«Τερμάτισαν» 44οι από τις 81 χώρες, σημειώνοντας επιδόσεις χαμηλότερες από τον μέσο όρο των κρατών- μελών του ΟΟΣΑ
Ολέθρια είναι για ακόμα μία φορά τα αποτελέσματα της Ελλάδας στον διεθνή...
διαγωνισμό PISA 2022 για τις μαθητικές επιδόσεις, αφού «τερματίζει» 44η μεταξύ των 80 χωρών που συμμετείχαν, καταδεικνύοντας το σοβαρό πρόβλημα που υπάρχει στα σχολεία της χώρας μας!Το πρόγραμμα διεθνούς αξιολόγησης μαθητών είναι ένας διαγωνισμός που διοργανώνει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης κάθε τρία χρόνια. Φέτος συμμετείχαν 690.000 μαθητές, ηλικίας 15 ετών, από συνολικά 81 χώρες. Στην εξέταση, οι συμμετέχοντες αξιολογούνται σε τρεις δεξιότητες, στην κατανόηση κειμένου, στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες, και η βαθμολογία τους προκύπτει από τις γνώσεις που αναμένεται να έχουν κατακτήσει στα συγκεκριμένα πεδία. Στο πλαίσιο του διαγωνισμού εξετάζονται η κριτική σκέψη των μαθητών, οι επικοινωνιακές τους δεξιότητες, καθώς και ο βαθμός στον οποίο μπορούν να επιλύσουν σύνθετα προβλήματα. Μάλιστα, από την απόδοσή τους κρίνεται και η αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών τους.
Από την Ελλάδα συμμετείχαν στον διαγωνισμό PISA 6.403 μαθητές από 230 δημόσια και ιδιωτικά σχολεία, αντιπροσωπεύoντας περίπου 98.100 μαθητές 15 ετών, δηλαδή σχεδόν το 91% του συνολικού πληθυσμού 15χρονων. Τα αποτελέσματα για τη χώρα μας ήταν απογοητευτικά, καθώς τα παιδιά βαθμολογήθηκαν ακόμη πιο χαμηλά σε σχέση με τον προηγούμενο διαγωνισμό, το 2018. Σε κάθε περίπτωση, όπως προαναφέρθηκε, οι επιδόσεις τους είναι πιο χαμηλές και από τον μέσο όρο, όπως ορίζεται από τον ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, οι μαθητές στην Ελλάδα σημειώνουν επιδόσεις χαμηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Στην κατηγορία των μαθηματικών, το σκορ της Ελλάδας είναι 430 έναντι 451, που ήταν το 2018, ενώ ο μέσος όρος που ορίζει ο ΟΟΣΑ για τα μαθηματικά ήταν 472, όταν το 2018 ήταν 489.
Το 2015 η Ελλάδα συγκέντρωσε 454 βαθμούς και κατετάγη 43η, ενώ το 2012 είχε 453 μονάδες και ήταν 42η. Στην κατανόηση κειμένου, η βαθμολογία της Ελλάδας είναι 438, καταλαμβάνοντας την 41η θέση στη λίστα. Ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ για την κατανόηση κειμένου ήταν 476. Το 2018, όταν ο διαγωνισμός είχε εστιάσει στο πεδίο αυτό, η χώρα μας είχε συγκεντρώσει 457 στη βαθμολογία, το 2015 ήταν 41η και το 2012 βρέθηκε στην 39η θέση. Τέλος, στις φυσικές επιστήμες η Ελλάδα βρέθηκε πάλι στην 44η θέση με βαθμολογία 441, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ για το πεδίο αυτό ήταν 485. Το 2018 η βαθμολογία της ήταν 452, ενώ στον διαγωνισμό του 2015, 455, φέρνοντας τη χώρα μας στην 43η θέση. Το 2012 η Ελλάδα συγκέντρωσε 467 μονάδες, επίδοση με την οποία κατετάγη 41η. Την ίδια ώρα, τις κορυφαίες θέσεις στον διαγωνισμό κατακτούν για ακόμα μία φορά οι ασιατικές χώρες, εξασφαλίζοντας βαθμολογίες που έχουν μεγάλη διαφορά από εκείνες των υπόλοιπων περιοχών του πλανήτη. Ενδεικτική είναι η κατάσταση στη Σιγκαπούρη. Στα μαθηματικά συγκέντρωσε 575 μονάδες, στην κατανόηση κειμένου 543 μονάδες και στις επιστήμες 561 μονάδες. Μάλιστα, σημείωσε βελτίωση στην κατανόηση κειμένου και στις φυσικές επιστήμες σε σχέση με το 2018, αν και διατήρησε την ίδια θέση στα μαθηματικά. Στην ίδια ήπειρο, τις κορυφαίες επιδόσεις στα μαθηματικά σημείωσαν τα παιδιά κυρίως από την ανατολική Ασία: Μακάο, Κινεζική Ταϊπέι, Χονγκ Κονγκ, Ιαπωνία και Κορέα. Οι ίδιες περιοχές είχαν τις υψηλότερες επιδόσεις και στις φυσικές επιστήμες, μαζί με την Εσθονία και τον Καναδά. Στην κατανόηση κειμένου, η Ιρλανδία τα πήγε εξίσου καλά με την Ιαπωνία, την Κορέα, την Κινεζική Ταϊπέι και την Εσθονία.
Χαμηλό το επίπεδο και της Γαλλίας
Ενδιαφέρον έχουν και τα αποτελέσματα της Γαλλίας, που έλαβε 474 βαθμούς στα μαθηματικά -λίγο πάνω από τον μέσο όρο, που είναι 472 μονάδες- και 474 βαθμούς στην κατανόηση κειμένου, ενώ ο μέσος όρος είναι 476 βαθμοί. Ακόμη, οι μαθητές της χώρας έλαβαν 487 μονάδες στις φυσικές επιστήμες, όταν ο μέσος όρος είναι 485 μονάδες. Παρά το γεγονός ότι η Γαλλία είναι η 7η οικονομική δύναμη στον κόσμο, έρχεται 26η στα μαθηματικά και 29η στην κατανόηση κειμένου. Τα αποτελέσματά της είναι γενικά συγκρίσιμα με αυτά της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ουγγαρίας, της Ιταλίας, της Νορβηγίας και της Λιθουανίας.