Η τηλεκπαίδευση αποτελεί εδώ και μήνες μία καθημερινή πραγματικότητα λόγω της πανδημίας
«Ητηλεκπαίδευση είναι κάτι παραπάνω από το τίποτα» για τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, λένε οι γονείς και οι δάσκαλοι,
μιλώντας για την απροσπέλαστη εκπαίδευση την εποχή του κορονοϊού, της Δήμητρας Τριανταφύλλου.Την ώρα οι μαθητές που πάσχουν από κάποιου είδους μαθησιακή διαταραχή είναι ένας πληθυσμός που συνεχώς αυξάνεται. Αυτό σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει, αφενός γιατί γονείς και δάσκαλοι παρατηρούν πολύ πιο γρήγορα τις όποιες δυσκολίες των παιδιών, από το νηπιαγωγείο ακόμα, και αφετέρου γιατί η πιεστική πια συνθήκη για αριστεία, βαθμοθηρία και τελειότητα καλπάζουν, κάτι που δε συνέβαινε τις παλιότερες, πιο «ανέμελες» εποχές.
Αβοήθητοι με την ταμπέλα του «απροσάρμοστου» μαθητή
Από την άλλη, ο έγκαιρος εντοπισμός των μαθησιακών δυσκολιών βοηθάει σήμερα αυτά τα παιδιά στοχευμένα και από νωρίς, εκεί όπου στο παρελθόν αυτοί οι μαθητές πάλευαν μέχρι και την ενηλικίωσή τους αβοήθητοι και κυρίως με την ταμπέλα του «κακού», «απροσάρμοστου» μαθητή.
Να αποσαφηνιστεί εδώ ότι ο όρος μαθησιακές δυσκολίες/διαταραχές περιγράφεται πιο εξειδικευμένα με όρους όπως: «Ειδική Δυσλεξία», «Δυσφασία», «Ειδική μαθησιακή δυσκολία» κ.α. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, τα παιδιά αυτά έχουν επαρκή κινητική ικανότητα, κανονική ή υψηλή νοημοσύνη, επαρκή ακοή και όραση, παράλληλα όμως εμφανίζουν δυσκολίες στην διαδικασία της μάθησης, της συγκέντρωσης, της οργάνωσης αλλά και ορισμένη ανεπάρκεια στην αντίληψη και ολοκλήρωση της έκφρασης.
Η νέα μάχη των παιδιών με μαθησιακές διαταραχές
Στο δια ταύτα, αυτά τα παιδιά, τα οποία δεν πηγαίνουν σε «ειδικά σχολεία», μιας και θεωρείται πως οι δυσκολίες τους είναι αντιμετωπίσιμες, εντάσσονται είτε σε τμήματα παράλληλης στήριξης (εκπαιδεύονται μέσα στην τάξη με υποστήριξη ενός δασκάλου ειδικής αγωγής σε τακτική βάση), είτε ένταξης (εξατομικευμένο πρόγραμμα μέσα στο σχολείο). Στην πράξη όμως, συμβαίνει ό,τι και με τα φροντιστήρια στη μέση εκπαίδευση.Σύμφωνα με νούμερα του 2016, δυσλεξία παρατηρείται στο 10% – 15% των παιδιών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα (ΔΕΠ-Υ), στο 5% έως 12% του μαθητικού πληθυσμού.
Τα παιδιά με δυσκολίες μπαίνουν από νωρίς στο χορό των εργοθεραπειών και λογοθεραπειών (υπηρεσίες που παρέχονται σε αλμυρές τιμές από ιδιώτες και οι γονείς αποζημιώνονται σε κάποιο ποσοστό, ανάλογα με το ταμείο τους), για να καταφέρνουν να μένουν συντονισμένα με την υπόλοιπη τάξη. Την ίδια ώρα, οι γονείς τους παλεύουν στωικά, για μακρά χρονικά διαστήματα, για να παίρνουν τις διάφορες επίσημες κρατικές διαγνώσεις, οι οποίες είναι και αυτές που θεωρούνται ότι έχουν επίσημη ισχύ, μέσα από τα ειδικά τμήματα των νοσοκομείων Παίδων αλλά και τα ΚΕΣΥ (Κέντρα Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης).
Το ρεπορτάζ αυτό αναδεικνύει πως η συγκεκριμένη μαθητική κοινότητα χάνει εντελώς τον βηματισμό της κατά την διάρκεια της πολύμηνης τηλεκπαίδευσης, αλλά και τον κίνδυνο που ελλοχεύει για τις φουρνιές των μαθητών της πανδημίας, να προχωρήσουν τα επόμενα χρόνια με σημαντικές μορφωτικές ελλείψεις.
Με τα μάτια της μαμάς και του μαθητή
«Στο δημοτικό αισθανόμουν μειονεκτικά, δεν μπορούσα καν να γράψω. Στο Γυμνάσιο κατάλαβα τις ικανότητες μου. Βασικά κατάλαβα επιτέλους ότι δεν είμαι χαζός» λέει στο newsit.gr, με εξομολογητική διάθεση, στα 15 του χρόνια,
ο Γιώργος, μαθητής Γ’ Γυμνασίου με έντονες μαθησιακές διαταραχές.
Όπως συνεχίζει να περιγράφει ο ίδιος, ό,τι καλό κέρδισε σε αυτοπεποίθηση και γνώσεις μέχρι σήμερα, νιώθει πως τα χάνει εντελώς με την τηλεκπαίδευση. «Επί 4,5 μήνες φέτος, όπως και πέρυσι για κάποιο διάστημα, κάθομαι μόνος μου στο δωμάτιο, μπροστά σε έναν υπολογιστή, επί 8 ώρες και ακούω κάποιον από το βάθος, να μου μιλάει.
Δυσκολεύομαι να συγκεντρωθώ και να κρατήσω σημειώσεις. Έχουν χάσει και οι ίδιοι οι καθηγητές τη διάθεσή τους. Όταν ήμουν σχολείο, είχα κάποιον να με παροτρύνει. Σε αυτή τη φάση, οι καθηγητές μου δεν μπορούν να δουν καν πως τα πάω. O,τι κατάφερα να μάθω φέτος το πήρα από το φροντιστήριο. Έπρεπε να έχουμε προετοιμαστεί νωρίτερα για την τηλεκπαίδευση. Και εντάξει, για παιδιά σαν και εμένα ας πάει στα κομμάτια, αλλά στην δική μας κακή μας κατάσταση σέρνεται και η πλειοψηφία των μαθητών».
Η αγωνία των γονέων
Η Μαρκέλλα Δήμου, μαμά του Γιώργου, βάζει στο κάδρο και την αγωνία των γονιών. «O Γιώργος έχει από πολύ μικρός διαγνωσμένη δυσλεξία με ο, τι άλλο συμπεριλαμβάνεται στο φάσμα αυτής της διαταραχής», περιγράφει η
ίδια και συνεχίζει:
«Η γνωμάτευση που πήρε από το ΚΕΣΥ, τον απαλλάσσει από τις γραπτές εξετάσεις στο γυμνάσιο, επιτρέποντάς του να δίνει μόνο προφορικά. Τώρα όμως του ζητούν να συμμετέχει στα διαγωνίσματα μιας και δεν υπάρχει τρόπος να τον εξετάσουν προφορικά κατά την τηλεκπαίδευση.
Η ίδια λέει χαρακτηριστικά πως η τηλεκπαίδευση «τον αποτελείωσε»!Πρόκειται για ένα παιδί που δεν το βοήθησαν ούτε οι εργοθεραπείες, ούτε οι λογοθεραπείες. Η πραγματικότητα είναι ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι μια κιμαδομηχανή. Αυτό που τελικά τον βοηθάει είναι η ψυχολογική υποστήριξη και η ενδυνάμωση. Δεν μπορεί να οργανωθεί καθόλου. Είναι έτσι αυτό το παιδί, έχει να κάνει με την προσωπικότητά του. Είναι ευφυής αλλά όχι με τον τρόπο που απαιτεί το ελληνικό σχολείο».
«Πλέον έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που μου λέει ότι βλέπει τα γράμματα στην οθόνη να χοροπηδάνε. Επιλέξαμε το συγκεκριμένο γνωστό ιδιωτικό σχολείο γιατί ξέραμε ότι δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να… ανθίζουν σε πολλά πράγματα. Είδαμε όμως στην πορεία, ότι απαιτούν να έχουν τουλάχιστον μέσους καλούς μαθητές. Οι υπόλοιποι… στον Καιάδα. Δεν υπάρχει παράλληλη στήριξη. Από τους καθηγητές δεν έχει ιδιαίτερη κατανόηση. Ευτυχώς τον βοηθάει πολύ η υπεύθυνη της ψυχολογικής στήριξης.
O ίδιος είναι πια συμφιλιωμένος με το θέμα του. Αυτό που τον προβληματίζει είναι αν το καθεστώς της τηλεκπαίδευσης, τον κρατήσει τόσο πίσω, που μετά θα του είναι αδύνατο να ισοφαρίσει. Για εμένα, ως μαμά του, η προτεραιότητά μου είναι να μη χάσουμε την καλή μας επικοινωνία και να τον στηρίζουμε στο σπίτι με κάθε τρόπο».
Τηλεκπαίδευση: Με τα μάτια της δασκάλας
Η Νίκη Σαπουνίδου, δασκάλα ειδικής αγωγής σε δημοτικό σχολείο στα νότια προάστια, περιγράφει πως ο μηχανισμός υποστήριξης των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, αφορά ολοένα και περισσότερα παιδιά, τα οποία όμως μπορούν να βοηθηθούν αποτελεσματικά μόνο μέσα στο σχολείο.
Όπως το θέτει η ίδια: «Όσον αφορά στο γνωστικό κομμάτι, η τηλεκπαίδευση είναι κάτι παραπάνω από το τίποτα. Είναι πολύ μακριά από το επιθυμητό. Η μη παρουσία του εκπαιδευτικού δίπλα σε αυτά τα παιδιά, μας εμποδίζει σε πολλά. Πόσο εύκολο είναι να διδάξεις φωνολογική ενημερότητα μέσα από το μικρόφωνο και με αμφίβολης ποιότητας ήχο; Δεν μπορούμε επίσης να δουλέψουμε τη λεπτή κινητικότητα των παιδιών. Να τα βοηθήσουμε να πιάσουν σωστά το μολύβι, να οργανώσουν σωστά τη γραφή τους, να βάζουν όλα τα γράμματα στην ίδια σειρά, να κρατούν αποστάσεις στις λέξεις, αναφέρω μερικά μόνο παραδείγματα. Πώς να γίνει αυτό από την οθόνη; Ειδικότερα τα παιδιά με διάσπαση προσοχής, δυσκολεύονται υπερβολικά να εντοπίσουν και να επεξεργαστούν τις πληροφορίες στον περιορισμένο οπτικά χώρο της οθόνης. Η οθόνη είναι ένας τείχος ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και τους μαθητές, που μεγαλώνει κάθε φορά με τα προβλήματα σύνδεσης. Παιδιά με νοητικές δυσκολίες επίσης, μπερδεύονται τρομερά με αυτό το σύστημα. Είναι τεράστιο το πισωγύρισμα σε αυτό τον μαθητικό πληθυσμό».
Άγχος και των γονέων
Σχολιάζοντας τον δύσκολο και αγχωτικό ρόλο που έχουν επωμιστεί οι γονείς την περίοδο της πανδημίας, η ίδια αναφέρει πως υπάρχουν γονείς που έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν στενά τα παιδιά τους, παρόλα αυτά όμως αισθάνονται ανασφαλείς και νιώθουν πιεσμένοι από την αναγκαστική εμπλοκή τους στη διαδικτυακή διαδικασία.
Όπως εξηγεί η ίδια: «Μερικά παιδιά αποκλείονται αυτόματα από την εκπαιδευτική διαδικασία, είτε γιατί δεν διαθέτουν υπολογιστή ή tablet και συνδέονται μέσα από κινητό, είτε γιατί δεν διαθέτουν ίντερνετ. Στην προηγούμενη καραντίνα έκανα μάθημα με μαθήτρια στο μπαλκόνι πάντα, για να παίρνει ίντερνετ από τη γειτονιά. Έχω και περίπτωση μαθητών πολύτεκνης οικογένειας, που ενώ έχουν ίντερνετ, είναι τόσο κακό, που δεν καταφέρνουν να συνδεθούν και καταφεύγουν οι γονείς μόνιμα στην αγορά και χρήση τηλεκάρτας.
Οι συγκεκριμένοι γονείς ασχολούνται με τον τουρισμό και είναι άνεργοι. Αν ήμασταν στο σχολείο δεν θα χανόταν καμία διδακτική ώρα και δεν θα υπήρχε καμία επιβάρυνση για τους γονείς. Στην ουσία, τα παιδιά χάνουν το κίνητρό τους για μάθηση. Το κίνητρο είναι η τάξη. Η τάξη είναι άμιλλα, παρακίνηση, αλληλεπίδραση, κοινωνικοποίηση. Έχουμε αρχίσει να βλέπουμε σημάδια κατάθλιψης στα παιδάκια. Να σημειώσουμε εδώ, ότι τα αναλυτικά προγράμματα, μετά από τρεις καραντίνες, δεν δέχτηκαν καμία απολύτως τροποποίηση, σαν να κυλούν όλα φυσιολογικά και απρόσκοπτα».
Tι λέει για το θέμα το Υπουργείο Παιδείας
Το newsit.gr έθεσε τους παραπάνω προβληματισμούς στον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Παιδείας. O Αλέξανδρος Κόπτσης σημειώνει κατ’ αρχάς ότι το νούμερο των μαθητών που βρίσκονται σε παράλληλη στήριξη/τμήματα ένταξης, είναι ένα πολύ μεγάλο νούμερο μεν, αλλά δεν είναι ανακοινώσιμο, μιας και αυτοί οι μαθητές είναι γραμμένοι σε διαφορετικά μητρώα ανάλογα με τα προγράμματα που παρακολουθούν.
Ο κ. Κόπτσης σημειώνει ακόμα πως το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής καταγράφει από την αρχή της τηλεκπαίδευσης τον τρόπο που καλύπτεται η ύλη κι ετοιμάζει κατευθυντήριες γραμμές προς τους εκπαιδευτικούς για το πως θα συνεχίσουν μέσα σε αυτό το δύσκολο σκηνικό.Ο ίδιος σημειώνει πως οι συγκεκριμένοι μαθητές συνεχίζουν να υποστηρίζονται είτε μέσα στην κοινή ψηφιακή τάξη είτε κατά μόνας σε ψηφιακά δωμάτια, με τον δάσκαλο που παρακολουθούνται και στο σχολείο. «Δεν υπήρχε άλλη λύση από την τηλεκπαίδευση σε αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση που ζούμε. Η υγεία των μαθητών υπερέχει όλων» λέει ο ίδιος, επιβεβαιώνοντας πως η σχολική ύλη προχωρά κανονικά μέσα στην πανδημία.
Ο ίδιος θεωρεί σχεδόν βέβαιη την παράταση του σχολικού έτους και λέει πως για αυτό το θέμα θα γίνουν ανακοινώσεις σύντομα, με τις μέρες παράτασης να στοχεύουν σε επαναλήψεις και καλύτερη εμπέδωση της σχολικής ύλης. Το να ξεκινήσει νωρίτερα η επόμενη σχολική χρονιά είναι επίσης ένα σενάριο που εξετάζεται.
Όσον αφορά τέλος, τις γνωματεύσεις των ΚΕΣΥ, o κ. Κόπτσης παραδέχεται ότι οι αναμονές είναι πολύ μεγάλες (σύμφωνα με το ρεπορτάζ μας σε πολλές περιπτώσεις, η γνωμάτευση έρχεται μετά από χρόνια). Για αυτό το «καυτό» κομμάτι ο ίδιος σημειώνει: «Σκεφτόμαστε πώς θα εκμηδενίσουμε τους χρόνους αναμονής και καταρτίζουμε σχέδιο όπου τα παιδιά θα εξετάζονται μέσα από μια αυτοματοποιημένη διαδικασία».
Όσο για τον Γιώργο, φαίνεται να ξέρει καλά προς τα που βαδίζει. Όπως λέει ο ίδιος: «Έχω καταλάβει ότι αυτό που έχω μπορείς να το δεις σαν μειονέκτημα ή σαν πλεονέκτημα. Εγώ κοιτάω πως μπορώ να ωφεληθώ. Ξέρω ότι μπορώ να καταφέρω σπουδαία πράγματα, αλλά για ανθρώπους σαν και εμένα πρέπει να υπάρχει κάτι διαφορετικό, άλλες επιλογές»