα με τον ίδιο, ήταν οι πρώτοι που πέθαιναν, ερχόμενοι σε επαφή με τους ασθενείς.
Εκτιμάται, πως ο λοιμός σκότωσε από το 1/4 έως τo 1/3 του πληθυσμού της πόλης ο οποίος ανερχόταν σε 300.000, με τις στρατιωτικές απώλειες να ανέρχονται σε 300 ιππείς και 1.400 οπλίτες. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο Περικλής, η γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους, καθώς και μεγάλο μέρος της ηγεσίας, των στρατιωτικών δυνάμεων του στόλου και της ξηράς.
Μετά τον λοιμό, η Αθήνα δεν μπόρεσε να επανακάμψει στο επίπεδο της ισχύος που διέθετε πριν, παρά μόνο κατά το 415 π.Χ. όταν ανέλαβε στην καταστροφική για αυτήν Σικελική Εκστρατεία. Οι μαρτυρίες περιγράφουν τις δραματικές επιπτώσεις που προκάλεσε η επιδημία, με τον Θουκυδίδη να αναφέρει λεπτομερώς την πλήρη εξαφάνιση της κοινωνικής συνοχής και ηθικής κατά τη διάρκεια του λοιμού.
Μαύρη πανώλη ή μαύρος θάνατος (1348 – 1353)
Μείωσε τον τότε παγκόσμιο πληθυσμό κατά 350 – 375 εκατομμύρια
Μία από τις πλέον καταστροφικές πανδημίες στην παγκόσμια ιστορία, με τον ανθρώπινο απολογισμό να υπολογίζεται μεταξύ 100 και 200 εκατ. νεκρών στην Ευρώπη, την Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Ξέσπασε μεταξύ των ετών 1348 – 1353 και εκτιμάται, ότι μείωσε τον τότε παγκόσμιο πληθυσμό από 450 εκατομμύρια σε 350 – 375 εκατομμύρια.
Οι πρώτες επίσημες καταγραφές της πανδημίας ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 1347, όταν γενοβέζικα εμπορικά πλοία από το λιμάνι της Κάφφας στην Μαύρη Θάλασσα, που προσέγγισαν το λιμάνι της Μεσσήνης στη Σικελία, γεμάτα ετοιμοθάνατους και νεκρούς, μετέφεραν στην Ευρώπη την ασθένεια της πανώλης.
Η ασθένεια αυτή είχε δύο μορφές: τη βουβωνική (ή σηψαιμική) και την πνευμονική και μεταδιδόταν ακαριαία και βοηθούμενη από τις κακές συνθήκες υγιεινής, την έλλειψη ιατρικών γνώσεων της εποχής και τις επακόλουθες δεισιδαιμονικές προλήψεις, στις αρχές του 1348 είχε ήδη διαδοθεί από την Ιταλία, σε όλη την κεντρική Γαλλία, μέχρι τον χειμώνα του ιδίου έτους στην νότια Αγγλία και στη συνέχεια στις Κάτω Χώρες.
Συνέπεια της επιδημίας ήταν να χαθεί σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης.
Η επιδημία ξαναχτύπησε και στα επόμενα χρόνια του 14ου αιώνα, με μικρά χρονικά διαλείμματα, αναιρώντας έτσι ολοκληρωτικά την δημογραφική αύξηση που είχε σημειωθεί στα μέσα του 13ου αιώνα και ο παγκόσμιος πληθυσμός επανήλθε στα επίπεδα πριν το 1347 μόλις τον 17ο αιώνα.
Η πανδημία προκλήθηκε πιθανώς από το εντεροβακτήριο Yersinia pestis, που ενδημεί σε πληθυσμούς της κεντρικής Ασίας. Η δημοφιλέστερη θεωρία για την έναρξή της είναι ότι προήλθε από τις στέππες της Μογγολίας, μέσω σταυροφόρων που επέστρεφαν από την Μέση Ανατολή, αν και υπάρχει επίσης η άποψη ότι προήλθε από τη βόρεια Ινδία. Πιθανώς μεταφέρθηκε από τις μογγολικές στρατιές και εμπόρους που ακολουθούσαν τον δρόμο του μεταξιού. Υπάρχει και η εκδοχή, να ξεκίνησε λίγο μετά από το 1200 στα Ιμαλάια.
Πανδημία χολέρας 1817-1824
Άγνωστος ο ακριβής αριθμός των νεκρών
Η χολέρα (γνωστή και ως Πτερος ή Επιδημιακή χολέρα) είναι ένα νόσημα που προκαλείται απο το βακτήριο Δονάκιο της χολέρας (Vibrio cholerae) και χαρακτηρίζεται από έντονη διάρροια, η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρή αφυδάτωση. Οφείλεται στην κατανάλωση νερού, γάλακτος, ή τροφών που έχουν μολυνθεί εξαιτίας των ανθυγιεινών τρόπων λειτουργίας των συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης.
Η πρώτη πανδημία χολέρας (1817-1824), επίσης γνωστή ως η πρώτη πανδημία Ασίας της χολέρας ή η ασιατική χολέρα, ξεκίνησε κοντά στην πόλη της Καλκούτας και εξαπλώθηκε σε όλη τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία μέχρι τη Μέση Ανατολή, την Ανατολική Αφρική και τις ακτές της Μεσογείου. Ενώ η Χολέρα είχε εξαπλωθεί στην Ινδία πολλές φορές στο παρελθόν, αυτό το ξέσπασμα προχώρησε περισσότερο, έφτασε μέχρι την Κίνα και τη Μεσόγειο Θάλασσα πριν υποχωρήσει. Το αποτέλεσμα ήταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους. Ήταν η πρώτη από πολλές πανδημίες χολέρας που πέρασαν από την Ασία και την Ευρώπη κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Αυτή η πρώτη πανδημία εξαπλώθηκε σε μια άνευ προηγουμένου περιοχή, επηρεάζοντας σχεδόν κάθε χώρα της Ασίας.
Η χολέρα ήταν ενδημική στον κάτω ποταμό του Γάγγη. Τις ώρες του φεστιβάλ, οι προσκυνητές συχνά προσβάλλονταν από την ασθένεια εκεί και το μετέφεραν πίσω σε άλλα μέρη της Ινδίας κατά την επιστροφή τους, όπου θα εξαπλωνόταν και θα υποχωρούσε. Το 1817 άρχισε να εξαπλώνεται έξω από το Δέλτα του Γάγγη. Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1817, η ασθένεια είχε φτάσει στην Καλκούτα στον κόλπο της Βεγγάλης και γρήγορα εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη υποήπειρο. Μέχρι το 1818 ξέσπασε στη Βομβάη, στη δυτική ακτή. Τον Μάρτιο του 1820 εντοπίστηκε στο Σιάμ, τον Μάιο του 1820 είχε εξαπλωθεί μέχρι την Μπανγκόκ και τη Μανίλα, την άνοιξη του 1821 έφτασε στην Ιάβα, το Ομάν και την Ανχάι στην Κίνα. το 1822 βρέθηκε στην Ιαπωνία, στον Περσικό Κόλπο, στη Βαγδάτη, στη Συρία και στον Υπερκαύκασο και το 1823 η χολέρα έφτασε στο Αστραχάν, τη Ζανζιβάρη και τον Μαυρίκιο.
Η μετάδοση της νόσου τελείωσε το 1824, με ορισμένους ερευνητές να πιστεύουν ότι μπορεί να οφείλεται στον κρύο χειμώνα του 1823-1824, ο οποίος θα είχε σκοτώσει τα βακτήρια στην παροχή νερού.
Οι συνολικοί θάνατοι από τη χολέρα παραμένουν άγνωστοι.
Μελετητές συγκεκριμένων περιοχών έχουν εκτιμήσει τον αριθμό των θανάτων. Για παράδειγμα, ορισμένοι εκτιμούν ότι η Μπανγκόκ μπορεί να έχει υποστεί 30.000 θανάτους από την ασθένεια. Στο Σεμαράνγκ, Ιάβα, 1.225 άνθρωποι πέθαναν σε 11 ημέρες τον Απρίλιο του 1821. Όσον αφορά την Ινδία, το αρχικά αναφερόμενο ποσοστό θνησιμότητας εκτιμάται σε 1,25 εκατομμύρια ετησίως, οπότε ο αριθμός των θανάτων ήταν περίπου 8.750.00ο. Ωστόσο, αυτή η έκθεση ήταν σίγουρα μια υπερεκτίμηση, όπως γράφει ο David Arnold: «Ο αριθμός των θανάτων το 1817–21 ήταν αναμφισβήτητα μεγάλος, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι ήταν τόσο ομοιόμορφα όσο υποτίθεται ότι ο Moreau de Jonnès. […] Στατιστικές Συλλέχτηκε από τον James Jameson για το ιατρικό συμβούλιο της Βεγγάλης έδειξε θνησιμότητα άνω των 10.000 σε αρκετές περιοχές. […] Παρόλο που η αναφορά ήταν περιγραμματική, για τις περιοχές Madras συνολικά η θνησιμότητα κατά τη διάρκεια του επιπέδου της επιδημίας φαίνεται να ήταν περίπου 11 σε 12 ανά 1.000. Εάν ο αριθμός αυτός εφαρμοζόταν σε ολόκληρη την Ινδία, με πληθυσμό περίπου 120-150 εκατομμύρια, ο συνολικός αριθμός των θανάτων δεν θα ήταν περισσότερο από ένα ή δύο εκατομμύρια.
Ισπανική γρίπη 1918 – 1920
Η «κρυφή» πανδημία που σκότωσε 50 εκατ. ανθρώπους
Η Ισπανική γρίπη ήταν πανδημία γρίπης η οποία μεταδόθηκε από τα πτηνά στον άνθρωπο και στη συνέχεια μεταξύ των ανθρώπων. Εκδηλώθηκε το 1918 και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο από 17 έως 50 εκατομμυρίων ανθρώπων. Από τη μελέτη πτωμάτων στο παγωμένο έδαφος της Αλάσκας, ερευνητές διαπίστωσαν ότι «ο θάνατος επερχόταν από οξύ φλεγμονώδες πνευμονικό οίδημα, αιμορραγική πνευμονίτιδα ή πνευμονία με οξύ αιμορραγικό οίδημα. Στη νεκροψία οι βάσεις των πνευμόνων ήταν περισσότερο προσβεβλημένες και οι θωρακικές κοιλότητες περιείχαν ανοικτό καφέ ή κίτρινο ως σκούρο κόκκινο υγρό».
Λόγω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ήθελαν, να κρύψουν την έξαρσή της, επιβάλλοντας λογοκρισία. Πιο ουδέτερη στάση είχε κρατήσει η Ισπανία, όπου ο Τύπος αναφερόταν στα πραγματικά γεγονότα. Οι αναφορές του ισπανικού Τύπου δημιούργησαν την εντύπωση, ότι αυτή ήταν και η βαρύτερα πληττόμενη χώρα, με αποτέλεσμα, η νόσος να μείνει γνωστή ως «ισπανική γρίπη».
Τα πρώτα κρούσματα της εκδηλώθηκαν στη Γαλλία τον Απρίλιο του 1918 ανάμεσα στα βρετανικά συντάγματα, που στάθμευαν στη Ρουέν και στο Βιμερέ. Καθώς μετακινούνταν τα στρατεύματα μετακινείτο και η ασθένεια. Έτσι τον Μάιο επεκτάθηκε σε όλη τη Γαλλία και στην Ιταλία, στη Μεγάλη Βρετανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Γερμανία εισήλθε με τους αιχμαλώτους που είχαν συλληφθεί.
Τον Ιούνιο η πανδημία έφτασε στις Ινδίες, τον Ιούλιο στη Νέα Ζηλανδία και τον Αύγουστο στη Νότιο Αφρική. Έως τον Ιανουάριο του 1919 η Αυστραλία κατόρθωσε να μην πληγεί λόγω μιας αυστηρής καραντίνας.
Στις 10 Ιουλίου του 1918, 160.000 κρούσματα έπληξαν το Βερολίνο. Στη Μεγάλη Βρετανία η γρίπη προκάλεσε τον θάνατο 220.000 ανθρώπων, στις Ηνωμένες Πολιτείες σημειώθηκαν πάνω από 550.000 θάνατοι, ενώ στην Ιαπωνία περί τα 250.000 θύματα και στις Ινδίες τα πέντε εκατομμύρια.
Στην Ελλάδα, το πρώτο κρούσμα εντοπίστηκε στην Πάτρα. Από τις Ελληνικές περιοχές που επλήγησαν περισσότερο ήταν η Σκύρος, όπου πέθαναν πάνω από 1.000 κάτοικοι, το ένα τρίτο του πληθυσμού της. Στην Αθήνα, η γρίπη προκάλεσε τον θάνατο 1.668 ανθρώπων, στη Θεσσαλονίκη άλλων 5.284, ενώ στην Πάτρα οι νεκροί ξεπέρασαν τους 800. Η Δυτική Μακεδονία κατέγραψε 4.336 νεκρούς.
Σύμφωνα με το CDC, η ισπανική γρίπη εκτιμάται ότι στοίχισε τη ζωή σε 50 εκατ. ανθρώπους σε όλον τον κόσμο.
Ελονοσία ή Malaria
Μία νόσος με ανυπολόγιστες συνέπειες και απώλειες ζωών
Μία από τις νόσους που ο ΠΟΥ έχει χαρακτηρίσει ως πανδημία. Πρόκειται για ασθένεια, που μεταδίδεται στον άνθρωπο από το τσίμπημα ενός θηλυκού κουνουπιού του γένους Ανωφελές (Anopheles). Τα παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών είναι περισσότερα ευάλωτα στη νόσο.
Η ασθένεια είναι διαδεδομένη σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές που βρίσκονται σε μία ευρεία ζώνη γύρω από τον ισημερινό. Αυτές περιλαμβάνουν μεγάλο μέρος της υποσαχάριας Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτιμά ότι το 2012, υπήρξαν 207 εκατομμύρια περιπτώσεις ελονοσίας. Εκείνο το χρόνο, η ασθένεια εκτιμάται ότι οδήγησε στο θάνατο 473.000- 789.000 ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους ήταν παιδιά στην Αφρική.
To 2018 ο ΠΟΥ εκτιμά ότι τα κρούσματα ελονοσίας ανέρχονταν στα 228 εκατ. Την ίδια χρονιά, οι θάνατοι άγγιζαν τις 405.000.
Η ελονοσία συνήθως συνδέεται με τη φτώχεια και έχει μια πληθώρα αρνητικών επιδράσεων στην οικονομική ανάπτυξη. Στην Αφρική, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε απώλεια 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως λόγω του αυξημένου κόστους υγειονομικής περίθαλψης, έλλειψης ικανότητας για εργασία και επιρροών στον τουρισμό.
Σημειώνεται πάντως, ότι παρά τη μεγάλη ανάγκη, κανένα αποτελεσματικό εμβόλιο δεν υπάρχει, αν και γίνονται προσπάθειες γιαι την ανάπτυξη εμβολίου. Προς το παρόν, η προτεινόμενη θεραπεία περιλαμβάνει συνδυασμό φαρμάκων, σε κάποια από τα οποία ωστόσο έχει αναπτυχθεί αντίσταση, με συνέπεια να καθίσταται δύσκολη η αντιμετώπισή της.
Οι κίνδυνοι της ασθένειας μπορούν να μειωθούν προλαμβάνοντας τα τσιμπήματα κουνουπιών χρησιμοποιώντας κουνουπιέρες και εντομοαπωθητικά ή μέτρα ελέγχου των κουνουπιών, όπως ψεκάζοντας εντομοκτόνα και αποστραγγίζοντας τα λιμνάζοντα νερά. Κάποια φάρμακα είναι διαθέσιμα για την πρόληψη φορέων ελονοσίας σε περιοχές όπου μαστίζει η ασθένεια.
Γρίπη H1N1 ή γρίπη των χοίρων
Η σύγχρονη πανδημία που στοίχισε τη ζωή σε 151.700 με 575.400 ανθρώπους το 2009
Η γρίπη των χοίρων είναι μια μορφή γρίπης που προσέβαλλε αρχικά τους χοίρους. Το 2009 μια μετάλλαξη μεταφέρθηκε στον άνθρωπο και προκάλεσε την πανδημία. Πρόκειται για μετάλλαξη της γρίπης με γενετικό υλικό από τέσσερις προϋπάρχουσες μορφές του ιού: δύο από τη γρίπη των χοίρων (ένα από Βόρεια Αμερική και ένα από Ευρασία), ένα από τη γρίπη των πτηνών, και ένα από την ανθρώπινη κοινή γρίπη.
Πρωτοεμφανίστηκε στο Μεξικό. Πιστεύεται πως η επιδημία ξεκίνησε το Μάρτιο του 2009. Τον Απρίλιο του 2009 ο ΠΟΥ ανακοίνωσε πως ο ιός και η μέχρι τότε πορεία του κάλυπτε τις προϋποθέσεις για τη Φάση 5 στην κλίμακα συναγερμού του Οργανισμού, που σήμαινε ότι ο ιός μεταδίδεται από χώρα σε χώρα.
Στις 9 Ιουνίου του 2009, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανέφερε ότι ο κόσμος είναι πολύ κοντά σε μια πανδημία του ιού της νέας γρίπης Α (Η1Ν1), αφού είχε προσβάλει περισσότερα από 26 χιλιάδες άτομα σε 34 χώρες.
Το επόμενο και ανώτερο επίπεδο συναγερμού ήταν η Φάση 6, που σημαίνει ότι η επιδημία της ασθένειας έχει μεταβληθεί σε πανδημία. Αυτό συνέβη στις 11 Ιουνίου του 2009. Η πανδημία της νέας γρίπης Α (Η1Ν1) ήταν η πρώτη μετά από 41 χρόνια.
Έναν μήνα μετά, ο ΠΟΥ ανακοίνωσε ότι σταματά την καταγραφή αριθμού κρουσμάτων ανά χώρα, καθώς η έκταση της πανδημίας είναι τέτοια ώστε η επιβεβαίωσή τους να απασχολεί το σύνολο σχεδόν των ιατρικών εργαστηρίων κάθε χώρας.
Η Ολλανδία ανακοίνωσε στις 28 Δεκεμβρίου 2009 ότι τελείωσε η επιδημία της γρίπης Η1Ν1 στη χώρα αυτή.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, τουλάχιστον 12.220 άνθρωποι στον πλανήτη είχαν πεθάνει από τη νέα γρίπη, από την έναρξη της πανδημίας τον Απρίλιο του 2009 ως τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου. Ακόμη, ο ΠΟΥ ανακοίνωσε στις 11 Ιουνίου 2010 ότι η πανδημία γρίπης είχε λιγότερα θύματα από την κοινή γρίπη. Ειδικότερα, από την πανδημία του 2009 πέθαναν σε όλο τον κόσμο 18.156 πολίτες, την στιγμή που οι θάνατοι από την εποχική γρίπη κυμαίνονται από 250.000-500.000 παγκοσμίως.
Επίσημα, η πανδημία έληξε στις 10 Αυγούστου 2010. Μέχρι εκείνη την ημέρα, οι θάνατοι υπολογίζονταν γύρω στους 20.000. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του CDC, από τη γρίπη Η1Ν1 πέθαναν μεταξύ 151,700 και 575,400 άνθρωποι παγκοσμίως, τον πρώτο χρόνο έξαρσής της.
Άλλες ονομασίες του νέου ιού:
- Γρίπη Α (Η1Ν1): ονομασία από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας
- Ιός της νέας γρίπης (novel flu virus): ονομασία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
- Γρίπη των χοίρων: η επικρατέστερη λαϊκή ονομασία, αλλά οι περισσότερες κυβερνήσεις δεν συμφωνούν γιατί μια τέτοια ονομασία ίσως να κατέστρεφε την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στο χοιρινό κρέας, με άσχημες επιπτώσεις για την κτηνοτροφική βιομηχανία
- Μεξικανική γρίπη:ονομασία που προτάθηκε από το Ισραήλ επειδή ο ιός πρωτοεμφανίστηκε στο Μεξικό, αλλά η κυβέρνηση του Μεξικού εναντιώθηκε σε αυτό το όνομα, καθώς σημαντικά έσοδα της χώρας προέρχονται από τουρίστες
- Βορειοαμερικανική γρίπη
- Γρίπη προερχόμενη από τη γρίπη των χοίρων
- Γρίπη H1N1 του 2009, καθώς ο ιός είναι τύπου H1N1
AIDS
Περισσότεροι από 32 εκατ. νεκροί από το 1981
To σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS) είναι νόσος του ανθρώπινου ανοσοποιητικού συστήματος που προκαλείται από τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (Human immunodeficiency virus, HIV). Η νόσος παρεμβαίνει στο ανοσοποιητικό σύστημα και παρεμποδίζει τη λειτουργία του, κάνοντας τα άτομα με AIDS περισσότερο πιθανά να αποκτήσουν λοιμώξεις, όπως ευκαιριακές λοιμώξεις και όγκους που συνήθως δεν προσβάλουν τα άτομα με λειτουργικά ανοσοποιητικά συστήματα. Μεταδίδεται πρωταρχικά με τη σεξουαλική επαφή και από τη μητέρα στο παιδί κατά την εγκυμοσύνη, τον τοκετό και τον θηλασμό.
Η γενετική έρευνα δείχνει ότι ο HIV προήλθε από την Κεντροδυτική Αφρική κατά τη διάρκεια των αρχών του 20ού αιώνα. Το AIDS αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των Ηνωμένων Πολιτειών το 1981 και η αιτία του, ο HIV, αναγνωρίστηκε στις αρχές τις δεκαετίας του 1980.
Το HIV/AIDS είναι πλέον μια παγκόσμια πανδημία. Από το 1981 έως το 2009 προκάλεσε σχεδόν 30 εκατομμύρια θανάτους. Το 2010 περίπου 34 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν HIV λοίμωξη παγκοσμίως. Από ασθένειες σχετιζόμενες με το AIDS πέθαναν το 2011 περίπου 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι, αριθμός μειωμένος κατά 25% σε σχέση με το 2005 οπότε πέθαναν 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι ωστόσο ισοδύναμος με τα θύματα ενός πολέμου μεγάλης κλίμακας.
Η Υποσαχάρια Αφρική είναι η περιοχή που έχει πληγεί περισσότερο. Το 2011, περίπου 69% του παγκόσμιου συνόλου των φορέων (23,5 εκατομμύρια, από τους οποίους 3,1 εκατομμύρια παιδιά) ζούσαν στην περιοχή αυτή, όπου σημειώθηκε και το 70% των θανάτων και το 72% των νέων μολύνσεων παγκοσμίως. Αυτό σημαίνει ότι έχει μολυνθεί περίπου το 5% του πληθυσμού και το AIDS πιστεύεται πως ευθύνεται για το 10% του συνόλου των θανάτων παιδιών.Εδώ επίσης, σε αντίθεση με άλλες περιοχές, οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία των οροθετικών και μάλιστα το 60%. Η Νότια Αφρική είναι η χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό φορέων του HIV στον κόσμο, με 5,6 εκατομμύρια. Το προσδόκιμο ζωής έχει πέσει δραματικά στις χώρες που έχουν πληγεί χειρότερα από το HIV/AIDS. Για παράδειγμα το 2006 εκτιμάται πως στη Μποτσουάνα είχε πέσει από τα 65 χρόνια, όπου ήταν πριν την έκρηξη του AIDS, στα 35 χρόνια ζωής.
Η Νότια και Νοτιοανατολική Ασία είναι οι περιοχές στη δεύτερη χειρότερη κατάσταση. Το 2011 στην περιοχή αυτή ζούσαν περίπου 4 εκατομμύρια οροθετικοί ή 12% των περιπτώσεων παγκοσμίως, και σημειώθηκαν περίπου 250.000 θάνατοι. Περισσότερο από το 50% των περιπτώσεων αυτών των περιοχών καταγράφονται στην Ινδία.Τα χαμηλότερα ποσοστά μολύνσεων εμφανίζονται στη Δυτική Ευρώπη (0,2%) και την Ανατολική Ασία (0,1%).Στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2009 υπήρχαν 86.500 περιπτώσεις και καταγράφηκαν 516 θάνατοι.
H Ανατολική Ευρώπη, η Κεντρική Ασία και η Μέση Ανατολή είναι οι μόνες περιoχές όπου τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται σαφής αυξητική τάση στον αριθμό νέων μολύνσεων ανά έτος,μετά από μια σχετική σταθεροποίηση στα μέσα της δεκαετίας του 2000.
Όσον αφορά την κατάσταση στη Βόρεια Αμερική, το 2008 στις ΗΠΑ περίπου 1,2 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν με τον HIV, και καταγράφηκαν περίπου 17.500 θάνατοι από AIDS. Το CDC εκτιμούσε ότι το 2008 20% των φορέων αγνοούσαν ότι είχαν προσβληθεί από τον ιό.Στον Καναδά το 2008 καταγράφονταν 65.000 φορείς και 53 θάνατοι.
Στην Ελλάδα η πρώτη περίπτωση AIDS εμφανίστηκε το 1981, ο πρώτος θάνατος από AIDS καταγράφηκε το 1983 και τα πρώτα δηλωθέντα περιστατικά μόλυνσης HIV το 1984.Η επιδημία ακολούθησε αυξητική τάση μέχρι και το 1997-8, οπότε ακολούθησε πτώση των νέων μολύνσεων HIV ανά χρόνο και σταθεροποίηση μέχρι περίπου το 2003-4.
Στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα ο αριθμός των νέων HIV μολύνσεων ανά έτος παρουσίασε γενικά αυξητική τάση. Τη διετία 2009-2011 σημειώθηκε μια σοβαρή μεταβολή, καθώς οι νέες μολύνσεις αυξήθηκαν κατά 57% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, τάση που συνεχίστηκε και το 2012 οπότε ο αριθμός δηλωθέντων περιπτώσεων ανά έτος και 100.000 πληθυσμού έφτασε τις 9,2 (δεύτερη υψηλότερη τιμή όλων των ετών, μετά το 1998, και υψηλότερη τιμή νέων λοιμώξεων από την αρχή της επιδημίας). Αυτή η εξέλιξη σήμανε και μια σημαντική αλλαγή στα επιδημιολογικά δεδομένα τα σχετικά με τον τρόπο μετάδοσης του ιού, καθώς το σύνολο σχεδόν των επιπλέον νέων κρουσμάτων αφορά χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, οι περιπτώσεις των οποίων το 2012 ήταν στο 3.500% σε σχέση με αυτές του 2010 (487 το πρώτο δεκάμηνο του 2012, 256 το 2011 σε σχέση με 14 το 2010 και περίπου 10 ανά έτος τα προηγούμενα χρόνια). Πλέον τα νέα κρούσματα σε χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών αποτελούν την πλειοψηφία των νεοδηλωθέντων κρουσμάτων (ενώ μέχρι και το 2011 τα νέα κρούσματα εμφανίζονταν κατά κύριο λόγο σε άνδρες που κάνουν σεξ με άνδρες).
Όσον αφορά το AIDS, ο αριθμός των νέων περιπτώσεων ανά έτος ακολούθησε αυξητική τάση μέχρι και το 1997 περίπου, όταν με την εισαγωγή των αντιρετροϊκών θεραπειών HAART ο αριθμός εμφανιζόμενων περιπτώσεων AIDS ανά χρόνο έπεσε και παραμένει σχετικά χαμηλός (λιγότερες από 100 ανά έτος).
Από την αρχή της επιδημίας στην Ελλάδα και μέχρι το φθινόπωρο του 2012 είχε καταγραφεί συνολικός αριθμός 12.556 οροθετικών ατόμων, από τα οποία περίπου 18% ήταν γυναίκες, και 86 παιδιά (τη χρονιά που δηλώθηκαν). Έχουν διαγνωσθεί 3.369 περιπτώσεις AIDS και καταγραφεί συνολικά 2.289 θάνατοι στον πληθυσμό των HIV οροθετικών, ανεξάρτητα από την εμφάνιση AIDS ή μη. Μέχρι και το τέλος του 2011, οι συνολικοί θάνατοι λόγω AIDS ήταν 1.714.
Η προφύλαξη από την HIV λοίμωξη, πρωταρχικά μέσω του ασφαλούς σεξ και των προγραμμάτων ανταλλαγής συρίγγων και βελονών, αποτελεί στρατηγική κλειδί για τον έλεγχο της νόσου. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει αποτελεσματικό εμβόλιο ή θεραπεία που να προσφέρει πλήρη ίαση από τον HIV. Η αγωγή αποτελείται από την υψηλής δραστικότητας αντιρετροϊκή θεραπεία HAART (Highly Active Antiretroviral Therapy) η οποία επιβραδύνει (αλλά δεν σταματά) την εξέλιξη της νόσουκαι την οποία το 2010 λάμβαναν περισσότεροι από 6,6 εκατομμύρια άνθρωποι σε χώρες με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα.Η αγωγή περιλαμβάνει επίσης προληπτική αλλά και ενεργό θεραπεία κατά των ευκαιριακών λοιμώξεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020 από το UNAIDS, το 2019 υπολογίζεται ότι
- 25,4 εκατ. άνθρωποι δέχονταν θεραπεία
- 38 εκατ. άνθρωποι ζούσαν με τον ιό HIV
- 1,7 εκατ. ήταν τα νέα κρούσματα HIV
- 690.000 άνθρωποι πέθαναν μόνο εκείνη τη χρονιά
- 75,7 εκατ. άνθρωποι μολύνθηκαν από τον HIV από την αρχή της πανδημίας
- 32,7 εκατ. άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους από την αρχή της πανδημίας.
Από το 2004, οπότε και η πανδημία ήταν στο «πικ» της, οι θάνατοι από AIDS έχουν μειωθεί κατά 60%, ενώ από το 2010 κατά 39%.
Κορονοϊός – COVID-19
Εν αναμονή του εμβολίου – Ξεπέρασαν το 1 εκατ. οι νεκροί
Η Covid-19 (Coronavirus disease 2019) είναι μία οξεία αναπνευστική νόσος, μολυσματική ασθένεια που προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2.
Ο ιός και η ασθένεια εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στην πόλη Γουχάν της Κίνας τον Δεκέμβριο του 2019. Στη συνέχεια, αναφέρθηκαν λοιμώξεις και σε άλλες 212 χώρες και εδάφη. Έκτοτε, ο ιός έχει διασπαρεί σε όλον τον κόσμο με τους νεκρούς να ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο και τα κρούσματα να ξεπερνούν τα 53 εκατομμύρια.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με απολογισμό του Γαλλικού Πρακτορείου, το Σάββατο 14 Νοεμβρίου, η πανδημία του νέου κορονοϊού έχει προκαλέσει ήδη τουλάχιστον 1.305.039 θανάτους σε όλον τον κόσμο. Τα επισήμως διαγνωσμένα κρούσματα από την έναρξη της πανδημίας ξεπερνούν τα 53.438.640 σε παγκόσμιο επίπεδο, εκ των οποίων τουλάχιστον 34.324.500 θεωρούνται ιαθέντα.
Οι χώρες που έχουν καταγράψει τους περισσότερους νέους θανάτους στις τελευταίες ανακοινώσεις τους είναι οι ΗΠΑ με 1.596, η Γαλλία με 932 και το Μεξικό με 568.
Οι ΗΠΑ είναι η χώρα που έχει πληγεί περισσότερο στον κόσμο από την πανδημία, τόσο από πλευράς αριθμού νεκρών όσο και από αριθμό κρουσμάτων, με 244.364 νεκρούς και 10.745.524 κρούσματα. Ακολουθούν η Βραζιλία με 164.737 νεκρούς και 5.810.652 κρούσματα, η Ινδία με 129.188 νεκρούς και 8.773.479 κρούσματα, το Μεξικό με 97.624 νεκρούς και 997.393 κρούσματα και το Ηνωμένο Βασίλειο με 51.304 νεκρούς και 1.317.496 κρούσματα.
Ανάμεσα στις περισσότερο πληγείσες χώρες, το Βέλγιο, καταγράφει τον μεγαλύτερο αριθμό νεκρών σε σχέση με τον πληθυσμό του με 122 νεκρούς ανά 100.000 κατοίκους, ακολουθεί το Περού με 106, η Ισπανία με 87 και η Αργεντινή με 78.
Η Κίνα (πλην του Χονγκ Κονγκ και του Μακάο) καταγράφει επισήμως 86.325 κρούσματα, εκ των οποίων 4.634 νεκροί.
Η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική έως σήμερα στις 13:00 ώρα Ελλάδος έχουν καταγράψει 420.969 νεκρούς, 11.952.563 κρούσματα, η Ευρώπη 331.620 νεκρούς (14.204.311 κρούσματα), οι ΗΠΑ και ο Καναδάς 255.185 νεκρούς (11.031.238 κρούσματα), η Ασία 181.125 νεκρούς (11.381.191 κρούσματα), η Μέση Ανατολή 68.371 νεκρούς (2.888.458 κρούσματα), η Αφρική 46.828 νεκρούς (1.950.883 κρούσματα) και η Ωκεανία 941 νεκρούς (29.997 κρούσματα).
Συχνότερα συμπτώματα του κορονοϊού είναι ο πυρετός, ο βήχας (συχνότερα ξηρός και λιγότερο συχνά παραγωγικός δηλαδή με απόχρεμψη) και η δύσπνοια. Μυικοί πόνοι (μυαλγία), φλέγματα, πονόλαιμος, ρινική καταρροή, ανοσμία, κεφαλαλγία και διάρροια είναι λιγότερο συχνά. Ενώ οι περισσότεροι ασθενείς παρουσιάζουν ήπια συμπτωματολογία, σε ορισμένους η ασθένεια εξελίσσεται σε ιογενή πνευμονία, η οποία στις βαρύτερες περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια (σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας των ενηλίκων-ARDS), σηπτικό σοκ (σηπτική καταπληξία) ή σύνδρομο πολυοργανικής ανεπάρκειας.
O ιός μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, μέσω αναπνευστικών σταγονιδίων τα οποία παράγονται κατά την διάρκεια του βήχα, του φταρνίσματος, ή της ομιλίας. Από την ημέρα της έκθεσης έως την εμφάνιση συμπτωμάτων (χρόνος επώασης) μεσολαβούν 2 έως 14 ημέρες (συχνότερα είναι 4-5 ημέρες). Η διάγνωση γίνεται με την αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) με το δείγμα να λαμβάνεται από ρινοφαρυγγικό επίχρισμα, στοματοφαρυγγικό επίχρισμα, πτύελα, ή υλικό αναρρόφησης από τον τραχειοσωλήνα (σε διασωληνωμένους ασθενείς). Η ακριβής διάγνωση απαιτεί εργαστηριακή ταυτοποίηση του ιού με την ανίχνευση του γενετικού του υλικού (RNA) με την παραπάνω εξέταση. Η υποψία για τη διάγνωση θα τεθεί μέσω συνδυασμού συμπτωμάτων, παραγόντων κινδύνου και των ευρημάτων στην ακτινογραφία ή την αξονική τομογραφία θώρακα, η οποία συχνά εμφανίζει χαρακτηριστικά άτυπης πνευμονίας.
Προς το παρόν, δεν υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο, αλλά διάφοροι οργανισμοί στον κόσμο είναι σε διαδικασία ανάπτυξης υποψήφιων εμβολίων. Μέχρι την ανάπτυξη εγκεκριμένου και διαθέσιμου εμβολίου, οι συστάσεις προς τον γενικό πληθυσμό για προφύλαξη τονίζουν την ανάγκη για προσωπική υγιεινή, σωστή απολύμανση των χεριών και χρήση μάσκας, ενώ ανά τον κόσμο όλο και περισσότερες χώρες λαμβάνουν δραστικά μέτρα σε μία προσπάθεια περιορισμού της διασποράς του ιού.
Με πληροφορίες από WHO, UNAIDS, Wikipedia, ΑΠΕ