12 Ιουλ 2025

Σε τροχιά δημογραφικής συρρίκνωσης - Τι κρύβεται πίσω από τον εθνικό μέσο όρο μείωσης του πληθυσμού

 

Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά πληθυσμιακής συρρίκνωσης που τροφοδοτείται μεταξύ άλλων από την κατακόρυφη πτώση του αριθμού των γεννήσεων,  φέρνοντας την Ελλάδα αντιμέτωπη με ανησυχητική δημογραφική κατάρρευση. Την ίδια ώρα πρόσφατη έρευνα για τη Θεσσαλία και τη Μαγνησία δείχνει ότι πίσω από τον εθνικό μέσο όρο μείωσης του πληθυσμού κρύβονται ανισότητες όσον αφορά στο δημογραφικό.

Πιο συγκεκριμένα, η ύπαιθρος έχει υποστεί ριζικές αλλαγές στο πλαίσιο της πληθυσμιακής συρρίκνωσης. Μια σειρά από λόγους που σχετίζονται με την απασχόληση και την κατοικησιμότητα στους οικισμούς έχουν επιδράσει κατά περίπτωση στην εξέλιξη αυτή. Αντίστοιχες λογικές επικρατούν και για τους κατοίκους των πόλεων, οι οποίοι αντιμετωπίζοντας το αυξημένο κόστος στέγασης και την ποιότητα του περιβάλλοντος σταθμίζουν τις δυνατότητες φυγής προς την επαρχία.

Αν στη συνολική «εξίσωση» εντάξουμε την κινητικότητα των αλλοδαπών μεταναστών, αλλά και των μετακινούμενων γηγενών προς τις πόλεις και το εξωτερικό, γίνεται αντιληπτό ότι το πληθυσμιακό και δημογραφικό ζήτημα των περιοχών της υπαίθρου είναι πολυπαραγοντικό και πολυδιάστατο.

Στην πρόσφατη μελέτη του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (ΕΔΚΑ) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών και Μελετών (ΙΔΕΜ) πάνω στις δημογραφικές εξελίξεις σε Θεσσαλία και Μαγνησία σε επίπεδο δήμων, δημοτικών κοινοτήτων και οικισμών, αναδεικνύεται ότι οι όποιες πληθυσμιακές δυναμικές και τάσεις συσχετίζονται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του πληθυσμού και του τόπου (ηλικία, απασχόληση, υπηρεσίες).

Το πληθυσμιακό και δημογραφικό ζήτημα των περιοχών της υπαίθρου είναι πολυπαραγοντικό και πολυδιάστατο

Τις τελευταίες δεκαετίες, νέες παράμετροι στις συνθήκες διαβίωσης επιδρούν στην κατοίκηση της υπαίθρου, με κυριότερες τις τεχνολογίες των επικοινωνιών και την έκρηξη στην πρόοδο των μεταφορών. Η εξ αποστάσεως εργασία, η εξ αποστάσεως εξυπηρέτηση και μια σειρά υπηρεσιών που μπορούν να γίνουν χωρίς τη φυσική παρουσία, συμβάλλουν αναμφίβολα στη λήψη αποφάσεων εγκατάστασης για τα νοικοκυριά της υπαίθρου (ψηφιακή υγεία, εκπαίδευση, εμπόριο κλπ.). Ωστόσο, η εξασφάλιση καλύτερης, ποιοτικότερης ζωής στην ύπαιθρο δεν είναι δεδομένη.

Δημογραφικές ανισότητες

Η τελευταία ελληνική απογραφή (2021) έδειξε μείωση του πληθυσμού της χώρας κατά 3%. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μελέτη, πίσω από τον εθνικό μέσο όρο «κρύβονται» δημογραφικές ανισότητες με έντονη χωρική διάσταση, που αφορούν την άνιση κατανομή του πληθυσμού στις διαφορετικές κλίμακες (περιφερειακή, δημοτικών ενοτήτων, κλπ.), τις διαφορετικές πληθυσμιακές κατηγορίες (νέοι/ηλικιωμένοι, ενεργός/μη ενεργός πληθυσμός, κλπ.) και ούτω καθεξής.

Την τελευταία δεκαετία, ο πληθυσμός της Περιφέρειας Θεσσαλίας μειώθηκε κατά 6%, δηλαδή στο διπλάσιο του εθνικού μέσου όρου. Σε καθαρά δημογραφικούς όρους, η μείωση αυτή οφείλεται αφενός μεν στα αρνητικά φυσικά ισοζύγια της δεκαετίας (-29 χιλ.), αφετέρου δε στα αρνητικά ισοζύγια εισόδων – εξόδων. Μέχρι και την προηγούμενη απογραφή (2011), οι έδρες των Περιφερειακών Ενοτήτων (ΠΕ) της Θεσσαλίας συγκρατούσαν τον πληθυσμό τους εμφανίζοντας μάλιστα μια αύξηση σε αντίθεση με τους υπαιθριακούς δήμους (μικροί οικισμοί και χωριά), που συνεχώς έχαναν πληθυσμό.

Ωστόσο, στην τελευταία απογραφή φάνηκε ότι ακόμα και οι μεγάλοι δήμοι όπως της Θεσσαλίας χάνουν πληθυσμό, γεγονός που δείχνει ότι οι μηχανισμοί συγκράτησης των πληθυσμιακών απωλειών που διέθεταν τείνουν να καταργηθούν. Εστιάζοντας στη Μαγνησία, η μείωση του πληθυσμού είναι ακόμη μεγαλύτερη από αυτή της Θεσσαλίας (-6,6%).

Σε ακόμα χαμηλότερο επίπεδο (δήμοι), οι μεταβολές πληθυσμού στη Θεσσαλία και τη Μαγνησία κυμαίνονται από +14% (Αλόννησος) έως -21% (Ζαγορά – Μούρεσι). Η μείωση του πληθυσμού στο σύνολο των δήμων της υπαίθρου της Θεσσαλίας την τελευταία δεκαετία ξεπερνάει το 13%, ενώ σωρευτικά τα τελευταία 30 χρόνια αγγίζει το 26%. Όσον αφορά ειδικότερα τον αριθμό των αλλοδαπών στην Περιφέρεια, αυτός μειώθηκε κατά 23% έναντι του 16% σε εθνικό επίπεδο. Στη Μαγνησία δε, με εξαίρεση τις Σποράδες, η κατάσταση είναι παρόμοια.

Σε εθνικό επίπεδο, το 2021, το ποσοστό των αλλοδαπών στον συνολικό πληθυσμό υπερβαίνει το 7%, ενώ στην Π.Ε. Μαγνησίας βρίσκεται στο 5,4%. Ταυτόχρονα, στην Π.Ε. Λάρισας αγγίζει το 4,8%, στην Π.Ε. Τρικάλων το 3,6%, και στην Π.Ε. Καρδίτσας μόλις το 2,9%. Αντιθέτως, στις Σποράδες, οι αλλοδαποί αποτελούν το 21% του μόνιμου πληθυσμού, ενώ ειδικότερα στην Αλόννησο αποτελούν την πλειονότητά του.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι, την τελευταία τριακονταετία, η Π.Ε. Σποράδων είναι η μόνη που διαφοροποιείται στην περιφέρεια Θεσσαλίας, έχοντας υψηλότατες θετικές μεταβολές κατά τις δεκαετίες 1990 και 2000, ενώ την περίοδο 2011-2021 εμφανίζει την ηπιότερη μείωση πληθυσμού (-2,5%, έναντι -6,0% της Περιφέρειας). Αξίζει να σημειωθεί ότι, χωρίς τους αλλοδαπούς πληθυσμούς, τα συνολικά Φυσικά Ισοζύγια (Φ.Ι) τόσο της Περιφέρειας Θεσσαλίας όσο και της Π.Ε. Μαγνησίας θα ήταν πολύ πιο αρνητικά, καθώς οι θάνατοι των Ελλήνων υπηκόων την ίδια περίοδο ήταν σημαντικά περισσότεροι από τις γεννήσεις.

Η εικόνα της Μαγνησίας

Το χερσαίο – ηπειρωτικό τμήμα της Μαγνησίας παρουσιάζει δύο διαφορετικές πληθυσμιακές συμπεριφορές, οι οποίες καθορίζονται από την αστική και την περιαστική περιοχή του Βόλου, έναντι των γύρω υπαιθριακών περιοχών που περιλαμβάνουν πεδινές και ορεινές ζώνες.

Η δυναμική της πόλης του Βόλου και της γύρω περιαστικής περιοχής έχει ανακοπεί, καθώς για πρώτη φορά στην απογραφή του 2021 καταγράφεται σημαντική μείωση κατά 3,3%, η οποία παρουσιάζεται τόσο στην αστική περιοχή (Βόλος, Νέα Ιωνία), όσο και στις περιαστικές (Αγριά, Νέα Αγχίαλος). Στους υπόλοιπους υπαιθριακούς δήμους συνεχίστηκε η μείωση του πληθυσμού που καταγράφεται στις τελευταίες απογραφές, αθροίζοντας συνολικές απώλειες άνω του 20% τα τελευταία 30 χρόνια.

Οι πληθυσμιακές εξελίξεις είναι τελείως διαφορετικές στη νησιωτική Μαγνησία, με τα τρία μεγάλα νησιά να χαρακτηρίζονται όχι μόνο από εποχιακή κατοίκηση λόγω τουρισμού, αλλά και από ελκυστικότητα για μόνιμη διαμονή, όπως συμβαίνει με την περίπτωση της Αλοννήσου. Τα δύο νησιά από τα τρία συγκρατούν τον πληθυσμό τους, ενώ η Αλόννησος καταγράφει σημαντική αύξηση πληθυσμού. Η τουριστική ανάπτυξη και η ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος φαίνεται να αποτελούν σημαντικούς παράγοντες.

Οι νεανικοί πληθυσμοί

Στην περιφέρεια Θεσσαλίας, η πληθυσμιακή συρρίκνωση για δεκαετίες ήταν συνυφασμένη με τις αγροτικές περιοχές και είχε ως θύλακες αντίστασης τις πρωτεύουσες των νομών (νυν ΠΕ) και τις γύρω περιαστικές περιοχές. Τώρα φαίνεται ότι πλέον «ακουμπάει» και αυτές τις τελευταίες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση του δήμου Βόλου. Η τάση αυτή του παρελθόντος, που αφορούσε σε μεγάλο βαθμό τα πιο νεανικά τμήματα του πληθυσμού, συνδέθηκε με μετακινήσεις πληθυσμού στα τοπικά κέντρα από τη γύρω αγροτική ενδοχώρα για λόγους απασχόλησης, εκπαίδευσης, και ούτω καθεξής.

Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, ο Βόλος υπολείπεται ελαφρώς στον νεανικό πληθυσμό 0 – 14 ετων (13%) σε σχέση με τον μέσο όρο της Θεσσαλίας και της Ελλάδας (13,5%), παρά το γεγονός ότι η Νέα Ιωνία καταγράφει ένα 15,2%. Άλλα περιφερειακά κέντρα υπερτερούν του Βόλου (Αλμυρός 14,8%, Βελεστίνο 16,3%, Νέα Αγχίαλος 14,3%), ενώ και τα νησιά των Σποράδων καταγράφουν μια σχετική δυναμική (Σκιάθος 16,3% και Σκόπελος 15,7%), με την Αλόννησο, ωστόσο, να παρουσιάζει δείκτη λίγο κάτω του μ.ό. (13,4%), προσελκύοντας πιο ηλικιωμένο πληθυσμό, καθώς και αρκετούς αλλοδαπούς στο Πατητήρι.

Στις υπόλοιπες περιοχές της Μαγνησίας, οι οικισμοί παρουσιάζουν χαμηλά ποσοστά νεανικού πληθυσμού, αντανακλώντας την τακτική μετακίνησης στα πλησιέστερα κέντρα τα οποία διαθέτουν εκπαιδευτικές υποδομές και σχετικές υπηρεσίες υποστήριξης των μαθητών (φροντιστήρια, δραστηριότητες). Πράγματι, εάν συσχετίσουμε τα ποσοστά πληθυσμού 0 – 14 ετών με τη γεωγραφία των οικισμών στους οποίους λειτουργούν τα Λύκεια της Μαγνησίας, οι οικισμοί που εμφανίζουν κάποια ανθεκτικότητα στη συρρίκνωση των νεανικών πληθυσμών είναι, αφενός, οι περισσότερο κεντρικοί, αφετέρου, αυτοί που διαθέτουν τις προαναφερθείσες εκπαιδευτικές υποδομές (Γενικό Λύκειο, ΕΠΑΛ, Λυκειακές Τάξεις Γυμνασίων).

Διαθέτοντας ταυτόχρονα δημοτικό και γυμνάσιο, οι οικισμοί αυτοί φαίνεται ότι προσελκύουν νέες οικογένειες από την περιβάλλουσα ύπαιθρο. Αυτό με τη σειρά του προσελκύει και άλλες υποστηρικτικές μονάδες για νέους (φροντιστήρια, δραστηριότητες, κλπ.).

Στο εσωτερικό της υπαίθρου δεν εμφανίζουν όλες οι περιοχές την ίδια προβληματική εξέλιξη. Διακρίνονται περιοχές της υπαίθρου όπου η δημογραφική κατάρρευση βαθαίνει και άλλες που επιδεικνύουν σημάδια δημογραφικής ανάκαμψης, ανάλογα με την προσβασιμότητα, τις οικονομικές δυναμικές, την ποιότητα ζωής κ.ά.

Επομένως, η ανάκαμψη της ύπαιθρου δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στη συγκράτηση και αναπαραγωγή του υπάρχοντος πληθυσμού, αλλά παράλληλα θα πρέπει να στραφεί και στην προσέλκυση νέων κατοίκων. Προφανώς, τα ζητήματα της απασχόλησης και της στέγασης παραμένουν τα πιο κρίσιμα. Ως εκ τούτου, το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται στο πλαίσιο της έρευνας δεν είναι πόσοι άνθρωποι κατοικούν στην ύπαιθρο, αλλά εάν αυτοί που θέλουν να ζήσουν στην ύπαιθρο μπορούν να το πράξουν. Δηλαδή, αν υπηρεσίες και υποδομές μπορούν να τους εξασφαλίσουν μια ποιοτικότερη ζωή στην ύπαιθρο.

in.gr