Σειέται συθέμελα το αφήγημα success story της κυβέρνησης Μητσοτάκη και η δήθεν “υπεροχή” του σημερινού Πρωθυπουργού στην “καταλληλότητα για να κυβερνάει” από την έκθεση της ΤτΕ!
Τη φτωχοποίηση των πολιτών....
αναδεικνύει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας για το 2022 που παρουσιάζει με αποκαλυπτικά στοιχεία την επιδείνωση των δεικτών που αφορούν την ανισότητα, τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα από το 2020 έως το 2022. Με δεδομένο ότι η έκθεση συμπίπτει με την προεκλογική περίοδο και ότι ο Γιάννης Στουρνάρας δεν είναι απλά ο τεχνοκράτης κεντρικός τραπεζίτης, αλλά έχει παρελθόν και ίσως και φιλοδοξίες ακόμα πολιτικού, στέλνεται ξεκάθαρο μήνυμα με μοναδικό αποδέκτη τον Πρωθυπουργό αλλά και τον ΥπΑν ΛΑδωνη Γεωργιάδη.Συγκρίνοντας τα εισοδήματα των νοικοκυριών το 2020 με τα αντίστοιχα του 2022, διαπιστώθηκε η άνοδος του δείκτη κινδύνου σχετικής φτώχειας που ανήλθε στο 19,6% από 17,7%.
Παράλληλα, ο κίνδυνος σχετικής φτώχειας στη χώρα παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε και είναι ο όγδοος υψηλότερος στη σχετική λίστα. Λογικό και επόμενο να αυξηθεί το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε οικονομικό κίνδυνο (28,3%, από 27,4% το 2019). Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, μεταξύ των χωρών της Ε.Ε , η Ελλάδα εμφάνιζε το 2020 τον τρίτο υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Ο μέσος όρος ήταν 21,7%, σύμφωνα με τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο».
Αύξηση παρατηρήθηκε και στους δείκτες εισοδηματικής ανισότητας στην Ελλάδα, εμφανίζοντας σημαντική επιδείνωση σε σχέση με το 2020. Συγκεκριμένα, ο δείκτης ανισότητας Gini αυξήθηκε στο 32,4% για τα εισοδήματα του 2020, από 31,4% για τα εισοδήματα του 2019.
Στην έκθεση της ΤτΕ που εκπονήθηκε από τον Γιάννη Στουρνάρα, επισημαίνεται η ανάγκη «καλύτερης στόχευσης της κοινωνικής πολιτικής», καθώς υπάρχουν συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες που αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας, όπως οι άνεργοι (45,4%), οι οικονομικά μη ενεργοί (27,3%), τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά (23,6%) και τα παιδιά ηλικίας έως 17 ετών (23,7%).
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, το κενό κάλυψης για τα πολύ φτωχά νοικοκυριά θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με αύξηση της κάλυψης των δικαιούχων του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, μία αύξηση στο ποσό του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 25% θα ωφελούσε κυρίως το χαμηλότερο εισοδηματικό δεκατημόριο και, σε συνδυασμό με την αύξηση του εισοδήματος από εργασία που εξαιρείται από το εισόδημα για τον υπολογισμό του επιδόματος, θα μείωνε τον κίνδυνο φτώχειας κατά 2 σχεδόν ποσοστιαίες μονάδες.