Οι ενισχύσεις αφορούσαν περίπου 1,2 εκατομμύρια δικαιούχους, ωστόσο η απαίτηση επιστροφής δεν γίνεται από όλους και αφορά το 0,5% των επιχειρήσεων που είχαν επωφληθεί. Με... βάση την εκκαθάριση που έχει κάνει η ΔΕΗ, που έχει το 60% της αγοράς, ότι 2.500 επιχειρήσεις θα πρέπει να επιστρέψουν περί τα 2 εκατ. ευρώ λόγω υπέρβασης κρατικών ενισχύσεων ή λόγω σφαλμάτων ΦΠΑ ή μεγαλύτερης κατανάλωσης. Το θέμα έχει προκαλέσει αναταραχή και αντιδράσεις των ΜμΕ μετά το κύμα επιστολών για επιστροφές.
Όπως αναφέρει η “Καθημερινή” πρόκειται για ένα ποσό που φθάνει τα 800 εκατ. ευρώ και πρέπει να επιστραφεί μέσω των παρόχων από 1.200.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες δηλώνουν αδυναμία. Το παραπάνω που αιφνιδίασε την αγορά οφείλεται, σύμφωνα με την εφημερίδα, στο γεγονός ότι κατά την ενεργειακή κρίση η κυβέρνηση προχώρησε σε επιδοματική πολιτική -την οποία εμφάνισε ως παροχή βοήθειας σε ευάλωτους- χωρίς να έχει λάβει έγκριση από την Κομισιόν, η οποία και την απέρριψε. Τώρα, λοιπόν, οι επιχειρήσεις πρέπει να επιστρέψουν τα ποσά με τα οποία είχαν επιδοτηθεί οι λογαριασμοί ρεύματος χωρίς κανείς να τις έχει προετοιμάσει για κάτι τέτοιο.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται, η μεγάλη πλειοψηφία που βρίσκεται στη χαμηλή τάση θα πρέπει να επιστρέψει κάτι παραπάνω από 100 ευρώ, αν και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που υπάρχουν ποσά μεγαλύτερα. Επίσης, όπως αναφέρεται, μέσα από τους ανεκφαλιοποιητικούς λογαριασμούς, άλλες 100.000 επιχειρήσεις θα λάβουν 4 εκ ευρώ, καθώς προέκυψε ότι έπρεπε βάσει κατανάλωσης να πάρουν μεγαλύτερη επιδότηση
Πάντως, πολλοί φορείς κάνουν λόγο για κυβερνητικό εμπαιγμό που έρχεται να προστεθεί στα όσα έχουν ήδη καταγραφεί με την διάψευση προσδοκιών για μείωση της φορολογίας, πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία κτλ. με κορύφωση το ζήτημα της τεκμαρτής φορολόγησης.
Έτσι, με επιστολή της η ΓΣΕΒΕΕ επικαλούμενη πρόσφατες καταγγελίες από επιχειρήσεις – μέλη της ΓΣΕΒΕΕ κάνει λόγο για αιτήματα επιστροφής χρημάτων από εκκρεμότητες προηγούμενων επιδοτήσεων, Όπως σημειώνει “χωρίς αιτιολογία από τους παρόχους υπάρχουν επιπρόσθετες υπέρογκες χρεώσεις στους λογαριασμούς ενέργειας, οι οποίες και δεν δικαιολογούνται από τα υφιστάμενα τιμολόγια”.
- Η συγκεκριμένη επιστολή διαμαρτυρίας είχε αποδέκτες τρία Υπουργεία και συγκεκριμένα τους κ.κ. Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωνσταντίνο Χατζηδάκη, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θεόδωρο Σκυλακάκη και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κωνσταντίνο Τσιάρα μετά την έκδοση στις 10.6.2024 –μία ημέρα δηλαδή μετά τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών– της με αριθμό ΥΠΕΝ/ΔΗΕ/62035/1037 κοινής υπουργικής απόφασης για την επιστροφή των πρόσθετων επιδοτήσεων.
Όπως αναφέρεται, “οι συμπληρωματικοί αυτοί λογαριασμοί ενέργειας, φαίνεται να έχουν στηριχθεί σε μία υπουργική απόφαση, η οποία και εκδόθηκε στις 10 Ιουνίου 2024, μία ημέρα μετά τις Ευρωεκλογές, και με την οποία δίνεται στους πάροχους ενέργειας η δυνατότητα να ζητήσουν πίσω ποσά που αντιστοιχούσαν σε επιδοτήσεις που δόθηκαν από τον Φεβρουάριο του 2022 έως και τον Δεκέμβριο του 2023 και είχαν σκοπό να μειώσουν το τελικό πληρωτέο ποσό ανά λογαριασμό, σε μία περίοδο που το ύψος των λογαριασμών ενέργειας «γονάτιζε» τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Το ύψος εκείνης της επιδότησης έφτανε τα 800 εκατομμύρια ευρώ και δόθηκε μέσω του Εθνικού Προγράμματος Στήριξης, χωρίς όμως, όπως φαίνεται, τη σχετική έγκριση από την Ε.Ε.
Το εξοργιστικό και παράδοξο είναι πως ενώ η Κυβέρνηση γνώριζε το πρόβλημα, δεν φρόντισε να καλύψει το ποσό αυτό από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, ο οποίος μάλιστα παρουσιάζει αυξημένα έσοδα ή μέσω των παρόχων που παρουσιάζουν υπερκέρδη ή με κάποιο συνδυασμό αυτών των πηγών, αλλά έρχεται πλέον με «πονηρό» και ανάλγητο τρόπο να το εισπράξει από τις επιχειρήσεις, οι οποίες, ιδίως οι μικρές και πολύ μικρές, αντιμετωπίζουν σειρά προβλημάτων, μεταξύ των οποίων και η έλλειψη ρευστότητας.
Η Γενική Συνομοσπονδία καταδικάζει απερίφραστα το χαράτσι που θα κληθούν να καταβάλουν περισσότερες από ένα εκατομμύριο επιχειρήσεις και καλεί τα αρμόδια Υπουργεία να ανακαλέσουν άμεσα” αναφέρει η ΓΣΕΒΕΕ.
Επίσης, όπως αναφέρει σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου:
“Τις τελευταίες ημέρες φτάνουν συνεχώς στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών τα παράπονα επαγγελματιών που ξαφνικά επιβαρύνονται με μεγάλα ποσά για ηλεκτρικό ρεύμα που είχαν καταναλώσει την περίοδο 2022-2023.
Υπάρχουν περιπτώσεις μελών μας που καλούνται να πληρώσουν σε παρόχους εκατοντάδες ευρώ και μάλιστα μέσα σε διάστημα λίγων ημερών.
Όπως μάθαμε, πρόκειται για ποσά που είχαν καταχωρηθεί εκείνη την περίοδο ως κρατική επιδότηση. Μόνο που τελικά δεν εγκρίθηκε ποτέ η καταβολή τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και πλέον, μετά από πρόσφατη υπουργική απόφαση, οι εταιρείες έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία είσπραξης αυτών των ποσών.
Όλο αυτό που γίνεται θεωρούμε ότι είναι ανεπίτρεπτο και καλούμε τα συναρμόδια υπουργεία να μας απαντήσουν σε κάποιες εύλογες απορίες:
-Όλοι αυτοί οι σημερινοί οφειλέτες είχαν ενημερωθεί με όσο το δυνατόν πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι αυτά τα ποσά θα γίνουν απαιτητά;
-Το ίδιο το κράτος δεν φρόντισε για τη μείωση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω επιδότησης;
-Πόσο ηθικό είναι να ζητείται από έναν επαγγελματία να εξοφλήσει μέσα σε διάστημα λίγων ημερών -υπάρχουν σχετικοί λογαριασμοί στη διάθεση του Ε.Ε.Α.- ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό; Αναρωτήθηκε κανείς αν αυτός ο άνθρωπος, υπό τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην αγορά με την τόση ακρίβεια και το λειτουργικό κόστος στα ύψη, μπορεί να έχει τη δυνατότητα εμπρόθεσμης πληρωμής του όποιου ποσού;
-Από την στιγμή που η κυβέρνηση κάποια στιγμή έμαθε ότι δεν υπήρχε έγκριση από τις ευρωπαϊκές αρχές, γιατί δεν ενημέρωσε έγκαιρα τους οφειλέτες;
Ως Επιμελητήριο ζητάμε ξεκάθαρες απαντήσεις με τρόπο απλό και κατανοητό από κάποιον υπεύθυνο και όχι παραπομπή σε κάποιο ΦΕΚ ή σε υπουργικές αποφάσεις του παρελθόντος. Οι πολίτες έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν κάθε λεπτομέρεια που έχει σχέση με τέτοιου είδους ζητήματα καθώς από την εξέλιξη τους καθορίζεται και ο οικογενειακός και επαγγελματικός τους προϋπολογισμός.”
Παράλληλα, με δήλωση του Α΄ αντιπροέδρου του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας Κώστα Δαμίγου για την επιστροφή επιδότησης στα τιμολόγια ρεύματος εκφράζει και το ΒΕΑ την αντίδρασή του.
Όπως αναφέρει:
“Για άλλη μια φορά η κυβέρνηση αδυνατεί να αναλογιστεί τα υπέρογκα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις λόγω της αύξησης του λειτουργικού τους κόστους και της ακρίβειας και προχωράει σε νέα επιβάρυνσή τους. Μετά από έξι μήνες, με απόφαση των αρμόδιων υπουργείων, το οικονομικό επιτελείο ζητάει πίσω μέρος των ποσών της επιδότησης ενέργειας που δόθηκε στις επιχειρήσεις κατά την περίοδο από το Φεβρουάριο του 2022 έως και τον Δεκέμβριο του 2023.
Πρόκειται για ποσά που είχαν καταχωρηθεί εκείνη την περίοδο ως κρατική επιδότηση, όμως τελικά η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε μέρος και όχι το σύνολο αυτών με αποτέλεσμα μετά από πρόσφατη υπουργική απόφαση, οι εταιρείες να ζητούν την επιστροφή των ποσών αυτών. Για άλλη μια φορά, ως εκπρόσωποι των επιχειρήσεων ζητάμε από την κυβέρνηση να καλύψει το ποσό που δεν εγκρίθηκε από την Ε.Ε., καθώς οι μικρές και πολύ μικρές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας.”