Δέκα γερά «σκαμπίλια» για την Ελλάδα περιλαμβάνονται στο ολοκληρωμένο πόρισμα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων (ERA) που... συντάχθηκε με αφορμή το έγκλημα των Τεμπών από τον περασμένο Οκτώβριο αλλά παραμένει επτασφράγιστο μυστικό εν μέσω συνεννοήσεων της κυβέρνησης με την Κομισιόν.
Η αρχική αναφορά των εμπειρογνωμόνων του ERA που είχαν προσκληθεί μετά το τραγικό δυστύχημα για να διαπιστώσουν την συμμόρφωση της Ελλάδας με τις ευρωπαϊκές οδηγίες για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, ήταν έτοιμη από τον Σεπτέμβριο, μετά από επισκέψεις και συνεντεύξεις με στελέχη, σύμφωνα με την έρευνα του Data Journalists. Μία από τις βασικές διαπιστώσεις της περικλείεται στην παρακάτω πρόταση: «Στην Ελλάδα προκύπτει ότι δεν υπάρχει κανείς, σε επίπεδο κυβέρνησης ή εθνικού φορέα, ο οποίος να αναλαμβάνει αποτελεσματικά τη συνολική ευθύνη για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων και να οδηγεί το σύστημα σε μια συνεχή βελτίωση».
Τότε η κυβέρνηση μίλησε για «απόρρητο» και μη ολοκληρωμένο κείμενο υποσχόμενη να στείλει τις «δέουσες απαντήσεις». Οι απαντήσεις δόθηκαν από το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών αλλά, όπως αποκαλύπτουν οι Data Journalists, δέκα από αυτές απορρίφθηκαν από τον ERA.
Στο ολοκληρωμένο πόρισμα που δεν δημοσιοποιείται επίσημα, παρά τα αιτήματα ευρωβουλευτών και τις επικλίσεις στη διαφάνεια, αλλά περιλαμβάνεται πλέον στην δικογραφία, οι 23 πρώτες σελίδες είναι οι διαπιστώσεις των Ευρωπαίων και οι επόμενες 20 οι απαντήσεις της Ελλάδας ενώ τα κυρίως απορριπτικά σχόλια – μαζί με ελάχιστα θετικά και άλλα που ζητούν διορθώσεις – καλύπτουν 30 σελίδες. Παραθέτουμε τα δέκα σημεία απόρριψης μαζί με τα σχετικά αποσπάσματα από το κείμενο του πορίσματος:
1 – Μετάθεση ευθύνης
Ο ERA διαφωνεί με το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει αναθέσει την ευθύνη για την ασφάλεια στην Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ) και έχει γράψει από τον Σεπτέμβριο ότι αυτή η μεταβίβαση δεν ευθυγραμμίζεται με την σχετική Οδηγία 2016/798 για την Ασφάλεια των Σιδηροδρόμων (RSD). Αυτή η μεταβίβαση ευθυνών δεν έγινε τυχαία αλλά με προφανή σκοπό την απαλλαγή του Υπουργείου και την προστσία από κακοτοπιές. Είναι χαρακτηριστικό ότι και στην κατάθεσή του προς την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, ο μοιραίος Κ. Αχ. Καραμανλής έλεγε ότι δεν γνώριζε τα κενά ασφαλείας διότι δεν τον είχε ενημερώσει η ΡΑΣ.
Στην απάντηση που έστειλαν οι επιτελείς του Υπουργείου αμφισβητούν τον ισχυρισμό. Λένε ότι η ανάθεση ευθύνης στην ΡΑΣ συνέβη με τον νόμο 4632 (λίγο μετά την ανάρρηση της ΝΔ στην εξουσία τον Οκτώβριο του 2019), σε εναρμόνιση με την οδηγία 2016/798 και ότι η ΡΑΣ «ως Ανεξάρτητη Αρχή εντάσσεται στα νομικά πρόσωπα του Κράτους, συμπεριλαμβάνεται στην κεντρική διοίκηση της Ελλάδας και επιπροσθέτως έχει τεχνογνωσία και εμπειρία στον σιδηροδρομικό τομέα». Ισχυρίζονται ακόμη ότι οι Ευρωπαίοι δεν εξέφρασαν αντιρρήσεις όταν τους κοινοποιήθηκαν τότε τα σχετικά κείμενα.
Η ανταπάντηση-καταπέλτης του ERA είναι παροιμιώδης. Μπαίνει στην δεξιά στήλη της σελίδας (αριστερά ο ισχυρισμός του υπουργείου) ενώ στην μέση παρεμβάλλεται το γράμμα R (Rejected) που δηλώνει την απόρριψη. Ειναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι η ίδια ανταπάντηση χρησιμοποιείται ως πασπαρτού για να απορριφθούν και οι επόμενες τρεις (2-4) δικαιολογίες της ελληνικής πλευράς. Εκτός από τα τεχνικά στοιχεία που αφορούν παραπομπές σε άρθρα της οδηγίας 2016/798, αναφέρεται:
«Η θέση της Ομάδας Αξιολόγησης είναι ότι οι αρμοδιότητες που ανατίθενται σε ένα κράτος μέλος δεν μπορούν να μεταφερθούν σε ξεχωριστή οντότητα, στην προκειμένη περίπτωση την ΡΑΣ, για την οποία τα καθήκοντα προσδιορίζονται στο άρθρο 16 της οδηγίας RSD […] Εφόσον, στην ουσία, πρόκειται για μη ορθή μεταφορά μιας οδηγίας της ΕΕ, η απόφαση δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες του ERA και επαφίεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά στην ουσία, η διαπίστωση και το γεγονός παραμένει ότι καμία ελληνική οντότητα δεν αναλαμβάνει τη συνολική ευθύνη να διασφαλίσει ότι η ασφάλεια των σιδηροδρόμων διατηρείται γενικά και, όπου είναι εύλογα εφικτό, βελτιώνεται συνεχώς, κάτι που αποτελεί υποχρέωση του κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 4 (1) της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/798 (RSD)».
2 – Ποιος συντονίζει
Η δεύτερη απορριφθείσα απάντηση της Ελλάδας αφορά ουσιαστικά στο ίδιο θέμα. Δηλαδή, ο ERA έχει τονίσει ότι «η τελική ευθύνη για τη διασφάλιση της γενικής διατήρησης της ασφάλειας των σιδηροδρόμων και, όπου είναι εύλογα εφικτό, της συνεχούς βελτίωσης ανήκει στις κεντρικές αρχές των κρατών μελών», δηλαδή τα Υπουργεία. «Ακόμη και αν ορισμένες δραστηριότητες μπορούν να ανατεθούν σε άλλες οντότητες, αυτό πρέπει να γίνει υπό ειδικά καθορισμένους όρους, ενώ η παρακολούθηση και τελικά ο συντονισμός θα εξακολουθούν να διεξάγονται σε επίπεδο κράτους μέλους». Το ελληνικό υπουργείο επανέλαβε ότι οι Ανεξάρτητες Αρχές εντάσσονται στα νομικά πρόσωπα του ελληνικού κράτους και συμπεριλαμβάνονται στην κεντρική διοίκηση της χώρας και κατά συνέπεια «η ανάθεση του σχετικού ρόλου στη ΡΑΣ συνιστά ανάθεση αρμοδιότητας πρωτογενώς και όχι εκχώρηση αρμοδιότητας από άλλο φορέα». Δεν έπεισε.
3 – Χωρίς σχέδια ασφαλείας
Πριν υποστεί το τρίτο ράπισμα, η ελληνική πλευρά έχει επιδιώξει να απαντήσει στο σχόλιο ότι στο πλαίσιο του ανακατέματος ρόλων και ευθυνών σε θέματα ασφαλείας, η Ομάδα Αξιολόγησης του ERA δεν βρήκε ούτε ένα «Ετήσιο Σχέδιο Ασφαλείας» σε εθνικό επίπεδο. Το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών σπεύδει να ρίξει την ευθύνη στην ΡΑΣ γράφοντας ότι «η αρμοδιότητα κατάρτισης Σχεδίων Ασφάλειας στα οποία περιγράφονται τα προβλεπόμενα μέτρα για την επίτευξη των Κοινών Στόχων Ασφάλειας (ΚΣΑ) συνιστά αρμοδιότητα της ΡΑΣ». Παραδέχεται ως γεγονός «ότι δεν έχουν καταρτιστεί τα σχετικά σχέδια ασφάλειας από την ΡΑΣ» και την καρφώνει λέγοντας ότι «δεν τέθηκε θέμα προς το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών περί αδυναμίας της ΡΑΣ να τα καταρτίσει», αφήνοντας αιχμές και για τον ERA που θα έπρεπε να παρακολουθεί την συμμόρφωσή της. Οπως προαναφέραμε και αυτός ο ισχυρισμός απορρίπτεται από τον ERA.
4 – Πλημμελής εφαρμογή
Στο τέταρτο σημείο που αφορά και πάλι στην ανάθεση ευθυνών στην ΡΑΣ και στην έλλειψη φορέα που να έχει την συνολική ευθύνη, η ελληνική πλευρά προσπαθεί να τα μπαλώσει, αλλά τρώει μία ακόμη απόρριψη. Προηγουμένως, έχει παραδεχθεί το συμπέρασμα «περί πλημμελούς εφαρμογής στην πράξη του σχετικού θεσμικού πλαισίου», αλλά ζητά «επαναδιατύπωση ως προς την αναγνώριση της συνολικής ευθύνης υλοποίησης, δεδομένου ότι αυτή δεν διαχέεται γενικά μεταξύ φορέων, όπως ίσως αφήνεται να εννοηθεί, αλλά αφορά στη ΡΑΣ η οποία όπως αναφέρθηκε και παραπάνω φέρει τη σχετική αρμοδιότητα». Στο τέλος ζητά την «πολύτιμη καθοδήγηση του ERA για την δημιουργία ενός μηχανισμού προκειμένου «το Κράτος Μέλος να ελέγχει τις ελλείψεις και στη συνέχεια να καλύπτει τις ανάγκες της ΡΑΣ ώστε να διασφαλιστεί η απαραίτητη επάρκεια πόρων». Το κεφαλαίο R συνεχίζει να μεσουρανεί.
5 – Μητρώο κινδύνων
Το πέμπτο «σκαμπίλι» αφορά στη διαπίστωση των αξιολογητών του ERA ότι στον ελληνικό σιδηρόδρομο, οι εμπλεκόμενοι φορείς δεν ακολουθούν μια προσέγγιση που στηρίζεται στην «εκτίμηση κινδύνου» (risk-based approach).
Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, απαντά εδώ ότι η διαπίστωση αυτή «είναι γενική και χρήζει διευκρίνισης» και ότι «o σιδηρόδρομος δεν μπορεί λειτουργήσει χωρίς μια τέτοια προσέγγιση». Αναφέρει ακόμη ότι ο ΟΣΕ έχει καθιερώσει την Διαδικασία Διαχείρισης Επικινδυνότητας Δ-19 και Μητρώο Κινδύνων «το οποίο μεταξύ άλλων περιέχει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν εάν ο κίνδυνος εμφανιστεί».
Η ανταπάντηση του ERA είναι κάθετη: «Η κατοχή ενός εγγράφου που καταγράφει τους κινδύνους δεν σημαίνει ότι οι οργανισμοί εφαρμόζουν μια προσέγγιση βασισμένη στην εκτίμηση κινδύνου. Το προσωπικό που ερωτήθηκε δεν γνώριζε το περιεχόμενο του Μητρώου Κινδύνων, γεγονός που καταδεικνύει έλλειψη συνειδητοποίησης κινδύνου. Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις αυτά τα έγγραφα δεν είναι προσαρμοσμένα στις δραστηριότητες των φορέων. Κατά την επίσκεψη στον ΟΣΕ, σε καμία περίπτωση δεν υποβλήθηκε αξιολόγηση κινδύνου για την υποστήριξη της θέσπισης επιχειρησιακών κανόνων. Σε συνεντεύξεις με τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις όπως η Hellenic Train, επιβεβαιώθηκε ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν ζητήθηκε η γνώμη των εταιρειών πριν από την έκδοση επιχειρησιακού κανόνα. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης με τον ΟΣΕ, η ανώτατη διοίκηση έδειξε έλλειψη επίγνωσης των κινδύνων που διαχειρίζεται η εταιρεία. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, συζητήθηκαν οι τρόποι διαχείρισης ορισμένων κινδύνων που προσδιορίστηκαν ως προτεραιότητες από την ανώτατη διοίκηση και οι ερωτηθέντες δεν μπόρεσαν να δείξουν το αρχείο καταγραφής κινδύνου πού καταγράφηκαν. Ειδικότερα, σε μία περίπτωση, αναφέρθηκε ότι η τεκμηρίωση διαχείρισης κινδύνου συντάχθηκε από προμηθευτές εκτός του φορέα και ότι η ανώτατη διοίκηση δεν μπορούσε να εξετάσει την τεκμηρίωση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης».
6 – Σχέσεις ΟΣΕ / ΕΡΓΟΣΕ
Το έκτο σημείο αφορά την προβληματική σχέση μεταξύ του ΟΣΕ ως διαχειριστη υποδομής και της ΕΡΓΟΣΕ ως κατασκευαστή των έργων υποδομής. Ο ΟΣΕ δεν μπορεί να παρακολουθεί αποτελεσματικά την εφαρμογή μέτρων ελέγχου κινδύνου εντός της ΕΡΓΟΣΕ ούτε να απορρίπτει παραδοτέα της, διαοπίστωσε ο ERA.
Στην απάντησή του το Υπουργείο ισχυρίζεται ότι η ΕΡΓΟΣΕ υλοποιεί έργα ακολουθώντας τις ευρωπαϊκές Τεχνικές Προδιαγραφές Διαλειτουργικότητας (TSI). Λέει ακόμη ότι ζητά την έγκριση του ΟΣΕ για τα βασικά χαρακτηριστικά των έργων. Φτάνει στο σημείο να αναφερθεί και στην «πρόσφατη σιδηροδρομική μεταρρύθμιση που αφορά τον μηχανισμό παραγωγής σιδηροδρομικών έργων», λέγοντας ότι «ψηφίστηκε πέρυσι, εγκρίθηκε, παρακολουθείται στενά και χρηματοδοτείται στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης». Η αναφορά αυτή αφορά τον νόμο 4974 που ψηφίστηκε επί Κ.Αχ.Καραμανλή τον Σεπτέμβριο του 2022 και ουδέποτε εφαρμόστηκε. Το καλύτερο είναι ότι ο διάδοχος του Κ. Αχ. Καραμανλή, ο Χρ. Σταϊκούρας εξήγγειλε στις αρχές του 2024 ότι αλλάζει το σχέδιο και αντί για την απόσχιση της ΕΡΓΟΣΕ από τον ΟΣΕ που προέβλεπε ο 4974/2022, θα σχεδιαστεί συγχώνευση των φορέων.
Πάντως, τον Οκτώβριο, ο ERA απαντούσε χαρακτηριστικά: «Η ασφάλεια είναι κάτι περισσότερο από την εφαρμογή Τεχνικών Προδιαγραφών Διαλειτουργικότητας», «απαιτεί την ασφαλή ενσωμάτωση αυτών των τεχνικών συστημάτων σε ένα λειτουργικό πλαίσιο» και «η Ομάδα Αξιολόγησης δεν βρήκε καμία ένδειξη ότι καλύπτεται αυτή η πτυχή».
7 – Σύγχυση ρόλων
Το σημείο αυτό αφορά την ευθύνη για την ασφαλή λειτουργία του σιδηροδρομικού συστήματος και την ευρωπαϊκή αρχή ότι ο έλεγχος κινδύνου, βαρύνει ξεχωριστά τους διαχειριστές υποδομής (ΟΣΕ) και τις σιδηροδρομικές επιχειρήσεις (π.χ. Hellenic Train). Ο ERA έχει επισημάνει ότι «αυτή η θεμελιώδης αρχή και τα μέσα για την υλοποίησή της φαίνεται να μην είναι πλήρως κατανοητά από όλους τους φορείς στην Ελλάδα».
Η ελληνική πλευρά απαντά ζητώντας διευκρινίσεις για το «ποιοι ρωτήθηκαν» επί του θέματος. Στην συνέχεια παραθέτει τα διάφορα Πιστοποιητικά Ασφαλείας που έχουν λάβει ο ΟΣΕ και η Hellenic Train. Και αυτή η απάντηση, όμως, απορρίπτεται με τον ERA να μιλά για την εικόνα που διαμορφώθηκε στην διάρκεια της αξιολόγησης, «με βάση την ανασκόπηση των εγγράφων, τις παρατηρήσεις και τις συνεντεύξεις που έγιναν από την ομάδα αξιολόγησης κατά τη διάρκεια της επιτόπιας δραστηριότητας». «Αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση, αλλά μάλλον ενισχύει τα ευρήματα της αξιολόγησης για τα Σχεδια Διαχείρισης Κινδύνου (SMS) της Hellenic Train», τονίζει.
8 – ΟΣΕ σε ρόλο Υπουργείου
Το όγδοο ράπισμα αφορά στους λεγόμενους Εθνικούς Κανόνες και το πώς αυτοί προκύπτουν. Τέτοιος κανόνας θεωρείται, για παράδειγμα, ο Γενικός Κανονισμός Κυκλοφορίας (ΓΚΚ) των τρένων και ο ERA έχει διαπιστώσει στην αξιολόγησή του ότι στην διαμόρφωση των Εθνικών Κανόνων δεν υπάρχει τρόπος να συμμετέχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς αλλά στις πιο πολλές περιπτώσεις «επιβάλλονται από τον ΟΣΕ».
Το Υπουργείο απαντά ζητώντας διευκρινίσεις για την πηγή αυτής της διαπίστωσης. Αναφέρει ότι «κατά την θέσπιση/τροποποίηση/κατάργηση εθνικών κανόνων ασφάλειας το Υπουργείο διενεργεί πάντα διαβούλευση με όλο τον σιδηροδρομικό τομέα», παραθέτοντας διάφορα παραδείγματα όπως την τροποποίηση του ΓΚΚ το 2019 αλλά και την επανακοινοποίηση άρθρων του το 2020. Εδώ αφήνει και αιχμή κατά του ERA λέγοντας: «Οι υπόψη κανόνες απεστάλησαν στον ERA τον Ιούλιο του 2020 και εκκρεμεί μέχρι σήμερα η αξιολόγησή τους».
Η απάντηση απορρίπτεται για μία ακόμη φορά με τον ERA να τονίζει ότι η διαπίστωσή του αυτή «βασίζεται σε συνεντεύξεις με το Υπουργείο και επιβεβαιώθηκε από ορισμένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη» ενώ «η ομάδα αξιολόγησης δεν έλαβε κανένα στοιχείο διαβούλευσης». Ακόμη ανταποδίδει το «καρφί» λέγοντας ότι στις διαβουλεύσεις που αναφέρει το υπουργείο, δεν εμφανίζεται καμία σιδηροδρομική επιχείρηση.
9 – Πολυπλοκότητα νόμων
H ελληνική πλευρά προσπαθεί ανεπιτυχώς να απαντήσει στην παρατήρηση ότι εμφανίζει «έλλειμμα κατανόησης των διαθέσιμων εργαλείων», προκειμένου να επιτευχθούν οι απατήσεις ασφαλείας και ότι αυτό «επιδεινώνεται από την πολυπλοκότητα της νομικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα που δημιουργεί ασάφειες στους ρόλους και τις αρμοδιότητες των κύριων επιχειρησιακών παραγόντων».
Το Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών δηλώνει: «Δεν συμφωνούμε με το σχόλιο περί πολυπλοκότητας της νομοθεσίας, καθώς οι αρμοδιότητες ορίζονται με σαφήνεια και ρητά». Η ανταπάντηση επίσης συνοπτική: «Η σαφήνεια των ρόλων και των ευθυνών είναι υψίστης σημασίας. Η υλοποίηση των ρόλων δείχνει μια διαφορετική εικόνα».
10 – Πιστοποίηση με… ραντεβού
Στο δέκατο ράπισμα επανέρχεται το θέμα της ανάθεσης ευθυνών από το κράτος στην ΡΑΣ και ειδικά τις ευθύνες για την πιστοποίηση όσων πραγματοποιούν έργο συντήρησης στον σιδηρόδρομο. Το Υπουργείο κατηγορείται ότι δεν διαθέτει διαδικασία ούτε για να ορίζει την ΡΑΣ, ούτε για να την εποπτεύει ως φορέα πιστοποίησης.
Η απορριπτική απάντηση του ERA ηχεί αυστηρή: «Η αναγνώριση της ΡΑΣ από το ελληνικό Υπουργείο είναι κάτι περισσότερο από ένα διοικητικό ραντεβού» γράφει και απαιτεί από το Υπουργείο να ελέγξει την ικανότητα της ΡΑΣ με βάση συγκεκριμένα διεθνή πρότυπα.