Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν εξελίσσεται όπως επιθυμούσε η πλευρά της Δύσης, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ. Αυτό έχει δημιουργήσει έκδηλη και αυταπόδεικτη στρατηγική αμηχανία. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι αυτό μόνο περαιτέρω αποσταθεροποίηση θα γεννήσει, με το ενδεχόμενο διάχυσης της σύγκρουσης να παραμένει ανοικτό σενάριο.
Του Ζαχαρία Μίχα*
(Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA)
Ολόκληρο το Λουγκάνσκ πλέον και το μεγαλύτερο μέρος του Ντονιέτσκ ελέγχονται από τις ρωσικές δυνάμεις. Έχει εξηγηθεί και από τον υπογράφοντα και από άλλους αναλυτές, για ποιον λόγο αυτό ήταν απολύτως προβλέψιμο ότι θα συμβεί. Οι υποθέσεις επί των οποίων στήριξε η Ουάσιγκτον και ευρύτερα η Δύση που εάν δεν υποκίνησε, σίγουρα στήριξε την Ουκρανία στον δρόμο της σύγκρουσης, ήταν το λιγότερο απλουστευτικές.
Για μια ακόμη φορά στην ιστορία της, η Δύση κινήθηκε με βάση ευσεβείς πόθους και όχι με ψυχρή ανάλυση των δεδομένων στο στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο. Στο στρατηγικό επίπεδο, για μια ακόμη φορά τον πρώτο λόγο είχαν οι βραχυπρόθεσμοι υπολογισμοί, σε συνδυασμό με το “βλέποντας και κάνοντας”. Στηριζόμενη στην αδυναμία(;) της Ρωσίας, οι ΗΠΑ έπαιξαν επικίνδυνα με τα όρια ανοχής της Μόσχας. Αρνήθηκαν να αρκεστούν στο ότι η Μόσχα είχε “χωνέψει” την ενσωμάτωση των Βαλτικών Δημοκρατιών στο ΝΑΤΟ.
ΟΤΑΝ ΑΓΝΟΟΥΝΤΑΝ ΣΚΟΠΙΜΩΣ ΤΑ ΣΗΜΑΔΙΑ…
Αδιαφόρησαν για τις ρωσικές προειδοποιήσεις ότι παρόμοια κίνηση για την Ουκρανία θα οδηγήσει τα πράγματα στο μη περαιτέρω. Ο ίδιος ο σημερινός διοικητής της CIA είχε προειδοποιήσει με τον πιο σαφή τρόπο (ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα) ότι η Ουκρανία αποτελούσε την απόλυτη κόκκινη γραμμή. Η δε ανακοίνωση της πρόσκλησης του ΝΑΤΟ σε Γεωργία και Ουκρανία το 2008, είχε γίνει παρουσία του Πούτιν.
Ακολούθησε η σύγκρουση στη Γεωργία, με αποτέλεσμα την απώλεια της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας. Η –με αμερικανική χρηματοδότηση και υποκίνηση– ανατροπή του φιλορώσου Ουκρανού προέδρου Γιανουκόβιτς το 2014, προκάλεσε την σπίθα που άναψε τη φωτιά. Ακολούθησε η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία και η απόσχιση μεγάλου τμήματος του Ντονμπάς. Ούτε αυτό ήταν αρκετό για να αντιληφθεί η Δύση τον ολισθηρό δρόμο στον οποίο είχαν εισέλθει οι σχέσεις της με τη Ρωσία. Για το Κίεβο, ας το αφήσουμε καλύτερα…
Γιατί απορούμε που το 2022 έλαβε χώρα η ρωσική εισβολή και ο πόλεμος; Από το 2014 η Δύση έτρεφε την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσε δι’ αντιπροσώπου να πλήξει καίρια τη Ρωσία. Εκπαίδευσε και εξόπλισε τους Ουκρανούς και συνεχίζει να τους εξοπλίζει διαρκώς με προηγμένα οπλικά συστήματα μεγάλης καταστρεπτικής ισχύος. Κάποια άρχισαν να πέφτουν στα χέρια των Ρώσων με ό,τι αυτό συνεπάγεται (reverse engineering, αντιγραφή της τεχνολογίας μέσω της “αντίστροφης μηχανικής”).
Αυτό είναι όμως το λιγότερο. Το Ντονμπάς, ο βιομηχανικός πνεύμονας της Ουκρανίας, έχει χαθεί για τους Ουκρανούς οριστικά με τα σημερινά δεδομένα. Η στρατηγική της Δύσης που αρνήθηκε να αναζητήσει ένα στρατηγικό modus Vivendi με τη Ρωσία, να διερευνήσει δηλαδή τους όρους μιας νέας αρχιτεκτονική ασφαλείας, οδήγησε την Ουκρανία σε περαιτέρω και μη αναστρέψιμες εδαφικές απώλειες.
ΥΠΟΨΙΕΣ ΠΡΟΒΟΚΑΤΣΙΑΣ ΘΥΜΙΖΟΥΝ ΓΕΩΡΓΙΑ
Πριν από μερικές ημέρες, στα διεθνή Μίντια μεταδόθηκε η είδηση ότι το Μινσκ κατηγόρησε τους Ουκρανούς ότι έπληξαν με πυρά πυροβολικού στόχους στο εσωτερικό της Λευκορωσίας. Παρά τη δεδομένη καχυποψία για κάθε είδηση που έρχεται από το μέτωπο της Ουκρανίας, η σιωπή της ουκρανικής πλευράς λαμβάνεται ως ισχυρή ένδειξη ότι η καταγγελία ισχύει.
Υπό τον όρο ότι η πληροφορία είναι αληθής, πόσο απίθανο είναι είτε ένας απελπισμένος από την πορεία των επιχειρήσεων Ζελένσκι είτε ένα τμήμα της ουκρανικής στρατιωτικής ηγεσίας να παίζει με την ιδέα να εξωθήσει την Λευκορωσία να εισέλθει στον πόλεμο. Για ποιο λόγο; Με την ακραία ελπίδα ότι ίσως αναγκάσει τη Δύση να εισέλθουν στον πόλεμο στο πλευρό της Ουκρανίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Αυτό βέβαια θυμίζει το στρατηγικό σφάλμα που διέπραξε ο Γεωργιανός πρόεδρος, Μιχαήλ Σαακασβίλι, το 2008, όταν επέλεξε να επιτεθεί πρώτος στα ρωσικά στρατεύματα, ελπίζοντας να προκαλέσει επέμβαση του ΝΑΤΟ στο πλευρό της Γεωργίας. Κι αυτό, ενώ ξεκινούσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Πεκίνου με τους ηγέτες Κίνας και Ρωσίας να παρακολουθούν την τελετή έναρξης.
Δεν γνωρίζουμε εάν οι Ρώσοι είχαν αποφασίσει έτσι κι αλλιώς να επιτεθούν στη Γεωργία. Η μεταψυχροπολεμική ιστορία των πολεμικών συγκρούσεων, από τον πόλεμο του Κόλπου το 1991 μέχρι τη Γεωργία και τώρα την Ουκρανία, αν μη τι άλλο, διδάσκει ότι η μαζική συγκέντρωση στρατευμάτων στα σύνορα συνήθως δεν γίνεται απλά για σκοπούς εκφοβισμού ή πειθαναγκασμού.
Οι ηγεσίες των χωρών-στόχων, είναι πολιτικά απαγορευτικό να εμφανιστούν ότι υποχωρούν και μόνο λόγω της επίδειξης στρατιωτικής ισχύος από την αντίπαλη πλευρά. Τα αποτελέσματα προσφέρουν ένα μοτίβο των εξελίξεων που ακολουθούν…
Ο ΠΟΛΥΣ ΚΥΡΙΟΣ Ο’ ΧΑΝΛΟΝ ΤΟΥ BROOKINGS
Τούτων λεχθέντων, η στρατηγική αμηχανία της Δύσης κατέστη αυταπόδεικτη από ένα άρθρο που δημοσίευσε στην Washington Post, ο αναλυτής Μάικλ Ο’ Χάνλον, επικεφαλής αναλυτής του διεθνούς φήμης Ινστιτούτου Brookings, γνωστού για τις σχέσεις του με το σύστημα εξουσίας της Ουάσιγκτον και ειδικά με τους Δημοκρατικούς. Πέραν της απαισιοδοξίας που διαπνέει το κείμενο, οι συστάσεις προς την ηγεσία των ΗΠΑ προκαλούν οίκτο για την αφέλεια, εάν όχι για την ανοησία τους…
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της Καθημερινής, λοιπόν, ο αναλυτής ανέφερε ότι «ο πόλεμος στην Ουκρανία σκοτώνει εκατοντάδες ανθρώπους καθημερινά… Επιδεινώνει την πείνα ανά την υφήλιο, ανεβάζει τις τιμές του φυσικού αερίου και τους ρυθμούς του πληθωρισμού, και παράλληλα διαμορφώνει ένα πεδίο κλιμάκωσης της έντασης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης». Γι’ αυτό ο πόλεμος θα έπρεπε να λήξει, και μάλιστα το συντομότερο, αποφαίνεται ο αναλυτής.
Το θεμελιακό ερώτημα που ανακύπτει αυθόρμητα είναι γιατί αυτό δεν ήταν προβλέψιμο από μια Ουάσιγκτον με απεριόριστες δυνατότητες στην συλλογή πληροφοριών, στην ανάλυσή τους και στην εκτίμηση καταστάσεων. Οι τιμές της ενέργειας ήδη είχαν πάρει την ανιούσα, το οποίο συνεπαγόταν πληθωριστικές πιέσεις. Όσοι μάλιστα προειδοποιούσαν ότι η ιδεολογικοποίηση της σύγκρουσης οδηγούσε σε αδιέξοδο, λοιδορούνταν με αγοραίες μάλιστα εκφράσεις.
Προειδοποιούσαν και για την ανάγκη να επιχειρηθεί ένας συμβιβασμός, όσο η Ρωσία βρισκόταν υπό την επήρεια των αρνητικών συνεπειών του αρχικού υπερφίαλου σχεδιασμού της επιχείρησης. Αντ’ αυτού επελέγη η συνεχής αύξηση της πίεσης επί της Μόσχας με στόχο να την γονατίσει οικονομικά. Αυτό αποδείχθηκε άλλος ένας καταστροφικός υπολογισμός.
Χωρίς να σημαίνει ότι η Ρωσία δεν υφίσταται οικονομικές συνέπειες, όμως ως παγκόσμιος ενεργειακός προμηθευτής ευεργετείται από τις σε ιστορικό υψηλό τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, αποσβένοντας το κόστος του πολέμου. Αντίθετα, η Δύση υφίσταται ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις από τις κυρώσεις που η ίδια επέβαλε!
Το δε άρθρο ενός κορυφαίου ερευνητικού ιδρύματος των ΗΠΑ, όπως το Brookings, διαβιβάζει μήνυμα δυτικής αδυναμίας στο Κρεμλίνο, μειώνοντας δραματικά το κίνητρο για συμβιβασμό! Όχι βέβαια ότι ο Πούτιν ανέμενε το άρθρο για να συνειδητοποιήσει ότι έχει εδώ και αρκετό καιρό το πάνω χέρι. Άρα υπήρξε ευκαιρία που χάθηκε…
ΕΝΑΡΞΗ ΑΝΑΔΙΠΛΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ;
Ας έλθουμε στη συνταγή που προτείνει ο Ο’ Χάνλον για μια ενδεχόμενη συνεννόηση Δύσης-Ρωσίας με σκοπό την αποκλιμάκωση. Καταρχήν, η συνταγή εμμέσως πλην σαφώς προτείνει εγκατάλειψη της ρητορικής για την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας! «Η Ρωσία θα διατηρούσε τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους των εδαφών που κατέχει σήμερα… να έχει υπό τον έλεγχό της μεγάλο μέρος της ανατολικής Ουκρανίας, τη χερσόνησο της Κριμαίας και τη χερσαία γέφυρα μεταξύ αυτών των δύο περιοχών»!
Και επειδή «η Ουκρανία μπορεί να μην είναι έτοιμη να δεχτεί ένα τέτοιο σενάριο σήμερα… το Κίεβο μπορεί κάλλιστα να αλλάξει γνώμη μετά από μερικές εβδομάδες ή μήνες έντονων μαχών και έπειτα από κάποιες πιθανώς μάταιες προσπάθειες ανακατάληψης ουκρανικών εδαφών που έχουν πια περιέλθει υπό τον έλεγχο των ρωσικών δυνάμεων». Η αποθέωση του πολιτικού κυνισμού από την πλευρά (ΗΠΑ) που έκανε σημαία ευγενή ιδανικά για να υποστηρίξει επικοινωνιακά τη στρατηγική της!
Για ποιον λόγο, όμως, να κάνουν υποχωρήσεις οι Ρώσοι από τη στιγμή που η λογική υπαγορεύει πως έχουν το πλεονέκτημα και η απόσχιση εδαφών από την Ουκρανία θα συμβεί από μόνη της, όπως έχει υποστηρίξει και ο υπογράφων. Γι’ αυτό έχουμε αναφερθεί στο δυσοίωνο μέλλον του Ζελένσκι, όταν την επόμενη ημέρα του πολέμου οι Ουκρανοί θα κάνουν τον απολογισμό.
Το πιο κυνικό μέρος της “συνταγής Ο’ Χάνλον” είναι όμως άλλο. Προτείνει στο πλαίσιο ενός σεναρίου εξελίξεων, το «να διεξαχθεί –έπειτα από χρόνια και από μια περίοδο αποκλιμάκωσης της έντασης– ένα δημοψήφισμα στις διαφιλονικούμενες περιοχές που θα κρίνει και το μελλοντικό καθεστώς την κυριαρχία τους. Οι επιλογές σε ένα τέτοιο δημοψήφισμα θα μπορούσαν να είναι τρεις: η παραμονή στην Ουκρανία, η ένταξη στη Ρωσική Ομοσπονδία και η ανεξαρτησία»!
Για όποιον δεν το κατάλαβε, στην Ουάσιγκτον κάποιου διόλου περιθωριακοί αποδέχονται αυτό που καταγγελλόταν σαν «πρόσχημα για τη νομιμοποίηση της προσάρτησης ουκρανικών εδαφών», δηλαδή τα δημοψηφίσματα στις περιοχές που είχαν έτσι κι αλλιώς πλειοψηφία Ρωσόφωνων! Αυτό δεν έγινε και στην Κριμαία; Δηλαδή ετοιμάζεται το έδαφος για νομιμοποίηση των επιλογών Πούτιν;
Ο Ρώσος ηγέτης δεν ήταν που είχε προειδοποιήσει ότι η Ουκρανία αν μπει στο ΝΑΤΟ, αυτό θα γίνει χωρίς τις ανατολικές επαρχίες και την Κριμαία; Εάν όλα τα ανωτέρω δεν ισοδυναμούν με ξεπούλημα της Ουκρανίας, τι ακριβώς συνιστούν;
https://www.defence-point.gr/