Το σκάνδαλο της Novartis θα καταγραφεί στα πολιτικά χρονικά της χώρας για τις δύο άκρως αρνητικές διαστάσεις που προσέλαβε.
Η πρώτη έχει σχέση με την απόλυτη ατιμωρησία όσων ενεπλάκησαν. Μέχρι στιγμής ουδείς-γιατρός, κρατικός λειτουργός, πολιτικό πρόσωπο- απ΄ όσους ευθύνονται για τις παράνομες πρακτικές της... εταιρείας, που ζημίωσαν τα κρατικά ταμεία, τιμωρήθηκε έστω με μικρή ποινή. Και αυτή η ατιμωρησία βαρύνει όσους διαχειρίστηκαν την εξουσία από το 2016 και μετά.
Η δεύτερη διάσταση της υπόθεσης έχει σχέση με την λυσσώδη προσπάθεια, που καταβάλλεται από τον Ιούλιο του 2019, να πειστεί η κοινή γνώμη ότι το σκάνδαλο αυτό έγινε… μόνο του. Δηλαδή χωρίς κανέναν υπεύθυνο, φυσικό ή ηθικό αυτουργό. Εκμεταλλευόμενη τους επιπόλαιους χειρισμούς της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με βασικό υπεύθυνο τον ανεκδιήγητο Παπαγγελόπουλο, που τσουβάλιασε δέκα αντίπαλους πολιτικούς (σχετικούς και άσχετους με το σκάνδαλο), η κυβέρνηση Μητσοτάκη και το μιντιακό σύστημα που την υποστηρίζει, ξεσάλωσε. Με βασικό επιχείρημα ότι δεν υπάρχει σκάνδαλο, αλλά μόνο «σκευωρία» σε βάρος των δέκα πολιτικών, στήθηκαν στο πολιτικό-μιντιακό εδώλιο εισαγγελείς και δημοσιογράφοι που ερεύνησαν το σκάνδαλο και θεωρήθηκαν πολιτικοί αντίπαλοι της σημερινής κυβέρνησης.
Η θεωρία της «σκευωρίας», όμως, μπορεί να προβάλλεται από τα φιλικά μέσα ενημέρωσης, τα οποία υιοθετούν όσα λένε τα πολιτικά πρόσωπα που κατηγορήθηκαν, αλλά δεν μπορεί να σταθεί αν φτάσει στη νομική βάσανο. Και αυτό αποδείχτηκε περίτρανα με το βούλευμα του ανώτατου δικαστικού συμβουλίου, το οποίο πέταξε στα σκουπίδια τα περί «σκευωρίας». Φυσικά, άλλα περίμεναν οι κατασκευαστές και οπαδοί της θεωρίας της «σκευωρίας» και γι’ αυτό έχαψαν αμέσως την πρωτοφανή διαστρέβλωση του βουλεύματος και δημοσίευσαν ψευδή είδηση. Όταν το κείμενο του βουλεύματος κυκλοφόρησε ολόκληρο όλοι αυτοί κατάπιαν τη γλώσσα τους, πλην ελάχιστων δημοσιογράφων που ζήτησαν συγγνώμη για την παραπλάνηση του κοινού.
Η παραπομπή μόνο του Παπαγγελόπουλου και της εισαγγελέως Τουλουπάκη, όχι όμως για την ουσία της υπόθεσης(την, δήθεν, σκευωρία κατά των πολιτικών προσώπων), αλλά για δευτερεύοντα, μάλλον τυπικά, αδικήματα και η αθώωση των δύο βοηθών εισαγγελέων και των δημοσιογράφων, αποκάλυψε το μέγεθος της παραπλάνησης που επιχειρήθηκε.
Δυστυχώς, σ’ αυτήν την επιχείρηση πήρε μέρος και ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Ο οποίος, ξεπερνώντας κάθε όριο, αποκάλεσε «συμμορίτες», «ελευθεροδολοφόνους» και «υπόκοσμο» όσους ερεύνησαν το σκάνδαλο. Φαίνεται ότι οι εμπλεκόμενοι πολιτικοί του δικού του κόμματος και τα φιλικά τους ΜΜΕ είχαν πείσει τον κ. Μητσοτάκη ότι όλοι οι «ενοχλητικοί», που ερεύνησαν το σκάνδαλο, θα παραπέμπονταν στο Ειδικό Δικαστήριο.
Ολοι αυτοί, όμως, δεν είχαν υπολογίσει ότι μπορεί να υπάρχουν δικαστές που αποφασίζουν με βάση τα στοιχεία που έχουν και όχι με βάση τη σκοπιμότητα των εμπλεκομένων πολιτικών και των φιλικών τους δημοσιογράφων. Οι δικαστές αυτοί-οι οποίοι δεν ήταν φίλοι του Παπαγγελόπουλου, αλλά ορίστηκαν επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης- αποφάνθηκαν ότι καμιά σκευωρία δεν υπήρξε. Διότι η έρευνα ενός σκανδάλου με εμπλεκόμενους πολιτικούς είναι καθήκον και των εισαγγελέων και των δημοσιογράφων.
Η θεωρία, λοιπόν, τη σκευωρίας κατέρρευσε. Και οδήγησε στον εξευτελισμό όσων πολιτικών και ΜΜΕ την υιοθέτησαν και την υποστήριξαν έως το τέλος. Πλην ελαχίστων δημοσιογράφων που ζήτησαν συγγνώμη, όλοι οι λοιποί κήνσορες έχουν καταπιεί τη γλώσσα τους. Ο πρωθυπουργός δεν έχει ακόμα ζητήσει συγγνώμη για το ατόπημα που διέπραξε μέσα στη Βουλή στις 30 Ιανουαρίου. Και τα μέσα ενημέρωσης, που είχαν ξεσαλώσει με τη θεωρία της σκευωρίας, έσπρωξαν στις πίσω σελίδες, αν δεν εξαφάνισαν κιόλας, το δικαστικό βούλευμα, που δεν επιβεβαίωσε τη δική τους σκοπιμότητα.
Τέτοιον εξευτελισμό πολιτικών και μέσων ενημέρωσης είχαμε καιρό να δούμε…
news247.gr