Η προ ημερών ευθεία κριτική του Αντώνη Σαμαρά στην πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη στα εθνικά θέματα, συνέχεια αντίστοιχης κριτικής και από τον Κώστα Καραμανλή, τείνει να διαμορφώσει το πλαίσιο μίας εσωκομματικής αντιπολίτευσης στη ΝΔ. Όπως έδειξαν και ερωτήσεις γαλάζιων.. βουλευτών το προηγούμενο διάστημα, το φάσμα της κριτικής επεκτείνεται και σε ζωτικής σημασίας οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που έχουν γονατίσει μικρομεσαία στρώματα.
Μπορεί το ζήτημα να έχει μία ενδοπαραταξιακή πτυχή, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για στενό παίγνιο πολιτικού ανταγωνισμού. Οι δύο πρώην πρόεδροι της ΝΔ και πρωθυπουργοί δεν λειτουργούν σαν δελφίνοι. Το γεγονός ότι έχουν φτάσει στο σημείο να ανοίξουν δημοσίως μέτωπο με την τωρινή ηγεσία οφείλεται στην εδραιωμένη πεποίθησή τους, όχι μόνο ότι αυτή έχει αλλοιώσει την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία της παράταξης, όχι μόνο ότι πολιτεύεται κατά τρόπο που υπονομεύει αφενός την κοινωνική συνοχή (ακρίβεια), αφετέρου τους θεσμούς (υποκλοπές και Τέμπη). Επιπροσθέτως, είναι εμφανής η ανησυχία τους ότι το δίδυμο Μητσοτάκης-Γεραπετρίτης μεθοδεύουν διευθετήσεις στα ελληνοτουρκικά, οι οποίες θίγουν ζωτικά εθνικά συμφέροντα.
Η ανησυχία τους για τα ελληνοτουρκικά δεν είναι αβάσιμη. Μπορεί προς το παρόν να μην υπάρχει υπογραφή της κυβέρνησης Μητσοτάκη σε κάποια συμφωνία με την Άγκυρα, την οποία μπορούν να επικαλεστούν για να διαχωρίσουν και θεσμικά τη θέση τους από την ομάδα Μητσοτάκη, αλλά υπάρχουν σημαντικές αποχρώσες ενδείξεις, με τις οποίες δεν θα ασχοληθώ σ’ αυτό το άρθρο, επειδή ακόμα είναι ενδείξεις, έστω και αποχρώσες.
Ελληνοτουρκικά: Μικρονήσια και ΑΟΖ
Το πρώτο γεγονός είναι το νομοσχέδιο της κυβέρνησης που απαγορεύει κάθε τουριστική ανάπτυξη α/ σε βραχονησίδες, β/ σε νησίδες μικρότερες των 300 km2, γ/ σε νησίδες που απέχουν λιγότερο από 10 μίλια από τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, δ/ σε νησίδες που απέχουν περισσότερο από 10 μίλια από την ηπειρωτική Ελλάδα ή από κατοικημένα νησιά. Ο αναγνώστης θα απορήσει γιατί υπάρχουν αυτές οι γεωγραφικές προβλέψεις. Κι όμως υπάρχει λόγος.
Πριν τον αναφέρω, υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, όποια νησίδα, όσο μικρή κι αν είναι, διατηρεί έστω και στοιχειώδη οικονομική δραστηριότητα, δικαιούται ΑΟΖ. Για παράδειγμα ένα κοπάδι πρόβατα ή κατσίκες πάνω σε μία νησίδα, ή μία μικρή εγκατάσταση για την εξυπηρέτηση τουριστικών σκαφών και ημερήσιων εκδομέων, την καθιστά δικαιούχο ΑΟΖ. Με άλλα λόγια, έχει το δικαίωμα να συμπεριληφθεί στην οριοθέτηση ΑΟΖ με αντικείμενο ή παρακείμενο παράκτιο κράτος.
Δεδομένου ότι κάθε κράτος έχει μεγάλο συμφέρον να έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ΑΟΖ, θα περίμενε κανείς από μία ημινησιώτικη χώρα, όπως η Ελλάδα, να έχει κάνει ό,τι μπορεί να για αξιοποιήσει τα μικρονήσια της επικράτειάς της. Παραδοσιακά, σε πολλά μικρονήσια υπήρχαν κοπάδια, οι ιδιοκτήτες των οποίων κατά κανόνα είχαν μόνιμη κατοικία σε διπλανό κατοικημένο νησί και πήγαιναν σχεδόν καθημερινά να περιποιηθούν τα ζώα τους.
Μία κυβέρνηση που έχει γνώμονα τα εθνικά συμφέροντα θα φρόντιζε να επιδοτήσει σε όσους θα ήθελαν να εγκατασταθούν ή να αναπτύξουν οικονομική δραστηριότητα σε μικρονήσια. Αντ’ αυτού πράττει το αντίθετο. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της εκδίωξης –με ψευδοοικολογικό πρόσχημα για διάσωση σαλιγκαριών!– του κτηνοτρόφου και του κοπαδιού του από το μικρονήσι Λέβιθα, που βρίσκεται στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, μεταξύ Λέρου και Αμοργού. Το ίδιο είχε συμβεί και στα Ίμια.
- Δεύτερον, που απέχουν περισσότερο από 10 μίλια από την ηπειρωτική Ελλάδα ή από μεγαλύτερα κατοικημένα νησιά. Η διάταξη έγινε γιατί αυτές οι νησίδες, όπου κι αν βρίσκονται στο Αιγαίο, επεκτείνουν την ελληνική ΑΟΖ. Εάν απείχαν λιγότερο από 10 μίλια από την ηπειρωτική Ελλάδα ή από μεγαλύτερα νησιά, λόγω χωρικών υδάτων, δεν θα επηρέαζαν θετικά σε αξιόλογο βαθμό την ελληνική ΑΟΖ. Άρα εκεί δεν απαγορεύεται οποιαδήποτε τουριστική ανάπτυξη!
Εάν αυτό δεν είναι “δώρο” της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην Τουρκία, αναρωτιέμαι τι είναι. Ας μας εξηγήσει ο πρωθυπουργός και ο υπουργός του Σκυλακάκης που διεκπεραιώνει την εντολή του αρχηγού του, να δώσουν μία πειστική εξήγηση για τις νομοθετικές “ταχυδακτυλουργίες” τους. Προφανώς, δεν επιδέχονται όλα τα ελληνικά μικρονήσια έστω και στοιχειώδη τουριστική ανάπτυξη, αλλά αρκετά εξ αυτών προσφέρονται. Η απαγόρευση, όμως, γίνεται όχι με κριτήριο την καταλληλότητα, αλλά το εάν επηρεάζει ή όχι την ελληνική ΑΟΖ.
Η μεθόδευση ήταν τόσο κραυγαλέα, που οι αντιδράσεις φαίνεται να υποχρέωσαν το Μαξίμου σε κάποιου είδους αναδίπλωση. Προφανώς, ο Σκυλακάκης δεν προχώρησε χωρίς την έγκριση του Μητσοτάκη στην κατάθεση του εθνικά ευαίσθητου νομοσχεδίου. Εξίσου προφανώς, ο Γεραπετρίτης δεν θα εξέφραζε την αντίθεσή του γι’ αυτό εάν δεν είχε πάρει το πράσινο φως από τον πρωθυπουργό. Η μόνη λογική εξήγηση είναι ότι στο Μαξίμου το ξανασκέφτονται υπό το κράτος του φόβου κλιμάκωσης της αμφισβήτησης από το δίδυμο Καραμανλή-Σαμαρά, αμφισβήτηση που έχει επίκεντρο και τα ελληνοτουρκικά.
Η “νίκη” στην Κάσο!
Το δεύτερο γεγονός είναι το περιστατικό στην Κάσο. Υπενθυμίζω ότι στην περιοχή της Κάσου η ελληνική ΑΟΖ δεν είναι δυνάμει, έχει οριοθετηθεί με τη συμφωνία Ελλάδας-Αιγύπτου. Η Τουρκία αμφισβητεί ότι νησιά έχουν ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα και με βάση αυτήν την αυθαίρετη θέση υπέγραψε το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Έτσι πριν λίγο καιρό έστειλε πολεμικά πλοία να εμποδίσουν το ναυλωμένο από την Ελλάδα ιταλικό πλοίο που χαρτογραφούσε τον βυθό εφτά μίλια έξω από την Κάσο για να ποντιστεί το καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου-Κρήτης.
Η τουρκική ναυτική παρέμβαση δεν ήταν τίποτα περισσότερο από την έμπρακτη επιβολή του δόγματος της “Γαλάζιας Πατρίδας”. Η Άγκυρα ζητούσε το ιταλικό πλοίο –και κατ’ επέκταση η Ελλάδα– να ζητήσει άδεια από την Τουρκία για τη σχετική έρευνα. Ζητώντας, όμως, άδεια το ιταλικό πλοίο, η Αθήνα εμμέσως πλην σαφώς θα αναγνώριζε ότι η Τουρκία έχει κυριαρχικά δικαιώματα στη θαλάσσια περιοχή της Κάσου. Με άλλα λόγια, θα ακύρωνε τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα που νομίμως κατοχύρωσε με τη ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία.
Τι συνέβη; Όπως από την αρχή είχα γράψει, το ιταλικό πλοίο ζήτησε άδεια από την Τουρκία, την έλαβε και ολοκλήρωσε την έρευνά του. Η Άγκυρα, όμως, δεν περιορίστηκε στο μεγάλο κέρδος, αλλά μας έκανε και πλάκα! Μας ευχαρίστησε δημοσίως επειδή αποδεχθήκαμε την δικαιοδοσία τους ανοικτά της Κάσου και έτσι απετράπη η κρίση! Με άλλα λόγια, προσέθεσαν και την πολιτική γελοιοποίηση, αποκαλύπτοντας όσα η Αθήνα προσπάθησε αρχικά να αποκρύψει.
Αξίζει να παραθέσουμε σχετικές δηλώσεις Γεραπετρίτη, όταν πλέον δεν μπορούσε να κρυφτεί: «Έχουμε ένα ερευνητικό πλοίο, το οποίο διεξάγει έρευνες σε ελληνική ΑΟΖ, σε διεθνή ύδατα, εκεί όπου και οι Τούρκοι διεκδικούν, παρανόμως, με βάση το ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο… Στο παρελθόν, αυτό που θα είχε οδηγήσει; Θα είχε οδηγήσει σε μία υπερένταση, σε μία κρίση και σε μία υπαναχώρηση εκ μέρους της ελληνικής πλευράς. Αυτό θα συνέβαινε, για να έχουμε μία πλήρη εικόνα των πραγμάτων. Τώρα τι έχουμε;… Πρώτον, δεν προέκυψε κρίση και δεν υπήρξε και οποιαδήποτε ένταση, η οποία θα προκαλούσε την κρίση αυτή… Και δεύτερον και πιο σημαντικό, ολοκληρώθηκε η έρευνα η οποία προβλεπόταν από το ερευνητικό πλοίο». Και σε άλλες δηλώσεις του είπε ότι «όχι μόνο δεν είναι υποχωρητική στάση αυτή, αλλά είναι το ακριβώς αντίθετο. Παρήχθη απολύτως το ωφέλιμο αποτέλεσμα… Ουδέποτε ζητήθηκε άδεια από τις τουρκικές αρχές, ούτε υπήρξε καμία αναγνώριση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Τουρκίας στην εν λόγω περιοχή».
Ο Γεραπετρίτης ούτε λίγο ούτε πολύ μας λέει πως εάν προβάλαμε αντίσταση στην πειρατική ενέργεια των Τούρκων θα προκαλούσαμε κρίση και θα υποχωρούσαμε με αποτέλεσμα να υποστούμε εθνική ήττα. Ενώ τώρα, που υποχωρήσαμε εξαρχής περίπου νικήσαμε! Επίσης, λέει μισή αλήθεια πως η Ελλάδα δεν ζήτησε άδεια από την Τουρκία. Την άδεια την ζήτησε το ναυλωμένο από την Ελλάδα ιταλικό πλοίο κι αυτό δεν θα μπορούσε να το κάνει εάν δεν του άναβε το πράσινο φως η Αθήνα. Γι’ αυτό και ο υπουργός αρνήθηκε να καταθέσει τα σχετικά έγγραφα στη Βουλή, όπως του ζήτησε η αντιπολίτευση.
Αυτό που συνέβη, λοιπόν, είναι ότι η κυβέρνηση ακύρωσε εμμέσως πλην σαφώς τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στην Κάσο, εξ ου και οι ευχαριστίες της Άγκυρας για την ελληνική αναγνώριση της τουρκικής δικαιοδοσίας. Η Αθήνα απέφυγε να διαψεύσει την τουρκική δήλωση, περιοριζόμενη στη δήλωση «ουδέν πρόβλημα»! Μπορεί, λοιπόν, η Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ να είναι σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο και το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο να το παραβιάζει κατάφωρα, αλλά αυτό που έχει σημασία είναι τι εφαρμόζεται στην πράξη. Και στην περίπτωση της Κάσου αυτό που εφαρμόστηκε στην πράξη είναι το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, όχι η Ελληνοαιγυπτιακή Συμφωνία.
Ο Γεραπετρίτης, τα ελληνοτουρκικά και το Καστελλόριζο
Στο σημείο αυτό αξίζει να υπενθυμίσω ότι το 2021 είχε προηγηθεί ένα αντίστοιχο αντίστοιχο ανησυχητικό επεισόδιο στα ελληνοτουρκικά, λίγο νοτιότερα. Ήταν δεδομένο, λοιπόν, πως οι Τούρκοι θα επανέρχονταν στην πρώτη ευκαιρία. Και ένα χρόνο νωρίτερα (καλοκαίρι 2020) είχαμε το μακράς διάρκειας επεισόδιο, όταν το τουρκικό ερευνητικό Oruc Reis πραγματοποιούσε σεισμικές έρευνες νοτίως του Καστελλορίζου, σε περιοχή που είναι δυνητικά (με βάση τη μέση γραμμή επειδή δεν υπάρχει οριοθέτηση) ελληνική ΑΟΖ. Τι είχε δηλώσει τότε ο Γεραπετρίτης; Ότι η Ελλάδα θα υπερασπίσει στρατιωτικά τα χωρικά της ύδατα! Κατ’ αντιδιαστολή, δηλαδή, είχε σταλεί το μήνυμα πως έξω από τα έξι μίλια οι Τούρκοι μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, γνωρίζοντας ότι δεν θα τους εμποδίσει το ελληνικό Ναυτικό.
Το δόγμα περί “Γαλάζιας Πατρίδας” επιδιώκει τη μετατροπή της Τουρκίας σε δεσπόζουσα δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας. Ο σφετερισμός των πιθανολογούμενων μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη θαλάσσια αυτή περιοχή είναι μία πτυχή αυτής της τουρκικής στρατηγικής. Η άλλη πτυχή είναι γεωπολιτική, η Τουρκία επιδιώκει να εξορίσει την Ελλάδα από την Ανατολική Μεσόγειο.
Προφανώς, η διπλωματία για την αποτροπή μίας κρίσης είναι αναγκαία, αλλά όχι εάν το τίμημα είναι να εγκαταλείπεις εμπράκτως νόμιμα κυριαρχικά δικαιώματα. Δεν είναι όμως ικανή από μόνη της να ανασχέσει τον τουρκικό επεκτατισμό. Τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και μας το υπενθυμίζουν κραυγαλέα κάθε τόσο. Μπορεί να περάσαμε ένα σχετικά ήσυχο διάστημα στα ελληνοτουρκικά, αλλά η τουρκική πίεση επανέρχεται σε κάθε ευκαιρία και ασκείται σε πολλαπλά επίπεδα. Η εξαγορά του “καλού κλίματος” στις διμερείς σχέσεις με αντίτιμο ελληνικές υποχωρήσεις αφενός συσσωρεύει αρνητικά τετελεσμένα, αφετέρου μεταθέτει για λίγο χρονικά το πρόβλημα. Η τακτική αυτή έχει αποδειχθεί ότι ούτε καν τη θερμοκρασία δεν είναι ικανή να κρατήσει χαμηλά στα ελληνοτουρκικά για πολύ χρόνο.
Σήμερα, θα σταματήσω εδώ. Σχολίασα γεγονότα, αποφεύγοντας τις άκρως ανησυχητικές πληροφορίες γι’ αυτά που βρίσκονται στο τραπέζι των εν εξελίξει ελληνοτουρκικών διαπραγματεύσεων. Μακάρι αυτές οι πληροφορίες να διαψευσθούν.
https://slpress.gr/
Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΛΥΓΕΡΟΥ