Οι ευρωεκλογές είχαν δύο μεγάλους χαμένους: Τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Γερμανό Καγκελάριο Όλαφ Σολτς. Και οι δύο υπέστησαν ταπεινωτικές ήττες. Κοινός παράγοντας της συντριβής τους η ακροδεξιά.
Για τον πρώτο ο εκλογικός «εφιάλτης» ήρθε από την Μαρίν Λεπέν, το κόμμα της οποίας βρέθηκε στην πρώτη θέση εκτοξεύοντας τη δυναμική του με ποσοστό υπερδιπλάσιο από αυτό του κόμματος του Μακρόν, 31,4% έναντι 14,6%. Μάλιστα το κόμμα του Μακρόν πήρε οριακά τη δεύτερη θέση, καθώς η κεντροαριστερά βρέθηκε στην τρίτη θέση με διαφορά κάτω από τη μονάδα (13,8%).
Ο δεύτερος είδε την «Εναλλακτική για τη Γερμανία» να αναδεικνύεται δεύτερο κόμμα με 16%. Το δικό του κόμμα, οι σοσιαλδημοκράτες, περιορίστηκαν στην τρίτη θέση με μόλις 14%, καταγράφοντας τη χειρότερη επίδοσή τους από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Είναι ενδεικτικό πως στις ευρωεκλογές του 2019, το κόμμα είχε συγκεντρώσει μόλις 15,8%, ένα ποσοστό που εκείνη την εποχή είχε θεωρηθεί καταστροφικό.
Χαμογελάει ο Πούτιν
Ένα ακόμη κοινό στοιχείο των δύο ηγετών που καταβαραθρώθηκαν στις ευρωεκλογές είναι ο πρωταγωνιστικός τους ρόλος στον πόλεμο της Ουκρανίας. Και οι δύο πρωτοστατούν στην ακλόνητη υποστήριξη του Κιέβου και στα «κροταλίσματα» έναντι του Κρεμλίνου, δίνοντας μάλιστα πρόσφατα το «πράσινο φως», μαζί με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, για ουκρανικές επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος με δυτικά όπλα.
Ο δε Μακρόν – σε ρόλο πολέμαρχου – έχει ταχθεί υπέρ της αποστολής των δυτικών δυνάμεων στην Ουκρανία. Επιπλέον προεκλογικά ο Γάλλος Πρόεδρος είχε παρουσιάσει τις ευρωεκλογές ως υπαρξιακό αγώνα για την Ευρώπη και κομβικές για τον πόλεμο της Ουκρανίας ενάντια στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Δεν είναι τυχαίο πως μετά την εκλογική συντριβή τους από τη Ρωσία υπήρξαν πολλά επικριτικά και σκωπτικά μηνύματα. Ο πρόεδρος της ρωσικής Δούμας, Βιάτσεσλαβ Βολόντιν, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων έσπευσε να σχολιάσει ειδικά τα αποτελέσματα σε Γερμανία και Γαλλία. Με δηλώσεις του κάλεσε τους δύο ηγέτες να παραιτηθούν γιατί όπως είπε «κοροϊδεύουν τους λαούς τους».
Στα αποτέλεσματα των ευρωεκλογών, και δη σε Γαλλία και Γερμανία, σύμφωνα με πολιτικούς αναλυτές, αντανακλάται σε κάποιο βαθμό και η κόπωση των δυτικών κοινωνιών για τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, οποίος έχει οδηγηθεί σε στρατιωτικό αδιέξοδο και χωρίς προοπτική - στην παρούσα φάση - ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων.
«Ελπίζω ο Μακρόν να καταλάβει ότι οι Γάλλοι τον απορρίπτουν επειδή υποδαυλίζει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία», σχολίασε ειρωνικά ο φιλο-κυβερνητικός αναλυτής Σεργκέι Μάρκοφ και πρόσθεσε: «Αλλά ίσως επιλέξει την κλιμάκωση και να ξεκινήσει έναν πόλεμο του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία».
Το Κρεμλίνο βλέποντας τι εξελίξεις από τις ευρωκάλπες μπορεί να χαμογελάει. Πολλές από τις ακροδεξιές δυνάμεις, που ανέβασαν σημαντικά τα ποσοστά τους, χαρακτηρίζονται ως φιλορωσικές και ο Βλαντιμίρ Πούτιν μπορεί να επωφεληθεί από την παρουσία νέων «Όρμπαν» στην καρδιά της ΕΕ. Είναι ενδεικτικό πως ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ εκτίμησε πως σύντομα τα ακροδεξιά κόμματα που ενισχύθηκαν θα κάνουν αισθητή την παρουσία τους.
Το «τελευταίο χαρτί» του Μακρόν
Στη Γαλλία, ο Εμανουέλ Μακρόν, μετά την εκλογική συντριβή, αποφάσισε να πάρει ένα μεγάλο πολιτικό ρίσκο. Η προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών εκλογών μοιάζει με ένα τελευταίο στοίχημα, ένα τελευταίο χαρτί για να ανακόψει τη δυναμική της Μαρίν Λεπέν.
Ο Γάλλος Πρόεδρος ποντάρει πως όταν στις κάλπες θα τεθεί το δίλημμα της διακυβέρνησης από την ακροδεξιά, οι πολίτες θα συσπειρωθούν ενάντια στη Λεπέν και κατ’ επέκταση γύρω του. Είναι γεγονός πως αυτό το δίλημμα έχει αποδώσει σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις, ωστόσο πολλοί εκφράζουν φόβους πως η κατάσταση δεν είναι πλέον η ίδια.
Οι προειδοποιήσεις του Μακρόν για την άνοδο του αυταρχισμού και η έκκληση για ευρωπαϊκή ενότητα ενόψει της ψηφοφορίας απέτυχαν παταγωδώς. Αντίθετα οι ανησυχίες για τον πληθωρισμό, την ασφάλεια, το τέλμα του πολέμου στην Ουκρανία και τη μετανάστευση ενίσχυσαν την ακροδεξιά.
Επίσης εικόνα του Γάλλου προέδρου ως μεταρρυθμιστή και διαχειριστή της οικονομίας έχει ξεθωριάσει. Η γαλλική κυβέρνηση αναγκάστηκε να αναζητήσει μέτρα εξοικονόμησης δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, καθώς το έλλειμμα αυξήθηκε και η S&P υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.
Η ακροδεξιά έχει γίνει «mainstream» - με τη βοήθεια και των δεξιών δυνάμεων που έχουν υιοθετήσει αρκετά σημεία από την ατζέντα της - και η κίνηση του Εμανουέλ Μακρόν χαρακτηρίζει από αναλυτές και πολιτικούς αντιπάλους από τον πολιτικό χώρο του Κέντρου και της Αριστεράς ως «εξαιρετικά επικίνδυνη», καθώς θα μπορούσε τελικά να φέρει την Λεπέν στην εξουσία. Και μάλιστα άμεσα.
Πόσο θα αντέξει ο Σολτς;
Στη Γερμανία, ο Όλαφ Σολτς παρά τη συντριβή δεν ακολούθησε το παράδειγμα του Μακρόν. Ωστόσο οι Χριστιανοδημοκράτες, που αναδείχθηκαν πρώτη δύναμη στις ευρωεκλογές με 30%, υπογράμμισαν πως πλέον έχει χάσει τη νομιμοποίησή του. Σημειώνεται πως εξίσου αρνητικά ήταν τα αποτελέσματα και για τους Πράσινους (11,9%) και για τους Φιλελεύθερους (5,2%), δηλαδή τα άλλα δύο κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, ο οποίος αποσταθεροποιείται περαιτέρω. Συνολικά το ποσοστό της τρικομματικής κυβέρνησης έχει πέσει στο 30%.
Οι πολιτικές του Όλαφ Σολτς αποδοκιμάζονται σε όλους τους τομείς, από τη στασιμότητα της οικονομίας και τον προϋπολογισμό έως τη μετανάστευση και την στάση του στον πόλεμο της Ουκρανίας. Η ήττα είναι ακόμη μεγαλύτερο πλήγμα για τον Σολτς καθώς ο ίδιος επέμεινε να ηγηθεί της προεκλογικής εκστρατείας μαζί με την επικεφαλής υποψήφια του κόμματος, Καταρίνα Μπάρλι. Το πρόσωπό του ήταν σε όλες τις αφίσες του SPD.
Ο καγκελάριος της Γερμανίας παρά το ταπεινωτικό αποτέλεσμα και τα θλιβερά ποσοστά αποδοχής του, ελπίζει πως θα μπορούσε να ανατρέψει το εις βάρος του κλίμα μέχρι το φθινόπωρο του 2025. Όμως καθώς οι εσωτερικές διαμάχες αυξάνονται και το πολιτικό κλίμα πολώνεται, πολλοί αναλυτές, όπως και για τον Μακρόν, εκτιμούν πως το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών σηματοδοτεί την αρχή του τέλους του.
Αν και οι γερμανικές κυβερνήσεις σπάνια καταρρέουν πριν από την ολοκλήρωση της θητείας τους, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν πως ο κυβερνητικός συνασπισμός του Όλαφ Σολτς θα μπορούσε να καταρρεύσει πολύ νωρίτερα από τις προγραμματισμένες γενικές εκλογές.
Το μόνο που φαίνεται πως λειτουργεί αυτή τη στιγμή ως «συγκολλητική» ουσία για την τρικομματική συμμαχία είναι πως οι Σοσιαλδημοκράτες, οι Πράσινοι και οι Φιλελεύθεροι φαίνεται να φοβούνται πως εάν αυτή τη στιγμή οδηγηθούν σε πρόωρες κάλπες, το μόνο που θα καταφέρουν θα είναι να επιδεινώσουν περαιτέρω τη θέση τους.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το μικρότερο από τα τρία μέλη του συνασπισμού, τους Φιλελεύθερους, οι οποίοι στο πλαίσιο της διακυβέρνησης, έχουν καταπατήσει πολλές από τις βασικές θέσεις τους, γεγονός που έχει οδηγήσει σε μεγάλη μείωση των ποσοστών τους. Στις ευρωεκλογές το κόμμα συγκέντρωσε μόλις 5%. Εάν στις επόμενες κάλπες βρεθεί κάτω από αυτό το ποσοστό, τότε θα μείνει εκτός από την κεντρική πολιτική σκηνή.
ieidiseis.gr