Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης και έμπειρος -τι άλλο θα μπορούσε να είναι;- δημοσιογράφος αποδομεί όλα τα instagramiκά κλισέ και αποκαλύπτει την ..
απατηλή λάμψη των social media μέσα από ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κοινωνικό πείραμα.Γράφει η Αντιγόνη Τζοβάρα
Ο δαιμόνιος αρθρογράφος του Vanity Fair οργάνωσε αρχικά ένα κάστινγκ απευθύνοντας στους ενδιαφερόμενους ένα απλό ερώτημα: «Θέλετε να γίνετε διάσημοι;».
Ανάμεσα σε χιλιάδες υποψήφιους που έσπευσαν να δηλώσουν συμμετοχή ο Bilton επέλεξε τρεις κοινούς θνητούς, με στόχο να τους κάνει διάσημους influencers στο instagram.
Η πρωταγωνιστική τριάδα απαρτίζεται από μια φερέλπιδα ηθοποιό και νυν πωλήτρια σε κατάστημα αθλητικών ειδών, την Dominique, έναν no name σχεδιαστή μόδας, τον Chris, και έναν υπάλληλο κτηματομεσιτικού γραφείου, τον Wylie.
Στο make over των τριών υποψηφίων influencer συμπράττει, υπό τη σκηνοθετική μπαγκέτα του Nick Bilton, μια ομάδα επαγγελματιών των media, αποτελούμενη μεταξύ άλλων από στυλίστες, συμβούλους μέσων κοινωνικής δικτύωσης και διευθυντές κάστινγκ.
Όλοι αυτοί, σε συνεργασία με το τυχαίο δείγμα των πρωταγωνιστών συνθέτουν τα ιδανικά σκηνικά ευδαιμονίας για τις φωτογραφίσεις από όπου θα προκύψει το υλικό που εν συνεχεία θα αναρτηθεί στο instagram.
Σε ένα από τα πρώτα πλάνα του ντοκιμαντέρ βλέπουμε τρεις νέους ανθρώπους που ποζάρουν πανευτυχείς κάτω από το λαμπερό ήλιο του Λος Άντζελες με φόντο ένα φωτεινό ροζ τοίχο.
Τα gadget που κυριαρχούν είναι τα iPhone τα οποία ανταλλάσσουν χαρούμενα μεταξύ τους, βγάζοντας selfies και αναζητώντας τις ιδανικές γωνίες λήψεις που θα κολακεύουν τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους.
Πρόκειται για ένα σύνηθες τελετουργικό, μας πληροφορεί ο σκηνοθέτης μέσω voice over και εξηγεί, ότι οι άνθρωποι που βλέπουμε δεν ήρθαν στο L.A. για μια σύντομη απόδραση από την πολύβουη καθημερινότητα.
Στην πραγματικότητα, βρίσκονται εκεί για να προκαλέσουν ακόμα περισσότερο θόρυβο –γύρω από το όνομά τους. Θέλουν να σπάσουν το φράγμα της ανωνυμίας, να γίνουν influencers και να αποκτήσουν πολλούς, πάρα πολλούς followers. Η αξία τους στο σύγχρονο διαδικτυακό χρηματιστήριο εξαργυρώνεται με likes και σε αυτό κυνήγι θησαυρού θα επιδοθούν με κάθε μέσο –θεμιτό ή αθέμιτο.
Γι’ αυτό και επέλεξαν έναν από τους δημοφιλέστερους τοίχους που βρίσκεται μπροστά από τη μπουτίκ του Paul Smith στη Melrose Avenue και αποτελεί κορυφαίο τουριστικό προορισμό. Εδώ, σε αυτό το ροζ τοίχο, που αποτελεί ιδανικό καμβά, συρρέουν όλοι οι τουρίστες για να βγάλουν τις selfies τους και να τις ποστάρουν μετά στο instagram.
H εμμονή για τα likes που αποτελούν διαβατήριο διασημότητας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ουσιαστικά το αντικείμενο του κοινωνικού πειράματος που καταγράφει ο Bilton on camera. To δέλεαρ είναι σημαντικό, καθώς η διασημότητα στο Instagram, μπορεί να φέρει συνεργασίες με μεγάλα brands από τα οποία οι influencers αποκομίζουν δωρεάν προϊόντα, ίσως ακόμα και χρήματα.
Καθένας από τους τρεις πρωταγωνιστές του φιλμ έχει τους δικούς του λόγους για να θέλει να γίνει διάσημος στο Instagram.
Η Domnique το βλέπει σαν ευκαιρία να ξεφύγει από την προσωρινή δουλειά της πωλήτριας και να κυνηγήσει το όνειρό της να γίνει ηθοποιός. Ο Chris -που όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια είναι ο πιο συνειδητοποιημένος από τους τρεις- θα επικοινωνήσει τη δουλειά του ως σχεδιαστής μόδας. «Δεν είναι ότι το θέλω (να γίνω διάσημος). Το αξίζω», λέει χαρακτηριστικά. Ο Wylie από την πλευρά του, θα αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη gay σκηνή του L.A. που κατακλύζεται από καλογυμνασμένα ανδρικά κορμιά. Και για τους τρεις, το να καταφέρουν να γίνουν influencers δεν είναι ο τελικός στόχος, αλλά το όχημα μέσω του οποίου θα μπορέσουν να πάρουν αυτό που θέλουν.
Αν και εκ πρώτης όψεως η δουλειά του influencer δεν φαίνεται ιδιαίτερα κουραστική, στην πραγματικότητα είναι και μάλιστα πολύ. Πέρα από το εικαστικό αποτέλεσμα των φωτογραφιών που ανεβαίνουν στο instagram, ο Nick Bilton σηκώνει την κουρτίνα των παρασκηνίων και αποδομεί ένα-ένα όλα τα κλισέ.
Σε μια λήψη όπου οι συμμετέχοντες βρίσκονται σε ένα 5άστερο ξενοδοχείο και χαλαρώνουν υποτίθεται δίπλα στην πισίνα, πίνοντας σαμπάνια και τρώγοντας σοκολατάκια, ο σκηνοθέτης μας αποκαλύπτει ότι η υποτιθέμενη σαμπάνια δεν είναι παρά ένας συνηθισμένος χυμός μήλου και τα σοκολατάκια είναι κομμάτια βουτύρου βουτηγμένα σε σκόνη κακάο. Σε μια άλλη χαλαρή λήψη κατά τη διάρκεια μιας υποτιθέμενης διεθνούς πτήσης, μας δείχνει ότι το παράθυρο του αεροπλάνου δεν είναι παρά ένα καπάκι τουαλέτας, ενώ ένα δήθεν πολυτελές spa με ροδοπέταλα έχει δημιουργηθεί μέσα σε μια παιδική φουσκωτή πισίνα. Με άλλα λόγια, if you can’t make it, fake it!
Παρ’ όλο που αρχικά οι συμμετέχοντες wannabe influencers έχουν την εντύπωση ότι καλούνται να «πουλήσουν» τον εαυτό τους, πολύ σύντομα συνειδητοποιούν ότι η όποια απήχησή τους στο instagram είναι εξίσου fake με τις φωτογραφίσεις τους.
Όσο αυξάνεται για παράδειγμα η δημοφιλία του instagram profile της Dominique, τόσο η ίδια συνειδητοποιεί ότι τα likes δεν τα φέρνει η προσωπικότητα, αλλά η έλλειψή της. Τελικά, δεν διαφέρει και πολύ από το ροζ τοίχο στον οποίο φωτογραφιζόταν στην πρώτη σεκάνς του φιλμ. Έτσι κι αυτή ανεβάζει βίντεο όπου κάνει unboxing προϊόντων που της έχουν σταλεί δωρεάν από διάφορες εταιρείες –ένα μπλέντερ, μπάρες δημητριακών, παντόφλες, ακόμα κι ένας δονητής. Η Dominique “είναι σαν ένα κομμάτι πλαστελίνης”, λέει ο Chris απευθυνόμενος στον Bilton. “Όπως ο ροζ τοίχος στη Melrose, τραβάει το βλέμμα, αλλά είναι αρκούντως κενή –σαν φόντο”.
Οι περισσότεροι influencers, όπως μας πληροφορεί στο ντοκιμαντέρ του ο Bilton, σύμφωνα με πληροφορίες, επισπεύδουν την άνοδό τους στην κορυφή της πυραμίδας των social media αγοράζοντας followers. Κι αυτό το κάνουν ακόμα και οι πολύ επιτυχημένοι, όπως για παράδειγμα, η Kim Kardashian. Με αυτό τον τρόπο «φουσκώνουν» τα ποσοστά δημοφιλίας τους, κάτι που δεν φαίνεται να ενοχλεί τις εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αφού κι αυτές προσελκύουν επενδυτές στη Wall Street. Στο σημείο αυτό, ο Bilton επισημαίνει επίσης, ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες έχουν πρόσβαση σε ένα “φανταστικό λογισμικό” το οποίο χρησιμοποιούν για να προσδιορίσουν την αυθεντικότητα των followers που έχουν οι influencers.
Σύμφωνα με τις ισχύουσες τάσεις της αγοράς, ο Bilton κάνει χρήση των διαθέσιμων μυστικών όπλων και δεν διστάζει να αγοράσει κι αυτός followers για τους influencers που κατασκευάζει στο δικό του κοινωνικό πείραμα. Αφού είναι ψεύτικοι οι influencers του, γιατί να μην είναι και οι followers;
Το εντυπωσιακό με αυτή τη στρατηγική είναι ότι φαίνεται να αποδίδει και, τελικά, η δημοφιλία των Dominique, Wylie και Chris με τα σχεδόν εξ’ ολοκλήρου ψεύτικα profiles φέρνει αληθινά αποτελέσματα –πραγματικούς followers, πραγματικά προϊόντα, πραγματικές διακοπές, ακόμα και εκδήλωση ενδιαφέροντος από πραγματικούς πιθανούς μελλοντικούς εργοδότες.
“Άρχισε να γίνεται κάτι που δεν το είχαμε προβλέψει”, λέει ο σκηνοθέτης, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα του όλους εγχειρήματος.
Παρά το γεγονός ότι και οι τρεις πρωταγωνιστές του φιλμ βλέπουν τους followers τους να αυξάνονται σημαντικά, δύο εξ αυτών, ο Chris και ο Wylie καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν τους ταιριάζει να είναι διάσημοι στο instagram. Ο Wylie λέει ότι νιώθει άβολα να ζει μια ψεύτικη ζωή και ο Chris αρνείται να προσαρμοστεί στο πρότυπο που κατασκεύασε γι’ αυτόν ο Bilton και η ομάδα του.
Οι ενστάσεις των δυο νεαρών έχουν να κάνουν περισσότερο με τη στρατηγική του σκηνοθέτη, ο οποίος εφάρμοσε ένα κοινό μοντέλο και για τους τρεις συμμετέχοντες στο πείραμά του, βάσει του οποίου κλήθηκαν να προβάλλουν ένα στερεότυπο πολυτελούς και ανώδυνου lifestyle. Η Dominique το υιοθέτησε πλήρως, ενώ για τον Chris και τον Wylie αποδείχθηκε κόντρα ρόλος.
Η εξήγηση είναι απλή και το ντοκιμαντέρ τη δίνει μέσω της διευθύντριας μέσων κοινωνικής δικτύωσης Hana Hussein, η οποία διευκρινίζει ότι υπάρχουν πολλών διαφορετικών ειδών influencers. «Υπάρχουν influencers μόδας, influencers τρόπου ζωής, influencers εσωτερικής διακόσμησης σπιτιών, influencers υγείας και ευεξίας», λέει και, φυσικά ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ, καθώς υποδιαιρείται σε ακόμη πιο εξειδικευμένες κατηγορίες επιρροής: λογοτεχνία, gossip, plus-size μόδα (για παχουλές), Ikebana (γιαπωνέζικη τέχνη ανθοδετικής), τατουάζ.
Ένα επίσης ενδιαφέρον στοιχείο που προέκυψε μέσα από το κοινωνικό πείραμα του Bilton ήταν οι ομοιότητές του με τα τηλεοπτικά ριάλιτι. Η διαδικασία της μεταμόρφωσης των τριών άγνωστων πρωταγωνιστών σε δημοφιλείς influencers μοιάζει με αυτή που έχουμε δει σε προγράμματα όπως το «Next Top Model».
Τι ήθελε όμως να μας πει εν κατακλείδι ο Nick Bilton μέσα από το κοινωνικό πείραμα που κατέγραψε με την κάμερα; Το μήνυμά του απεικονίζεται στην καταγραφή του σχεδόν αδιόρατου τρόπου με τον οποίο το κυνήγι της διασημότητας στα social media επηρεάζει τελικά τη σύγχρονη κουλτούρα.
“Οι influencers δεν σε κάνουν να νιώθεις καλύτερα για τον εαυτό σου”, λέει ο Bilton. “Η όλη ιδέα της επιρροής (influencing) είναι να σε κάνει να νιώθεις χειρότερα”.
Όπως ακριβώς συνέβαινε τα τελευταία χρόνια με τα διάσημα μοντέλα της πασαρέλας και τα photoshop-αρισμένα εξώφυλλα που μας επέβαλαν εξωπραγματικά πρότυπα, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και τώρα με τους influencers στα social media.
Θύματα αυτής τη σύγχρονης τάσης είμαστε όλοι μας, καθώς -ας είμαστε ειλικρινείς- ποιος μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό ενός παραπάνω like; Ή μήπως και οι δικές μας selfies δεν έχουν φίλτρα; Πόση ώρα μπορούμε να αντέξουμε χωρίς smartphone και χωρίς να τσεκάρουμε την απήχηση των αναρτήσεών μας; Και ποιος από μας δεν έχει έστω ένα προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;