Ο Τζο Μπάιντεν χάνει έδαφος έναντι του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει το προβάδισμα σε δημοσκόπηση, η οποία δημοσιεύθηκε από τους New York Times και περιέχει.. όπως αναφέρει το δημοσίευμα «ανησυχητικές ενδείξεις» για τον νυν Aμερικανό πρόεδρο σε τμήμα των δημοκρατικών ψηφοφόρων.
Η δημοσίευση αυτής της δημοσκόπησης γίνεται οκτώ μήνες πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου και τέσσερις ημέρες πριν τις προκριματικές εκλογές τους, τόσο των δημοκρατικών όσο και των ρεπουμπλικάνων. Ο Τζο Μπάιντεν και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα πάρουν το χρίσμα των αντίστοιχων κομμάτων τους.
Αν οι ψηφοφόροι ψήφιζαν σήμερα για να εκλέξουν τον πρόεδρό τους, 43% θα ψήφιζαν τον Μπάιντεν και 48% τον Τραμπ, σύμφωνα μ’ αυτή τη δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε σε εθνικό επίπεδο από τους New York Times και το πανεπιστήμιο Siena College.
«O Μπάιντεν δεν παύει να τονίζει, με στοιχεία, ότι η οικονομία πάει καλά, «μόνο ένας ψηφοφόρος στους τέσσερις πιστεύει ότι η χώρα οδεύει προς τη σωστή κατεύθυνση», ενώ «μια πλειοψηφία ψηφοφόρων πιστεύει ότι η οικονομία πάει άσχημα», σύμφωνα με την εφημερίδα.
Η δημοσκόπηση αυτή αποκαλύπτει «σειρά από ανησυχητικές ενδείξεις για τον πρόεδρο, αδυναμίες στους κόλπους του δημοκρατικού στρατοπέδου, κυρίως στις γυναίκες, τους μαύρους και τους ισπανόφωνους ψηφοφόρους», καθώς και σε ένα μέρος των εργατών, γράφουν οι New York Times.
Παρά τα πολυάριθμα προβλήματά του με τη δικαιοσύνη, ο έλεγχος που ασκεί ο Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δίνει αντιθέτως ένα στρατόπεδο «πιο ενωμένο»: ο πρώην πρόεδρος «κερδίζει 97% των ψήφων αυτών που λένε πως τον ψήφισαν πριν από τέσσερα χρόνια και ουσιαστικά κάνενας από τους παλιούς οπαδούς του δεν δήλωσε πως θέλει να ψηφίσει τον κ. Μπάιντεν».
Αντιθέτως «ο κ. Μπάιντεν δεν συγκεντρώνει παρά το 83% αυτών που τον ψήφισαν το 2020, ενώ 10% εξ αυτών δηλώνουν πως υποστηρίζουν πλέον τον κ. Τραμπ», προσθέτουν οι New York Times.
Τέλος, εκτός από την οικονομία, η ηλικία του 81χρονου προέδρου Μπάιντεν, καθώς και η σταθερή υποστήριξή του προς το Ισραήλ, που βρίσκεται σε πόλεμο στη Γάζα δείχνουν ότι προκαλούν δυσαρέσκεια στους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών.