Mία μεγάλη επισιτιστική κρίση βρίσκεται προ των πυλών καθώς μετά την απόφαση της Ινδίας, να απαγορεύσει τις εξαγωγές ρυζιού, η Ταϊλάνδη προτρέπει τους αγρότες της να μειώσουν τις καλλιέργειες για να εξοικονομήσουν νερό μετά τις... φτωχές βροχοπτώσεις στην περιοχή, κάτι που σημαίνει πως δημιουργείται μία άμεση απειλή για τον παγκόσμιο εφοδιασμό.
Το ρύζι μαζί με τα σιτηρά είναι εκ των σημαντικότερων διατροφικών προϊόντων, είτε μιλάμε για τον αναπτυγμένο κόσμο είτε μιλάμε για τις πιο φτωχές χώρες του πλανήτη, που σημαίνει ότι όλοι θα πεινάσουν.
Η Ινδία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού στον κόσμο και απαγόρευσε τις εξαγωγές για να περιορίσει τις υψηλές τιμές των τροφίμων στην εγχώρια αγορά και να διασφαλίσει την επάρκεια στη διαθεσιμότητα.
Οι αγρότες στην Ταϊλάνδη έχουν ήδη καλλιεργήσει το ρύζι, ωστόσο η κυβέρνηση ενθαρρύνει τη μετάβαση σε άλλες καλλιέργειες που χρειάζονται λιγότερο νερό, σύμφωνα με δήλωση του Surasri Kidtimonton, γενικού γραμματέα του Γραφείου Εθνικών Υδατικών Πόρων.
Η Ταϊλάνδη, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού στον κόσμο και προετοιμάζεται για πιθανή ξηρασία το επόμενο έτος με την έναρξη του καιρικού φαινομένου Ελ Νίνιο.
Οι βροχοπτώσεις έχουν μετρηθεί 40% κάτω από τα κανονικά επίπεδα και η κυβέρνηση αποσκοπεί στην εξοικονόμηση νερού, για να μην υπάρξουν ελλείψεις στην οικιακή κατανάλωση.
Μετά την απόφαση της Ινδίας οι τιμές του ρυζιού στην Ασία αυξήθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριών και πλέον ετών τον περασμένο μήνα.
Με την απόφαση της Ταϊλάνδης για περιορισμό της παραγωγής του τα πράγματα θα γίνουν ακόμα δυσκολότερα για δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη (όπως είπαμε δεν υπάρχει άνθρωπος στην Γη που να μην τρώει ρύζι).
Η Ταϊλάνδη αντιπροσωπεύει σχεδόν το 14% της συνολικής έκτασης καλλιέργειας ρυζιού το 2023 και θα αποδώσει περίπου το 19% της κύριας συγκομιδής ορυζάλευρου το 2023/24, σύμφωνα με το Υπουργείο Γεωργίας.
Σε ότι αφορά το νερό όμως που έχει συγκεντρωθεί στους ταμιευτήρες της χώρας, βρίσκονται περίπου στο 51% της χωρητικότητας και η παραγωγή του ρυζιού απαιτεί ιδιαίτερα μεγάλες ποσότητες ρυζιού.
Επειδή η Μπανγκόνγκ περιμένει το γνωστό φαινόμενο Ελ Νίνιο που θα αποφέρει ασυνήθιστα χαμηλές βροχοπτώσεις ζήτησε από τους αγρότες να καλλιεργήσουν μία φορά φέτος ρύζι αντί για τις συνήθεις δύο.
Από όλα αυτά κερδισμένο μπορεί να βγει το Βιετνάμ αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορει από μόνο του να αντικαταστήσει Ινδία και Ταϊλάνδη.
Άλλωστε θα πληγεί και αυτό από το ίδιο καιρικό φαινόμενο.
Το Βιετνάμ εξήγαγε 21% περισσότερο ρύζι τους πρώτους έξι μήνες σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα, με τις αποστολές να αυξάνονται προς τις Φιλιππίνες, την Κίνα και την Ινδονησία, σύμφωνα με το Τμήμα Τελωνείων και θα αυξήσει την παραγωγή ρυζιού φέτος για να επωφεληθεί από την άνοδο των τιμών.
Συγκεκριμένα η παραγωγή ακαθάριστου ορυζάλευρου της χώρας αναμένεται να αυξηθεί σε περισσότερους από 43 εκατομμύρια μετρικούς τόνους φέτος, από 42,7 εκατομμύρια τόνους πέρυσι.
Η Ινδία είναι μακράν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού στον κόσμο, αντιπροσωπεύοντας το 40% του παγκόσμιου εμπορίου, ενώ η Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ αποτελούν το 15% και περίπου το 14%, αντίστοιχα, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.
H απόσυρση της Ρωσίας από την συμφωνία για τα σιτηρά, η οποία επί έναν χρόνο διασφάλιζε τη μεταφορά βασικών τροφίμων από την Ρωσία και την Ουκρανία και η απαγόρευση εξαγωγών ρυζιού από την Ινδία αναμένεται να έχουν τεράστιες επιπτώσεις διεθνώς και ειδικότερα στα λαϊκά στρώματα όλων των κοινωνιών.
Ειδικότερα, αν αναλογιστεί κάποιος ότι τον τελευταίο χρόνο υπήρξαν τρομακτικές αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων χωρίς να υπάρχει πρόβλημα με την επάρκεια ρυζιού και σιταριού καταλαβαίνει τι θα συμβεί από τώρα και στο εξής που θα υπάρχει πρόβλημα διαθεσιμότητας των δύο βασικότερων ειδών διατροφής.
Φυσικά, η Ευρώπη θα είναι ο χώρος που θα πληρώσει το ακριβότερο τίμημα, καθώς η διατροφική της παραγωγή είναι ανεπαρκέστατη και είναι πλήρως εξαρτώμενη από χώρες όπως η Ρωσία, η Ινδία και η ΗΠΑ.
Κόσμος συρρέει στα καταστήματα για να αγοράσει πακέτα, ακόμη και ολόκληρα τσουβάλια, με ρύζι για να δημιουργήσει αποθεματικό καθώς φοβούνται για την ραγδαία αύξηση της τιμής πώλησής του στο επόμενο διάστημα.