Νέα αποκλιμάκωση αναμένεται να έχει ο πληθωρισμός, που θα ανακοινωθεί από την ΕΛΣΤΑΤ, (για το Μάιο) στις 9/6 καθώς η πτώση, κυρίως, στις τιμές ενέργειας είναι σημαντική.
Βέβαια, οι τιμές... των τροφίμων συνεχίζουν, έστω και με πιο βραδύ ρυθμό, την άνοδο. Μια πρώτη “γεύση” έδωσε την εβδομάδα που πέρασε η Eurostat. Έτσι, στο 4,1% υποχώρησε ο πληθωρισμός το Μάιο, στην Ελλάδα σε ετήσια βάση, αν και στα τρόφιμα παρέμεινε το “διψήφιο” ποσοστό ανόδου για όλη την ΕΕ.
Υπενθυμίζεται ότι τον Απρίλιο ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν στο 4,5% σύμφωνα με τη Eurostat και στο 3,0% σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός, ο οποίος εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές των τροφίμων και των καυσίμων και ο οποίος αποτελεί κριτήριο για τις αποφάσεις της ΕΚΤ για τα επιτόκια, μειώθηκε στο 5,3% από 5,6%. Μάλιστα, το αποτέλεσμα ήταν καλύτερο από το 5,5% που ήταν η βασική εκτίμηση των αναλυτών.
Πάντως τον Μάιο τα τρόφιμα, το αλκοόλ συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Έτσι αυξήθηκαν με ρυθμό 12,5%, έναντι 13,5% τον Απρίλιο, ακολουθούμενα από τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (5,8%, σε σύγκριση με 6,2% τον Απρίλιο), τις υπηρεσίες (5,0%, έναντι 5,2% τον Απρίλιο) και την ενέργεια (-1,7% έναντι 2,4% τον Απρίλιο).
Όπως καταφαίνεται η πορεία των τιμών ενέργειας “δίνει ώθηση αισιοδοξίας”. Βέβαια τα επίπεδα που έχουν “κατοχυρώσει οι τιμές” είναι σημαντικά πιο πάνω από τα πρό κρίσης επίπεδα. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Ευάγγελου Μυτιληναίου, Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της Mytilineos, κατά τη Γενική Συνέλευση της εταιρείας την περασμένη Πέμπτη. Όπως είπε η τιμή φυσικού αερίου έχει αποκλιμακωθει από τα δυσθεώρητα επίπεδα του περασμένου καλοκαιριού, ωστόσο είναι σχεδόν διπλάσια από τα προ κρίσης επίπεδα (ήταν 15 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα, την ώρα που τώρα είναι περίπου 25 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα).
Μάλιστα ο κ. Μυτιληναίος για την ενεργειακή κρίση, προέβλεψε πως δεν έχουμε τελειώσει καθώς το χειμώνα που πέρασε η Ευρώπη ήταν πάρα πολύ τυχερή, λόγω του ήπιου καιρού και της έλλειψης ζήτησης από την Κίνα, που δημιούργησαν ιδανικές συνθήκες. “Η Ευρώπη έχει αέριο, όμως στην Ασία βλέπω οι τιμές να ανεβαίνουν”, τόνισε ο κ. Μυτιληναίος.
Οι τιμές ενέργειας
Σημειώνεται ότι κάτω από το φράγμα των 24 ευρώ/ MWh διαπραγματεύεται η τιμή φυσικού αερίου στον Ολλανδικό δείκτη TTF. Είναι ενδεικτικό ότι τον περασμένο μήνα – όταν διαπραγματεύονταν τα συμβόλαια παράδοσης Μαΐου, η τιμή TTF είχε ξεκινήσει τη Δευτέρα 3/4/23 στα 51,784 ευρώ/MWh για να κλείσει στην τελευταία συνεδρίαση του μήνα, στις 28/4/23 στα 38,538 ευρώ/MWh.
Στις αρχές Μαΐου η τιμή κινήθηκε στα 33 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα, από 82,23 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα τον Μάιο του 2022. Μαζί της και η τιμή χονδρικής για τη μεγαβατώρα του ρεύματος έχει υποχωρήσει σημαντικά από τα 400 ευρώ που ήταν την ίδια περίοδο πέρυσι. Η τιμή του αργού πετρελαίου έχει επίσης υποχωρήσει πλέον στα 71- 72 δολάρια το βαρέλι, από 120 δολάρια τον Μάιο του 2022.
Ωστόσο η ελληνική χονδρεμπορική αγορά ρεύματος παραμένει, παρά την πτώση, συγκριτικά με άλλους μήνες, με βάση τα στοιχεία που αναγράφει η ΡΑΑΕΥ, η ακριβότερη σε σχέση με τις άλλες αγορές της Ευρώπη.
Στο ρεύμα, σε μηνιαία βάση, με τα δεδομένα του Σαββάτου 3/6, η χονδρική τιμή είναι περίπου στα 72ευρώ/MWh την ώρα που κράτη όπως η Γερμανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, η Βουλγαρία έχουν αντίστοιχες τιμές, περίπου στα 70 ευρώ/MWh, στα 65 ευρώ/MWh, στα 66 ευρώ/MWh, στα 71 ευρώ/MWh.
Η αργή πτώση στο ρεύμα
Κύρια αιτία για το φαινόμενο είναι το ότι οι μονάδες φυσικού αερίου τιμολογούν, μεταξύ άλλων και με βάση την τιμή TTF του προηγούμενου μήνα κι έτσι καθυστερεί η ενσωμάτωση των μειώσεων. Ωστόσο με δεδομένο ότι τον τρέχοντα μήνα που εκπνέει, γίνεται προμήθεια για παραδόσεις Ιουνίου, εκτιμάται ότι στη λιανική στα νέα τιμολόγια Ιουλίου, που θα ανακοινωθούν στις 20/6 θα υπάρχει σαφής αποκλιμάκωση. Κάτι που θα αποτυπωθεί και στο κόστος παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών, μειώνοντας σημαντικά τον Γενικό Εθνικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, όπου οι τιμές της ενέργειας έχουν πολύ υψηλή στάθμιση.
Δείκτης τιμών παραγωγού
Στο μεταξύ, ήδη καταγράφεται μείωση του δείκτη τιμών παραγωγού στη βιομηχανία τον Απρίλιο, σε ετήσια βάση.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), ο Γενικός Δείκτης Τιμών Παραγωγού στη Βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς), με μήνα αναφοράς τον Απρίλιο 2023, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2022, παρουσίασε μείωση 13,3% έναντι αύξησης 48,8% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών του έτους 2022 με το 2021.
Ο Γενικός Δείκτης κατά τον Απρίλιο 2023, σε σύγκριση με τον δείκτη του Μαρτίου 2023, παρουσίασε μείωση 0,3% έναντι αύξησης 2,5% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών του έτους 2022. Ο μέσος Γενικός Δείκτης του δωδεκαμήνου Μαΐου 2022 - Απριλίου 2023, σε σύγκριση με τον μέσο Γενικό Δείκτη του δωδεκαμήνου Μαΐου 2021 - Απριλίου 2022, παρουσίασε αύξηση 19,2% έναντι αύξησης 26,2% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των προηγούμενων δωδεκαμήνων.
Οι προσφορές στο “ράφι”
Βέβαια, το μεγάλο ζήτημα είναι το πότε θα καταγραφεί η πλήρης “μετενεργεια” στο “ράφι”, κύρια λόγω της πτώσης των τιμών ενέργειας.
Η όποια πάντως πτωτική κίνηση τιμών γίνεται αντιληπτή από την ένταση των προσφορών, ακόμη και σε επώνυμα προϊόντα. Να σημειωθεί ότι μόλις τέσσερις εβδομάδες απομένουν ακόμη για το “καλάθι του νοικοκυριού” και ήδη πολλά επώνυμα προϊόντα είναι σε προσφορά ως αντιστάθμισμα των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας τα οποία συμμετέχουν σε ποσοστό άνω του 80% στο καλάθι του νοικοκυριού. Άλλωστε, το “καλάθι του νοικοκυριού” ενίσχυσε σημαντικά τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας ( PL) Το 2021 πριν την εμφάνιση του πληθωρισμού το ποσοστό τους, επί του συνολικού τζίρου στην αγορά, ήταν στο 14,3 % για να εκτοξευθεί τον Μάρτιο του 2023 στο 17,7 % σημειώνοντας άνοδο 23%.
Πάντως, ο πληθωρισμός “αβγάτισε” τους τζίρους των αλυσίδων αλλά, όπως φαίνεται και τα κέρδη, που ούτως ή άλλως σε όλη την αγορά, με βάση τα στοιχεία των εισηγμένων αλλά και της ΤτΕ ήταν σε επίπεδα ρεκόρ.
Το “μπόνους” πληθωρισμού, μάλιστα, στα έσοδα των πέντε μεγαλύτερων σούπερ μάρκετ εκτιμάται ότι προσεγγίζει το 1 δισ. ευρώ.
Μάλιστα, συνολικά, με βάση πρώτες εκτιμήσεις από εταιρείες ερευνών, ο τζίρος των σούπερ μάρκετ και των cash & carry έφτασε σε αξία από την αρχή του έτους μέχρι τις 23/4/2023, τα 4,096 δισ. ευρώ λόγω του πληθωρισμού, καταγράφοντας άνοδο 7,5%. Πέρυσι, το ίδιο διάστημα, ήταν στα 3,810 δισ. ευρώ. Ωστόσο το ίδιο διάστημα η κατανάλωση σε επίπεδο όγκου πωλήσεων στα σούπερ μάρκετ υποχώρησε 3,5%.
Η ανησυχία
Πάντως, ακόμη, καθυστερεί η ουσιαστική πτώση, αν γίνει ποτέ, των ονομαστικών τιμών ενώ η ανησυχία δε λείπει καθώς ο κύκλος των ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα, όπως, το ρύζι, δεν αναμένεται να κλείσει σύντομα στις διεθνείς αγορές.
Ετσι, το ρύζι, μετά από ένα πτωτικό σερί που το έφερε περίπου 5% χαμηλότερα, αυξήθηκε τον προηγούμενο μήνα, ενώ σε βάθος τριετίας παραμένει σε τιμές περίπου 5% πιο αυξημένοι. Σύμφωνα με σχετική μελέτη της Τράπεζας Πειραιώς, η αγορά εκτιμά ότι πτωτικές πιέσεις στην τιμή των συμβολαίων μπορεί να συνεχιστούν αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα. Η επανεμφάνιση του El-Ninio, περιορίζοντας σημαντικά τις βροχοπτώσεις και φέρνοντας θερμότερες και ξηρότερες συνθήκες, αναμένεται να πλήξει τις καλλιέργειες ρυζιού, ενισχύοντας σημαντικά την τιμή του, με τις χώρες-παραγωγούς να προτρέπουν τους αγρότες να μην προβούν σε επιπλέον καλλιέργειες.
Στο βοδινό κρέας, για το 2024, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για χαμηλότερη παραγωγή βοοειδών κατά 8% σε σχέση με το 2023, καθώς ο χαμηλότερος ρυθμός σφαγής αναμένεται να συνεχιστεί, ευνοώντας τις τιμές τους, παρά τις χαμηλότερες τιμές στις ζωοτροφές και την καλυτέρευση των καιρικών συνθηκών. Σε σχέση με πέρσι η τιμή τους είναι 22% υψηλότερη, ενώ η σύγκριση με τα προ 3ετίας επίπεδα βγάζει αυξήσεις άνω του 70%.
Στη ζάχαρη η αύξηση είναι 140% σε σχέση με τα επίπεδα τα προ πανδημίας, λόγω και της χρήσης της (ζαχαροκάλαμο, τεύτλα) σε βιοκαύσιμα. Στο στάρι η διεθνής τιμή βρίσκεται γύρω στα 244 δολάρια ανά τόνο, όταν πέρσι τέτοια εποχή έφτανε στα 445 δολάρια. Ομως, αν και η διεθνής τιμή του σιταριού έχει πέσει 48% από πέρσι και απέχει περίπου 24% από τα προ πανδημίας επίπεδα. Επίσης οι λιανικές τιμές δεν έχουν αντίστοιχη πορεία. Το αλεύρι είναι 13,8% ακριβότερο από πέρσι, το ψωμί 17%, τα είδη αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής 11%.